Τρίτη, 16 Ιουλίου, 2024

Καβοδέτες παντός καιρού στο λιμάνι της Σούδας

Οι άνθρωποι που καθημερινά βοηθούν τα βαπόρια να δέσουν μιλούν για το δύσκολο επάγγελμά τους

Το ρολόι δείχνει 15 λεπτά πριν τις 10 το βράδυ, τα φορτηγά μπαινοβγαίνουν από τον καταπέλτη του “Έλυρος” και οι τελευταίοι επιβάτες τρέχουν να μπουν στο πλοίο καθώς η βροχή είναι αδιάκοπη. Μόνο 4 άνθρωποι στέκονται έξω στο ψιλόβροχο, δύο στην πλώρη και δύο στη πρύμνη, περιμένοντας το σήμα να λύσουν τους κάβους να αναχωρήσει το πλοίο.

Επάγγελμα, καβοδέτης στο λιμάνι της Σούδας για τον Χρήστο Ξηράκη που έχει βάρδια το βράδυ αυτό. Καθώς το “Έλυρος” σηκώνει την άγκυρα για να αναχωρήσει με σβέλτες κινήσεις βγάζει τον κάβο και τρέχει για τον επόμενο καθώς το πλοίο σιγά-σιγά φεύγει από την προβλήτα.

«Τα επιβατηγά είναι τα εύκολα. Τα πιο δύσκολα είναι τα κρουαζιερόπλοια» μας λέει ο κ. Ξηράκης, ο μπαμπάς και ο παππούς του οποίου ήταν επίσης καβοδέτες στη Σούδα. Μαζί με τον συνάδελφο του Γιώργο Πισσαδάκη μας εξηγούν πως όταν ο καβοδέτης έχει βάρδια «δεν υπάρχει άργησα! Πρέπει να είσαι στην ώρα σου. Το πλοίο της γραμμής για να δέσει θέλει 4 άτομα , τα κρουζιερόπλοια όπως το Odyssey απαιτούν και 8 και 10 άτομα, ενώ άλλα όπως το Navigator θέλει 24 κάβους! Κάνεις μια ώρα για να το δέσεις και οι κάβοι του είναι ασήκωτοι πρέπει να είμαστε 2-3 άτομα να τους σηκώσουμε! Και μπορεί αυτά τα σκάφη να είναι υπερσύγχρονα με τα τελευταία συστήματα τα τεχνολογικά αλλά αν έχει πλευρικό καιρό είναι δύσκολο και το λύσιμο και το δέσιμο».

Στα Χανιά υπάρχουν 10-12 καβοδέτες, που το καλοκαίρι φτάνουν και τους 20 λόγω του όγκου της εργασίας. Δραστηριοποιούνται μέσω του σωματείου τους “Λεμβούχων, αποσκευοφορέων, καβοδετών” που κάνει τις συμφωνίες με τις εταιρείες, ενώ το μεροκάματο πηγαίνει με τους κόρους του κάθε σκάφους.
«Η βάρδια είναι 24ωρη, ακόμα δηλαδή και αν δεν είσαι στο λιμάνι πρέπει να μπορείς να βρίσκεσαι εκεί σε 15 λεπτά, γιατί μπορεί να χρειαστεί να κατέβεις έκτακτα αν έλθει ένα σκάφος με άρρωστο ή τραυματία. Δεν είναι σπάνιο αυτό…» υπογραμμίζει ο κ. Ξηράκης, ενώ ο κ. Πισσαδάκης προσθέτει ότι «μεροκάματο για μας βγαίνει μόνο το καλοκαίρι όταν έχουμε 10-15 κρουαζιερόπλοια, οχηματαγωγά και τα “ποστάλια” – επιβατηγά. Τότε βγάζεις κάτι για να καλύψεις και το χειμώνα που δεν έχεις δουλειά». Ειδικά την περίοδο της μεγάλης οικονομικής κρίσης μετά το 2010 αλλά ακόμα και τώρα οι καβοδέτες πρέπει να έχουν και δεύτερη και τρίτη δουλειά, προπάντων το χειμώνα για να τα βγάλουν πέρα. «Δεν είναι επιστήμη αυτό που κάνουμε, δεν είναι κάτι φοβερό ως δουλειά αλλά κάποιος πρέπει να την κάνει» λέει ο κ. Ξηράκης.

OI ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ

Ζητάμε από τους συνομιλητές μας να θυμηθούν δυνατές στιγμές της καθημερινότητας τους. Ο κ. Πισσαδάκης αφηγείται ένα πρόσφατο περιστατικό όταν το “βιλάι” ( το σκοινί που είναι σε σχήμα μπάλας και μέσα έχει μολύβι) που πετάχτηκε από το πλοίο άνοιξε το κεφάλι του καβοδέτη που περίμενε από κάτω. «Έχω φάει τέτοιο στον ώμο και για 10 ημέρες ήταν “μπλαβισμένος” δεν μπορούσα να κινήσω το χέρι μου» αναφέρει, ενώ ο κ. Ξηράκης θυμάται: «Ήταν ένα μικρό φορτηγό που ήθελε να φύγει από το δυτικό τμήμα της προβλήτας “Αδρίας” και να πάει στο ανατολικό τμήμα της για να προφυλαχθεί από την κακοκαιρία και πλοηγός ήταν ο Τσαγκαράκης. Πήγα να μπω στη βάρκα μαζί με άλλο ένα συνάδελφο για να πάρουμε τον κάβο και ενώ είμαι με το ένα πόδι πάνω στη βάρκα έρχεται ένα κύμα με δύναμη και βρίσκομαι με το ένα πόδι και μέχρι τη μέση μέσα στο νερό. Ευτυχώς – ήμουν πιο νέος – έβαλα δύναμη βγήκα γρήγορα πάνω και την επόμενη στιγμή ήλθε η βάρκα και χτύπησε πάνω στην προβλήτα. Αν καθυστερούσα 1 δευτερόλεπτο δεν θα ξανάβγαινα από το νερό! Επίσης θυμάμαι το “Λατώ” της ΑΝΕΚ που το δέναμε με βάρκα γιατί η παλιά προβλήτα “Αδρίας” ήταν κοντή, και το σκάφος ψηλό και έπρεπε να πάει η βάρκα από κάτω να πάρει τον κάβο και να τον πάει στην προβλήτα. Ρίχνουν λοιπόν από το “Λατώ” τη “μπαρούνα” (χοντρό σκοινί που δένεται στην βάρκα για να μεταφερθεί ο κάβος στην προβλήτα. Πιάνεται η “μπαρούνα” στη μηχανή της βάρκας που σηκώνεται όρθια και ο συνάδελφος που δυστυχώς είχε πάει μόνος του γιατί είχε καθυστερήσει ο άλλος (κανονικά πάνε δύο στη βάρκα) βρέθηκε στη θάλασσα χειμώνα. Κατέβηκε ο Ιντζές ένας λοστρόμος καλό παιδί και παλικάρι με την ανεμόσκαλα και τον έβγαλε πάνω στο καράβι».

ΜΗΝ ΚΟΨΕΙ Ο ΚΑΒΟΣ

Ο μεγαλύτερος φόβος του καβοδέτη είναι “μην κόψει ο κάβος” μην σπάσει δηλαδή το καραβόσκοινο καθώς η δύναμη του είναι τέτοια που μπορεί να κόψει στη μέση άνθρωπο. «Ευτυχώς δεν έχουμε τα τελευταία χρόνια κάποιο τέτοιο ατύχημα» λένε οι καβοδέτες με τον κ. Πισσαδάκη να μας αναφάρει ένα περιστατικό όπου « δέναμε ένα ρώσικο φορτηγό στη μεγάλη προβλήτα που δένουν τα κρουαζιερόπλοια. Μας δίνει το “sping” (ο πρώτος κάβος που δένεται διαγώνια από την πλώρη προς την πρύμνη) το “καπελώνω” στην “πίντα” (η μασίφ σιδερένια βάση όπου δένεται ο κάβος) αλλά το βαπόρι είχε δρόμο. Πήγαινε ο συνάδελφος στην πλώρη να πάρει τον μπροστινό κάβο και βλέπω ότι τεντώνει το σκοινί και του φωνάζω “Βασίλη πρόσεχε!”. Σπάει ο κάβος από πάνω του και ευτυχώς δεν τον βρήκε γιατί είχε τόση δύναμη μπορεί να σε διαλύσει. Οι παλιοί λέγανε όσο μήκος είναι ο κάβος, τόσα μέτρα να είστε μακριά του αλλά πως θα γίνει αυτό, αφού πρέπει να είσαι έτοιμος να τρέξεις στον διπλανό, στον επόμενο;».

ΜΕΓΑΛΟΙ ΝΑΥΤΙΚΟΙ

Στις μνήμες των καβοδετών και πολλοί παλιοί καπετάνιοι και ναυτικοί με τους οποίους είχαν αναπτύξει ιδιαίτερη σχέση.
«Δεν μπορώ να ξεχάσω τον Σιδερή Μαμίδης ήταν στο “Λισσός”. Σοβαρός άνθρωπος, καπετανάρα, με γνώσεις και ψυχή που πάντα θα έρχονταν εκεί που ήμασταν μας μιλούσε, μας έφερνε κεράσματα από το πλοίο, αναγνώριζε τη δουλειά μας και πάντα έλεγε πως “αν δεν κάνετε εσείς γρήγορα το δέσιμο-λύσιμο” πως θα μανουβράρω εγώ;”» αναφέρει ο κ. Ξηράκης. Οι καβοδέτες μας μιλάνε με καλά λόγια για τους καπετάνιους και τους ναυτικούς ωστόσο έχουν μια αδυναμία στους παλιούς και στις ικανότητες τους να κουμαντάρουν τα σκάφη τους μέσα στο λιμάνι όταν δεν υπήρχαν τόσα σύγχρονα μηχανήματα.

ΣΤΗ ΒΡΟΧΗ ΚΑΙ ΣΤΟ ΚΡΥΟ

Η περίοδος που δεν θα ξεχάσουν ποτέ οι καβοδέτες της Σούδας είναι ο χειμώνας 2018-2019, με τις μεγάλες, απανωτές κακοκαιρίες που έπληξαν τα Χανιά. «Έρχονταν οι “Μινωικές” με διπλά δρομολόγια τότε και μετά η ΑΝΕΚ και δεν μπορούσες να φύγεις από το λιμάνι. Όλο το χειμώνα τον περάσαμε στο αμάξι στη προβλήτα. Ήταν ένα δίμηνο, που κάθε βράδυ θα γινόσουν “στουπί” από τη βροχή και δεν μπορούσες να πας σπίτι να αλλάξεις γιατί έπρεπε να περιμένεις το επόμενο σκάφος» λέει ο κ. Ξηράκης που επίσης θυμάται καβοδέτηση στο λιμάνι Σούδας εν μέσω…χιονόπτωσης. «Ήταν 13 Φεβρουαρίου του 2004 και για να πάω από τα Δικαστήρια στη Σούδα έκανα… 55 λεπτά γιατί ο δρόμος ήταν χιονισμένος. Το ίδιο και το λιμάνι δεν το είχα ξαναδεί έτσι» αφηγείται.
Η δουλειά του καβοδέτη έχει βαρύ κόστος. Πολλές κοίλες, τραυματισμοί στα δάχτυλα και στη μέση από τα βάρη που σηκώνουν. Έχει όμως και κάποια ικανοποίηση, είναι η ερώτηση μας; «Όταν ακούς μια καλή κουβέντα από ένα καπετάνιο, από έναν ναυτικό είναι μια ικανοποίηση. Ο πολύς κόσμος θεωρεί πως το καράβι θα δέσει με όλους τους καιρούς και με κάθε τρόπο αλλά αυτό δεν είναι πάντα αυτονόητο» απαντούν…


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα