Ο πλανήτης σήμερα αντιμετωπίζει πληθώρα προβλημάτων που σχετίζονται μεταξύ άλλων με
– Την αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού,
– Την αλλαγή του κλίματος
– Τη μείωση της βιοποικιλότητας,
– Την αύξηση της ρύπανσης του περιβάλλοντος,
– Τη μείωση των εξαντλήσιμων φυσικών πόρων.
Πενήντα χρόνια πρίν, τη δεκαετία του ’70, η έκθεση της λέσχης τη Ρώμης με τίτλο «Τα όρια της μεγένθυνσης» (The limits to growth) τόνιζε την αναγκαιότητα λήψης διαφόρων μέτρων για να μπορέσει ο πλανήτης να αντεπεξέλθει στις αυξημένες πιέσεις που δέχονταν τα διάφορα οικοσυστήματα. Την επόμενη δεκαετία η «Έκθεση της επιτροπής Μπρούτλαντ» του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών εισήγαγε την έννοια της αειφορίας, της διατηρήσιμης ανάπτυξης και της διαγενεακής αλληλεγγύης τονίζοντας την αναγκαιότητα επίτευξης ευημερίας και των επόμενων γενεών. Οι εκθέσεις αυτές σε συνδυασμό με άλλα επιστημονικά πορίσματα κλόνισαν το υπάρχον για πολλές δεκαετίες μοντέλο γραμμικής οικονομίας (linear economy) που βασιζόταν στο τρίπτυχο « χρησιμοποίηση φυσικών πόρων – παραγωγή διαφόρων προιόντων – διάθεση των αποβλήτων σε κάποιο αποδέκτη» και πρόβαλαν ένα διαφορετικό μοντέλο κυκλικής οικονομίας (Circular economy) που βασίζεται
«στην επαναχρησιμοποίηση και ανακύκλωση της ύλης και της ενέργειας κατά το πρότυπο των διεργασιών της φύσης (όπου δεν υφίσταται η έννοια του απόβλητου αλλά η ύλη ανακυκλώνεται συνεχώς ενώ δεν χρησιμοποιούνται ορυκτά καύσιμα αλλά μόνο ηλιακή ενέργεια)».
Σύμφωνα με το μοντέλο της κυκλικής οικονομίας τα υλικά με τα οποία κατασκευάζονται τα διάφορα προιόντα θα πρέπει να είναι ανακτήσιμα και ανακυκλώσιμα ούτως ώστε να είναι δυνατόν να επαναχρησιμοποιηθούν μετά το τέλος της ζωής τους για τη παραγωγή χρήσιμων προιόντων και ενέργειας. Είναι προφανές ότι με το τρόπο αυτό ελαχιστοποιείται η χρήση εξαντλήσιμων φυσικών πόρων αλλά και η διάθεση αποβλήτων σε αποδέκτες. Στην εποχή της αειφόρου ανάπτυξης και της κλιματικής αλλαγής που ζούμε σήμερα οι πολιτικές της Ευρωπαικής Ένωσης στοχεύουν στη προώθηση της κυκλικής οικονομίας σε όλους τους τομείς. Παράλληλα οι ιδιωτικές εταιρείες αναπροσαρμόζουν τα επιχειρηματικά τους μοντέλα ούτως ώστε να ενσωματώσουν τις αρχές της κυκλικής οικονομίας στις παραγωγικές τους διεργασίες.
Μία ενδιαφέρουσα προσπάθεια του Δήμου Ηρακλείου στο πεδίο της κυκλικής οικονομίας αφορά τη παραγωγή ζωοτροφών από τα υπολείμματα τροφίμων των χώρων μαζικής εστίασης όπως ξενοδοχεία και εστιατόρια. Το έργο αυτό με τίτλο «τροφή από τα τρόφιμα» χρηματοδοτείται από την Ευρωπαική Ένωση και περιλαμβάνει τα εξής στάδια:
Α) Χειροδιαλογή και τεμαχισμό των τροφικών υπολειμμάτων τα οποία αποθηκεύονται σε χαμηλή θερμοκρασία,
Β) Μεταφορά τους σε κατάλληλη μονάδα ηλιακής ξήρανσης για την απομάκρυνση του νερού, τη παστερίωση και τη μείωση του βάρους τους.
Η μονάδα ηλιακής ξήρανσης είναι παρόμοια με ένα αγροτικό θερμοκήπιο όπου τα υπολείμματα τροφίμων τοποθετούνται στο δάπεδο ενώ εντός του χώρου αναπτύσσονται θερμοκρασίες περίπου 60 βαθμών Κελσίου. Ταυτόχρονα κάτω από το δάπεδο έχουν τοποθετηθεί σωλήνες μέσα στους οποίους κυκλοφορεί θερμό νερό, το οποίο παράγεται με ηλιακούς θερμοσίφωνες, συμβάλλοντας στη διατήρηση υψηλών θερμοκρασιών στο χώρο. Ετσι η ξήρανση και η παστερίωση των υπολειμμάτων τροφίμων γίνεται κυρίως με τη χρήση ηλιακής ενέργειας και όχι ορυκτών καυσίμων. Αξίζει να σημειωθεί ότι το καλοκαίρι που λόγω τουρισμού υπάρχει μεγάλη διαθεσιμότητα υπολειμμάτων τροφίμων υπάρχει και άφθονη ηλιακή ενέργεια στη Κρήτη για να αξιοποιηθεί στη μονάδα αυτή. Η συλλογή των υπολειμμάτων τροφίμων γίνεται κυρίως από ξενοδοχεία και χώρους μαζικής εστίασης. Τα ξενοδοχεία πέντε αστέρων που ακολουθούν πρότυπα διασφάλισης ποιότητας είναι πιο εύκολο να προμηθεύσουν τη μονάδα αυτή με υπολείμματα τροφίμων.
Γ) Το αποξηραμένο προιόν του οποίου το βάρος είναι μειωμένο λόγω της απομάκρυνσης του νερού τυποποιείται, αποθηκεύεται και διατίθεται για ζωοτροφή.
Η ζήτηση του προιόντος αυτού στη Κρήτη προέρχεται από τις υπάρχουσες κτηνοτροφικές μονάδες (όπως χοιροστάσια και πτηνοτροφεία) τα οποία χρησιμοποιούν ζωοτροφές που δεν παράγονται στη Κρήτη αλλά μεταφέρονται στο νησί και είναι ακριβές. Το έργο «Τροφή από τα τρόφιμα» χρησιμοποιεί μη δαπανηρό εξοπλισμό, απλή σχετικά τεχνολογία και ανανεώσιμη κατα κύριο λόγο ενέργεια. Η πρώτη ύλη είναι διαθέσιμη στη Κρήτη όπως και η ζήτηση για το παραγόμενο προιόν. Επομένως η τεχνολογία αυτή μπορεί να εφαρμοσθεί εύκολα και σε άλλες περιοχές της Κρήτης και της Ελλάδας. Χρησιμοποιεί υπολείμματα τροφίμων τα οποία σαν απόβλητα αντί να διατεθούν σε κάποιο χώρο επεξεργασίας στερεών απορριμάτων επαναεισάγονται σε ένα νέο κύκλο παραγωγής συμβάλλοντας στη παραγωγή χρήσιμων προιόντων σύμφωνα με τις αρχές της κυκλικής οικονομίας. Στο έργο αυτό συμμετέχουν ο Δήμος Ηρακλείου, το ΤΕΙ Κρήτης αλλά και άλλα Ελληνικά και Ευρωπαικά ιδρύματα ενώ προβλέπεται αρχικά η παραγωγή 50 τόνων ζωοτροφής ετησίως.
Μία ακόμη ενδιαφέρουσα καινοτόμα εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας στη Κρήτη έχει αναπτυχθεί στη βιομηχανική περιοχή του Ηρακλείου από τη Τεχνική Βιοενεργειακή Κρήτης. Αφορά ένα εργοστάσιο αξιοποίησης οργανικών αποβλήτων τα οποία περιλαμβάνουν ληγμένα τρόφιμα (που συλλέγονται από σούπερ μάρκετ και αποθήκες τροφίμων), απόβλητα κτηνοτροφικών μονάδων, υπολείμματα τροφίμων, λίπη, έλαια καθώς και άλλα οργανικά απόβλητα όπως σφαγείων και τυροκομείων. Όλα αυτά τα απόβλητα υπάρχουν σήμερα στη Κρήτη ενώ η επεξεργασία και η διάθεση τους με συμβατικές μεθόδους παρουσιάζουν πολλά προβλήματα. Η επεξεργασία των ρυπογόνων και δύσκολα επεξεργάσιμων αυτών αποβλήτων περιλαμβάνει σειρά διεργασιών που μετατρέπουν τα απόβλητα σε χρήσιμα προιόντα και ενέργεια όπως:
Α) Ηλεκτρική ενέργεια,
Β) Θερμότητα,
Γ) Βελτιωτικό εδάφους, και
Δ) Νερό άρδευσης
Συνεπώς στο εργοστάσιο αυτό ρυπογόνα απόβλητα, των οποίων το κόστος απορύπανσης τους είναι μεγάλο και η διάθεση τους σε αποδέκτες στη Κρήτη παρουσιάζει πολλά προβλήματα, επεξεργάζονται με καινοτόμες διεργασίες/τεχνολογίες και από απόβλητα μετατρέπονται σε χρήσιμα προιόντα/ενέργεια. Τα ληγμένα τρόφιμα διαχωρίζονται στο εργοστάσιο από τα υλικά συσκευασίας τους και στη συνέχεια υφίστανται ζύμωση απουσία αέρα σε κατάλληλες κλειστές δεξαμενές (στις οποίες έχουν προστεθεί και τα άλλα οργανικά απόβλητα) όπου οι οργανικές ουσίες μετατρέπονται με τη βοήθεια των μικροοργανισμών σε βιοαέριο, ένα αέριο που έχει ενεργειακή αξία και βασικά του συστατικά είναι το μεθάνιο (CH4) και το διοξείδιο του άνθρακα (CO2). Ταυτόχρονα παράγεται ένα υγρό υπόλειμμα/απόβλητο το οποίο χρειάζεται επιπλέον επεξεργασία. Το παραχθέν βιοαέριο αποτελεί άριστο καύσιμο το οποίο με τη καύση του σε κατάλληλες μηχανές συμπαράγει ηλεκτρική και θερμική ενέργεια. Η παραχθείσα ηλεκτρική ενέργεια διατίθεται στο ηλεκτρικό δίκτυο σε προσυμφωνημένη τιμή ενώ η συμπαραχθεία θερμότητα διατίθεται εντός του εργοστασίου. Εναλλακτικά μπορεί να διατεθεί σε παρακείμενες βιομηχανίες εντός της βιομηχανικής περιοχής όπου υπάρχει ζήτηση θερμικής ενέργιας σε ελκυστικές τιμές. Στη περίπτωση αυτή δημιουργείται ένα ενεργειακό πάρκο όπου η μη χρησιμοποιούμενη θερμότητα από μία βιομηχανία διατίθενται σε μία άλλη η οποία τη χρειάζεται. Το υγρό υπόλλειμα/απόβλητο μετά τη ζύμωση υφίσταται σειρά επεξεργασιών με βιολογικές διεργασίες και τεχνολογίες μεμβρανών (Υπερδιήθηση, αντίστροφη όσμωση) που έχουν σαν αποτέλεσμα τη μετατροπή του σε χρήσιμο εδαφοβελτιωτικό αλλά και σε νερό κατάλληλο για άρδευση. Το εργοστάσιο αυτό στη ΒΙΠΕ Ηρακλείου, το οποίο έχει κατασκευασθεί με ιδιωτική πρωτοβουλία, αποτελεί μία πολύ ενδιαφέρουσα εφαρμογή της κυκλικής οικονομίας στη Κρήτη όπου ρυπογόνα απόβλητα, αντί να υποστούν επεξεργασία απορύπανσης υψηλού κόστους και να διατεθούν σε κάποιους αποδέκτες, επαναεισάγονται σε κύκλους παραγωγής παράγοντας πράσινη ενέργεια αλλά και διάφορα χρήσιμα προιόντα.
Συμπεράσματα
– Δύο ενδιαφέρουσες και καινοτόμες εφαρμογές τη κυκλικής οικονομίας έχουν αναπτυχθεί στη Κρήτη σήμερα από το δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα.
– Στη πρώτη εξ αυτών τα υπολείμματα τροφίμων από χώρους εστίασης με απλές διεργασίες μετατρέπονται σε κατάλληλες ζωτροφές.
– Η τεχνολογία μετατροπής τους είναι σχετικά απλή, χρησιμοποιεί κυρίως ηλιακή ενέργεια και μπορεί να εφαρμοσθεί και σε άλλες περιοχές εκτός του Ηρακλείου.
– Στη δεύτερη διάφορα δύσκολα επεξεργάσιμα οργανικά απόβλητα και ληγμένα τρόφιμα μετατρέπονται σε πράσινη ενέργεια και διάφορα χρήσιμα προϊόντα.
– Οι τεχνολογίες επεξεργασίας τους είναι σύνθετες και απαιτούν εξειδικευμένη τεχνογνωσία.
– Στις δύο αυτές εφαρμογές υποπροϊόντα και ρυπογόνα απόβλητα αντί να διατεθούν στο περιβάλλον επαναεισάγονται στους κύκλους παραγωγής και με τη χρήση κατάλληλων τεχνολογιών μετατρέπονται σε χρήσιμα προιόντα/ενέργεια.