Βιότοπος – περιγραφή
Η λατινική ονοµασία του βοτάνου είναι Cuminum cyminum (Κούµινον το κύµινον) και ανήκει στην οικογένεια των Σκιαδανθών. Στη χώρα µας το συναντούµε και µε το όνοµα αρτύσια. Είναι φυτό µονοετές που µπορεί να φτάσει σε ύψος τα 30 εκατοστά. Κατάγεται από την Εγγύς Ανατολή και την Αίγυπτο.
Τα φύλλα του είναι τριχωτά και τα άνθη του έχουν λευκό χρώµα, ενώ µοιάζουν µε εκείνα του κάρβι. Τα άνθη είναι ερµαφρόδιτα (έχουν αρσενικά και θηλυκά όργανα) και επικονιάζονται από τις µέλισσες.
Οι καρποί του έχουν σχήµα δρεπανοειδές, φτάνουν τα 5 χιλιοστά και το σχήµα τους είναι ακριβώς ίδιο µε αυτό του κάρβι. (Carum carvi), το χρώµα τους όµως είναι λίγο πιο ανοιχτό στο συνηθισµένο κύµινο, ενώ στο µαύρο κύµινο το χρώµα των σπόρων είναι σκούρο καφέ-καστανό. Σήµερα το βότανο καλλιεργείται στην Μεσόγειο, στις Ινδίες, την Κίνα και την Κεντρική Αµερική. Το µαύρο κύµινο καλλιεργείται στο Πακιστάν. ∆εν αυτοφύεται στην Ελλάδα, ενώ καλλιεργείται σε µικρή έκταση στη Χίο. Ευδοκιµεί σε περιοχές µε πολύ ήπιο κλίµα και σε χωράφια µέτριας γονιµότητας .
Ιστορικά στοιχεία
Είναι µπαχαρικό γνωστό από την αρχαιότητα. Αναφέρεται σε πινακίδες της Γραµµικής Β που ήταν γνωστή στην Εγγύς Ανατολή το 2000 π.Χ. Το ελληνικό του όνοµα έχει ανατολίτικη καταγωγή. Οι Αιγύπτιοι έβαζαν κύµινο στους τάφους των Φαραώ και το χρησιµοποιούσαν σαν γιατρικό στη θεραπεία πνευµονικών παθήσεων. Οι Ρωµαίοι γνώριζαν τις φαρµακευτικές του ιδιότητες, Ο Θεόφραστος και ο ∆ιοσκουρίδης το περιγράφουν, ενώ αναφέρεται σε κείµενα της Παλαιάς και της Καινής ∆ιαθήκης. Κατά τον Μεσαίωνα ήταν ένα από τα συνηθέστερα καρυκεύµατα, ενώ στη λαϊκή ιατρική χρησιµοποιούσαν το κατάπλασµα από πολτό σπόρων για ανακούφιση της ορχίτιδας και τις χιονίστρες. Το έγχυµα των σπόρων του βοτάνου το χρησιµοποιούσαν για πλύσεις σε πρόβληµα βαρηκοΐας.
Συστατικά – χαρακτήρας
Σε όλα τα βλαστικά όργανα, κυρίως στο περικάρπιο, περιέχει αιθέρια έλαια, όπως η κουµινόλη, στα οποία οφείλεται η µυρουδιά του που γίνεται αισθητή όταν τρίψουµε το φυτό.
Οι σπόροι του βοτάνου περιέχουν αιθέριο έλαιο µε βασικό συστατικό κουµινικές αλδεϋδες, κουµινική αλκοόλη, µυρκίνη, λιµονίνη, πικρές ουσίες, µέταλλα και σταθερό έλαιο.
Οι σπόροι έχουν οσµή δυνατή και ευχάριστη, ενώ έχουν γεύση όξινη, καυστική, διεγερτική και αρωµατική.
Άνθιση – χρησιµοποιούµενα µέρη – συλλογή
Ανθίζει στο τέλος της Άνοιξης και για θεραπευτικούς σκοπούς χρησιµοποιούµε τους σπόρους του βοτάνου. Ο σπόροι συλλέγονται Αύγουστο και Σεπτέµβριο, όταν το φυτό ξεραθεί και πάρουν γκριζοπράσινο χρώµα.
Θεραπευτικές ιδιότητες
και ενδείξεις
Το κύµινο δρα ως καθαρτικό, διουρητικό, ορεκτικό και ευστόµαχο, σπασµολυτικό, εµµηναγωγό, γαλακταγωγό, καρδιοτονωτικό, διεγερτικό και αντιφυσητικό.
Είναι ευεργετικό για το πεπτικό σύστηµα. Ρυθµίζει τη λειτουργία του στοµάχου και των εντέρων και κάνει καλό στη γαστρίτιδα, ιδιαίτερα µε µειωµένη οξύτητα, σπασµούς του στοµάχου, φλεγµονές του λεπτού εντέρου, µετεωρισµό, δυσκοιλιότητα. ∆ρα θετικά ως χολαγωγό µέσο στις ασθένειες της χολής και του πάγκρεας. Το τσάι των σπόρων αυξάνει το γάλα στις θηλάζουσες.
Το αιθέριο έλαιο του βοτάνου ανακουφίζει από τα αέρια του στοµάχου. Το ίδιο αποτέλεσµα έχουµε όταν µασήσουµε τους σπόρους, ενώ λειτουργούν και ως ορεκτικό.
Παρασκευή και δοσολογία
Το έγχυµα του βοτάνου για πλύσεις σε περίπτωση βαρηκοΐας γίνεται µε 2-4 γραµµάρια σπόρους σε 1 λίτρο νερό.
Για προβλήµατα µετεωρισµού, παρασκευάζεται ως αφέψηµα. Βράζουµε για 2 λεπτά ένα κουταλάκι του τσαγιού από τους σπόρους, σβήνουµε τη φωτιά και το αφήνουµε σκεπασµένο για 15 λεπτά και στη συνέχεια σουρώνουµε και πίνουµε 3 φορές την ηµέρα.
Προφυλάξεις
Η χρήση του βοτάνου µπορεί να προκαλέσει υπογλυκαιµία και απαιτείται προσοχή από όσους έχουν πρόβληµα διαβήτη. Να το αποφεύγουν όσοι λαµβάνουν βαρβιτουρικά.