» Του Στέφανου Κακαβούλη στο θέατρο Δημήτρης Βλησίδης
Σε μια εποχή που το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων τίθεται στο προσκήνιο η θεατρική ομάδα 4 του Γιώργου Τακτικάκη ανέβασε την παράσταση: Τα παιδιά του πατρός στο θέατρο Δημήτρης Βλησίδης. Ένα έργο με ηθικό, ψυχολογικό και κοινωνικό ενδιαφέρον, το οποίο απέσπασε το βραβείο καλύτερου πρωτότυπου κειμένου το 2013. Ο Στέφανος Κακαβούλης ανέλαβε τη σκηνοθεσία και ο δήμος Χανίων σε συνεργασία με την Κ.Ε.Π.ΠΕ.ΔΗ.Χ. – Κ.Α.Μ. ενίσχυσαν οικονομικά την παράσταση.
Τα παιδιά του πατρός του Στέφανου Κακαβούλη είναι ένα υπερρεαλιστικό δράμα, το οποίο εκτυλίσσεται σε τρεις σκηνές στον ίδιο χώρο. Ως έργο αναφέρεται στο ζήτημα κατάχρησης της εξουσίας που ξεπερνά τα ηθικά όρια και θίγει το ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης ανηλίκων στους κόλπους της καθολικής εκκλησίας. Πρωταγωνιστής είναι ένας υπερήλικας πρώην καθολικός ιερέας, ο οποίος στο παρελθόν ως ιερέας παρενοχλούσε και ασελγούσε σε μικρά παιδιά, που πλέον είναι ενήλικες. Η επιρροή του στάθηκε καταλυτική, καθώς το πέρασμά του από τις ζωές των θυμάτων του επίδρασε σημαντικά τις ζωές τους.
Τα χρόνια έχουν περάσει και ο πρώην καθολικός ιερέας αποφασίζει να στείλει επιστολές στα θύματά του, με σκοπό να τον συναντήσουν σε μια εγκαταλελειμμένη αποθήκη, για να τους παρουσιάσει την απολογία του για τις ασελγείς πράξεις του. Σε αυτήν την αποθήκη τα άτομα εμφανίζονται και είναι τρία: η Τζόη, η Έλλη και ο Μάρκ, που με τη σειρά τους αναμένουν τον ερχομό του θύτη τους. Κατά τη διάρκεια της αναμονής του πρώην καθολικού ιερέα, θα σκιαγραφηθεί το προφίλ των θυμάτων και καθένα από αυτά θα ανατρέξουν στα χρόνια της αθωότητάς τους, που έληξαν άδοξα. Μέσα από τους μονολόγους των ηρώων θα αποκαλυφθεί, ότι ο Μάρκ δεν ήταν ένα από τα θύματα απλώς πήρε τη θέση του Μάθιου, ο οποίος δεν επιθυμούσε να παρευρεθεί. Επίσης θα εξωτερικεύσουν το ψυχικό τους δράμα παρουσιάζοντας τις τραυματικές εμπειρίες που βίωσαν. Στο τέλος με την εμφάνιση του ιερέα θα φωτισθούν όλες οι πτυχές των ηρώων.
Ο σκηνοθέτης Στέφανος Κακαβούλης κλήθηκε από τη θεατρική ομάδα 4, του Γιώργου Τακτικάκη να αναλάβει τη σκηνοθεσία και από την πλευρά του ανέγνωσε χωρίς πλατειασμούς το ομώνυμο έργο. Πιο συγκεκριμένα η σκηνοθετική του αντίληψη για την παράσταση υπέβαλε μια μελαγχολική ατμόσφαιρα, προκειμένου να προβάλλει το στοιχείο του τραγικού.
Η σκηνογράφος- ενδυματολόγος Ξανθή Κόντου έστησε ένα λιτό σκηνικό χώρο ταιριαστό με τη σκηνοθετική αντίληψη της παράστασης, όπου απεικόνιζε μια αποθήκη. Εικαστικά αυτή η αποθήκη στάθηκε δηλωτική με την επιλογή των ανάλογων αντικειμένων (στοιβαγμένες κούτες, πεσμένες καρέκλες, γυμνή πλαστική κούκλα, τραπέζι, κόκκινο χαλί), αλλά και με τη συμβολή των κυρίαρχων αποχρώσεων του: μαύρου, γκρι, κόκκινου. Έτσι έγινε μια σύνδεση του σκηνικού χώρου με το κείμενο. Παρενθετικά αξίζει να αναφερθεί, ότι το τραπέζι είχε πολλαπλές χρήσεις, για να εξυπηρετηθούν επί σκηνής οι ανάγκες της παράστασης. Όσο για τα κοστούμια, τα οποία επιμελήθηκε η σκηνογράφος- ενδυματολόγος Ξανθή Κόντου ήταν συμβατά με τις προσωπικότητες των ηρώων.
Οι μουσικές επιλογές που έγιναν από το Γιάννη Μυγδάνη ακολούθησαν πιστά τη σκηνοθετική αντίληψη της παράστασης. Καθώς η μουσική, άλλοτε υπογράμμιζε τη μελαγχολική ατμόσφαιρα του ομώνυμου έργου και άλλοτε ουδέτερα προωθούσε την αφήγηση των ηρώων, εντάσσοντας στην παράσταση και ηχογραφημένη καθολική μουσική.
Οι φωτισμοί από το Γιάννη Σαφαρίκα σχολίαζαν την παράσταση στις έντονες στιγμές σε διάφορα σημεία της αφήγησης δηλώνοντας στο θεατή, ότι έχουμε ένα υπερρεαλιστικό δράμα. Ακόμη ο Γιάννης Σαφαρίκας με τη μεγέθυνση των σκιών των ηρώων στα αφηγηματικά μέρη έδωσε μια ώθηση στο κείμενο.
Ωστόσο, παρατηρήθηκαν βασικές ελλείψεις στο πρόγραμμα της παράστασης, γιατί οι αρμόδιοι παρέλειψαν να εντάξουν όλη την ομάδα των συντελεστών, που εργάστηκαν για τα παιδιά του πατρός σε σκηνοθεσία Στέφανου Κακαβούλη.
Οι ηθοποιοί: Ανθούλα Μαρινάκη (Τζόη), Σίσσυ Δαμουλάκη (Έλλη), Στέφανος Κακαβούλης (Μάρκ), Δημοσθένης Χαριτάκης (πρώην καθολικός ιερέας) χωρίς υπερβολές ακολούθησαν τις ερμηνευτικές οδηγίες και με φυσικότητα απέδωσαν τους ρόλους τους, σεβόμενοι τον εσωτερικό παλμό του ομώνυμου έργου του Στέφανου Κακαβούλη.
Έτσι λοιπόν η θεατρική ομάδα 4, απέφυγε τους πλατειασμούς για να μην κουράσει το κοινό και καθ’ όλη τη διάρκεια της παράστασης υπενθύμιζε στους θεατές, ότι παρακολουθούν ένα υπερρεαλιστικό δράμα.
*Η Ειρήνη Παπουτσάκη είναι
φιλόλογος – ιστορικός Θεάτρου