Μετά την απαλλαγή του ΣΥΡΙΖΑ απ’ τους ενοχλητικούς μιας παρωχημένης αριστεράς των συνιστωσών του, που λειτούργησε επιβαρυντικά για το κόμμα και εις βάρος της εθνικής οικονομίας με τις εκλογές, ο κ. Τσίπρας εκλήθη ως πρωθυπουργός να αποδείξει ότι οι επιλογές του στον σχηματισμό για δεύτερη φορά “κυβέρνησης αριστεράς” δημιουργούν τη βεβαιότητα ότι οι υπουργοί του θα μπορέσουν να σηκώσουν το βάρος της ιστορικής ευθύνης απαλλαγής της χώρας απ’ τον εφιάλτη της κρίσης.
Πολλοί θα περίμεναν απ’ τον κ. Τσίπρα στη σύνθεση της κυβέρνησής του να έκανε μια διεύρυνση και από άλλες κατευθύνσεις, επιλέγοντας πρόσωπα με κοινωνική αναγνώριση και πολιτική εμπειρία για να προχωρήσει γρηγορότερα στην υλοποίηση των μνημονιακών υποχρεώσεων. Στηρίχθηκε στους τρεις δικούς του πυλώνες Σταθάκη, Τσακαλώτο, Κοτζιά και στον τέταρτο Π. Καμμένο. Ετσι ανακύκλωσε ό,τι καλύτερο προσωπικό έμεινε απ’ την κυβέρνηση Ιανουαρίου, εκτός ελαχίστων εξαιρέσεων. Κατ’ ουσίαν “μηδένισε το κοντέρ” κι άρχισε απ’ την αρχή, αφού είχε χάσει τη δεδηλωμένη.
Και ενώ ο κόσμος περίμενε την ανατροπή, αυτή δεν ήρθε. Δηλαδή μπορούμε να πούμε ότι δεν ήταν δύσκολο για τον πρ/ργο να βρει αυτά τα ίδια πρόσωπα που υπουργοποίησε τώρα και να είχε κάνει έναν ανασχηματισμό μετά τον Ιούλιο αποφεύγοντας τις εκλογές. Να έφτιαχνε έναν ευέλικτο ολιγομελή κυβερνητικό μηχανισμό, που θα διαχειριζόταν τα προβλήματα του τόπου κατά το πρότυπο της υπηρεσιακής της κας Θάνου, η οποία κατάφερε σε λιγότερο από έναν μήνα να παράξει δημιουργικό έργο υπό αντίξοες συνθήκες.
Δεν είδαμε καμιά έκπληξη, κάτι απροσδόκητο, που να μας ενθουσίασε, ούτε ανατροπή έγινε, που να ’ρχεται σε αντίφαση με το πολιτικό κατεστημένο. Αρα ο κ. Τσίπρας θεώρησε ότι τα πρόσωπα που είχε τον Ιανουάριο στην κυβέρνησή του, αφαιρουμένων των “δραχμιστών”, ήταν ό,τι καλύτερο υπήρχε και τα ξαναχρησιμοποίησε. Αν η ουσία της πολιτικής είναι να χρησιμοποιείς πρόσωπα με συναισθηματικό προσανατολισμό, πολύ φοβούμαι ότι αυτό δεν είναι ο καλύτερος οδηγός να πετύχει κανείς τα αποτελέσματα που εξαρτώνται απ’ τη λογική. Λέγεται ότι προτίμησε να κάνει συγκερασμό της πείρας των παλαιών και έμπειρων με νέα έντιμα πρόσωπα που διαθέτουν πετυχημένο επαγγελματικό προσανατολισμό.
Σε κανένα άλλο κράτος του κόσμου μια δημοσιονομική κρίση δεν έχει κρατήσει τόσα χρόνια όσα στην Ελλάδα. Παράδοξο το φαινόμενο το δημόσιο χρέος να αυξάνεται με ρυθμούς αχαλίνωτους. Η απάντηση είναι προφανής. Οφείλεται στη διαφθορά, στη διαπλοκή, στο συνεχιζόμενο πολιτικό σύστημα της εξουσίας και σε συνδυασμό με τα κυκλώματα δραστηριοτήτων της παραοικονομίας, που φέρουν την κύρια ευθύνη, για την πορεία του χρέους.
Ο κ. Τσίπρας πράγματι υπέστη εκβιαστικές πιέσεις, στις οποίες υπεχώρησε και υπέγραψε το 3ο μνημόνιο των 86 δισ. ευρώ, πράγμα που δεν το ’κρυψε και ανέλυσε με ειλικρίνεια τις σκέψεις του, που τον οδήγησαν στην αναδίπλωση. Με τον Π. Καμμένο κατενόησαν ότι λανθασμένες επιλογές πλέον θα είναι μοιραίες για την Ελλάδα και ότι δεν θα υπάρξει άλλη ανοχή και χαριστική συγχώρεση σε περίπτωση αποτυχίας κι αυτού του μνημονίου.
Αν και η αξιοπιστία των πολιτών στους πολιτικούς τους έχει τρωθεί ανεπανόρθωτα και τούτο φάνηκε απ’ τη μεγάλη αποχή στις εκλογές, εν τούτοις διατηρούν την προσδοκία μ’ αυτή την κυβέρνηση να υπάρξει κάποια ελπιδοφόρα εξέλιξη!