Ο κύριος Φραγκιουδάκης μάς έδωσε μόλις πρόσφατα ένα βιβλίο που παρουσιάζει κάποιο ενδιαφέρον όχι μόνον για τους εραστές τής λογοτεχνίας αλλά και για τους φιλολόγους, ιδιαίτερα για τους ασχολούμενος με την έρευνα και τον σχολιασμό κειμένων· γραμμένο με μια φρεσκάδα στον τρόπο και μια αρενωπότητα στο συναίσθημα – δύο χαραχτηριστικά που αξίζουν την προσοχή μας. Η τελευταία αυτή εργασία τού κυρίου Φραγκιουδάκη δεν είναι, βέβαια, χωρίς αδυναμίες πράγμα το οποίο δεν θα πρέπει ν’ αποθαρρύνει τους αναγνώστες σχετικών κειμένων απ’ το ν’ ασχολήθουν μαζί της.
Πρόθεσή του είν’ η καταγραφή και διάσωση τής ποιητικής διάθεσης των κατοίκων τής Κρήτης κι η αποτύπωση τής βιωματικής σχέσης τους με τον ιαμβικό 15σύλλαβο σε διάφορες στιγμές τού 19ου και τού 20ου αιώνα. Επομένως, σαν να θέλει εδώ ο συγγραφέας να εξετάσει διαχρονικά την ευαισθησία αυτού τού ακριτικού λαού, μέσ’ απ’ τον «ποιητικό» λόγο, παραθέτοντας όμως κάποια περιορισμένα δείγματα στιχουργικής και πάντως όχι αντιπροσωπευτικά, μιας κι η δειγματολειψία του δεν ήταν τυχαία. Και πώς αλλιώς; Η καταγραφή ενός «ποιητικού» φανερώματος τέτοιας χρονικής έκτασης, βασισμένης σε πολλές διαφορετικές πηγές, θ’ απαιτούσε έρευνα μακρόχρονη κι ιδιαίτερα επίπονη που όμως θα μας έδειχνε πιο καθαρά τις διακυμάνσεις αυτής τής «ποιητικής» διάθεσης και πιο αντικειμενικά τη σχέση των Κρητών με το πολίτικο μέτρο.
Έτσι, ο κύριος Φραγκιουδάκης περιορίστηκε σε λίγες μόνο πηγές, σ’ αυτές που είχε άμεση κι εύκολη πρόσβαση, σε πηγές που υπήρχαν ήδη στο αρχείο του και πάνω εκεί στηρίχτηκε για να ολοκληρώσει το μεγαλύτερο μέρος τής εργασίας του.
Τα δίστιχα και πολύστιχα «ποιήματα» τού πρώτου μέρους του βιβλίου δεν παρουσιάζουν ιδιαίτερο λογοτεχνικό ενδιαφέρον γιατί ως φαίνεται γράφτηκαν από στιχοπλόκους κι όχι ποιητές, δηλαδή από ανθρώπους χωρίς ικανότητες στην ποίηση, μ’ αποτέλεσμα ο δεκαπεντασύλλαβος στα χέρια τους να γίνεται αδέξιος και μονότονος, σχεδόν κουραστικός. Δύσκολα κάποιος απαιτητικός αναγνώστης θα μπορεί να παρακολουθήσει μέχρι τέλους τα λιανοτράγουδα τού φυλακισμένου, τού στρατιώτη και τού λαϊκού ανθρώπου προχωρημένης ηλικίας χωρίς ν’ αγανακτήσει. Εδώ κι εκεί μόνον ξεπροβάλλουν κάποια δίστιχα (ή πολύστιχα) που κεντρίζουν το ενδιαφέρον και προκαλούν κάποια συγκίνηση,
Όλον τον κόσμον γύρισα, Πουνέντη και Λεβάντη,
δεν είδα τέθοιο πρόσωπο να λάμπη σαν διαμάντι!
Να ’μουνε στο σωκάρδι σου κο(υ)μπί μαλαματένιο,
να φύλαγα το στήθος σου το μαργαριταρένιο…
Αν αποθάνω θάψε με στη γούβα (σ)τ’ αργαλειού σου,
να με πατούν τα πόδια σου κι η †άκρα του φουστανιού† σου
Αν αποθάνω, θάψε με στη μέση τω †φρυδιώ† σου,
να †’χω σταυρό τα μάθια† σου, †πλάκα το κούτελό† σου
Πολλοί μου το φωνάζανε, μα ’γώ ’σερνα ινάτι,
πως έχω ψεύτικη φιλιά κι εβαγιοκλάδιζά τη…
Θωρείς τα τ’ άστρη τ’ ουρανού που ζούνε ταιριασμένα;
έτσί ’ναι και τα κάλλη σου, σειρά σειρά γραμμένα…
Εσύ θαρρείς πως σ’ αγαπώ ψόματα και φοβάσαι,
μεσ’ στην καρδιά μου σ’ έχω (ε)γώ, στα σπλάχνα μου κοιμάσαι
Άχ(ι), να τ’ ονειρεύγουμουν, το πώς θα καταντήσω,
θα ’ν’ έβανα στο στήθος μου φωθιά, να το κεντήσω
Ωσάν πουλί όταν βρεθή στα δάση μοναχό του
και κλαίει απαρηγόρητα και λέει τον καημό του,
έτσι κλαίσι τα μάθια μου και τρέχου σαν τη βρύση
κι άνθρωπος δεν ευρίσκεται να με παρηγορήση.
Ο νους μου στα βουνά κρατεί και μες τα δάση μπαίνει
κι ώρες εις τα βουνά πετά και πάλι κατεβαίνει
κι ώρες επά κι ώρες εκεί τ’ αμπώθουν οι ανέμοι
κι ανεβοκατεβάζουν το κι εκείνο πάντα τρέμει…
Το ίδιον βρίσκομαι κι εγώ, κατάρα εις τέθοια ζήση,
ο νους μου για ν’ αναπαυθεί δεν θέλει να μ’ αφήσει!
Ο κύριος Φραγκιουδάκης θέλοντας να παρουσιάσει μια κριτική έκδοση παλιών και ξεχασμένων κειμένων, καταπιάστηκε με τον σχολιασμό τους που σε καμμιά περίπτωση δεν είναι χωρίς φιλολογική αξία κι επιστημονική πληρότητα. Και κριτική έκδοση σημαίνει σχολιασμός υπό τη μορφή υποσημειωματικών παρεμβάσεων, παραπεμπτικών και σ’ άλλες πηγές και σ’ άλλα δεδομένα που αμβλύνουν τη μονομέρεια και καθιστούν τον αναγνώστη υποψιασμένο για το άλλο, το αντίθετο, το διαφορετικό. Οι εκκολαπτόμενοι φιλόλογοι θα έχουν να διδαχτούν πολλά πάνω στον υπομνηματισμό κειμένου, άμα διαβάσουν με προσοχή τις εργασίες τού κυρίου Φραγκιουδάκη.
Πιο συγκεκριμένα, τα «ποιήματα» του φυλακισμένου γράφτηκαν πριν από 120 χρόνια περίπου κι άρα απαιτούσαν αναλυτικό φιλολογικό, ιστορικό και γλωσσολογικό σχολιασμό για να μπορέσει ο σύγχρονος αναγνώστης να τα παρακολουθήσει. Υπήρχαν αρκετές λέξεις, άγνωστες στους σημερνούς, που έπρεπε να ερμηνευτούν. Υπήρχαν γεγονότα αναφερόμενα στα πολύστιχα «ποιήματα» της χειρόγραφης συλλογής του έγκλειστου των οποίων το ιστορικό περίγραμμα έπρεπε να δοθεί. Τέλος, υπήρχαν διακειμενικά στοιχεία που έπρεπε μέσα από παραλληλισμούς με άλλα παρόμοια ποιήματα από άλλες συλλογές να επισημανθούν.
Όλες αυτές οι πληροφορίες παρουσιάζονται υπό τη μορφή υποσημειώσεων τοποθετημένων στη βάση της οικείας σελίδας ώστε να μπορεί να τις συμβουλεύεται αμέσως ο αναγνώστης και να εξασφαλίζεται έτσι η απρόσκοπτη παρακολούθηση τής σκέψης όπως αναπτύσσεται στο κυρίως κείμενο. Τα σχόλια αυτά (πάνω από 600 στο σύνολό τους) απευθύνονται σ’ εκείνους που διακατέχονται από μία ροπή προς το αριστοτελικό θαυμάζειν.
Ωστόσο, ο κύριος Φραγκιουδάκης θεώρησε καλό να εκδώσει όλα τα λιανοτράγουδα των χειρογράφων τού αρχείου του χωρίς καμμία διάκριση! Απέφυγε δηλαδή να κάνει μια αξιολόγηση και μια κατάταξη όλων αυτών των στιχουργημάτων, πράγμα που θα συμπλήρωνε την έκδοση και θα την καθιστούσε κι αξιολογική. Κάποια στιχουργήματα είναι καλά, κάποια άλλα μετά βιας ανεκτά ενώ τα υπόλοιπα εντελώς ανάξια. Τα μεν διαβάζονται και ξαναδιαβάζονται με ενδιαφέρον ενώ τα δε προκαλούν ανία.
Προυπόθεση για μια αξιολογική κατάταξη είναι βέβαια ο αισθητικός σχολιασμός των κειμένων. Παροτρύνουμε τον κύριο Φραγκιουδάκη σε μεταγενέστερη έκδοση τού βιβλίου του ή σε άλλη μελλοντική και παρόμοια εργασία να μην διστάσει να υποδείξει τις εμπνευστικότερες σελίδες τού υπό μελέτη κειμένου αλλά και να μην χαριστεί σε ό,τι δεύτερο κι άστοχο.
Τέλος, κι επειδή γίνονται συχνές αναφορές σε τόπους και σημεία των Χανίων, θα ήταν ωφέλιμο για τον αναγνώστη που δεν γνωρίζει καλά ή δεν γνωρίζει καν τη γεωγραφία του νομού, να είχε προστεθεί χάρτης ή φωτογραφίες των αντίστοιχων περιοχών, προκειμένου ν’ απαλλαχθούν τα σχόλια απ’ τους διάφορους γεωγραφικούς προσδιορισμούς.
Είν’, όμως, ώρα να κλείσουμε εδώ. Ο κύριος Φραγκιουδάκης είν’ ένας πολύ καλός φιλόλογος με γνώση τής τέχνης τού υπομνηματισμού, κάτι που είν’ έκδηλο σ’ αυτή την τελευταία του εργασία. Ερευνά το αντικείμενό του ενδελεχώς πριν οδηγηθεί σε τελικά συμπεράσματα κι η μέθοδός του χαραχτηρίζεται από νηφαλιότητα και επιστημοσύνη. Ελπίζουμε ότι δεν είν’ αυτή η τελευταία φορά που θα ακούσουμε κάτι σημαντικό απ’ αυτόν. Η κάθε του εργασία είναι καμωμένη με ειλικρίνεια, ύφος ανεπιτήδευτο, απροσποίητο, πράγμα το οποίο μπορεί να εξασφαλίσει τον σεβασμό και την καλή προαίρεση όλων των αναγνωστών.