Πέμπτη, 15 Αυγούστου, 2024

Κατάργηση των χρημάτων και συναλλαγές σε είδος

Αφού είπαμε ότι κλείσαμε την παράγκα και πήραμε ένα τσουβαλάκι λεπτά που ήταν άχρηστα στο διάστημα αυτό, οι μπανάνες ωρίμασαν και ανοίξαμε και τις πουλούσαμε. Τρία τσιγάρα τη μία και έτσι βγάλαμε εξακόσια τσιγάρα και άρχισε πάλι το εμπόριο.
Πότε με το ένα και πότε με το άλλο, λάδι, σταφίδες, μανταρίνια, πορτοκάλια και έτσι συνηθίσαμε τον νέο τρόπο συναλλαγής. Τα λεφτά τα έβλεπες στον δρόμο και δεν τα άγγιζες γιατί καμία αξία δεν είχαν.
Είχαμε μια περιπέτεια με έναν Γερμανό, περνούσε ένας που είχε μια τσάντα και βαστούσε και έναν ντενεκέ άδειο του λαδιού και του είπε ο πατέρας μου σε γερμανική διάλεκτο «μπρουτ φερκούφεν», δηλαδή πουλάτε ψωμί και τότε αυτός με το ντενεκάκι τον χτύπησε στη μύτη και τον πήρανε τα αίματα.
Ομως τι να κάνουμε, το δεχτήκαμε και αυτό γιατί οπλοφορούσε.
Τον πήγαμε στο φαρμακείο και εκεί του δέσανε το τραύμα και μας είπαν να πάμε στην Κομαντατούρ και να παραπονεθούμε όμως ο Γερμανός έφυγε πού να τον γυρεύεις, ήταν φαίνεται τυχερό να το υποστούμε και αυτό. Ψωμί τον ρώτησε αν πουλάει και εις απάντηση του άνοιξε με τον ντενεκέ τη μύτη.
Ομως συνέβη και κάτι άλλο, ερχόταν μια κοπέλα, Ελένη τη λέγανε, δεν ξέραμε από πού βαστούσε η σκούφια της, γιατί τότε ήταν μαζεμένοι στα Χανιά από όλη την Ελλάδα και έφερνε ορισμένα πράγματα και τα πουλούσε.
Ετσι έφερε μια φορά και ένα γερμανικό παντελόνι χειμωνιάτικο και το πούλησε. Ο πατέρας μου και εκείνος με τη σειρά του το πούλησε σε έναν άγνωστο χωρικό, όμως δεν πέρασαν πολλές μέρες και ένα βράδυ ήρθε συνοδεία με έναν Γερμανό η Ελένη και τους λέγει ότι το παντελόνι που σας πούλησα είναι αυτού του Γερμανού και το θέλει και ότι αν δεν του το δώσω, θα σας κλείσει στην Αγιά.
Τι είχε γίνει, της το έδωσε να το πλύνει και αυτή του το πούλησε και τώρα της το ζητούσε πίσω, μάλιστα είπε ότι σε ένα χρονικό διάστημα, δεν θυμάμαι πόσο, το θέλει πίσω γιατί διαφορετικά θα μας πάει όλους στην Κομαντατούρ και φύγανε.
Τώρα τι να κάνουμε, μεγάλη στεναχώρια, τον άνθρωπο που το αγόρασε δεν τον ξέραμε, ούτε από πού είναι.
Για πολλές μέρες μεγάλη στεναχώρια ως που βρέθηκε μια λύση, ένας γνωστός που δούλευε εκεί που έχουν οι Γερμανοί τα ρούχα ήταν ράφτης και του είπανε το χρώμα και πως ήταν και αυτός έκλεψε ένα και το έφερε. Τον πληρώσανε και ένα βράδυ που ήρθε η Ελένη με τον Γερμανό και του το δώσανε στα χέρια του γιατί σε αυτή δεν είχανε εμπιστοσύνη έτσι έληξε και αυτό το σοβαρό θέμα που κινδύνεψε ο πατέρας μου να τον πάνε στην Αγιά στη φυλακή.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα