Σάββατο, 11 Ιανουαρίου, 2025

Καθοριστικός ο ρόλος της Ελλάδας στη διαμόρφωση της Ευρωπαικής Πολιτικής για τη Συρία

Η πτώση του καθεστώτος Άσαντ διαµόρφωσε µια νέα πραγµατικότητα στο ήδη ασταθές και έντονα συγκρουσιακό περιβάλλον ασφάλειας της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής.

Ο ρόλος επίσης, που φιλοδοξεί να διαδραµατίσει η Τουρκία ως ρυθµιστής των εξελίξεων στη µετά Άσαντ εποχή, καθώς και η επιδίωξή της να µετατρέψει τη Συρία σε Τουρκικό Προτεκτοράτο, περιπλέκει ακόµη περισσότερο την κατάσταση.
Λαµβάνοντας υπόψη τις εµφανείς, αλλά και τις υπόγειες κινήσεις των κύριων παικτών (Ρωσία, Ιράν, Τουρκία, Ισραήλ, ΗΠΑ, Αραβικά κράτη κ.α.), που εµπλέκονται στη Συρία, αλλά και της διεθνούς κοινότητας γενικότερα, ελλοχεύει ο κίνδυνος:
επανέναρξης των εχθροπραξιών µεταξύ των ένοπλων τοπικών φατριών για τη νοµή της εξουσίας ή για εθνοτικούς και θρησκευτικούς λόγους,
µιας γενικευµένης σύρραξης µεταξύ Τουρκίας και Ισραήλ για την εξόντωση ή την υπεράσπιση των Κούρδων της Συρίας και της εξασφάλισης των γεωπολιτικών τους συµφερόντων,
επέκτασης της σύγκρουσης πέρα από τη Μέση Ανατολή, µε απρόβλεπτες συνέπειες για την περιφερειακή σταθερότητα και την παγκόσµια ειρήνη.
Λαµβάνοντας υπόψη τις εν λόγω εξελίξεις, ιδιαίτερο ενδιαφέρον προκαλεί η χαρακτηριστική απουσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.), τόσο σε διπλωµατικό όσο και σε επιχειρησιακό επίπεδο.
Προφανώς, η οικονοµική και πολιτική κρίση στη Γαλλία και Γερµανία έχουν επηρεάσει αρνητικά τα κέντρα λήψης αποφάσεων των Βρυξελλών, µε αποτέλεσµα η Ε.Ε. να δυσκολεύεται να ασκήσει µια αξιόπιστη Πολιτική Ασφάλειας και Άµυνας, όπου θα εξασφαλίσει τη συλλογική ασφάλεια στην Ευρώπη και θα ενισχύσει τη διεθνή ειρήνη και ασφάλεια.
Συγκεκριµένα, η Ε.Ε. αδυνατεί να λειτουργήσει ως ένας αξιόπιστος πάροχος ασφάλειας -όπως ορίζει ο πρωταρχικός στόχος της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Πυξίδας (Strategic Compass)- και να διαδραµατίσει καθοριστικό ρόλο στον τοµέα της άµυνας και ασφάλειας, επηρεάζοντας τις διεθνείς εξελίξεις.
Το πιο επικίνδυνο όµως είναι, ότι οι αξιωµατούχοι της Ε.Ε., αδυνατούν να κατανοήσουν τα γεγονότα και τις εξελίξεις στη Συρία καθώς επίσης, τους κινδύνους που καραδοκούν τόσο για την Ευρώπη όσο και για τη διεθνή κοινότητα.
Για του λόγου το αληθές, χαρακτηριστικό παράδειγµα αποτελεί η τελευταία συνάντηση της Προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κας. Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν µε τον Τούρκο Πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν, µετά την πτώση του καθεστώτος Άσαντ.
Κατά τη συνάντηση αυτή, η Ευρωπαία αξιωµατούχος έσπευσε να προσφέρει οικονοµική βοήθεια ενός δις ευρώ στον κ. Ερντογάν για την φιλοξενία των Σύρων προσφύγων στην Τουρκία, τη στιγµή που οι Σύριοι πρόσφυγες επιστρέφουν µαζικά στην πατρίδα τους. Επίσης, η κα Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν εξήρε το ρόλο της Τουρκίας ως παράγοντα διασφάλισης της σταθερότητας στη Συρία, τη στιγµή όπου η Τουρκία αποτελεί τον κύριο παράγοντα αποσταθεροποίησης στη Συρία και την ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής και Βορείου Αφρικής.
Υπό το πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα καλείται να διαδραµατίσει καθοριστικό ρόλο για τη διαµόρφωση µιας αξιόπιστης ευρωπαϊκής πολιτικής για τη Συρία και τη Μέση Ανατολή γενικότερα.
Συγκεκριµένα, ο Έλληνας Πρωθυπουργός κ. Κυριάκος Μητσοτάκης οφείλει να συνεχίσει τις έως τώρα σηµαντικές παρεµβάσεις του και να αξιοποιήσει ακόµη περισσότερο το διεθνές κύρος και την επιρροή του στους οµολόγους του (µε πολλούς από τους οποίους διαθέτει άριστη προσωπική και πολιτική σχέση), ώστε:
α) να αντιληφθούν οι Ευρωπαίοι εταίροι µας το κόστος ασφαλείας που θα κληθεί να πληρώσει η Ευρώπη σε περίπτωση περαιτέρω αποσταθεροποίησης της Συρίας και της ευρύτερης περιοχής της Μέσης Ανατολής και
β) να ληφθούν από µέρους της Ε.Ε. άµεσες αποφάσεις και απτές θεσµικές πρωτοβουλίες που θα συµβάλουν στην αποκλιµάκωση της κρίσης στη Συρία, τη διασφάλιση της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας και την οµαλή πολιτειακή της µετάβαση και σταθεροποίηση.
Αξίζει να υπενθυµίσουµε, ότι στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής που έλαβε χώρα στις Βρυξέλλες, στις 19/12/2024, η Ελλάδα µαζί µε την Κύπρο και την Αυστρία κατέθεσαν Non-Paper σχετικά µε τα επόµενα βήµατα που θα πρέπει να αναλάβει η Ε.Ε. για να µην παραµείνει παρατηρητής των εξελίξεων στη Συρία.
Επίσης, οι Πρωθυπουργοί Ελλάδας και Κύπρου ενηµέρωσαν τους οµολόγους τους για την πιθανότητα να καθοριστεί κάποιου είδους ΑΟΖ µεταξύ Τουρκίας και Συρίας, που να παραγνωρίζει τα αναµφισβήτητα κυριαρχικά δικαιώµατα της Κύπρου, τονίζοντας ότι: «∆εν µπορεί να υπάρξει πιθανότητα οποιασδήποτε συµφωνίας Τουρκίας – Συρίας, που να καταπατά τα δικαιώµατα της Κύπρου».
Στην τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε., υπήρξε και µια ακόµη επιτυχία για την Ελλάδα.
Έπειτα από πρόταση του Έλληνα Πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη, συµφωνήθηκε η σύγκληση Έκτακτης Συνόδου της Ε.Ε. στις 3 Φεβρουαρίου 2025, µε αποκλειστικό θέµα την Ευρωπαϊκή Άµυνα.
Το γεγονός αυτό, αποτελεί µεγάλη επιτυχία για την Ελλάδα (αν σκεφτεί κανείς, ότι από την ένταξη της Ελλάδας στην Ε.Ε., ουδείς άλλος Έλληνας Πρωθυπουργός έχει καταφέρει να ορίζει την ατζέντα Συνόδου της Ε.Ε.) και ταυτόχρονα, µεγάλη ευκαιρία για να προωθηθούν τα εθνικά συµφέροντα της Ελλάδας και της Κύπρου.
Η πρόταση του κ. Μητσοτάκη έρχεται σε συνέχεια της Επιστολής που είχε αποστείλει το Μάιο του 2024 ο Έλληνας Πρωθυπουργός µαζί µε τον Πολωνό Πρωθυπουργό κ. Τούσκ στην κα. Φον ντερ Λάϊεν, µε αίτηµα τη δηµιουργία µιας κοινής «ΑΣΠΙ∆ΑΣ» για την αεράµυνα της Ευρώπης, µε κοινοτική χρηµατοδότηση.
Ειδικότερα, σύµφωνα µε τις δηλώσεις του κ. Μητσοτάκη (µετά την τελευταία Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε.), «οι χώρες της Ε.Ε. πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη για την οργάνωση της άµυνάς τους και λόγω της τεράστιας γεωπολιτικής έντασης την οποία αντιµετωπίζουµε, απαιτείται µία πολιτική αφύπνιση της Ευρώπης µέσω της διάθεσης ευρωπαϊκών πόρων, καθώς και τη δηµιουργία ενός Ευρωπαϊκού Αµυντικού Ταµείου».
Κοντολογίς, αν στην έκτακτη Σύνοδο της Ε.Ε. που θα λάβει χώρα στις 3/2/2025 επιτευχθεί ο στόχος του Έλληνα Πρωθυπουργού, η Ελλάδα θα µπορέσει να εντάξει την άµυνά της στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής άµυνας και έτσι, µέσω ευρωπαϊκής χρηµατοδότησης να καλύψει τους πόρους που απαιτούνται για την ικανοποίηση µέρους ή του συνόλου των εξοπλιστικών της αναγκών.
Αν επιτευχθεί κάτι τέτοιο, το όφελος για την Ελλάδα εκτός από αµυντικό θα είναι και δηµοσιονοµικό.
Για παράδειγµα, ας αναλογιστούµε τι θα συµβεί αν η Ελλάδα κατορθώσει να λαµβάνει κάθε χρόνο 3 έως 5 δις Ευρώ, για την κάλυψη των εξοπλιστικών της αναγκών από την Ε.Ε.. Τα χρήµατα που θα εξοικονοµηθούν από τον κρατικό προϋπολογισµό, θα δηµιουργήσουν δηµοσιονοµικό χώρο και θα µπορέσουν να αξιοποιηθούν από την οποιαδήποτε Ελληνική Κυβέρνηση, για κοινωνικές παροχές και τη βελτίωση του βοιωτικού επιπέδου των Ελλήνων πολιτών.
ΕΥΡΩΠΑΪΚΟ ΣΥΜΦΕΡΟΝ
Εκτός από τις προαναφερθείσες πρωτοβουλίες, η Ελλάδα για να πρωταγωνιστήσει στη διαµόρφωση µιας αξιόπιστης και ενεργούς ευρωπαϊκής πολιτικής για τη Συρία και τη Μέση Ανατολή γενικότερα, θα πρέπει να µιλήσει στους Ευρωπαίους εταίρους της, όχι µε όρους εθνικού συµφέροντος, αλλά µε όρους ευρωπαϊκού συµφέροντος.
Θα πρέπει δηλαδή, να αναδείξει τα ευρωπαϊκά συµφέροντα και τις αξίες που διακυβεύονται από τις εξελίξεις στη Συρία και τη Μέση Ανατολή.
Συγκεκριµένα, θα πρέπει να τονίσει τις απειλές που ελλοχεύουν για την ασφάλεια των ευρωπαίων πολιτών (τροµοκρατία, µεταναστευτικό, διασπορά όπλων µαζικής καταστροφής κ.λπ), των κρίσιµων υποδοµών και την ακεραιότητα των συνόρων της Ευρώπης, καθώς επίσης, το σηµαντικό ρόλο που καλείται να διαδραµατίσει η Ε.Ε. τόσο για τη σταθερότητα στην Ευρώπη όσο και για τη διασφάλιση της ειρήνης και ασφάλειας σε όλο τον κόσµο.
Υπό το πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα θα πρέπει να πείσει τους ευρωπαίους εταίρους της, ότι η Ε.Ε. θα πρέπει να διαδραµατίσει πρωταγωνιστικό ρόλο στις εξελίξεις στη Συρία και πως δεν είναι προς όφελός της, να επιτρέψει στην Τουρκία να παίξει το ρόλο του ρυθµιστή και διαχειριστή των εξελίξεων στην περιοχή. Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι συµφέρον για την Ευρώπη είναι η πολιτική σταθεροποίηση και οικονοµική ανόρθωση της Συρίας και όχι η δηµιουργία ενός Τουρκικού προτεκτοράτου ή ο διαµελισµός της χώρας.
Για την επίτευξη του στόχου αποδόµησης της Τουρκίας, η Ελλάδα θα µπορούσε να επικαλεστεί τις αρχές όπου βασίζεται η ευρωπαϊκή ασφάλεια (δηλαδή το Χάρτη των Ηνωµένων Εθνών, τα ιδρυτικά έγγραφα του ΟΑΣΕ, συµπεριλαµβανοµένων την Τελική Πράξη του Ελσίνκι και τη Χάρτα του Παρισιού), που αναφέρονται ρητά και ξεκάθαρα στην κυριαρχική ισότητα και εδαφική ακεραιότητα των κρατών, το απαραβίαστο των συνόρων, την αποχή από την απειλή ή τη χρήση βίας και την ελευθερία των κρατών να επιλέγουν ή να αλλάζουν τις δικές τους ρυθµίσεις ασφαλείας.
Στο πλαίσιο αυτό, η Ελληνική διπλωµατία θα µπορούσε να επισηµάνει ότι η Τουρκία:
Έχει διεξάγει στρατιωτικές εισβολές στη Συριακή επικράτεια (Κλάδος Ελαίας, Πηγή της Ειρήνης κ.λπ) όχι α) για να προστατεύσει τα σύνορά της από τους τροµοκράτες και β) για να συµβάλει στην επίλυση της κρίσης (όπως επικαλείται), αλλά για να καταλάβει εδάφη εντός της Συρίας και να εδραιώσει το ρόλο της ως µεσολαβητή στην περιοχή και να ελέγξει την διάδοχη κατάσταση εξουσίας στη Συρία. Η Τουρκία έχει εισβάλει στη Συρία και έχει υπό την κατοχή της Συριακά εδάφη.
Επικαλείται ότι διεξήγαγε Ειρηνευτικές Επιχειρήσεις στη Συρία, για να εκδιώξει τους Τζιχαντιστές και τις τροµοκρατικές οργανώσεις ΡΚΚ, KCK, PYD, YPG, από την περιοχή του Αφρίν συµβάλλοντας παράλληλα, και στην πάταξη της παγκόσµιας τροµοκρατίας. Τα τελευταία γεγονότα έδειξαν, ότι η Τουρκία όχι µόνο δεν εκδιώκει τους τροµοκράτες και τους Τζιχαντιστές, αλλά συνεργάζεται µαζί τους και τους χρησιµοποίησε ως αντιπροσώπους της (Proxy), για να ανατρέψει τον Άσαντ και να ελέγξει τη διάδοχη κατάσταση στη χώρα.
∆ιεξήγαγε τις εν λόγω στρατιωτικές εισβολές επικαλούµενη το νόµιµο δικαίωµά της από το ∆ιεθνές ∆ίκαιο για αυτοάµυνα.
Τα τελευταία γεγονότα, απέδειξαν ότι η Τουρκία εδώ και χρόνια διεξήγαγε επιχειρήσεις υβριδικού πολέµου στη Συρία καταπατώντας το ∆ιεθνές ∆ίκαιο και µε µοναδικό της στόχο, την αποσταθεροποίηση του Συριακού καθεστώτος και την ανατροπή του Άσαντ.
ΟΙ ΚΟΥΡ∆ΟΙ
Η Ελλάδα επίσης, θα πρέπει να αποτελέσει την φωνή των Κούρδων της Συρίας µέσα στην Ε.Ε. και να επιδιώξει οι εταίροι της, να αναλάβουν πρωτοβουλίες για την υποστήριξή τους και τη διατήρηση της αυτονοµίας τους.
Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει να αποδοµηθεί το αφήγηµα του κ. Ερντογάν ότι οι Κούρδοι είναι τροµοκράτες και µέλη του DAESH (ISIS), επισηµαίνοντας ότι οι Κούρδοι της Συρίας συµµετείχαν στην Παγκόσµια Εκστρατεία κατά του ISIS και συνεχίζουν να διαδραµατίζουν καθοριστικό ρόλο κατά της τροµοκρατίας, αφού διατηρούν υπό κράτηση χιλιάδες αιχµαλώτους µαχητές του ISIS.
Τέλος, θα πρέπει να επισηµανθεί ο κίνδυνος για την Ευρώπη και τους πολίτες της, σε περίπτωση που απελευθερωθούν όλοι αυτοί οι τζιχαντιστές και περάσουν στην Ευρώπη, αναπτύσσοντας νέο κύκλο τροµοκρατικής δράσης.
Για την επίτευξη αυτού του στόχου, η Ελλάδα θα µπορούσε να αξιοποιήσει σηµαντικές προσωπικότητες (π.χ. πρώην πρόεδρος της Γαλλίας Φρανσουά Ολάντ, υπουργός Εξωτερικών της Γερµανίας Αναλένα Μπέρµποκ κ.α.), όπου ήδη εξέφρασαν τη στήριξή τους στους Κούρδους, ώστε να χτίσει συµµαχίες και να λάβει στήριξη.
Η ΕΠΟΜΕΝΗ ΜΕΡΑ ΣΤΗ ΣΥΡΙΑ ΚΑΙ ΟΙ ΠΟΛΛΑΠΛΕΣ ΚΡΙΣΕΙΣ
Λαµβάνοντας υπόψη τις πρώτες δηλώσεις της κας. Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν στην πλατφόρµα X µετά την πτώση του Άσαντ, σχετικά µε την βοήθεια της Ε.Ε. στην ανοικοδόµηση της Συρίας και την υποστήριξη της προάσπισης της εθνικής ενότητας ενός συριακού κράτους που προστατεύει όλες τις µειονότητες, η Ελλάδα θα πρέπει να αναλάβει πρωτοβουλίες για τη διαµόρφωση ευρωπαϊκού πλαισίου για την ανοικοδόµηση της Συρίας (µε τη συµµετοχή και ελληνικών κατασκευαστικών εταιρειών) και τη διαδικασία υλοποίησής του.
Από µέρους της ελληνικής διπλωµατίας θα πρέπει να επισηµανθεί επίσης, ο κίνδυνος ενός νέου µεταναστευτικού κύµατος σε περίπτωση που παραταθούν ή κλιµακωθούν οι ένοπλες συγκρούσεις και συνεχιστεί η αστάθεια στην περιοχή, τονίζοντας ιδιαίτερα, την απειλή ασφάλειας που θα προκύψει σε περίπτωση που µέσω των εν λόγω ροών εισέλθουν ισλαµιστές τροµοκράτες στην Ευρώπη.
Επιπλέον, η Ελλάδα θα πρέπει να πιέσει ώστε να υπάρξει ενιαία ευρωπαϊκή πολιτική για την επιστροφή Σύρων προσφύγων και την εξασφάλιση των βασικών τους αναγκών. Στο πλαίσιο αυτό, η Ελλάδα θα µπορούσε να αναλάβει ως εκπρόσωπος της Ε.Ε. δράσεις υποστήριξης των νέων δοµών φιλοξενίας και των δοµών του ΟΗΕ, ώστε να εξασφαλιστούν οι βασικές τους ανάγκες.
Σε σχέση µε το ίδιο ζήτηµα, οι αξιωµατούχοι της Ε.Ε. (π.χ. κα Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν) θα πρέπει να κατανοήσουν και να πειστούν, ότι απαιτείται συνολική ευρωπαϊκή ρύθµιση και δράση και πως η διαχείριση και αντιµετώπιση των µεταναστευτικών ροών δεν µπορεί γίνει µέσω της Τουρκίας, αλλά απευθείας µε τη νέα Συριακή ηγεσία.
Επιπρόσθετα, η Ελλάδα πρέπει να επισηµάνει στους εταίρους της, ότι σε περίπτωση επανέναρξης των εχθροπραξιών και παράτασης της αστάθειας στην περιοχή, ελλοχεύει ο κίνδυνος νέας ενεργειακής κρίσης µε σηµαντικές οικονοµικές επιπτώσεις για την Ευρώπη.
Ειδικότερα, η πιθανότητα δολιοφθορών ή επιθέσεων στις ενεργειακές υποδοµές και η µη ασφαλής µεταφορά των ενεργειακών πόρων, είναι βέβαιο ότι θα πλήξει τις ευρωπαϊκές οικονοµίες και θα προκαλέσει οικονοµική αστάθεια στην περιοχή.
Επίσης, η µετατροπή της Συρίας σε Τουρκικό προτεκτοράτο, καθιστά την Τουρκία ενεργειακό ρυθµιστή στην περιοχή και εξαρτά ενεργειακά την Ευρώπη από έναν αναξιόπιστο διεθνή παίκτη (Τουρκία), τη στιγµή που το ζητούµενο στην Ε.Ε. είναι η ενεργειακή αυτονοµία των κρατών µελών της.
Υπό το πρίσµα αυτής της απειλής, η Ελλάδα καλείται να αναδείξει στους εταίρους της, τις προκλήσεις και απειλές που ελλοχεύουν και παράλληλα, να παίξει σηµαντικό ρόλο στη διαµόρφωση των µελλοντικών ενεργειακών διαδροµών (π.χ. Ισραήλ – Κύπρος – Ελλάδα), ώστε να καταστεί ενεργειακός παίκτης και να συµβάλλει στην ενεργειακή αυτονοµία της Ευρώπης. Επίσης, η στήριξη της Ελλάδας στους Κούρδους και η πιθανή συµµαχία µαζί τους, µπορεί να αποτελέσει χρήσιµο κεφάλαιο για την Ελλάδα, δεδοµένου ότι οι Κούρδοι της Συρίας, ελέγχουν τους πιο σηµαντικούς ενεργειακούς πόρους στη χώρα.
Η ΕΛΛΑ∆Α ΩΣ ΠΡΩΤΑΓΩΝΙΣΤΗΣ ΕΞΕΛΙΞΕΩΝ
Επιπλέον, η Ελλάδα πρέπει να αξιοποιήσει το νέο Σύµφωνο της Ε.Ε. για τη Μεσόγειο, µε στόχο την προώθηση της ενισχυµένης αµοιβαία επωφελούς περιφερειακής συνεργασίας µε τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής.
Ειδικότερα, όπως δήλωσε η ευρωπαία επίτροπος για τη Μεσόγειο κα. Ντουµπράβκα Σουίτσα, σε συνέντευξή της στα «ΝΕΑ Σαββατοκύριακο» (30/12/24), υπάρχουν πολύ σηµαντικά έργα που η Ελλάδα µπορεί να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο, όπως η ηλεκτρική διασύνδεση Ελλάδας – Αιγύπτου, το λεγόµενο GREGY, και το IMEC και ο Οικονοµικός ∆ιάδροµος της Μέσης Ανατολής της Ινδίας.
Μέσω της Ε.Ε., πρωταγωνιστικό ρόλο µπορεί να παίξει η Ελλάδα επίσης, στην προστασία των δικαιωµάτων των θρησκευτικών µειονοτήτων στη Συρία και να τεθεί επικεφαλής ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών ανθρωπιστικής βοήθειας (σύµφωνα µε τον ΟΗΕ, το 2024 περίπου 13 εκατοµµύρια άνθρωποι στη Συρία έχριζαν κάποιου είδους ανθρωπιστικής βοήθειας).
Με τον τρόπο αυτό, θα ενισχυθεί το διπλωµατικό κεφάλαιό της και θα µπορέσει να υπερασπιστεί και προστατεύσει τα δικαιώµατα των χριστιανικών πληθυσµών της περιοχής από θέση ισχύος.
Τέλος, σε σχέση µε την πιθανότητα οριοθέτησης ΑΟΖ µεταξύ Τουρκίας και Συρίας, η Ελλάδα θα πρέπει να χειριστεί το θέµα όχι έως Ελληνο –Τουρκικό, αλλά ως Ευρω –Τουρκικό και µέσω της Ευρωπαϊκής ισχύος να ασκηθούν οι ανάλογες πιέσεις (εµπορικές πιέσεις, διακοπή προµήθειας εξοπλισµών, περιοριστικά µέτρα κ.λπ), ώστε να ακυρωθεί µια τέτοια προσπάθεια.
Συγκεκριµένα, σε συνέχεια της πρόσφατης θετικής εξέλιξης για την Ελλάδα, όπου η Ε.Ε. στο πλαίσιο της διαµόρφωσης του Ευρωπαϊκού Θαλάσσιου Χωροταξικού Σχεδιασµού της, δηµοσίευσε στην ιστοσελίδα PLATFORM Maritime Sparial Planning, χάρτη της Ελληνικής ΑΟΖ (όπου δικαιώνει τις ελληνικές θέσεις, προκαλώντας την έντονη αντίδραση της Τουρκίας), η Ελλάδα πρέπει να τονίσει ότι µια τέτοια πρωτοβουλία από µέρους της Τουρκίας, ακυρώνει τα σύνορα της Ευρώπης και τα συµφέροντά της και να διεκδικήσει µια αντίστοιχη εκδήλωση στήριξης για το εν λόγω θέµα.
Εν κατακλείδι, κόντρα στις φωνές του λαϊκισµού και τους παντός είδους κινδυνολόγους που µιλούν για αµηχανία της Ελλάδας µετά τις τελευταίες εξελίξεις στη Συρία, και την ανάδειξη της Τουρκίας σε πρωταγωνιστή στην περιοχή, η Ελλάδα δεν έχει λόγο να ανησυχεί.
Έχει δικαιωθεί από τις έως τώρα στρατηγικές της επιλογές, διαθέτει γεωπολιτική και διπλωµατική ισχύ για να εξισορροπήσει την πρόσκαιρη ενίσχυση του ρόλου της Τουρκίας και µέσω της Ε.Ε. και των ισχυρών συµµαχιών της, να καταστεί σηµαντικός παίκτης, αλλά και πυλώνας σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή και τέλος, εγγυητής για την ειρηνική µετάβαση στη Συρία.
Υπό αυτή την οπτική, η Ελλάδα χρειάζεται να αξιοποιήσει τις στρατηγικές ευκαιρίες που θα προκύψουν και να αναπτύξει ακόµη πιο ενεργή διπλωµατία, ώστε να διαδραµατίσει σηµαντικό ρόλο στην διαµόρφωση της πολιτικής της Ε.Ε. για τη Συρία, να καταστεί ο εκφραστής της Ευρώπης στην περιοχή και να αυξήσει το γεωπολιτικό της αποτύπωµα.

*Ο ∆ρ. Κωνσταντίνος Π. Μπαλωµένος είναι πολιτικός επιστήµονας – διεθνολόγος
πρώην γενικός διευθυντής – Γενικής ∆ιεύθυνσης Πολιτικής Εθνικής Άµυνας και ∆ιεθνών Σχέσεων (Γ∆ΠΕΑ∆Σ) Υπουργείου Εθνικής Άµυνας (ΥΠΕΘΑ)


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα