Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

«Κοπέλα, εγώ δεν κλέβω! Ακούς; Δεν είμαι κλέφτης Εγώ!»

Περπατάω στο δρόμο. Περπατάω στο δρόμο, όταν ο λύκος δεν είναι εδώ. Ή μήπως είναι;! Ασχετο. Πάμε πάλι από την αρχή!
Περπατάω στο δρόμο, γιατί βιάζομαι. Έχω τελειώσει το ένα μάθημα και θέλω να φτάσω στο αμάξι μου, για να προλάβω το επόμενο μάθημα, που αρχίζει σε λίγα λεπτά. Ας μην προτρέχω όμως. Μια επιτυχημένη αφήγηση, πρέπει να πει λίγα λόγια παραπάνω και για το σκηνικό! Ο χρόνος λοιπόν. Απογευματάκι, περί της έξι και μίση, φωτεινά ακόμα έξω. Ο τόπος. Μια κάθετη σε κεντρικό δρόμο οδός, ούτε πολυσύχναστη, αλλά και σε καμία περίπτωση, ούτε και απόμερη. Οι καίριες λεπτομέρειες. Η οδός φαρδιά, τουναντίον το πεζοδρόμιο στενό, υπερβολικά στενό. Θα έλεγε κανείς ότι είναι προτιμητέο να περπατήσεις κατά μήκος του δρόμου, παρά να επιλέξεις το πεζοδρόμιο και να πρέπει να στριμωχτείς στο ελάχιστο διαθέσιμο κενό, μεταξύ παρκαρισμένων αυτοκινήτων και παρακείμενων κτηρίων. Οι πρωταγωνιστές. Εγώ και… ένας κύριος που ακολουθούσε την αντίθετη από μένα κατεύθυνση και, αν δεν κάνω λάθος, βουβοί δευτεραγωνιστές- μάρτυρες, κάνα δυο ακόμα άνθρωποι  στην τέρμα άκρη του δρόμου.
Ας επανέλθουμε στην ιστορία μας όμως! Έχω διασχίσει το μεγαλύτερο τμήμα της οδού και ετοιμάζομαι να στρίψω, όταν ξαφνικά ακούω φωνές. Μα δεν μπορεί να μιλάνε σε μένα. Και όμως ναι! Γρήγορα συνειδητοποιώ ότι ο προαναφερθείς άγνωστός μου κύριος απευθύνεται σε μένα. Και όχι μόνο αυτό, αλλά αυτά που μου λέει δεν βγάζουν νόημα! Η πρώτη αυθόρμητη σκέψη μου είναι ότι κάτι δεν πάει καλά με τον εν λόγω άνθρωπο και ότι για κάποιο αδιευκρίνιστο λόγο, επίλεξε να εκτονώσει την όποια αγωνία του σε μένα.
Επιλέγω να μην ανταπαντήσω και συνεχίζω το δρόμο μου. Είπαμε βιάζομαι. Και όπως μου είχε πει και η μαμά μου στο δημοτικό, δεν πρέπει να μιλάμε σε ξένους στο δρόμο. Και τότε το συνειδητοποιώ! Ο άνθρωπος αυτός- αλλοδαπός, κρίνοντας αποκλειστικά από την προφορά του, γιατί τα χαρακτηριστικά του ακροθιγώς μόνο τα είχα προσέξει- είχε θεωρήσει αδίκως, ότι με τη σειρά μου, εγώ τον είχα θεωρήσει επίδοξο κλέφτη, προφανώς της παραφουσκωμένης με βιβλία τσάντας μου.
Το όλο περιστατικό μου προκάλεσε μεγάλο προβληματισμό, αν όχι αναστάτωση και εξακολούθησε να με απασχολεί για το υπόλοιπο της βραδιάς. Ενα ερώτημα γυρόφερνε στο μυαλό μου. Αδίκως… όντως; Ανατρέχοντας στις πράξεις μου, προσπάθησα να ανασυνθέσω την σκηνή- όπως ακριβώς θα έκανε κάποιος σε μια αστυνομική ταινία. Πράγματι, την κρίσιμη στιγμή, περίπου όταν διασταυρωθήκαμε και οι δύο πάνω  στον άδειο από αυτοκίνητα δρόμο, εγώ μετακινήθηκα και συνέχισα στο, κατά γενική ομολογία, εξαιρετικά άβολο και δύσβατο πεζοδρόμιο. Μήπως τελικά στις κουβέντες του άνδρα, κρύβονταν ένα έστω και ελάχιστο ψήγμα αλήθειας; Μήπως ακόμα και ασυνείδητα τον είχα θεωρήσει ως πιθανό κίνδυνο και είχα ενστικτωδώς απομακρυνθεί;
Αν και δεν μπορώ να είμαι σίγουρη, νομίζω πως η απάντηση στα παραπάνω ερωτήματα είναι αρνητική. Και ιδού θα παραθέσω πάραυτα την υπεράσπιση μου! Αποδεικτικό επιχείρημα νούμερο ένα: γενικά δεν φοβάμαι μην με κλέψουν. Δεύτερον και για όσους με ξέρουν, λόγω διάπλασης- μικρής, συχνά έχω την δυνατότητα, αντί να περάσω γύρω – γύρω από τα εμπόδια, να περάσω ανάμεσά τους. Τρίτον, γνώριζα ότι το περιεχόμενο της τσάντας μου- εγχειρίδια αρχαίας ελληνικής- δεν είναι αυτό ακριβώς που θα λέγαμε αξιοζήλευτο και ως εκ τούτου, αξιόκλεπτο! Και τέταρτον και σπουδαιότερον, αν υπήρχε κάποια δόση αλήθειας σε όλα αυτά, δεν θα μου είχε πάρει τόση ώρα να «αποκρυπτογραφήσω» τα λόγια του αγνώστου!
Αλλά και πάλι δεν έμεινα ικανοποιημένη από τον εσωτερικό μου έλεγχο! Κάτι δεν μου πήγαινε καλά! Από τη μια, αναλογίστηκα τις άπειρες περιπτώσεις, που ένα λοξοδρόμισμα, ένα ανεπαίσθητο σφίξιμο της τσάντας, ένα επιταχυμένο περπάτημα, ένα καχύποπτο ή  και ακόμη φοβισμένο βλέμμα των δικών μας κατά τ’ άλλα ευυπολήπτων, Ελλήνων, ορθόδοξων και φυσικά μη ρατσιστών πολιτών, έκαναν αυτόν τον άνθρωπό να αισθανθεί την ανάγκη να υπερασπιστεί φωναχτά, απελπισμένα, αγανακτισμένα, τον εαυτό του απέναντι σε άγνωστη κοπέλα που συνάντησε τυχαία στο δρόμο.
Από την άλλη, όφειλα να εξετάσω και την έτερη όψη του νομίσματος, την όχι τόσο προφανή, αύτη που υπάρχει πάντα σε όλα τα πραγματικά σοβαρά ζητήματα, όπως ο ρατσισμός. Γιατί, περί αυτού φυσικά ο λόγος. Ετσι, ενώ σε πρώτη ματιά, ο άνθρωπος αυτός ήταν το θύμα μια κατάστασης, ταυτόχρονα είχε αντιστρέψει τους ρόλους, είχε υποπέσει ακριβώς στο ίδιο αμάρτημα, για το οποίο με κατηγορούσε, κάνοντας και ο ίδιος μια εξίσου επιπόλαιη κρίση για το άτομό μου, το ήθος, τις πεποιθήσεις και τις αξίες μου. Τελικά, ποιος ήταν ο «κακός λύκος»; Εγώ ή αυτός;
Το συμπέρασμα; Απλά ότι ίσως ότι θα έπρεπε να κοιτάξουμε τους εαυτούς μας κατάματα και να παραδεχτούμε αυτό που πραγματικά είμαστε οι περισσότεροι: αδίστακτοι δυνάστες σε κάποιες περιπτώσεις και ανίσχυρα πιόνια σε άλλες! Θύματα και θύτες! Λύκοι και θηράματα ταυτόχρονα…!

*Φιλόλογος.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα