7.4 C
Chania
Κυριακή, 23 Φεβρουαρίου, 2025

Κυμύλη ή Η νήσος των δυνατοτήτων

» Άγης Πετάλας (Εκδόσεις Βιβλιοπωλείο της Εστίας)

Ο Άγης Πετάλας συστήθηκε λογοτεχνικά πριν από δέκα χρόνια σχεδόν µε το βιτριολικά καυστικό και υπέροχα χαµαιλεόντειο Η δύναµη του κύριου ∆* (Αντίποδες, 2015). Η συγκυρία άφησε, ως τα τώρα, αδιάβαστο το πολυσέλιδο Εις την ψυχήν ελπίδα (Εστία, 2018). ∆ύο χρόνια αργότερα, διάβασα το συνεργατικό, µε τον πρόωρα χαµένο, πολυποίκιλα ενδιαφέροντα Κώστα Καλφόπουλο, Όταν έρθει η µέρα που ξέρεις (Εστία, 2020), ένα λογοτεχνικό παιχνίδι µε τον τρόπο των παιδιών, όχι παιδιάστικο, όχι παιχνιδιάρικο και χωρίς σεβασµό, αλλά παιγνιώδες και γοητευτικό. Και λίγο πριν από το περσινό καλοκαίρι κυκλοφόρησε το Κυµύλη ή Η νήσος των δυνατοτήτων.
Ο παραπάνω πρόλογος σκοπό, πέρα από το προφανές της σύστασης, έχει να φανερώσει τα νήµατα µε τα οποία έφτασα αναγνωστικά ως την Κυµύλη, το αιγαιοπελαγίτικο αυτό νησί, το µοναδικό στο οποίο φύεται ένα πυκνό και πλούσιο δάσος, προστατευόµενο από την UNESCO ως παγκόσµιο φυσικό µνηµείο. Ο αφηγητής, που περνούσε τα καλοκαίρια του στον µαγικό εκείνο τόπο, ταξιδεύει στην Ιταλία ώστε να µιλήσει για την Κυµύλη σ’ ένα συνέδριο νησιωτικής κοινωνικής γεωγραφίας. Περιεχόµενο της οµιλίας του θα είναι οι αναφορές µέσα στους αιώνες στον µαγικό εκείνο τόπο στο κέντρο (λίγο πιο δεξιά, λίγο πιο αριστερά, τι σηµασία έχει;) του αρχιπελάγους, ωστόσο, ως είθισται να συµβαίνει, αυτό που τη στιγµή αυτή είναι καινοτόµο και πρωτοπόρο, την επόµενη στιγµή φαντάζει κιόλας παρωχηµένο.
Ήδη, από την πρότερη επαφή µου µε το έργο του Πετάλα, είχα υπόψη µου τον διττό χαρακτήρα της γραφής του, από τη µια, την ικανότητα στον εξεζητηµένο, παλιακό, επίσηµο λόγο, αλλά από την άλλη, ταυτόχρονα, τη ροπή προς το παιγνιώδες. Στους παραπάνω συντελεστές της λογοτεχνικής εξίσωσης, από τις πρώτες κιόλας σελίδες, µια ακόµα ιδιαιτερότητα κάνει την εµφάνισή της, εκείνη της φιλοδοξίας, σε αντιστοιχία πάντοτε µε την ίδια τη γραφή, κάπου, δηλαδή, ανάµεσα στο εξεζητηµένο και το ανάλαφρα παιγνιώδες. Και όπως, πολλάκις έχω επαναλάβει, η φιλοδοξία στη γραφή είναι κάτι που µου ασκεί τεράστια γοητεία, η διάκριση της πρόθεσης να τοποθετηθεί ο πήχης ψηλά, να ξεφύγει από το τετριµµένο και την ασφάλειά του, να δοκιµάσει ο συγγραφέας κορυφές δυσπρόσιτες µε τον κίνδυνο, πάντοτε τον κίνδυνο, να µην τις πατήσει, αλλά προσφέροντας µια γοητευτική διαδροµή ως εκεί. Και η φιλοδοξία εδώ είναι διάχυτη.
Με µεταµοντέρνα αµφίεση ο αφηγητής κινείται ανάµεσα στις παραγράφους της επικείµενης οµιλίας του στο συνέδριο, εκεί όπου η θεωρία και η έρευνα συναντούν την πραγµατική ζωή, το παρελθόν αλλά και τις προκλήσεις του παρόντος, δηµιουργώντας ένα ακόµα ζευγάρι, φαινοµενικά ετερόκλητων, µα στη ζωή διαρκώς παρόντων, στοιχείων, εκείνο του ερευνητή, χωµένου στις βιβλιοθήκες, και του τριγύρω, σαφώς πιο χαοτικού και όχι ελέγξιµου περιβάλλοντος. Αλλά, επίσης, και µένοντας στον ρόλο του ερευνητή, ακόµα ένα ζεύγος εµφανίζεται, το οποίο και µετατρέπεται στην παρούσα αφήγηση, ο ερευνητής που ακολουθεί τα στοιχεία µε µέθοδο και προσοχή αλλά δεν µπορεί ταυτόχρονα να διαφύγει της ίδιας του της φαντασίας, που έρχεται να τοποθετήσει µυριάδες γέφυρες δίνοντας ζωή στα άψυχα και από καιρό νεκρά θραύσµατα σχετικά µε την Κυµύλη, επιτρέποντας στη µυθιστορία να διεισδύσει και να εξαπλωθεί.
Και επειδή η λογοτεχνία κάποιες φορές προηγείται της πραγµατικότητας, λίγο καιρό µόνο αργότερα από την κυκλοφορία της Κυµύλης, ένα άλλο φανταστικό νησί έγινε βάιραλ, µονοπωλώντας µεγάλο µέρος της ψηφιακής κοινότητας, ο λόγος φυσικά για τη διάσηµη Ψίµυθο.
Μέρος της συγγραφικής φιλοδοξίας υπήρξε η πρόθεση να αποδειχτεί λειτουργικό λογοτεχνικά το µυθιστόρηµα αυτό, να µην περιπέσει στο πρόσκαιρο γέλιο που µια φάρσα γεννά, να µην αποδειχτεί όµως και στρυφνό για τον αναγνωστικό ουρανίσκο. Σε τέτοιες απόπειρες γραφής, πάντοτε µου έρχεται κατά νου ο Περέκ, όχι ως µέτρο σύγκρισης, αλλά ως µια εκλεκτή συγγένεια και χαρακτηριστικότερο όλων παράδειγµα περί γραφής µε τον τρόπο που τα παιδιά παίζουν, τη φαντασία στο φουλ αλλά και τη σοβαρότητα παρούσα. Γιατί, δεν είναι κάποια πρωτοτυπία αυτό που θα πω, το κωµικό ή σατιρικό στην τέχνη, ακόµα και το πλέον ελάχιστο ψήγµα του, είναι ικανό να ανατινάξει όλη την επιθυµητή κατασκευή σε γελοία κοµµάτια, σε διάσπαρτα καρέ απλής αυτοϊκανοποίησης του επίδοξου δηµιουργού.
Ο Πετάλας τα καταφέρνει περίφηµα ίσως γιατί δεν χρησιµοποιεί την Κυµύλη ως όχηµα για να σατιρίσει ή να πολιτικολογήσει, κάτι που θα είχε ως αποτέλεσµα η νήσος να µετακινηθεί εκτός του κέντρου εστίασης. Και εδώ η Κυµύλη είναι και παραµένει στο επίκεντρο, εξ αυτής και εκ της συνύπαρξής της µε τον, πέρα από τη θάλασσα που την περιβάλλει, κόσµο, εκπορεύονται τα πάντα. Η φαντασία, οργιώδης και χρηστική, δεν εξαντλείται στην πρόσκαιρη λάµψη της πρώτης ιδέας, εκείνης που γέννησε την Κυµύλη και την τοποθέτησε ως έναν τόπο δυνατοτήτων στη µέση του πελάγους, ούτε από τη δεύτερη, εκείνη του αφηγητή που φέρεται να είναι ειδικός σ’ αυτόν τον τόπο. Γιατί τέτοιες ιδέες, οι παραπάνω αλλά και άλλες ίσως µεµονωµένες, όσο πρωτότυπες ή υποσχόµενες και αν είναι, δύσκολα αποδεικνύονται αρκετές για να υψωθεί και να ισορροπήσει πάνω τους το σύνολο της κατασκευής.
Και αν η φιλοδοξία είναι ένα ζητούµενο, η εξυπνάδα του αφηγητή, του συγγραφέα κατά προέκταση, είναι επίσης καλοδεχούµενη. Στο έργο του Πετάλα η εξυπνάδα αποδεικνύεται ο πλέον πιστός υπηρέτης της φαντασίας, εκείνη που της δίνει τον χώρο αλλά δεν την αφήνει να χαωθεί, εκείνη που επιτρέπει στον συγγραφέα να διακρίνει καθαρά τη νήσο των δυνατοτήτων,  εκείνη που επιβάλλει σκύψιµο ξανά και ξανά πάνω από το κείµενο, που δεν αφήνει το βλέµµα να θαµπωθεί από τις πρώτες κιόλας απόπειρες αλλά να δείξει την απαραίτητη υποµονή, που θα επιτρέψει στο µυθιστόρηµα να µην ξεφτίσει µετά τον αρχικό ενθουσιασµό, αλλά να λειτουργήσει πολυεπίπεδα.
Η τεχνοτροπία της κατασκευής, η καταφυγή στο δοκίµιο και την έρευνα, προσφέρει γόνιµο έδαφος ώστε περισσότερα του ενός επίπεδα να ενταχθούν οµαλά και να αναπτυχθούν χωρίς να βαραίνουν ή να αποπροσανατολίζουν το ταξίδι του αφηγητή µέχρι το πόντιουµ από το οποίο θα εκφωνήσει την οµιλία του. Γιατί σ’ ένα συνέδριο νησιωτικής κοινωνικής γεωγραφίας, όποια και αν είναι η άποψη του καθενός για συνέδρια όπως αυτό, δεν µπορεί παρά να λείπει ένας γενικότερος προβληµατισµός γύρω από την πολυποίκιλη βιωσιµότητα γαιών καταµεσής της θάλασσας, αποµονωµένων από τα κέντρα αποφάσεων, απειλούµενα από την κλιµατική αλλαγή και τη µετατροπή της οικονοµίας σε παροχή υπηρεσιών, όπως καλή ή κακή ώρα ο τουρισµός, και τα λοιπά και τα λοιπά.
Απολαυστικό µυθιστόρηµα που δεν αναλώνεται απλώς και µόνο στην ευφάνταστη πρώτη ύλη ή την παιγνιώδη ανάπτυξή του. Φιλόδοξο και πετυχηµένο.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα