Ενα νέο ευρωπαϊκό έργο στον τομέα της ενέργειας έχει αρχίσει να υλοποιείται στην Κρήτη από το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων (Μ.Α.Ι.Χ.).
Το έργο αυτό αφορά την προώθηση των κτηρίων που έχουν μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα (CO2) λόγω της χρήσης ενέργειας σε αυτά και χρηματοδοτείται κυρίως από το ευρωπαϊκό πρόγραμμα INTERREG EUROPE. Επικεφαλής του έργου είναι το Ενεργειακό Γραφείο του Ποντρέιβ της Σλοβενίας και συμμετέχουν εκτός από το Μ.Α.Ι.Χ., η Περιφέρεια Μολίσε της Ιταλίας, το Πανεπιστήμιο της Μάλτας, ο Δήμος του Κάουνας της Λιθουανίας, ο Οργανισμός Θερμόπολις της Φινλανδίας, ο Οργανισμός ΑΒΙΤΕΜ της Γαλλίας και το Ευρωπαϊκό Ινστιτούτο Καινοτομίας της Γερμανίας. Το έργο αυτό πραγματεύεται τη μείωση των εκπομπών θερμοκηπιακών αερίων από τα κτήρια λόγω της χρήσης ενέργειας σε αυτά, που έχει αποτελέσει θέμα αιχμής της ευρωπαϊκής πολιτικής τα τελευταία χρόνια καθώς σχετίζεται άμεσα με την κλιματική αλλαγή. Οι σημερινές πολιτικές της Ε.Ε. στοχεύουν στη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και των εκπομπών CO2 καθώς και στην αύξηση της χρήσης των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ) στις καθημερινές εφαρμογές. Σύμφωνα με πρόσφατη ευρωπαϊκή οδηγία και συγκεκριμένα με την οδηγία 2010/31/ΕΕ θα πρέπει στο μέλλον τα κτήρια στην Ε.Ε. να είναι σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης. Η ελληνική νομοθεσία έχει ήδη συμμορφωθεί με την ευρωπαϊκή αυτή οδηγία με τον νόμο 4122/2013. Καθώς η κατανάλωση ενέργειας σε αυτά αντιστοιχεί περίπου στο 40% της συνολικής ενεργειακής κατανάλωσης στην Ε.Ε., είναι ευκολότερο να μειωθεί η κατανάλωση ενέργειας και η εκπομπή ρύπων από αυτά σε σχέση με άλλους τομείς, όπως η βιομηχανία ή οι μεταφορές. Για τη δημιουργία κτηρίων με σχεδόν μηδενική ενεργειακή κατανάλωση, απαιτείται η χρήση νέων υλικών κατασκευής με αυξημένες θερμομονωτικές ικανότητες καθώς και συσκευών υψηλής ενεργειακής απόδοσης. Το γεγονός αυτό έχει άμεση αντανάκλαση στο κόστος κατασκευής των κτηρίων το οποίο αναμένεται να αυξηθεί. Η ευρωπαϊκή αυτή νομοθεσία έχει ήδη ενσωματωθεί στην αντίστοιχη ελληνική, ενώ τα πρώτα κτήρια που θα πρέπει να μετατραπούν σε κτήρια σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης είναι τα δημόσια κτήρια. Το πώς όμως οι δημόσιοι φορείς θα έχουν τη δυνατότητα να προβούν σε επενδύσεις ενεργειακής αναβάθμισης των κτηρίων τους στις σημερινές οικονομικές συνθήκες της χώρας αποτελεί ένα θέμα. Ίσως αποτελεί μονόδρομο για την επίτευξη του στόχου αυτού, η σύμπραξη του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα με την κινητοποίηση ιδιωτικών κεφαλαίων μέσω των εταιρειών παροχής ενεργειακών υπηρεσιών. Η έννοια του κτηρίου σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης γίνεται αντιληπτή σαν το κτήριο που έχει μειώσει δραστικά την ενεργειακή του κατανάλωση με τη λήψη διαφόρων μέτρων εξοικονόμησης ενέργειας. Η λίγη ενέργεια που χρησιμοποιεί μπορεί να προέρχεται είτε από ορυκτά καύσιμα ή από ΑΠΕ. Η έννοια του κτηρίου μηδενικών εκπομπών CO2 γίνεται αντιληπτή σαν το κτήριο που δεν χρησιμοποιεί ορυκτά καύσιμα και δεν δημιουργεί εκπομπές CO2 κατά τη λειτουργία του. Εφόσον χρησιμοποιεί όμως ορυκτά καύσιμα θα πρέπει να τα αντισταθμίσει με ΑΠΕ. Το κτήριο μηδενικών εκπομπών CO2 που ασχολείται το προαναφερθέν πρόγραμμα με το κτήριο σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης διαφέρουν στα εξής σημεία:
Α) Για τη δημιουργία κτηρίων σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης απαιτείται η σημαντική μείωση της καταναλισκόμενης ενέργειας σε αυτά. Για τη δημιουργία κτηρίων μηδενικών εκπομπών CO2 δεν είναι απαραίτητη η μείωση της ενεργειακής τους κατανάλωσης.
Β) Σε ένα κτήριο μηδενικών εκπομπών CO2 δεν επιτρέπεται η χρήση ορυκτών καυσίμων ή εφόσον αυτά χρησιμοποιούνται θα πρέπει να αντισταθμίζεται η χρήση τους με τη χρήση ΑΠΕ. Σε ένα κτήριο σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης επιτρέπεται η χρήση ορυκτών καυσίμων.
Πίνακας 1. Διαφορές των “κτηρίων σχεδόν μηδενικής ενεργειακής κατανάλωσης” με τα “κτήρια μηδενικών εκπομπών CO2” όσον αφορά τους επιδιωκόμενους στόχους
Ενα κτήριο δαπανά ενέργεια για την κάλυψη των ποικίλων αναγκών του που περιλαμβάνουν:
Α) Τη θέρμανση και ψύξη του χώρου
Β) Την παραγωγή θερμού νερού
Γ) Το φωτισμό
Δ) Τη λειτουργία διαφόρων ηλεκτρικών συσκευών
Οι επιμέρους ενεργειακές καταναλώσεις εξαρτώνται από τον τύπο του κτηρίου, την περιοχή που βρίσκεται και τη χρήση του. Στην Ελλάδα, μία κατοικία δαπανά ετησίως περισσότερη ενέργεια για τη θέρμανση της, σε σχέση με άλλους τομείς, η οποία μπορεί να φθάσει το 60-80% των ετήσιων ενεργειακών καταναλώσεών της.
Για τη δημιουργία κτηρίων με μηδενικές εκπομπές CO2 λόγω της χρήσης ενέργειας σε αυτά απαιτείται η χρήση διαφόρων ανανεώσιμων ενεργειακών τεχνολογιών για την κάλυψη όλων των ενεργειακών αναγκών τους. Για την Κρήτη, αυτό μπορεί να επιτευχθεί με την αξιοποίηση διαφόρων ΑΠΕ που αφθονούν στο νησί και συγκεκριμένα:
Α) Ηλιακής ενέργειας για την παραγωγή θερμού νερού
Β) Ηλεκτρικής ενέργειας για την παραγωγή ηλεκτρισμού με φωτοβολταϊκά πλαίσια
Γ) Στερεάς βιομάζας με καύση για την παραγωγή θερμότητος
Δ) Αβαθούς γεωθερμίας με τη χρήση αντλιών θερμότητος για την παραγωγή θερμότητος και ψύξης
Τα προαναφερθέντα συστήματα αξιοποίησης των ΑΠΕ μπορεί να εγκατασταθούν είτε επί του κτηρίου ή σε παρακείμενο χώρο αυτού και θα πρέπει να αποτελούν ώριμες και αξιόπιστες τεχνολογίες οι οποίες να είναι ταυτόχρονα και οικονομικές για να μπορούν να είναι ελκυστικές και εφαρμόσιμες όπως φαίνεται στον πίνακα 2. Συνεπώς, η αφθονία των αναφερθέντων ανανεώσιμων ενεργειακών πόρων στην Κρήτη σε συνδυασμό με την ωριμότητα και την οικονομικότητα των τεχνολογιών αξιοποίησης τους, κάνουν δυνατή σήμερα τη δημιουργία κτηρίων με μηδενικές εκπομπές CO2 λόγω της χρήσης ενέργειας στο νησί.
Πίνακας 2. Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν σε κτήρια στην Κρήτη με στόχο να τα μετατρέψουν σε κτήρια μηδενικών εκπομπών CO2
*Ο κ. Γιάννης Βουρδουμπάς διδάσκει ενεργειακή τεχνολογία στο Τ.Ε.Ι. Κρήτης και είναι επιστημονικός συνεργάτης του Μ.Α.Ι.Χ.