Την Κυριακή 9 Ιουνίου πραγματοποιήθηκε τελετή στο Καστέλλι Πεδιάδος, παρουσία του προέδρου της Δημοκρατίας κ. Παυλόπουλου, για να τιμηθεί η ηρωική πράξη και οι συντελεστές του σαμποτάζ στο αεροδρόμιο Καστελλίου την 11η-6-1942.
Τρεις Αγγλοι σαμποτέρ της S.A.S. υπό τον Ιρλανδό Λοχαγό Ντάνακαν και με τη βοήθεια των ανταρτών του Πετρακογιώργη, και ενώ το αεροδρόμιο βομβαρδιζόταν από τη RAF εισχώρησαν σε αυτό και κατέστρεψαν αποθήκες καυσίμων, τον διάδρομο και τρία ή κατ’ άλλους οκτώ αεροπλάνα JU 52. Οι σαμποτέρ αποχώρησαν και αργότερα διέφυγαν από ακτή της νότιας Κρήτης και όλα χωρίς απώλειες. Χαρακτηρίστηκε σαν το πρώτο σαμποτάζ κατά των ναζί στην κατεχόμενη Ευρώπη.
Ενα άλλο όμως σαμποτάζ, το μεγαλύτερο που πραγματοποιήθηκε στην Κρήτη μα και την Ελλάδα εκτός του Γοργοποτάμου, πραγματοποιήθηκε ελάχιστες ημέρες μετά, από Γάλλους κομάντο της Βρετανικής Υπηρεσίας S.A.S. (Specil Air Service) που δρούσε κυρίως στα νησιά του Ελληνικού Αρχιπελάγους. Μόνο το καλοκαίρι του 1942 αναφέρεται η καταστροφή από την S.A.S. 300 γερμανικών αεροπλάνων στο έδαφος.
Την 10η Ιουνίου 1942 το ελληνικό υποβρύχιο “Τρίτων” με κυβερνήτη τον υποπλοίαρχο Κοντογιάννη, απέπλεε από το λιμάνι της Αλεξάνδρειας με οκτώ (8) κομάντο. Αρχηγό, τον 33 ετών ταγματάρχη Μπερζέ, και με τον 24 ετών ταγματάρχη Αγγλο λόρδο Τζέλικο, γιο του θρυλικού ναυάρχου της ναυμαχίας της Γιουτλάνδης, Τζέλικο. Τον λοχαγό Γκουέν, τον έφεδρο υπολοχαγό γυμναστή Κώστα Πετράκη από το Αποσκάρι Ηρακλείου, τον Γαλλοκαναδό δεκανέα Βενσάν Λεοστίκ 17 ετών, που είχε δηλώσει μεγαλύτερος για να γίνει δεκτός στα κομάντο, και άλλους τρεις.
Νύχτα 11ης Ιουνίου, δυο μίλια από την ακτή και έξι ανατολικά τη πόλης του Ηρακλείου, στην ακτή Καρτερού, αποβιβαζόταν οι κομάντο με φουσκωτή λέμβο. Μαζί τους έφεραν τροφή για δέκα ημέρες, άλλα εφόδια και οπλισμό μεγάλου βάρους και συνολικά 80 οπλισμένες βόμβες – βεντούζες Lewes.
Μετά από δύο μερόνυχτα εξαντλητικής πεζοπορίας και αναμονής, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της 13ης προς 14 Ιουνίου, έφθασαν έρποντας στο διπλό συρματόπλεγμα του αεροδρομίου Ηρακλείου και μετά την διάνοιξη του περάσματος συνέχισαν έρποντας, πάλι. Πρώτη δουλειά, η καταστροφή των τηλεφωνικών εγκαταστάσεων, υπονόμευση των δρόμων και ξεκαθάρισμα των φρουρών μέσα στα φυλάκια. Οι φρουροί έπεφταν ο ένας μετά τον άλλον από τις κοφτερές λεπίδες των άριστα εκπαιδευόμενων ανδρών με χτύπημα στην καρωτίδα, τρεις εξ αυτών. Μετά οι άλλοι, έρποντας, ζύγωσαν τα εχθρικά Γιούνγκερς και άρχισαν να κολλούν τις βόμβες – βεντούζες κάτω από τα φτερά τους, 22 τον αριθμό, που φάνταζαν σαν μεγαθήρια μέσα στη θαμπή νύχτα.
Ξαλάφρωσαν από ένα μέρος από το βαρύ φορτίο των 60 κιλών, καθένας, οπλισμού και εφοδίων.
Η καλή τύχη, τους βοήθησε να αποχωρήσουν μετά χωρίς κανένα απρόοπτο, και να αναμένουν απομακρυσμένοι να εκραγούν οι βόμβες που ήταν ρυθμισμένες στις δυο ώρες. Στιγμές αγωνίας. Κανείς δε μιλούσε μέχρι που η γη τραντάχτηκε συθέμελα. Οι τεράστιες φλόγες που ξεπετάχτηκαν από το εχθρικό αεροδρόμιο, τους γέμισαν συγκίνηση και ενθουσιασμό. Αλλά τώρα αρχίζει η μεγάλη δοκιμασία τους. Η όλη ιστορία θα χρειαζόταν πολλές σελίδες της εφημερίδας να περιγραφεί. Συνοπτικά: Οι κομάντο δεν μπόρεσαν να φθάσουν τη συμφωνημένη ώρα στην ακτή που τους περίμενε το αγγλικό υποβρύχιο “Τρούπερ” και έτσι πήραν τη μακρά και επώδυνη πεζοπορία προς τα ορεινά, κινδυνεύοντας κάθε λεπτό από τις Γερμανικές δυνάμεις που είχαν εξαπολύσει ανθρωποκυνηγητό.
Φιλοξενούμενοι από Κρητικούς πατριώτες αλλά και κυνηγημένοι από προδότες, ενεπλάκησαν σε μάχη με τους Γερμανούς στα Βασιλικά Ανώγεια όπου σκοτώθηκε ο 17χρονο Γάλλος Λεοστίκ. Τάφηκε στα Βασιλικά Ανώγεια και ο δήμος Ηρακλείου, αναγνωρίζοντας τη θυσία του, έδωσε το όνομά του σε δρόμο της πόλης.
Ο λοχαγός Γκουέν, με δυο άλλους, πιάστηκε αιχμάλωτος και ενώ ο Τζέλικο ετοίμαζε ομάδα από ντόπιους για να τους απελευθερώσουν ο Γκοέν με τους δυο, δραπέτευσαν. Οι Γερμανοί μετά από όλα αυτά, εξετέλεσαν 50 ομήρους από τους εξέχοντες του Ηρακλείου. Ανάμεσά τους ο δήμαρχος της πόλης, ο δ/ντής της Εθνικής Τράπεζας, λυκειάρχες, κ.λπ., και αργότερα επυρπόλησαν χωριά. Ο αρχηγός Μπερζέ και άλλοι, αιχμαλωτίσθηκαν πάλι και μεταφέρθηκαν στην Γερμανία όπου τους βρήκε η λήξη του πολέμου, ενώ οι υπόλοιποι αναχώρησαν με τορπιλάκατο από νότια ακτής της Κρήτης. Για το γεγονός αυτό, ακόμη πλέον σοβαρό από το πρώτο, δεν έχουμε υπ’ όψιν να πραγματοποίησε κάποια τελετή, ως οφείλει,ο δήμος Ηρακλείου. Ισως όμως πραγματοποιήθηκε και δεν δόθηκε στη δημοσιότητα.
Το υποβρύχιο “Τρίτων” μεταφέροντας Ελληνες κομάντο για επιχείρηση στην Εύβοια πλησίον αυτής, ετορπίλισε φορτηγό πλοίο 9.000 τόνων αλλά δέχθηκε επίθεση γερμανικού καταδιωκτικού και μετά από μάχη ωρών και με το πυροβόλο του ακόμη, βυθίστηκε με εμβολισμό και απώλεια 24 ανδρών του πληρώματος και 4 κομάντο, ενώ οι 30 διασωθέντες, στους οποίους και ο Κοντογιάννης μεταφέρθηκαν σε στρατόπεδο στη Γερμανία απ’ όπου απελευθερώθηκαν από τους συμμάχους μετά από δυόμισι χρόνια.