Το βράδυ του Σαββάτου, 28 Ιουλίου, πραγματοποιήθηκε στο Προσκύνημα του Αγ. Ραφαήλ, στον Αποκόρωνα, μια ενδιαφέρουσα Αποσπερίδα, στην οποία είχα κληθεί να συνεισφέρω ένα σύντομο σχόλιο στα πλαίσια του θέματος της βραδυάς (Ορθοδοξία και Οικονομία).
***
Καλησπερίζω όλους σας με σεβασμό και τιμή.
Εκφράζω, κύριε Δήμαρχε, τη συμπάθειά μου για τη συμμετοχή του Αποκόρωνα στην πύρινη δοκιμασία της χώρας.
Συγχαίρω τους οργανωτές της αποψινής Εσπερίδας στο ιερό αυτό Προσκύνημα του Αγίου Ραφαήλ, που με τη φροντίδα του αγαπητού π. Λεωνίδα γράφει τη δική του Ιστορία.
Στον αδελφικό φίλο Παντελή Μαριακάκη εύχομαι για την ονομαστική του εορτή υγεία και κάθε θεία ευλογία. Τον συγχαίρω και τον ευχαριστώ όχι μόνο για την ομιλία που ακούσαμε, την τόσο ουσιαστική και επίκαιρη. Αλλά και για όσα υπέρ του μακαριστού Γέροντά μας Ειρηναίου έχει πράξει και έχει γράψει, επιπλέον δε για την όλη πορεία της ζωής του, την οποία συνοψίζω στις δυο λέξεις: ΘΥΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΡΟΣΦΟΡΑ!
***
Με τιμά με το αίτημά του να εκφράσω κάποιες σκέψεις σχετικές με το θέμα που συζητείται απόψε, με αναφορά στο βιβλίο μου ΟΡΘΟΔΟΞΙΑ ΚΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ, στο οποίον αναφέρθηκε, ειδικότερα στον υπότιτλο του βιβλίου, δηλαδή στον διάλογό μου με τον Alfred Müller-Armack.
Περί τίνος πρόκειται λοιπόν; Ο Müller-Armack ήταν Καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Κολωνίας της Γερμανίας.
Διαπρεπής Κοινωνιολόγος, Οικονομολόγος και Πολιτικός. Συνέβη να συναντηθώ προ πολλών ετών μαζί του σε επιστημονικό επίπεδο και να οικοδομηθεί μεταξύ μας μια σταθερή φιλία, που είχε ευεργετικά αποτελέσματα για την Κρήτη.
Αφορμή της επικοινωνίας μας υπήρξε η δημοσίευση ογκώδους βιβλίου του το 1959 με τίτλο: Religion und Wirtschaft…(Θρησκεία και Οικονομία).
Στον τόμο εκείνο περιέλαβε και παλαιότερη εκτενή μελέτη του με τίτλο: Zur Religionssoziologie des europäischen Ostens (Περί της Κοινωνιολογίας της Θρησκείας της Ευρωπαϊκής Ανατολής, αναφερόμενος ειδικά στην Ορθοδοξία).
Βασικό συμπέρασμα της μελέτης του εκείνης ήταν ότι η ορθόδοξη πνευματικότητα ασκεί στους πιστούς της Εκκλησίας μας μια τόσον ισχυρή έλξη προς τα επουράνια, ώστε να υποτιμούν τα επίγεια. Με αποτέλεσμα, η Οικονομία των ορθοδόξων χωρών της Ευρωπαϊκής Ανατολής να μην ακολουθεί τους αναπτυξιακούς τρόπους και ρυθμούς της Οικονομίας των δυτικών χωρών.
Όταν διάβασα τη μελέτη του αυτή μπήκα στον πειρασμό να τολμήσω μια βιβλιοκρισία της.
Το κείμενό μου, σε αγγλική γλώσσα, δημοσιεύθηκε στο έγκυρο κοινωνιολογικό περιοδικό Social Compass, που εκδίδεται στο Παρίσι. Η μελέτη μου εκείνη μεταφράσθηκε αργότερα από την κυρία Ισμήνη Κριάρη, σημερινή Πρύτανη του Παντείου Πανεπιστημίου, και δημοσιεύθηκε πρώτα σε τιμητικό Τόμο για Καθηγητή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και αργότερα ως αυτοτελές βιβλίο.
Σε αυτό αναφέρθηκε ο κ. Μαριακάκης.
Όταν διάβασε τις κατά το πλείστον επικριτικές παρατηρήσεις μου για τη μελέτη του, ο Müller-Armack μού έγραψε μια επιστολή, που είναι μνημείο γενναιοφροσύνης και επιστημονικής εντιμότητας. Η επιστολή του καταλήγει με τη φράση: “Σας ευχαριστώ γιατί με τη μελέτη σας δεν αφήσατε να πάρω στον τάφο μου όλες τις πλάνες της δικής μου μελέτης για την Ορθοδοξία.”!
Αυτός ο σπουδαίος επιστήμονας υπήρξε και σπουδαίος πολιτικός στον οικονομικό τομέα των Κυβερνήσεων του Konrad Adenauer και του Ludwig Erhard. Η σπουδαιότερη και πολυτιμότατη προσφορά του όχι μόνο προς τη Γερμανία, είναι μια θεωρία που ανέπτυξε και επέβαλε, στην οποία αποδίδεται σε μεγάλο βαθμό το λεγόμενο οικονομικό θαύμα της Δυτικής Γερμανίας, λίγα μόλις χρόνια μετά τη λήξη του μεγάλου πολέμου. Πρόκειται για την οικονομική θεωρία που ονόμασε Soziale Marktwirtschaft, Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς.
Τί σημαίνει Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς;
Με δυο λόγια: Λέγει ότι ανάμεσα στη φιλελεύθερη οικονομία του άκρατου καπιταλισμού και στην ακριβώς αντίθετη, δηλαδή την ελεγχόμενη από το Κράτος οικονομία (τύπου Σοβιετικής Ένωσης τότε), υπάρχει ένας τρίτος «ειρηνικός» δρόμος: Ο συνδυασμός ελευθερία της αγοράς και κοινωνική ισορροπία. Συγκεκριμένα: Η Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς είναι κατευθυντήρια αντίληψη κοινωνικής και οικονομικής πολιτικής, που έχει τον ακόλουθο στόχο:
«Με βάση την ανταγωνιστική οικονομία, να συνδέει την ελεύθερη πρωτοβουλία με την κοινωνική πρόοδο, που εξασφαλίζεται ακριβώς με την οικονομική αποδοτικότητα»,
υπό όρους δικαιοσύνης και κοινωνικής ευθύνης.
***
Το Κράτος δηλαδή δημιουργεί το πλαίσιο ελεύθερης μεν οικονομικής δράσης και ανταγωνισμού, παρεμβαίνει όμως διορθωτικά, ώστε η ανάπτυξη της οικονομίας να προάγει την κοινωνική ασφάλεια και ευημερία για όλους, με όρους κοινωνικής δικαιοσύνης, η οποία, με τη σειρά της, συμβάλλει στην περαιτέρω αύξηση του πλούτου.
Το σύστημα αυτό εφαρμόσθηκε πρώτα από τα συντηρητικά κόμματα της τότε Δυτικής Γερμανίας, υιοθετήθηκε και από τους Σοσιαλδημοκράτες και κατοχυρώθηκε ακόμη και στο Σύνταγμα της χώρας. Το αποδέχτηκε αργότερα και η Αυστρία.
***
Θα ρωτήσετε ευλόγως αγαπητοί: Μα γιατί μας ταλαιπωρείς με όλες αυτές τις θεωρίες. Τι μας ενδιαφέρουν;
Μας ενδιαφέρουν, και πολύ μάλιστα! Διότι οι Γερμανοί κατάφεραν να εντάξουν το σύστημα της Κοινωνικής Οικονομίας της Αγοράς στη Συνθήκη της Λισσαβόνας, η οποία, ως γνωστόν, ισχύει από το 2009 και εξής και επέχει περίπου θέση Συντάγματος της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Συγκεκριμένα: Στο άρθρο 2, παράγρ. 3 της Συνθήκης της Λισσαβόνας ορίζεται ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση προάγει την αειφόρο ανάπτυξη της Ευρώπης. Πώς όμως; Γράφει κατά λέξη: Με «μια υψηλού βαθμού ανταγωνιστική κοινωνική οικονομία της αγοράς».
Σε αυτό λοιπόν το πλαίσιο που προσφέρει η Soziale Marktwirtschaft, η Συνθήκη ορίζει ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση οφείλει να επιδιώκει και να επιτυγχάνει για όλα τα Κράτη-Μέλη της, μεταξύ άλλων, -ακούστε, παρακαλώ: πλήρη απασχόληση, (ερώτημα: πού βρίσκεται η πραγματική ανεργία στην Ελλάδα σήμερα;), κοινωνική πρόοδο, προστασία του περιβάλλοντος (καίγονται όμως ο Αποκόρωνας και η Αττική!), τόνωση της επιστημονικής και τεχνικής προόδου, καταπολέμηση του κοινωνικού αποκλεισμού και των διακρίσεων, ενίσχυση της κοινωνικής δικαιοσύνης, της ισότητας ανδρών και γυναικών…, αλληλεγγύη των γενεών, προστασία των δικαιωμάτων του παιδιού, αλληλεγγύη μεταξύ των Κρατών-Μελών, προστασία του πολιτισμικού και γλωσσικού πλούτου και της αντίστοιχης κληρονομιάς της Ευρώπης.
Ποιά εφαρμογή έχουν στην Ελλάδα της κρίσης η Κοινωνική Οικονομία της Αγοράς και οι λοιπές ως άνω προβλέψεις και διατάξεις; Θυμάται άραγε η Ευρώπη, ότι στη γλώσσα του Ευαγγελίου η λέξη αλληλεγγύη αντιστοιχεί στο “αλλήλων τα βάρη βαστάζετε”; (Γαλάτ. 6, 2).
Οι διατάξεις αυτές και πολλές άλλες της Συνθήκης ορίζουν στόχους κοινοτικού δικαίου. Στόχους με δεσμευτική ισχύ για όλα τα Κράτη-Μέλη. Πόσα όμως Κράτη-Μέλη είναι π.χ. πρόθυμα να βαστάξουμε μαζί το βάρος της ομαδικής μετανάστευσης;
Μπορεί λοιπόν να μην αναγνωρίσει κανείς κάποιο δίκιο σε όσους διαμαρτύρονται και υποστηρίζουν, ότι στην Ελλάδα την προσέγγιση των στόχων αυτών τη βλέπουμε ίσως μόνο στα όνειρά μας και μάλιστα σε κείνα τα όνειρα, που σβήνουν μαζί με την αυγή της ημέρας;
Υπάρχουν, θα μου πείτε, θετικές εξαιρέσεις. Ασφαλώς ναι! Χρόνια τώρα ωστόσο ακούμε τόσο συχνά, ότι φαίνεται λέει ΦΩΣ στο τέλος του τούνελ. Ίσως. Κανείς όμως δεν μας είπε πόσων χιλιομέτρων μήκος πρέπει να περπατήσουμε ακόμη εκεί μέσα, ξυπόλυτοι και βαρυφορτωμένοι με καθ’ υπαγόρευση νομοθετημένες δεσμεύσεις, ώσπου – όσοι τα καταφέρουν – να φτάσουν στην έξοδο αυτού του μυστηριώδους τούνελ! Και μάλιστα με ελάχιστη παρηγοριά, καθώς γνωρίζουμε το μέγεθος τόσο της δικής μας ενοχής για την είσοδό μας στο τούνελ, όσο και της δικής μας ανοχής για τους κυρίως αίτιους όχι μόνο για τη δημιουργία της εθνικής τραγωδίας, άλλά και για την παράτασή της.
Και όλα αυτά καθώς δικαιώνεται κάθε μέρα και περισσότερο μια από τις επικρίσεις της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας, η οποία συνήλθε τον Ιούνιο του 2016 στην Ορθόδοξο Ακαδημία. Πρόκειται για την Παγκοσμιοποίηση και για την Ιδιονομία της Οικονομίας – δυο πανίσχυρες δοκιμασίες ολόκληρης της ανθρωπότητας, στις οποίες δεν επιτρέπει ο χρόνος να αναφερθούμε εκτενώς. Απλώς βεβαιώνουν, ότι η κρίση δεν είναι μόνον ελληνική, ούτε μόνον ευρωπαϊκή.
Έχουμε κάμει και συνεχίζουμε να κάνουμε λάθος σε πολλά!Ένας αδέκαστος ηθικός κανόνας ορίζει: «Το να βλέπεις το κακό και να σωπαίνεις, αυτή είναι η καθ’ αυτό αμαρτία».
Σωπάσαμε πολλές φορές για πολλά! Και είπαμε, συνεχίζουμε να λέμε μισές αλήθειες ή εμμένουμε σε ψεύδη ενσυνείδητα και δίχως ντροπή.
Ίσως, λοιπόν, η πιο αναγκαία ικεσία προς το Θεό αυτή την ώρα, σε τούτον μάλιστα τον ιερό τόπο, είναι να πούμε από βάθους καρδίας:
Κύριε, χάρισε το μέγα έλεός Σου στην Ελλάδα. Στους Έλληνες. Και σε όσους αναγκάζει να έρθουν στη χώρα μας ο τρόμος του πολέμου και η ελπίδα. Οδήγησέ μας σε μετάνοια, Κύριε. Χάρισέ μας απαντοχή. Φρόνηση. Και θάρρος να αναγνωρίζουμε και να πράττουμε το εκάστοτε δέον γενέσθαι.
Σας ευχαριστώ!