Βιότοπος – περιγραφή
Η κολοκυθιά ανήκει στην οικογένεια των Κολοκυνθοειδών και καλλιεργείται ως εδώδιµο. Βασικά διακρίνουµε δύο είδη του φυτού.
Την κολοκύνθη την κοινή που η λατινική της ονοµασία είναι Cucurbita pepo L. (Κουκούρβιτα ο πέπων) η οποία καλλιεργείται για τους καρπούς της, τα πράσινα κολοκυθάκια και την Κολοκύνθη η µείζων – Cucurbita maxima Duch (Κουκούρβιτα η µεγίστη) – η οποία παράγει τα µεγάλα κόκκινα κολοκύθια, ή γνωστή µας γλυκοκολοκύθια.
Υπάρχουν αναρίθµητες ποικιλίες της γλυκοκολοκύθας και µερικές από αυτές καλλιεργούνται ως διακοσµητικές, γιατί οι καρποί της µοιάζουν µε σαρίκι και για τον λόγο αυτό ονοµάζονται σαρικόµορφες.
Οι Κολοκυθιές είναι µεγάλα ποώδη φυτά, ετήσια, µε βλαστούς γωνιώδεις, τριχωτούς που έρπουν ή αναρριχώνται. Η κοινή κολοκυθιά έχει µεγάλα παλαµοειδή, τριχωτά, βαθιά σχισµένα φύλλα, έλλοβα µε µεγάλους µίσχους. Τα φύλλα της γλυκοκολοκύθας είναι στρογγυλά σε σχήµα νεφρού. Τα άνθη είναι µεγάλα, µε ζωηρό κίτρινο χρώµα, µονογενή και εδώδιµα. Τα αρσενικά έχουν µεγαλύτερους µίσχους.
Τα πράσινα κολοκυθάκια τρώγονται κυρίως µαγειρεµένα. Η γλυκοκολοκύθα µπορεί να φτάσει και τα 60 κιλά και έχει σάρκα υποκίτρινη έως κοκκινωπή, γλυκίζουσα, ενώ τα σπέρµατα που περιέχει είναι λευκοί σπόροι, ωοειδείς, πεπλατυσµένοι που χρησιµοποιούνται ως πασατέµπος.
Ιστορικά στοιχεία
Το Κολοκύθι είναι φυτό ιθαγενές της τροπικής Αµερικής. Μίσχοι, σπόρια καθώς και άλλα µλερη της βρέθηκαν σε ερείπια αρχαίων κατοικιών σε βράχους στις νοτιοδυτικές Ηνωµένες Πολιτείες. Καλλιεργήθηκε από τους ινδιάνους πριν από το 5000 π.Χ και στην Ευρώπη ήρθε µε τους Ισπανούς κατακτητές το 1532.
Ο A. Heraud συνιστούσε την ψηµένη σάρκα της σαν καταπραϋντική και τον ωµό πολτό της κατά των εγκαυµάτων πρώτου βαθµού και των επιπόλαιων φλεγµονών, σε µαλακτικά καταπλάσµατα. Ο Μαθιόλης χρησιµοποίησε τον πολτό της γλυκοκολοκύθας σε ψυχρά καταπλάσµατα για να καταπραΰνει τους πονοκεφάλους οποιασδήποτε µορφής.
Ο Brunet έκανε στην Ιατρική Ακαδηµία του Μπορντώ µία ανακοίνωση το 1845, ότι το φύραµα των σπερµάτων αποβάλλει ασφαλώς την ταινία και ότι το δοκίµασε σε πολλούς ασθενείς µε θαυµάσια αποτελέσµατα. Τα χορηγούσε ξεφλουδισµένα σε δόση 60 γραµµαρίων και σε κοκκώδες φύραµα µε νερό. Πριν και µετά τη λήψη χορηγούσαν ρετσινόλαδο.
Στην Κρήτη ήταν δηµοφιλές κηπευτικό. Με τους ανθούς έφτιαχναν ντολµάδες και µαγείρευαν και τις τρυφερές κορυφές (κολοκυθότρουλες) βραστές ή γιαχνί. Την ρίζα της κολοκύθας την έφτιαχναν αφέψηµα κατά της δυσκοιλιότητας. Το κολοκύθι έχει την ιδιότητα να µην κρυώνει εύκολα «το σφουγγάτο ντου πάει ζεστό και στην πόλη» και για τον λόγο αυτό βρασµένο, ζεστό και πολτοποιηµένο το επέθεταν σαν µαλακτικό στα αχελώνια (λιπώµατα).
Συστατικά – χαρακτήρας
Ο καρπός της κοινής κολοκυθιάς έχει γεύση και οσµή χορτώδη, ενώ της γλυκοκολοκύθας είναι αρωµατικός.
Περιέχουν λεύκωµα 1%, υδατάνθρακες 5,80%, λιπαρές ουσίες 0,11%, ανόργανα άλατα (σίδηρο, χαλκό, κάλιο, µαγνήσιο, µαγγάνιο, σελήνιο, ψευδάργυρο) 0,50%, νερό 91,60%, ασβέστιο 0,04% και φωσφορικές ενώσεις 0,31%. Περιέχει επίσης βιταµίνες Α, Β1, Β2, C, Ε, παντοθενικό οξύ, α και β καροτίνη.
Οι δραστικές ουσίες των σπόρων βρίσκονται κυρίως στο φύτρο και λιγότερο στο περίβληµά τους.
Οι σπόροι περιέχουν ένα γλυκό, παχύ έλαιο (που χρησιµοποιείται στην κατασκευή καλλυντικών αλοιφών και γαλακτωµάτων και µία δριµεία ρητίνη , την πεπορεγίνη (η οποία είναι εντοπισµένη µέσα στον πρασινωπό τους υµένα και έχει ταινιοκτόνους ιδιότητες), ζάχαρα, εµουλσίνη, κουκουρµπιτίνη, αλµπουµίνη, λεκιθίνη, φυτοστερίνη, πρωτεΐνες, γόµµα, χλωροφύλλη και κιτρουλλικό οξύ.
Η κουκουρβιτασίνη που περιέχουν οι σπόροι, έχει την ικανότητα να εµποδίζει την διαίρεση των κυττάρων στο στάδιο της µετάφασης και θα µπορούσε να δοκιµαστεί σαν φάρµακο εναντίον του καρκίνου στην περίπτωση της υπερτροφίας του προστάτη. Έχει αξιοσηµείωτη ανθελµινθική δράση χωρίς τοξικότητα και µπορεί να χρησιµοποιηθεί ακίνδυνα στα παιδιά. Τα σπέρµατα της γλυκοκολοκύθας καβουρδισµένα χρησιµοποιούνται ως πασατέµπος.
Άνθιση – χρησιµοποιούµενα µέρη – συλλογή
Ανθίζει από τον Ιούνιο έως και τον Αύγουστο. Οι σπόροι ωριµάζουν από τον Αύγουστο µέχρι τον Οκτώβριο. Από το Κολοκύθι χρησιµοποιούνται για θεραπευτικούς σκοπούς κυρίως οι ώριµοι σπόροι και κατά δεύτερο λόγο το σαρκώδες µέρος του καρπού και τα άνθη. Οι σπόροι αφαιρούνται από το εσωτερικό της γλυκοκολοκύθας που πρέπει να συλλεχτεί στα τέλη του καλοκαιριού.
Θεραπευτικές ιδιότητες και ενδείξεις
Οι ώριµοι και φρέσκοι σπόροι χρησιµοποιούνται σαν ίαµα για τις έλµινθες και πλατέλµινθες (παράσιτα) των εντέρων.
Τα κολοκύθια θεωρούνται ευστόµαχα, διουρητικά και αποτοξινωτικά. Τα πρότειναν παραδοσιακά σε νέους µε αιµατώδη και χολώδη ιδιοσυγκρασία. Παλαιότερα ο χυλός τους εθεωρείτο σαν θεραπευτικός των πόνων των αυτιών, ενσταλαζόµενος µέσα στον έξω ακουστικό πόρο.
Η γλυκοκολοκύθα είναι ευστόµαχη και µαλακτική του στοµάχου και των εντέρων. Τα σπέρµατα περιγράφονται σαν δροσιστικά και καταπραϋντικά και το γαλάκτωµά τους χρησιµοποιήθηκε κατά των φλογώσεων του πεπτικού σωλήνα, της κύστεως και της ουρήθρας, επίσης δε ως αντικαταρροϊκό.
Κυρίως όµως είναι άριστο ανθελµινθικό και ταινιοκτόνο φάρµακο. Η γλυκοκολοκύθα βοηθά τους άνδρες όταν περνούν την κλιµακτήριο. Μετά την ηλικία των 45 περίπου ετών, ο προστάτης αρχίζει να µεγαλώνει και αυτό µπορεί να δηµιουργήσει προβλήµατα στην ούρηση. Οι σπόροι περιέχουν ένα µείγµα από έλαια, βιταµίνες και µέταλλα που δρουν µαζί για να αποτρέψουν την διαταραχή της ούρησης σε περίπτωση ανεπτυγµένου προστάτη. Υπάρχουν φαρµακευτικά ιδιοσκευάσµατα για τον εφοδιασµό του οργανισµού σε ανόργανα άλατα, που έχουν σαν βάση τους τα κολοκύθια.
Στην οµοιοπαθητική ο καρπός χρησιµοποιείται ως πηγή αλάτων για τον οργανισµό, καθώς επίσης και εναντίον της ναυτίας από θάλασσα, ως αντιεµετικό.
Στην ναυτία και τους εµέτους των εγκύων συστήνεται χυµός ή αφέψηµα κολοκυθιού µε λεµόνι.
Παρασκευή και δοσολογία
Χτυπάµε 60 γραµµάρια σπόρους µαζί µε ζάχαρη ή µέλι µε όσο γάλα ή νερό χρειάζεται για να γίνει το µείγµα µισό λίτρο. Το παίρνουµε ενώ νηστεύουµε, σε τρεις δόσεις, µία δόση κάθε δύο ώρες. Λίγες ώρες µετά την τελευταία δόση παίρνουµε καστορέλαιο ή ρετσινόλαδο. Στους ενήλικες µπορούµε να προσθέσουµε στο µείγµα και αψιθιά.
Προφυλάξεις
Η δράση των σπόρων µε το πέρασµα του χρόνου ελαττώνεται και για τον λόγο αυτό πρέπει να χρησιµοποιούµε σπόρους του ίδιου χρόνου.
Υ.Σ. Όλα τα προηγούµενα άρθρα της στήλης µπορούµε να τα βρούµε στη διεύθυνση www.herb.gr.
Επίσης αν κάποιος φίλος αναγνώστης γνωρίζει οποιαδήποτε θεραπευτική ιδιότητα βοτάνου του τόπου µας που δεν είναι ευρέως γνωστή ή έχει κάποιο ερώτηµα µπορεί να το απευθύνει στην ηλεκτρονική διεύθυνση skouvatsos11@gmail.com