1α. Τα ετεροτοπικά έργα της Πρωτοπαπαδάκη
…παράξενο είπα, πως βρέθηκε ο πρίγκιπας εδώ, πεθαμένος
τόσον καιρό. Και μου ήρθαν δάκρυα στα μάτια. Όμως
κατάλαβα πως ασυναίσθητα, καθώς τον παρακολουθούσα,
άρχισα να προσέχω τις λεπτομέρειες του ονείρου μου
…είχα τάχα κάποια προσωπική ευθύνη για την ποιότητα
των σκηνών που είναι ανεπανάληπτες, κλειστές, χωρίς
ν’ αφήνουν περιθώρια για επεξεργασία.
…ίσως πάλι, είπα -κι άσε τους συναισθηματισμούς- ίσως
Μια τέτοια αγρύπνια να υποδηλώνει κάτι απ’ τις χαμένες
Δυνατότητες ενός ανθρώπου προσηλωμένου στην τέχνη,
Που μόνο μέσα στον ύπνο βρίσκει χρόνο και ψυχή
Να δουλέψει/τ’ ανύπαρχτα έργα του.
Από το ποίημα “καταγραφή ονείρου”
Του Γιώργη Παυλόπουλου (1)
ΒΑΘΕΙΑ ΣΤΗΝ ΕΣΩ ΜΝΗΜΗ
Ως δ’ εν ονείρω ου δύναται φεύγοντα διώκειν
Ουτ’ αρ ο τον δύναται υποφευγειν ουθ ο διώκειν
Όπως στ’ ονειρο δεν μπορείς να καταδιώξεις αυτόν που φεύγει, κι ούτε να τον πάσεις μπορείς, ούτε αυτός να φύγει, ΙΛΙΑΔΑ, ραψωδία Χ΄ “προάγγελμα” στη συλλογή “τα αντικλείδια” του Γ. Παυλόπουλου.
Που αξιοποιούν τις ονειρικές πλείστες καταστάσεις, που ούτως ή άλλως κυριαρχούν στα ποιήματα του. Ο Δημήτρης Αγγελάτος (2), ο τόσο σημαντικός άνθρωπος που σε κάθε επαφή μας, χαίρομαι να συνομιλώ μαζί του γύρω από τον μαγικό κόσμο του βιβλίου και της Τέχνης (art), μου μετέφρασε το απόσπασμα. Του είμαι ευγνώμων γιατί μου γνώρισε τον ιδιαίτερο και σχετικά άγνωστο Πελλοπονήσιο ποιητή. Και ήταν ακόμα μεγαλύτερη η ευφορία μου, αφού 36 χρόνια που γράφω στα “Χ.Ν.” και τα 25 περίπου απ’ αυτά ξεκινάω με ένα ποίημα από την ελληνική ή παγκόσμια παραγωγή, δηλαδή σε ένα σύνολο χιλίων περίπου δημοσιοποιημένων ποιητικών αποσπασμάτων, δεν υπάρχει ούτε ένα του «ποιητή του ονείρου» αν και η σχέση μου με τα όνειρα (3) είναι τόσο καθοριστική «προσηλωμένου στην Τέχνη» αφού επανέρχονται τακτικά και «μόνο στον ύπνο βρίσκει χρόνο και ψυχή να δουλέψει τ’ ανύπαρχτα έργα του». Ομως αυτή η a priori ανύπαρκτη παραγωγή στη δημιουργία πραγματικών έργων, αναμφίβολα δημιουργεί μια σχέση έμμεσης εξάρτησης με την Τέχνη που θα μας απασχολήσει σε άλλο κείμενο, αφού όταν καταγράφω έχω τη δυνατότητα να επαναπροσέχω τις λεπτομέρειες του ΟΝΕΙΡΟΥ ΜΟΥ σε μια εν δυνάμει αξιοΠΟΙΗΣΗ. Και αυτό το στρωματικό επικαλυπτικό υλικό από και έως το ΒΑΘΟΣ της ύπαρξης, θα το δηλώσω de profundis: δεν έχει να κάνει -τόσο- με την παιδεία και τις αισθητικές εμπειρίες (4) ούτε με το πόσο ημιμορφωμένος αισθητικά ΕΙΜΑΙ, και εδώ χρειάζεται μια σχετική διαφοροποίηση από την άποψη του Αντόρνο «όπως στην τέχνη δεν υπάρχουν αξίες κατά προσέγγιση… τα πράγματα προκειμένου για την πνευματική εμπειρία εν γένει. Το ημικατανοημένο και ημιβιωμένο δεν είναι προκαταρκτική βαθμίδα της μόρφωσης, αλλά θανάσιμος εχθρός της»(6). Στην απόλυτη αυτή διατύπωση θα συμπλήρωνα πως υπάρχει ένας υποδόριος δια(αμφι)δρομος δημιουργού και δέκτη που δε συνδέεται κατ’ ανάγκη με κανένα νοητό κριτήριο ερήμην της φύσης, αν μέσα στον όρο φύση (5) εμπεριέχομε και την έσω φύση μας που είναι απΟΥΣΑ σε οπτικοαισθητικά κριτήρια, και χρειάζονται όχι μόνο το φαίνεσθαι, τη ΦΟΡΜΑ που έν-αποΘΕΤΕΙ για θέαση ο δημιουργός, αλλά και την άλλη της εσωτερικής εναυσματικής, ψυχολογικής-εκφραστικής προϋπόθεσης που απευθύνεται στον ευαισθητοποιημένο δέκτη, χωρίς να νοιάζεται για τον κοινό τόπο θέασης, επιδιώκοντας προφανώς την μετατόπιση από κάθε -δήθεν κατασταλαγμένο- αισθητικοφανές κλισέ. Εάν υπάρχει σύγκλιση, και δει σχετική ταύτιση, ευαισθητοποίηση, ο δημιουργός έχει κερδίσει το θεατή, συνήθως αυτό πραγματώνεται μπροστά στην αύρα του έργου. Η κριτική που κινείται προς αυτή την κατεύθυνση δηλαδή, αναζητά περισσότερο τις εσωτερικές (αντιγράφω τον Αγγελάτο) «(ανα)παριστατικές μη εντυπωσιολογικές διατυπώσεις της επιφάνειας με τις (μόδες, εύκολες ταυτίσεις ή τις “ντε και καλά” συμβατικές επιδράσεις χωρίς την υποδόρια ή συνειδητή αναζήτηση, της παρούσας (πλην αθέατης διάστασης) του δημιουργικού εγχειρήματος που βοηθά τον δέκτη, έστω και αν χρειαστεί ανάγνωση προσεκτική λέξη-λέξη, όπως ενδείκνυται στο δύσκολο αλλά τόσο ενδιαφέρον -ασυνήθιστο- και ΓΙΑ ΜΕΝΑ κείμενο για το έργο της Βάσως Πρωτοπαπαδάκη από τον καθηγητή Δ.Α.
Περισσότερα από εμένα για την έκθεση στο επόμενο κείμενο.
Δημήτρης Αγγελάτος: Ο (λυτρωτικός) λόγος των εικόνων
~Ο ομιλητικός τίτλος της έκθεσης της Βάσως Πρωτοπαπαδάκη Για Μένα Είσαι Άνδρας/To Me You Are A Man, θέτει τα έργα που τη συγκροτούν, σ’ έναν ετεροτοπικό ορίζοντα αναφορών. Και τούτο γιατί η απεύθυνση (: Για Μένα Είσαι) βραχυκυκλώνει το πραγματολογικό σύστημα των ταυτοτήτων και συστήνει ένα δίκτυο μεταθέσεων από το παραδεδομένο και συμβατικά αναμενόμενο στο δυνητικό και τις δυναμικές του τροχιές.
Δεν πρόκειται εδώ για το θεσπισμένο και συμπαγές πεδίο όπου εννοιολογείται εμβληματικά μια αδιαίρετη ταυτότητα περί Ανδρός, αλλά για την αμφισβήτηση αυτού του πεδίου, η οποία αφήνει να διαφανεί μια εξακολουθητικά παρούσα (πλην αθέατη) διάσταση: κάποιος είναι άνδρας, αν μπορεί να γίνεται άνδρας κάθε φορά που το αξίζει, κάθε στιγμή που ένα πραγματικό πρόσωπο με ζωτικό πάθος και ανυπόκριτη χαρά του το αποκαλύπτει με τα λόγια της αξιακής κλίμακας της παροντικότητας (: Για Μένα).
Αυτές οι στιγμές μπορούν να τον κάνουν πραγματικά και όχι οιονεί παρόντα, να τον προσωπο-ποιήσουν, κλονίζοντας έτσι το πρόταγμα της -οντολογικής τάξεως- απουσίας, στην οποία καταδικάζονται όσοι δεν πληρούν τους όρους του επιβεβλημένου πρωτοκόλλου επικοινωνίας: οι “μισοί” και “τερατώδεις”, ας πούμε, ήρωες της ταινίας του Tod Browning, Freaks (1932), που βρίσκονται στην αφετηρία των έργων της Β. Π.
Το πρόσωπο που (στον τίτλο της έκθεσης) απευθύνεται στον μέχρι εκείνη τη στιγμή της εκφώνησης του λόγου, απόντα Άνδρα, τον ανασύρει δραστικά από την απουσία και τον μεταθέτει σ’ εκείνη την ευπρόσωπη και ευάγωγη στιγμή του Για Μένα· τον μεταθέτει στη δυναμική τροχιά της δυνητικότητας του παρόντος, καθώς ένα πρόσωπο και όχι μια βλοσυρή μάσκα απαγορεύσεων, του λέει και του αποκαλύπτει ότι είναι, δηλαδή ότι γίνεται Άνδρας, ότι έχει ματαιώσει το προβλέψιμο, ότι έχει διαρρήξει τις προσχώσεις και τα τοιχώματα των κοινώς αποδεκτών ταυτοτήτων, ότι έχει αποδιοργανώσει το σύστημα αυτών.
~Στα έργα της Β. Π. (ανα)παρίσταται το βάθος απ’ όπου έρχεται αυτό το Για Μένα, το οποίο μακράν του να είναι μια εντυπωσιολογική διατύπωση, συμπυκνώνει αθέατες πτυχές των προσώπων όσων τέθηκαν στο περιθώριο, όσων ακυρώθηκαν ως άνθρωποι εξαιτίας της “φρίκης”, της “αηδίας” και του “αποτροπιασμού”, που προκαλούσαν. (Ανα)παρίσταται βέβαια καθότι στην καλλιτεχνική μορφοποίηση αυτού του βάθους εδώ, η αναπαράσταση των όγκων (η αντιπροσώπευση της απουσίας τους: βρίσκονται στην ταινία του Tod Browning) συναρμόζεται με την παράσταση του ιδιαίτερου πρόσημου της παροντικής παρουσίας τους στην εικαστική, ζωγραφική και γλυπτική, ζώνη των έργων της Β. Π.
~Τα πράγματα βέβαια είναι συνθετότερα, αφού στην εν λόγω εικαστική ζώνη αρθρώνεται ταυτόχρονα και ο λόγος αυτού του βάθους μέσα από τις “ιστορίες” που αφηγούνται οι (ανα)παριστώμενοι εικαστικοί όγκοι.
~Τα πρόσωπα στα έργα της Β. Π. λένε τις καλειδοσκοπικές “ιστορίες” του Για μένα είσαι μέσα από τους πλαστικούς όγκους που διαμορφώνονται στην εικαστική επιφάνεια χάρη στη συναρμογή του ένθετου στα πρόσωπα αυτά, υλικού, έντυπου και οπτικού (κείμενα και φωτογραφίες κατά κύριο λόγο από πάσης φύσεως εφημερίδες, φυλλάδια και περιοδικά, αλλά και φωτογραφίες καθ’ εαυτές) και βέβαια χάρη στη δραστικά επεξεργασμένη δομική οργάνωση του εν λόγω υλικού.
~Οι λέξεις και οι εικόνες του παραπάνω υλικού δεν μεταφέρουν στο παρόν των έργων της Β. Π. την παρελθοντική σημασία τους, όταν για πρώτη φορά είδαν το φως, αλλά λένε και δείχνουν, δείχνουν και λένε, αποκομμένες από την αδιαίρετη, συμπαγή και μονοφωνική αφετηρία τους, και ακρωτηριασμένες από τον (εννοιολογικό και πραγματολογικό) κορμό που τις συγκρατούσε, κάτι ολωσδιόλου διαφορετικό, καθώς κινούμενες πλέον και παροντικές διοχετεύουν ανατρεπτικά εντάσεις και συγκρούσεις, ανατέμνοντας λ.χ. την κοινωνική περιχαράκωση του διαφορετικού, την απαίτηση για προσαρμοστικότητα, τη λογοδοσία στο φαίνεσθαι και την κοινώς εννοιολογούμενη “ευταξία”, αλλά και την ίδια στιγμή, τη διεκδίκηση, την κριτική στάση, την ανιδιοτέλεια, τη χαρά.
~Ο ανάγλυφος χαρακτήρας του βάθους πεδίου όπως και του ένθετου υλικού -οπτικού και ρηματικού- πάνω και μέσα στην απόδοση του προσώπου, ορίζουν τις στροβιλώδεις τροχιές των σφοδρών “ιστοριών” που λέγονται κάθε στιγμή, φέρνοντας “τέρατα” και τραύματα της “αναπηρίας” στη διάσταση του λυτρωτικού λόγου της παροντικότητας, στη διάσταση, ακριβέστερα, της εικόνας εκείνης που απευθύνεται και λέει: Για μένα είσαι.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
* Αγγελμα: “Λογοτεχνία και ζωγραφική” το νέο σπουδαίο βιβλίο του Δ. Αγγελάτου έναυσμα και διάλογος σε συνεχή κείμενα.
1. Γιώργης Παυλόπουλος «ποιήματα» 1943-2008 εκδ Κίχλη
2. Αναλυτικό βιογραφικό του Δ. Αγγελάτου Αθήνα (1958) Καθηγητή Νεοελληνικής Φιλολογίας στο Ε.Κ.Π. Αθηνών στο επόμενο κείμενο
3. Από το 1991 γράφω τα όνειρα μου, έχω ήδη καταγεγραμμένα 5.563, δείγματα, θα ακολουθήσουν.
4. Στο 3.1 κεφάλαιο «το καντιανό εννοιολογικό πρίσμα» του βιβλίου του Δ. Αγγελάτου “Λογοτεχνία και ζωγραφική”, ο συγγραφέας μεταξύ άλλων αναφέρει «..οι αισθητικές εμπειρίες ενεργοποιούν εκείνη την κριτική δύναμη η οποία διατυπώνεται μέσω καλαισθητικών κρίσεων. Ο,τι διακρίνει τις κρίσεις αυτές είναι ο διασκεπτικός, αναστοχαστικός (reflexion) χαρακτήρας τους («<ε>αν <…> είναι δεδομένο μόνο το ειδικό, για το οποίο η κριτική δύναμη πρέπει να βρει το καθολικό «) το σκέπτεσθαι δηλαδή για την «άμετρη πολλαπλότητα των πραγμάτων»
5. Στο ίδιο κεφάλαιο και στη σελίδα 354, 33 σημείωση, ο Αγγελάτος σημειώνει «»η φύση λοιπόν θεμελιώνει τη νομοτέλεια της σε αρχές a priori της διάνοιας ως μιας γνωστικής ικανότητας. Η τέχνη κατευθύνεται όσον αφορά τη σκοπιμότητα της a priori προς την κριτική δύναμη σε αναφορά με το αίσθημα της ηδονής και της λύπης’ τέλος τα ήθη (ως προϊόν της ελευθερίας) υπόκεινται στην ιδέα μιας τέτοιας μορφής της σκοπιμότητας που αναδεικνύεται ως ο γενικός νόμος ο οποίος εννοείται ως προσδιοριστική αιτία του λόγου σε σχέση με το επιθυμητικό. Οι κρίσεις που με αυτόν τον τρόπο εκπηγάζουν από αρχές a priori, οι οποίες προσιδιάζουν σε κάθε μια ικανότητα του θυμικού είναι θεωρητικές, αισθητικές και πρακτικές κρίσεις»: Η πρώτη εισαγωγή στην Κριτική της Κριτικής Δύναμης, ΧΙ, 114
6. Theodor W. Αdorno «η θεωρία της ημιμόρφωσης», εισαγωγή, μετάφραση Λευτέρη Αναγνώστου, εκδ. Αλεξάνδρεια.