Οι αντιπαραθέσεις των κομμάτων για την εκλογή ευρωβουλευτών και αρχόντων της Αυτοδιοίκησης μεταφέρονται απ’ τη Βουλή στα μέσα ηλεκτρονικής ενημέρωσης στα οποία, όσο μεγαλύτερο είναι το κόμμα, τόσο περισσότερο μονοπωλείται η προβολή του, είτε ως πληρωμένη πολιτική διαφήμιση, είτε ως παραχώρηση χρόνου υπό την έννοια της συνέντευξης.
Τι ζητούν οι αρχηγοί των κομμάτων απ’ τους πολίτες; Να συνομιλούν μ’ αυτούς πολιτικά, για να ευθυγραμμισθούν μαζί τους, ενστερνιζόμενοι τις ιδέες τους, ανεξάρτητα, αν δείχνουν πως σέβονται τις διαφορετικές αντιλήψεις τους, αρκεί να εκμαιεύσουν περισσότερες ψήφους. Τώρα με τις ευρωεκλογές που είναι η αντικειμενική και η μεγαλύτερη δημοσκόπηση για τις εθνικές Εκλογές, πως θα προσελκύσουν τους ψηφοφόρους; Με τους δημοσιογράφους τους καθ’ έξιν σχολιαστές, τους μέτριους συγγραφείς, τους ευρέως αποδεκτούς αναγνωρίσιμους πολίτες και τους… τραγουδοποιούς.
Η κυβέρνηση θέλει να καλύψει τώρα μερικά μέτρα μονίμου χαρακτήρα, όπως μείωση Φ.Π.Α., 120 δόσεις οφειλών, κλιμακωτή αύξηση δώρου των συνταξιούχων κ.ά. υπολογίζοντας ν’ ανοίξει νέους διαύλους παροχών για τις εθνικές εκλογές με διαφορετικές προϋποθέσεις. Τούτο δεν αποτελεί πρωτοτυπία, διότι όλες οι παρατάξεις τα ίδια έκαναν. Κανένα κόμμα δεν βρέθηκε σε ηθική ανωτερότητα, ώστε να μην προβεί σε “πονηράδα” που ο αντιπολιτευτικός λόγος να μην αμαυρώνεται από ένταση και κραυγές. Διότι πάντα στις εκλογικές αναμετρήσεις επικρατεί η αγωνία, μήπως ο κόσμος επηρεασθεί από εμπάθεια, χάσει την ψυχραιμία του και ψηφίσει απερίσκεπτα.
Κανείς δεν αμφιβάλλει, ότι πρόκειται για προεκλογικές παροχές και τούτο ενισχύεται εκ του γεγονότος, ότι η επιλογή έγινε 10 ημέρες πριν τις εκλογές. Αλλοι απ’ τους ψηφοφόρους δεν θέλουν ν’ ακούσουν περί Μητσοτάκη και άλλοι περί ΣΥΡΙΖΑ.
Ομως οι πρώτοι ψηφίζουν Ν.Δ. και όχι Μητσοτάκη, οι δεύτεροι ψηφίζουν Τσίπρα και όχι ΣΥΡΙΖΑ.
Ο κ. Τσίπρας “λασπώνεται” απ’ όσους ξεμπρόστιασε η Δικαιοσύνη για το πάρτυ των “μιζών” από προμήθειες και ο κ. Μητσοτάκης ξεπερνάει τον σκοπό που αγιάζει τα μέσα υιοθετώντας συκοφαντίες κατά συγγενών του αντιπάλου του, που δεν υπήρξαν πολιτικά πρόσωπα, εν αντιθέσει με τον πατέρα του Κων/νο, ο οποίος ως πρ/ργός ήταν ευάλωτος σχολιασμών και κρίσεων ως δημόσιο πρόσωπο.
Η εποχή των αναγνωρίσιμων, που καθοδηγούσαν το “πόπολο” σαν τον Μίκη Θεοδωράκη με την ατάκα “Καμαρανλής ή τάνκς” έχει παρέλθει. Ο κ. Μητσοτάκης έχει στο νου του εκλεκτικές παρέες του Κων/νου Καραμανλή με τον Δημ. Χόρν, τον Μάνο Χατζηδάκη κ.ά. αλλά ξεχνά, ότι αυτοί τον πλησίαζαν ως πολιτικοποιημένοι και όχι ως κομματικοί καλλιτέχνες.
Το δυσάρεστο για τους πολιτικούς είναι, ότι δεν έχουν σταθερές αρχές. Προκειμένου να προστατεύσουν τους εαυτούς των, επικαλούνται τις θεμελιώδεις πολιτικές τους αρχές, τις οποίες όμως καταπατούν, όταν πρόκειται να προκαλέσουν βλάβη στους αντιπάλους των. Και το επιβαρυντικό είναι, ότι κανείς τους δεν έχει την πρόθεση,να αναγνωρίσει τα λάθη του ή να εκφράσει διά λόγου ή πράξεως αυτό που αισθάνεται εις βάρος του άλλου.