Αυστηρές είναι οι ποινές για τον θάνατο ζώων από τροχαίο ατύχημα, αλλά δεν ισχύει το ίδιο και για τους ανθρώπους που χάνουν τη ζωή τους στην άσφαλτο.
Aυτό προκύπτει από τα στοιχεία που παραθέτει σε έγγραφό του ο Πανελλήνιος Σύλλογος Αρωγής και Αλληλεγγύης Οικογενειών Θυμάτων Τροχαίων Δυστυχημάτων «ΣΤΗΡΙΖΩ» – «Ο Άγιος Χριστόφορος». Το έγγραφο, που υπογράφει ο πρόεδρος του Συλλόγου, Σταύρος Πολέντας, εστάλη προς τον υπουργό Δικαιοσύνης, Σταύρο Κοντονή, τον υπουργό Εθνικής Αμυνας, Πάνο Καμμένο, τον υπουργό Προστασίας του Πολίτη, Νικ. Τόσκα, την πρόεδρο και τον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ.α.
Ο κ. Πολέντας αφού αναφέρεται στις δράσεις του Συλλόγου και στους στόχους του, προχωρά σε «μια σύγκριση μεταξύ του καθεστώτος της αντιμετώπισης της κακοποίησης – θανάτωσης ζώων και αυτού της αντιμετώπισης των τροχαίων θυμάτων».
Οπως επισημαίνει, μεταξύ άλλων, «για τα συμπαθέστατα ζωάκια συντροφιάς, εκτός του ισχύοντος Νόμου 4039/2012, των Ν. 1197/1981, 2017/1992, 2015/1992 και του Π.Δ. 160/1991 (ΦΕΚ 86/609) εκδόθηκαν ερμηνευτικές εγκύκλιοι από την Εισαγγελία του Αρείου Πάγου στις οποίες επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι, αρμόδιοι για την βεβαίωση των σχετικών παραβάσεων και αδικημάτων είναι η Ελληνική Αστυνομία, η Δασική Υπηρεσία, το Τελωνείο, οι Σταθμοί Υγειονομικού – Κτηνιατρικού ελέγχου, η Ελληνική Ακτοφυλακή και οι ιδιωτικοί φύλακες θύρας των κυνηγετικών οργανώσεων, δηλαδή εν ολίγοις ορίστηκαν ως αρμόδιοι οι πάντες, έτσι ώστε ο Δράστης, σε όποιο χώρο παραβεί το Νόμο, να δεχθεί αμέσως τον έλεγχο από την αρμόδια Υπηρεσία και να υποστεί τις συνέπειες των πράξεών του.
Στις εγκυκλίους αυτές, γίνεται αναφορά στον κολασμό των εγκλημάτων αυτών που τιμωρούνται από το Νόμο πάρα πολύ αυστηρά και ζητείται από τους Εισαγγελείς Εφετών να παραγγείλουν στους κατά τόπους Εισαγγελείς Πρωτοδικών την εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας για τον κολασμό των σχετικών εγκλημάτων, την άμεση εκδίκαση των υποθέσεων και σε περίπτωση αναβολής τον προσδιορισμό των οικείων δικογραφιών σε σύντομο χρονικό διάστημα».
Προσθέτει ότι με «τις αυστηρές ποινές που επεβλήθησαν στους δράστες, παρατηρήθηκε ουσιαστική αλλαγή νοοτροπίας και συμπεριφοράς των ανθρώπων στα ζωάκια και όλα αυτά λειτούργησαν αποτρεπτικά με απόλυτη επιτυχία στην διάπραξη ανάλογων πράξεων στο μέλλον».
Στη συνέχεια επισημαίνει ότι «για την ανθρώπινη ζωή που κατά τα λοιπά προστατεύεται από το Σύνταγμα και την Ευρωπαϊκή σύμβαση Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» συγκριτικά με τα μέτρα προστασίας των ζώων, μεταξύ άλλων, «έχουμε μετατρέψει τα τελευταία χρόνια σχεδόν όλα τα ποινικά αδικήματα του Κ.Ο.Κ. σε πταίσματα τα οποία τιμωρούνται με κράτηση έως 6 μήνες και χρηματικό πρόστιμο μέχρι 3.000€. Έχουμε δημιουργήσει μία αφάνταστη διχογνωμία σε ότι αφορά την τιμωρία των υπεύθυνων που προκάλεσαν θάνατο και αναπηρία για αμέλεια, η οποία όμως αμέλεια δεν ερευνάται σε περίπτωση κακοποίησης–θανάτωσης ζώων. Έχουμε πετύχει να εκδικάζονται υποθέσεις τροχαίων θανάτων μετά από 3 έως 5 χρόνια τουλάχιστον», κ.α..
Καταλήγοντας, ο κ. Πολέντας τονίζει ότι «με αυτή την αντιμετώπιση και Νομοθεσία με την οποία ή με την εφαρμογή της οποίας κανένας σχεδόν δράστης δεν εκτίει ποινή και δεν υποχρεώνεται στην καταβολή αξιόλογων προστίμων ενώ παράλληλα συνεχίζει απρόσκοπτα να οδηγεί και μάλιστα αμέσως μετά το διαπραχθέν έγκλημα, δεν υπάρχει εκδοχής μείωσης τροχαίων. Ας συνειδητοποιήσομε όλοι μας ότι μόνο με τον συνδυασμό δράσεων πρόληψης και καταστολής θα δούμε τα τροχαία να μειώνονται στον τόπο μας. Ας σταθούμε ως Κράτος και ως Κοινωνία κοντά στις οικογένειες των τροχαίων θυμάτων – αναπηριών και ας αναλογισθούμε τι θα έπρεπε να κάνουμε για ανακούφιση του πόνου και της θλίψης τους».