Από τα τέλη της δεκαετίας του ’50, κάθε ελληνική ταινία έπρεπε απαραιτήτως να περιλαµβάνει και την εµφάνιση κάποιου τραγουδιστή, ο οποίος θα ερµήνευε είτε τις προσωπικές επιτυχίες του, είτε τραγούδια γραµµένα για το εκάστοτε φιλµ.
Το 1963 λοιπόν, ο Νίκος Φώσκολος γράφει το σενάριο για το φιλµ “Το κάθαρµα”, το οποίο ανέλαβε να σκηνοθετήσει ο Κώστας Ανδρίτσος µε πρωταγωνιστές τους Γιώργο Φούντα και Μάρω Κοντού.
Εκεί πρωτοακούσαµε το διαχρονικό πλέον τραγούδι “Κάθε λιµάνι και καηµός”.
Το τραγούδι ήταν παραγγελία του σκηνοθέτη, ο οποίος ζήτησε από τον συνθέτη Γιώργο Κατσαρό ένα κοµµάτι για τη θάλασσα και γράφτηκε αρχικά στο ρυθµό του ζεϊµπέκικου. Ο Κατσαρός πρότεινε για ερµηνευτή τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, που, σύµφωνα µε µαρτυρία του συνθέτη, ζήτησε το υπέρογκο ποσό των 15.000 δραχµών. Η εταιρεία αρνήθηκε και αµέσως προτάθηκε από τον παραγωγό της Columbia Νίκανδρο Μηλιόπουλο, ο Πάνος Γαβαλάς.
Συζητώντας µε τον Γιώργο Τσάµπρα, ο γιος του Πάνου Γαβαλά, Γιάννης θυµάται: «Του φέρανε το τραγούδι για να το δει, για να γραφτεί για κάποια ταινία. Πυθαγόρας, στίχοι, Κατσαρός, µουσική. Το τραγούδι ήταν γραµµένο 9/8, δηλαδή ζεϊµπέκικο. Ο Γαβαλάς µόλις το άκουσε, τους είπε ότι «ωραίο το τραγούδι, αλλά εγώ δεν σας το λέω ζεϊµπέκικο, να πάτε να σας το πει ο Μπιθικώτσης. Εγώ το φαντάζοµαι αλλιώς το τραγούδι». Του έκαναν το χατίρι, το άλλαξε το τραγούδι, το έκανε χασάπικο, άλλαξε και τη µουσική ροµάντζα µπροστά, άλλαξε και λίγο τους στίχους, κατά τα λεγόµενά του. Κι έτσι έγινε το τραγούδι που ξέρουµε όλοι. Και ήταν τυχερός πρώτα ο πατέρας µου, που έγινε το τραγούδι µεγάλη επιτυχία, και µετέπειτα ο Κατσαρός. Γιατί άµα δεν γινότανε µεγάλο σουξέ, ενδεχοµένως να είχε πρόβληµα και ο πατέρας µου από τους δηµιουργούς, ότι τους άλλαξε το τραγούδι τους».
Το τραγούδι έγινε τεράστια επιτυχία, τέτοια, που το 1964 κλήθηκε να εκπροσωπήσει τη χώρα στο Φεστιβάλ Τραγουδιού της Βαρσοβίας, κερδίζοντας µάλιστα το δεύτερο βραβείο, ερµηνευµένο όµως από µια τραγουδίστρια του “ελαφρού” τραγουδιού, τη Νίκη Καµπά. Σε συνέντευξή του στον Τάσο Κουτσοθανάση, στις 15 Αυγούστου 1969, η οποία εκδόθηκε σε cd από το περιοδικό “Όασις” τον Γενάρη του 2009, ο Πάνος Γαβαλάς εξέφρασε το δικαιολογηµένο παράπονό του σχετικά µε την εκπροσώπηση της χώρας στο Φεστιβάλ: «Αν υπήρχε αναγνώριση µε το “Λιµάνι” έπρεπε να πάω εγώ στη Βαρσοβία, όχι η Καµπά. Γιατί εγώ το έκανα κι έγινε “Λιµάνι”. Εγώ ο Πάνος Γαβαλάς. Αυτό να το γράψεις διάπλατα. Για να µην πω περισσότερα πράγµατα δηλαδή και δεν θέλω να εκθέσω».
Οι στίχοι του τραγουδιού έδωσαν τον τίτλο σε δυο ελληνικές ταινίες, “Κάθε λιµάνι και καηµός” και “Κάθε καηµός και δάκρυ”. Αυτό που είναι σχεδόν άγνωστο, είναι πως το “Λιµάνι” ξαναηχογραφήθηκε την ίδια χρονιά, µε την ίδια ορχήστρα, αλλά µε διαφορές τόσο στα φωνητικά και την ενορχήστρωση, όσο και στα µέρη που έπαιζε το µπουζούκι. Εντάχθηκε πολλά χρόνια αργότερα, το 1989, στη διπλή συλλογή της ΕΜΙ “Πάνος Γαβαλάς – Κάθε λιµάνι και καηµός”, που εκδόθηκε λίγο µετά τον θάνατο του τραγουδιστή τον ∆εκέµβρη του 1988. Εκείνη την εποχή συνέβαινε συχνά να ηχογραφούσαν ένα τραγούδι την ίδια µέρα, µε την ίδια ορχήστρα, για παραπάνω από µία φορές… Συχνά κυκλοφορούσε στην αγορά µε δυο µορφές. Με τον ίδιο κωδικό δίσκου όµως. Άλλες φορές έβγαινε η µια ηχογράφηση και η άλλη έµενε στα αρχεία της εταιρείας και έµπαινε σε δίσκο ή cd πολλά χρόνια µετά. Αυτό έχει σαν αποτέλεσµα στους καταλόγους δισκογραφιών που έχουν κατά καιρούς δηµοσιευθεί, το τραγούδι να υπάρχει καταγεγραµµένο µόνο µια φορά. Κάτι τέτοιο έγινε λοιπόν και µε το “Κάθε λιµάνι και καηµός”.
Καλές ακροάσεις µέχρι την επόµενη ιστορία µε ρεφρέν!
Πηγή: “1961-1965, Τα χρόνια της Columbia” Κείµενο του Γιώργου Τσάµπρα στο βιβλίο “Λαϊκό τραγούδι – Η αυθεντική ιστορία. Τόµος 16, Πάνος Γαβαλάς”. (Έκδοση National Geographic 2010).