«Ὅστις θέλει ὁπίσω µου ἀκολουθεῖν,
ἀπαρνησάσθω ἑαυτόν
καί ἀράτω τόν σταυρόν αὐτοῦ
καί ἀκολουθήτω µοι».
Μάρκ. 8, 34.
Η τρίτη Κυριακή των Νηστειών, ονοµάζεται Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως και εορτάζεται κάθε χρόνο 28 ηµέρες πριν το Άγιο Πάσχα.
Τι ακριβώς σηµαίνει, όµως, και τι γιορτάζουµε αυτήν την ηµέρα;
Η Εκκλησία, την Γ´ Κυριακή των Νηστειών, γνωστή ως Κυριακή της Σταυροπροσκύνησης, προβάλει στους πιστούς της τον Τίµιο Σταυρό και τούς καλεί να τον προσκυνήσουν για να λάβουν δύναµη και να συνεχίσουν τον αγώνα τους µέχρι να φθάσουν την µεγάλη εορτή της λαµπροφόρου Αναστάσεως. ∆ύο ακόµη φορές κατά τη διάρκεια του έτους η Εκκλησία προβάλει τον Τίµιο Σταυρό. Την 14η Σεπτεµβρίου και την 1η Αυγούστου, όµως οι περιπτώσεις αυτές είναι συνδεδεµένες µε ιστορικά γεγονότα σχετιζόµενα µε το Σταυρό, ενώ η σηµερινή εορτή έρχεται να διακηρύξει το λυτρωτικό ρόλο του Σταυρού στο µυστήριο της σωτηρίας µας και να µας προετοιµάσει για τη Μεγάλη Παρασκευή.
Στις Ιερές Ακολουθίες, µάλιστα, πού θα τελεσθούν τις επόµενες ηµέρες, εντείνονται οι αναφορές στο πάθος και στο Σταυρό του Κυρίου. Κι αυτό έχει µεγάλη θεολογική και πνευµατική σηµασία, γιατί έτσι ερµηνεύεται και φανερώνεται όλο το νόηµα της ευλογηµένης αυτής περιόδου, αφού ολόκληρη η Σαρακοστή είναι αφιερωµένη στον πόνο και το πάθος Του Χριστού, ο οποίος εκουσίως πορεύθηκε προς τη σταυρική θυσία.
Ο Τίµιος Σταυρός είναι το σύµβολο εκείνο, το οποίο έχει ταυτιστεί µε τον Χριστιανισµό σε κάθε γωνιά του Πλανήτη µας. Ανεξάρτητα από το αν κάποιος είναι χριστιανός ή όχι, ανεξάρτητα από το αν βρίσκεται στην Ινδία ή την Αφρική, στους ψυχρούς πόλους της Γης ή στις τροπικές ζώνες της, µε το που βλέπει το σηµείο του Σταυρού το πρώτο πράγµα που έρχεται στη σκέψη του είναι ο Χριστός, του οποίου το σώµα απλώθηκε και το αίµα χύθηκε πάνω σ᾽ αυτόν. Και παρόλο που ένα µεγάλο µέρος της ανθρωπότητας δεν ενστερνίζεται την χριστιανική πίστη, η παρουσία του Χριστού γίνεται υπαρκτή και ορατή σε όλο τον κόσµο διά του Σταυρού, που αποτελεί απόδειξη του πάθους του Θεανθρώπου και µαρτυρία της σταυρικής Του θυσίας.
Ο Σταυρός είναι σύµβολο κακουχίας, πάθους, ταπείνωσης, αδικίας και θανάτου, για το Χριστό, παράλληλα όµως και για κάθε άνθρωπο που επιθυµεί να εναρµονίζει τη ζωή του µε το Χριστό και το Ιερό του Ευαγγέλιο. «Ὁ πόνος θα λείψει στην άλλη ζωή, εκεί που δεν υπάρχει θλίψη και στεναγµός αλλά ζωή ατελεύτητη, κατά την ιερή υµνολογία µας. Τότε θα εξαλείψει ο Θεός τα δάκρυα, γιατί δεν θα υπάρχει θάνατος, θα αφανήσει το πένθος, την κραυγή και τον πόνο κι όλα θα είναι καινούργια κατά το τελευταίο βιβλίο της Αγίας Γραφής την Αποκάλυψη».
Σ’ αυτή τη ζωή όµως που ζούµε ο πόνος αποτελεί αναπόφευκτη εµπειρία για όλους τούς ανθρώπους. Και παρ᾽ ότι ο πόνος, η θλίψη, η ασθένεια, η δοκιµασία, κατά την Ορθόδοξη Θεολογία, είναι στοιχειά ανώτερα και από τα τάλαντα, δηλαδή τα χαρίσµατα τα οποία δίνει ο Θεός, εν τούτοις οι άνθρωποι της σηµερινής υπερκαταναλωτικής, φιλόϋλης και ταραγµένης εποχής µας αποστρέφονται τον πόνο και µισούν την ασθένεια, ενώ αγαπούν το άµοχθο, το άκοπο, το εύκολο και το αβίαστο.
«Η εποχή µας είναι η πρώτη πονεµένη. Επαιτεί και ζητά εναγωνίως την αλήθεια και το φως, τον προσανατολισµό, το νόηµα και το σκοπό. Άβουλη κι αµήχανη αναζητά την άνεση. Μια ζωή δίχως αξία και σηµασία καταντά δραµατική και παράλογη». Είναι γεγονός πώς, αν γνωρίζαµε το κέρδος και το όφελος των µεγάλων πόνων της ζωής µας, σίγουρα θα θέλαµε να αποφέρουµε συνέχεια. Μάλιστα οι γνωστοί χώροι των µεγάλων πόνων, τα νοσοκοµεία, τα άσυλα, τα σωφρονιστήρια, τα ψυχιατρεία, τα γηροκοµεία, τα ορφανοτροφεία, τα κοιµητήρια, θα ήταν στη συνείδησή µας τόποι ιεροί, χώροι ευλογίας, τόποι καθόδου Του Θεού και ανόδου του ανθρώπου.
Κατά ένα παράδοξο τρόπο, ἡ δυστυχία του πόνου και της αρρώστιας κρύβει µια απέραντη ευτυχία, η οποία, αν ανακαλυφθεί, θα γεµίσει µε χαρά τη ζωή µας. Γι’ αυτό στην Ορθόδοξη Εκκλησία όταν αναφερόµαστε στον πόνο και στην ασθένεια, είναι καλύτερα να µιλούµε «για το µυστήριο του πόνου». «∆εν είναι εύκολη η πραγµατική προσέγγιση του πόνου. Ο πόνος αποτελεί µυστήριο σκανδαλώδες. Ο πόνος για τον αποµονωµένο είναι ο χειρότερος εχθρός, είναι δεσµά φυλακής. Τη σηµασία του θα την αγνοούµε µέχρι να ταπεινωθούµε. Το µυστήριο πάντα καλύπτεται από σιωπή. ∆εν αποκαλύπτεται στους επιπόλαιους, πρόχειρους και περίεργους. Εδώ τελεσιουργείται η σιωπή Του Θεού και η σιωπή του ανθρώπου.
Μακάριος και ευτυχισµένος είναι όποιος ειρηνεύει κι ησυχάζει εντός αυτής της ιερής ησυχίας. Αν ο άνθρωπος δεν επιτρέπει να καλλιεργηθούν στον αγρό του αγκάθια αποριών προκλητικών, παράπονα µεµψιµοιρίας, λόγια αυθάδη και αυθαίρετα, είναι πάλι ευλογηµένος και ευτυχισµένος. Η σιωπή γίνεται προσευχή δίχως λόγια, αφού αυτά έχουν φθαρεί, δίχως δάκρυα, αφού αυτά έχουν στερέψει, δίχως κινήσεις, αφού αυτές έχουν εξαντληθεί, ενώπιον του τιµίου Σταυρού του Χριστού. Όταν φιλοσοφούµε την αρρώστια και τον πόνο µαθαίνουµε ότι τελικά υπάρχει κάποιο νόηµα, που υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική και το φυσικό νόµο.
Αυτό το µυστικό νόηµα του πόνου του σταυρού, µας καλεί να κατανοήσουµε η Εκκλησία µας επιχειρώντας να µας ενώσει µε τον Χριστό. Η αγάπη του Θεού όρισε το Χριστό ως αντιπρόσωπο µας. Εκείνο πού έπρεπε να πάθουµε εµείς ως αµαρτωλοί, το έπαθε εκείνος. Αντί ηµών και υπέρ ηµών σταυρώθηκε και έχυσε το τίµιο του αίµα ό Χριστός. Αύτη είναι ή ουσία του σταυρού, το µυστήριο των µυστηρίων. Χωρίς τη θυσία του Χριστού, δεν µπορούµε να ξοφλήσουµε ούτε µια αµαρτία. Εάν ήταν σε θέση ο άνθρωπος να το επιτύχει αυτό µόνος του, δεν θα ερχόταν ό Χριστός να σταυρωθεί επί του ξύλου του σταυρού. Οι αµαρτίες συγχωρούνται «εν τω αίµατι του Αρνίου» του «εσφαγµένου» (Απ. 7,14′ 13,8). Ιδού, λοιπόν, το µυστήριο του σταυρού. Αυτό είναι η πιο µεγάλη απόδειξη ότι ο Θεός µας αγαπά. «Ούτως ήγαπησεν ό Θεός τον κόσµον, ώστε τον υιόν αυτού τον µονογενή έδωκεν, ίνα πάς ο πιστεύων εις αυτόν µη απόληται, άλλ’ έχηζωήν αιώνιον» (Ίωάν. 3,16).
Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο σταυρό δεν είναι αποτυχία, που αποκαταστάθηκε κάπως µετά την Ανάσταση.
Ο θάνατος του Χριστού πάνω στο σταυρό είναι µια νίκη. Ο σταυρός µας δείχνει µιαν αγάπη που είναι δυνατή σαν το θάνατο και περισσότερο από αυτόν, µια αγάπη ακόµα πιο δυνατή κι από τον Άδη. Γιατί µε τον σταυρικό του θάνατο ο Χριστός κατέστρεψε το θάνατο και την ισχύ του «θανάτω θάνατον πατήσας». Αλλά αυτός ο σταυρικός θάνατος είναι πράγµατι, όπως τον περιγράφει η θεία λειτουργία του Μ. Βασιλείου, ένας «ζωοποιός θάνατος». Ο Χριστός πάσχει ως άνθρωπος, αλλά ανασταίνεται ως Θεός, εγείροντας µαζί και την πεπτωκυία ανθρώπινη φύση. Βρισκόµαστε στην κατάσταση της ωραιότερης προσευχής. Ο πόνος γίνεται δάσκαλος και µας µαθαίνει πως να προσευχόµαστε αληθινά.
Να θυµώµαστε τον Απόστολο Παύλο που έλεγε «Νύν χαίρω εν τοις παθήµασί µου» και να τα αντιµετωπίζουµε όλα µε αγάπη, µε καλοσύνη, µε πραότητα, µε υποµονή, µε ταπείνωση. Η στεναχώρια δείχνει ότι δεν εµπιστευόµαστε τη ζωή µας στο Χριστό. Όλα τα δυσάρεστα που µένουν µέσα στην ψυχή και φέρνουν άγχος µπορούν να µεταποιηθούν σε αιτίες για δοξολογία του Θεού και να παύσουν να µας καταπονούν. Να έχουµε λοιπόν εµπιστοσύνη στο Θεό και να αφηνόµαστε µε ελπίδα και πίστη στη χάρη Του και στο έλεός Του. Η θλίψη και ο πόνος έχουν µέσα τους χαρά, την οποία µπορούµε να ανακαλύψουµε µόνο µε τη βοήθεια του Θεού, του οποίου την βοήθεια δια πρεσβειών της Παναγίας µας πρέπει να επικαλούµαστε.
Η προσευχή προς την Παναγία µας, από το Ιερό Θεοτοκάριο, ας γίνει τρόπος ζωής και εµπειρία για όλους µας: «Στρέψον τον κοπετόν εις χαράν, εις ευθυµίαν δε το πένθος µετάβαλε, τον θρήνον εις ευφροσύνην και αγαλλίασιν νυν, Θεοτόκε µόνη παντευλόγητε».
*Αρχιµανδρίτης του Οικουµενικού Θρόνου, π. Μελχισεδέκ Αµπελικάκης εφηµέριος Στερνών