«Η εορτή των εορτών» για τη Χριστιανοσύνη είναι η Ανάσταση του Κυρίου.
«Πάσχα» στα Εβραϊκά σημαίνει: διάβαση, πέρασμα. Είναι εβραϊκή γιορτή εις ανάμνηση της Εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτο, της θαυματουργού διαβάσεως της Ερυθράς Θάλασσας υπό τον Μωυσή και της σωτηρίας τους από τη δουλεία του Φαραώ. Για τους Χριστιανούς σημαίνει τη λύτρωση από την αμαρτία και το πέρασμα από τον θάνατο στη ζωή.
Ο Χριστός θυσιάστηκε την ημέρα του εβραϊκού Πάσχα, που εκείνο το έτος έτυχε Σάββατο και αναστήθηκε μετά το Σάββατο, «τη μιά των σαββάτων», δηλαδή την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, που γι’ αυτό το λόγο ονομάστηκε Κυριακή.
Στις εκκλησίες, από τις 11 το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου, τελείται η ακολουθία της παννυχίδος, ο όρθρος και η λειτουργία του Πάσχα. Τα πρώτα λεπτά της Κυριακής του Πάσχα, αμέσως μόλις ο ιερέας εκφωνήσει το «Χριστός Ανέστη!», ο τόπος σείεται από τα βεγγαλικά, τις κροτίδες, ενώ δεν λείπουν οι πυροβολισμοί στον αέρα («μπαλωθιές»). Νωρίτερα, οι πιστοί ανάβουν τις λαμπάδες τους με το Άγιο Φως, μετά την πρόσκληση του ιερέα «Δεύτε λάβετε φως». Τα δύο αυτά εκκλησιαστιά γεγονότα συγκροτούν την «Τελετή της Αναστάσεως». Διαβάζεται περικοπή απο το Ευαγγέλιο του Μάρκου (ιστ’ 1-8), που αναφέρεται στην Ανάσταση του Κυρίου.
Το απόγευμα της Κυριακής τελείται στις εκκλησίες ο «Εσπερινός της Αγάπης» ή Δεύτερη Ανάσταση (σε πολλούς ναούς τελείται το πρωί). Λέγεται έτσι, διότι οι Χριστιανοί παλαιότερα αντάλλασσαν μεταξύ τους το Φιλί της Αγάπης. Διαβάζεται περικοπή από το Ευαγγέλιο του Ιωάννη (κ19-25), που αναφέρεται στην εμφάνιση του Χριστού μετά την Ανάστασή του στους μαθητές του. Ο Θωμάς, που δεν ήταν παρών δεν πείθεται για το γεγονός και ζητά αποδείξεις. Το Ευαγγέλιο αυτό, όπου είναι δυνατό -η Μητρόπολη των Αθηνών είναι μία από τις εκκλησίες- διαβάζεται σε πολλές ξένες γλώσσες.
Έθιμα
Όπως αναφέρει το sansimera.gr οι θόρυβοι (βεγγαλικά, κροτίδες, μπαλωθιές) και το φως είναι τα δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της Ανάστασης για τους λαογράφους. Το στοιχείο των θορύβων συσχετίζεται με τη διαδεδομένη στους λαούς δοξασία ότι τα βλαβερά και δαιμονικά πνεύματα διώχνονται με τους εκφοβιστικούς κρότους, ενώ στο φως της Αναστάσεως «αποδίδεται δύναμις, όχι μόνο αποτρεπτική των κακών, αλλά και γονιμοποιός» (Μέγας).
Μετά τη Λειτουργία, οι πιστοί μεταφέρουν το Άγιο Φως στο σπίτι τους. Στην εξώθυρα κάνουν το σημάδι του σταυρού με τον καπνό του κεριού στο πάνω μέρος της πόρτας και μετά ανάβουν το καντήλι που έχουν στα εικονίσματα του σπιτιού και φροντίζουν να το κρατούν αναμμένο όλο το χρόνο για να το ανανεώσουν και πάλι την επόμενη Ανάσταση. Παλαιότερα (και ίσως και σήμερα σε κάποιες περιοχές) τσουρούφλιζαν με καινούργιο φως τα στείρα ζώα και τα άκαρπα δέντρα για να τους μεταδώσουν τη γονιμότητα.
Στο πασχαλινό τραπέζι κυριαρχεί η μαγειρίτσα, το ψητό αρνί, το κόκκινο αυγό και το λαμπρόψωμο ή λαμπροκουλούρα. Το τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών συμβολιζει τη γέννηση. Όπως σπάει το τσόφλι και βγαίνει μία νέα ύπαρξη στο φως, έτσι για τους χριστιανούς συμβολίζει την Ανάσταση του Χριστού.
Ονομαστό είναι το Ρουμελιώτικο Πάσχα, με επίκεντρο τη Λιβαδειά, το Πάσχα της Τρίπολης, ενώ κάθε περιοχή με έντονο το κτηνοτροφικό στοιχείο γιορτάζει με ξεχωριστό τρόπο την ημέρα του Πάσχα. Η σχετική παράδοση προέρχεται από το Εβραϊκό Πάσχα, όπου οι πιστοί θυσίαζαν ένα αρνί και στη συνέχεια το έτρωγαν. Το ψήσιμο ή το σούβλισμα του αρνιού είναι μία διαδεδομένη συνήθεια σε όλο τον βαλκανικό χριστιανικό κόσμο.
Την Κυριακή του Πάσχα η Λιβαδειά είναι σκεπασμένη από ένα σύννεφο καπνού και η «τσίκνα» απλώνεται και πέρα από την πόλη, καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Οι κάτοικοι μένουν σχεδόν άγρυπνοι για να φτιάξουν τον «λάκκο» και προτού ακόμη ξημερώσει έχουν ετοιμάσει το σημείο και τον σωρό με τα κλαδιά. Ο μεγαλύτερος της οικογένειας ή της παρέας κάνει τον σταυρό του και ανάβει τη φωτιά με τη λαμπάδα της Ανάστασης. Με αρκετή υπομονή, ραντίσματα νερού και χτυπήματα στα φλεγόμενα κλαδιά, η θράκα ετοιμάζεται και μπαίνουν πάνω τα αρνιά. Το ψήσιμο και το γλέντι κρατούν μέχρι αργά το απόγευμα, συνοδεία τοπικής μουσικής και άφθονου κρασιού. Στον δημοτικό «λάκκο», που στήνεται στην περιοχή της Κρύας, προσφέρονται δωρεάν σουβλιστό αρνί, μεζέδες και κρασί στους επισκέπτες και στους παρευρισκόμενους, ενώ συμμετέχουν παραδοσιακά χορευτικά συγκροτήματα.
Στην Υπάτη της Φθιώτιδας, οι εκδηλώσεις το Πάσχα έχουν ως επίκεντρο το προαύλιο του ναού του Αγίου Νικολάου, όπου κάθε χρόνο συγκεντρώνονται ντόπιοι και ξένοι για να χορέψουν στους ρυθμούς της ελληνικής δημοτικής παράδοσης. Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα μετά την Αγάπη ξεκινούν εκδηλώσεις με έθιμα με ιστορία χρόνων, ενώ στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Νικολάου, ο παπάς σέρνει τον αναστάσιμο χορό, ψάλλοντας το «Χριστός Ανέστη». Κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, σύσσωμος ο λαός της Υπάτης, αλλά και της ευρύτερης περιοχής αναβιώνει και κρατάει ζωντανό αυτό το έθιμο. Ακολουθεί λαϊκό πανηγύρι στην πλατεία με άφθονο κρασί και ντόπια ψητά.
Στην Αμυγδαλιά Δωρίδας την Κυριακή του Πάσχα, όταν βγαίνουν στο προαύλιο της Εκκλησίας, πιάνονται σε χορό μόνο οι άντρες και σύμφωνα με το έθιμο, προπαντός οι πιο σεβάσμιοι, φέρνουν γύρω την εκκλησία τρεις φορές και στη συνέχεια κατεβαίνουν χορεύοντας στην πλατεία. Τον χορό παλιά ξεκινούσε πρώτα ο παπάς τραγουδώντας το τραγούδι «Σαράντα δυο Τουρκόπουλα…»
Στο Λεωνίδιο Αρκαδίας, το βράδυ της Ανάστασης γεμίζει ο ουρανός από φωτεινά «αερόστατα», τα οποία ανυψώνονται από τους πιστούς κάθε ενορίας, ενώ στη Χίο, ο ρουκετοπόλεμος είναι ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην τουρκική κατοχή και τα τελευταία χρόνια προσελκύει το ενδιαφέρον των μεγάλων διεθνών μέσων ενημέρωσης.
Στην Καλαμάτα και τη γειτονική Μεσσήνη, το απόγευμα της ημέρας του Πάσχα αναβιώνει το έθιμο του σαϊτοπόλεμου, που πηγάζει από τους απελευθερωτικούς αγώνες του 1821. Τα διαγωνιζόμενα «μπουλούκια», με παραδοσιακές ενδυμασίες και οπλισμένα με σαΐτες, δηλαδή με χαρτονένιους σωλήνες γεμάτους μπαρούτι, επιδίδονται σε σαϊτοπόλεμο. Η ομάδα που ξεχωρίζει, βραβεύεται.
Στην Κύθνο αναβιώνει το έθιμο της κούνιας. Στην κεντρική πλατεία στήνεται μια κούνια, στην οποία κουνιούνται εναλλάξ αγόρια και κορίτσια, ντυμένα με παραδοσιακές στολές. Σύμφωνα με το έθιμο, όποιο αγόρι κουνήσει ένα κορίτσι και το αντίθετο, δεσμεύεται ενώπιων Θεού και ανθρώπων, για γάμο.
Στην Κέρκυρα, η Αναστάσιμη Ακολουθία τελείται στο πάλκο της Πάνω Πλατείας. Η πομπή έρχεται από τη γειτονική εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, με τη συμμετοχή του Μητροπολίτη, των Αρχών, των Φιλαρμονικών και χιλιάδων κόσμου. Φαντασμαγορικό και μοναδικό θέαμα, όλα τα παράθυρα και τα μπαλκόνια των γύρω εξαόροφων σπιτιών ανοιχτά με κεράκια αναμμένα, ενώ σύνθεση μεγαλειώδους εικόνας είναι η πλατεία φωτισμένη από τις χιλιάδες λαμπάδες των πιστών, που παρακολουθούν την τελετή της Αναστάσεως στη μεγαλύτερη πλατεία της Ελλάδας. Η Ανάσταση γίνεται με τυμπανοκρουσίες, βεγγαλικά και πυροτεχνήματα. Οι μπάντες, μόλις τελειώσει η Ανάσταση, τριγυρνούν την πόλη παίζοντας εύθυμα εμβατήρια και ο κόσμος τρέχει ξοπίσω τους τραγουδώντας. Το γλέντι έχει μόλις αρχίσει και θα διαρκέσει μέχρι το πρωί, με τσιλίχουρδα (τοπική μαγειρίτσα), κόκκινα αυγά, φογάτσες, κολομπίνες (βενετσιάνικης προέλευσης χριστόψωμα σε σχήμα περιστεριού) και πολύ κρασί. Από τις 7 το πρωί κάθε εκκλησία, όπως συμβαίνει και με τους Επιταφίους, κάνει περιφορά της Ανάστασης στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, με Φιλαρμονικές, σχολεία, προσκόπους, χορωδίες. Στην Κέρκυρα, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ελλάδα, το σούβλισμα του αρνιού τη Λαμπρή εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια και δεν αποτελεί μέρος της παράδοσής της. Οι Κερκυραίοι το μεσημέρι της Λαμπρής τρώνε σούπα αυγολέμονο με 2-3 κρεατικά και αφήνουν τον οβελία για τη Δεύτερη μέρα του Πάσχα. Αυτό γίνεται διότι το στομάχι είναι αποδυναμωμένο από την πολυήμερη νηστεία και μια σούπα το βοηθά να ανακάμψει.
Στη Νάξο, στο πασχαλινό τραπέζι ξεχωρίζει το παραδοσιακό «μπατούδο», κατσικάκι γεμιστό με εντόσθια, λαχανικά, ρύζι, αυγά και τυρί ψημένο στο φούρνο.
Στην Κω, ενώ οι μεγάλοι ασχολούνται με τις πασχαλινές δουλειές και τον εκκλησιασμό, τα παιδιά προετοιμάζονται για την Ανάσταση. Παίρνουν μεγάλα κλειδιά από εκείνα που είχαν οι παλιές κλειδαριές, δένουν με ένα σχοινί το κλειδί με μπαρούτι και βάζουν το καρφί στην τρύπα του κλειδιού, το βράδυ της Ανάστασης το χτυπούν δυνατά στον τοίχο για να εκπυρσοκροτήσει. Άλλοι κόβουν μακριές λωρίδες χαρτιού, βάζουν στην άκρη της κάθε λωρίδας μπαρούτι κι ένα φιτίλι, την τυλίγουν τριγωνικά, ώστε να προεξέχει το φιτίλι που το ανάβουν την ώρα που ο παπάς λέει το «Χριστός Ανέστη».
Στη Μύκονο, την απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα οι κάτοικοι καίνε τον «Ιούδα» στην πλατεία του νησιού.
Στον Τυρό Αρκαδίας, τη νύχτα της Ανάστασης τα παιδιά ρίχνουν στη θάλασσα χιλιάδες κεριά, που συμβολίζουν τις χαμένες ψυχές των Τσακώνων ναυτικών και ψαράδων. Την Κυριακή του Πάσχα διοργανώνεται τσακώνικο γλέντι στην κεντρική πλατεία, με αρνιά, κρασί και χορό, ενώ διαβάζεται το Ευαγγέλιο στην τσακώνικη διάλεκτο.
Στην Αμοργό, το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, οι νέοι συγκεντρώνονται στα προαύλια των εκκλησιών και συμμετέχουν σε ομαδικά παραδοσιακά παιχνίδια.
Στην Άνδρο το βράδυ της Ανάστασης οι νέοι τοποθετούν σιδερένιους σωλήνες στο χώμα, τους γεμίζουν με μπαρούτι και τους πυροδοτούν. Την ημέρα της Ανάστασης τρώνε τον παραδοσιακό «λαμπριάτη», ψητό αρνί ή κατσίκι στο φούρνο γεμιστό με λαχανικά. Στην Παλαιόπολη, στο Κόρθι και σε άλλα χωριά το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα παίζουν στο δρόμο τα «τσούνια», παραδοσιακό παιχνίδι που μοιάζει με το μπόουλινγκ. Το ίδιο παιγνίδι παίζεται και στη Σχοινούσα, με την ονομασία «μπίλιοι».
Στη Μήλο, την Κυριακή του Πάσχα πραγματοποιείται το «κάψιμο του Ιούδα», έθιμο που έχει τις ρίζες του στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Την ίδια μέρα λαμβάνει χώρα το έθιμο του «μπαρουτιού» στις αυλές των εκκλησιών του Αγίου Σπυρίδωνα (Τριοβάσαλος) και του Αγίου Γεώργιου (Πέρα Τριοβασάλος).
Στη Σαντορίνη, μετά την Ανάσταση όλοι, με μια «κουτσούνα» κι ένα κόκκινο αυγό, πάνε στα σπίτια τους για να φάνε τα «σγαρδούμια». Την Κυριακή του Πάσχα σε αρκετά χωριά του νησιού γίνεται το λαϊκό δικαστήριο του «Οβραίου» (πάνινο ομοίωμα ανθρώπου), ο οποίος καταδικάζεται σε θάνατο, κρεμιέται και καίγεται από τους κατοίκους με αυτοσχέδια δυναμιτάκια και βαρελότα. Στο Εμπορείο οι κάτοικοι βγαίνουν στους δρόμους χτυπώντας μεταλλικά αντικείμενα, ώστε να ξορκίσουν το «κακό».
Στη Σίφνο, το πασχαλιάτικο αρνί ψήνεται στο «μαστέλο» (πήλινο δοχείο) με άνηθο και ντόπιο κόκκινο κρασί. Στο εορταστικό τραπέζι θα βρούμε, επίσης, τη σπιτική ξινομυζήθρα και τη μελόπιτα, ένα τοπικό γλύκισμα από μέλι, μυζήθρα και αυγά. Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα στην κεντρική πλατεία της Απολλωνίας οργανώνεται από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Σίφνου το κάψιμο του Ιούδα. Σε ορισμένα χωριά γίνονται «τα τσούνια», ένα παιχνίδι ανά ζεύγη, όπου με μια ξύλινη μπάλα οι παίκτες επιχειρούν να ρίξουν κάτω τα εννιά ξύλινα «τσούνια».
Στο Άγιο Όρος, το πρωί της Κυριακής, το πασχαλινό τραπέζι προβλέπει ψαρόσουπα και ψάρι, ενώ το μεσημέρι οι μοναχοί ψέλνουν την Ακολουθία της Αγάπης σε εφτά γλώσσες.
Ένα ξεχασμένο Πασχαλιάτικο έθιμο σε όλη την Ήπειρο από την εποχή του Αλή-Πασά, ήταν «τα φωτίκια», τα δώρα που έκανα οι ανάδοχοι στα βαφτιστήρια τους, όταν έφταναν στην ηλικία των 8 έως 12 ετών. Το «φωτίκι», ήταν ένα χάλκινο σκεύος, ταψί, κατσαρόλα, κανάτα, ανάλογα με τη δυνατότητα την οικονομική της κάθε οικογένειας. Σε όλα τα χάλκινα σκεύη, ο τεχνίτης χάραζε τα αρχικά γράμματα του ονόματος του κάθε ιδιοκτήτη και την ημερομηνία που έγινε το δώρο.
Το κάψιμο του Ιούδα στη μέση της λίμνης του Αγίου Νικολάου, το βράδυ της Ανάστασης, αποτελεί ένα έθιμο το οποίο είναι ταυτισμένο με την περιοχή και που κάθε χρόνο συγκεντρώνει όχι μόνο τους ντόπιους αλλά και τους επισκέπτες της περιοχής, γύρω από την ειδυλλιακή λίμνη του Ηρακλείου Κρήτης. Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου νέοι που έχουν μαζέψει κλαδιά, φτιάχνουν μια αυτοσχέδια πλωτή βάση σαν σχεδία και σε αυτήν τοποθετούν την αγχόνη, από την οποία κρέμεται το ομοίωμα του Ιούδα. Η σχεδία, με τη βοήθεια κάποιου βαρκάρη μεταφέρεται στο κέντρο της λίμνης και η φωτιά φτάνει από την κορυφή του υψώματος, με τη βοήθεια σχοινιών που επιπλέον κρατούν σταθερή την κατασκευή. Ο κόσμος γύρω από τη λίμνη με αναμμένα τα κεριά της Ανάστασης, μοιράζεται το αναστάσιμο μήνυμα και ανταλλάσσει ευχές με γνωστούς αλλά και επισκέπτες. Με το έθιμο αυτό ανοίγει κάθε χρόνο η τουριστική περίοδος στην περιοχή.
Στα χωριά της δυτικής Φθιώτιδας τη νύχτα της Ανάστασης, ένας επίτροπος της εκκλησίας παίρνει μια σκλίδα (καλάμι από βρίζα) αγιασμένη από τον αγιασμό των Φώτων, ανεβαίνει στο καμπαναριό ψηλά και την ανάβει για να προφυλαχθεί ολόκληρη η περιοχή από το χαλάζι. Το φως της Ανάστασης, από το αγιασμένο από τα Φώτα καλάμι, έχει τη δύναμη να προστατεύσει ολόκληρη την περιοχή που θα φωτίσει.
Στην Κοζάνη, το «Χριστός Ανέστη», πολλοί κάτοικοι θα το ψάλλουν στο νεκροταφείο του Αγίου Γεωργίου, που είναι το μεγαλύτερο νεκροταφείο της πόλης. Πρόκειται για μια θρησκευτική συνήθεια που έχει αντέξει στον χρόνο και που παρ’ όλες τις σύγχρονες διαστάσεις και μοντερνισμούς της ζωής, έχει καταφέρει να παραμείνει λιτή και με συμβολικό περιεχόμενο. Τα μέλη κάθε οικογένειας συγκεντρώνονται γύρω από τα μνήματα των νεκρών τους και με αναμμένη τη λαμπάδα ψάλλουν το «Χριστός Ανέστη». Άλλοι κλαίγοντας, άλλοι χαμογελώντας θα αγκαλιαστούν, θα τσουγκρίσουν τα αυγά τους και θα ανταλλάξουν ευχές, θα μιλήσουν για τους αγαπημένους τους που δεν βρίσκονται στη ζωή, ενώ φεύγοντας θα αφήσουν κόκκινα αυγά στο μνήμα για να «χορτάσουν» όλα τα μέλη της οικογένειας που έχουν πεθάνει.
Την Κυριακή το απόγευμα, μετά την λειτουργία, περίπου στις 6 μμ στις πλατείες ορισμένων χωριών της Λίμνης Πλαστήρα «στήνουν» τον «διπλό χορό», ο οποίος είναι θρησκευτικός χορός «διπλός και τετρακάγγελος», δηλαδή δύο σειρές για τις γυναίκες που είναι στον εσωτερικό κύκλο και δύο για τους άντρες. Τον χορό ξεκινά πρώτος ο ιερέας κάθε χωριού και το τραγούδι αναφέρεται στην Ανάσταση του Ιησού. Έπειτα ακολουθούν άλλα τραγούδια με ιδιαίτερο χαρακτηριστικό ότι συχνά οι χοροί «διπλώνουν» και γίνονται ένας για κάθε φύλο και όταν ξεδιπλώνουν γίνονται τέσσερις. Το κέρασμα αυτή την ημέρα είναι κρασί και κόκκινα αυγά.
Κάθε χρόνο, μετά το «Κάψιμο του Ιούδα», ο ουρανός πάνω από το χωριό Άγιος της Αιδηψού φωτίζεται από εκατοντάδες φαναράκια, ένα έθιμο που κρατάει από πολύ παλιά. Κάθε γειτονιά φτιάχνει το φαναράκι της, ενώ παρέες παιδιών δημιουργούν τα δικά τους «αερόστατα» χρησιμοποιώντας χρωματιστές κόλλες χαρτιού και αλευρόκολλα. Τα παιδιά φτιάχνουν φαναράκια με τέσσερις κόλλες χαρτί, ενώ τα μεγαλύτερα «αερόστατα» φτιάχνονται με 24 ή 48 κόλλες. Πάνω στα φαναράκια, συνήθως, αναγράφονται τα διακριτικά του χωριού. Μάλιστα, ένα μεγάλο «αερόστατο» κάποτε ταξίδεψε μέχρι το Γαρδίκι της Φθιώτιδας, με τους κατοίκους του χωριού να ειδοποιούν τους Αγιώτες πως έλαβαν το φανάρι τους.
Στο γραφικό χωριό Γερακιού της Βόρειας Εύβοιας, μικροί και μεγάλοι φορώντας τις παραδοσιακές τους στολές, τις φουστανέλες και τα σιγκούνια, παρακολουθούν με κατάνυξη τη λειτουργία στην εκκλησία του χωριού κι έπειτα σέρνουν τον χορό, τραγουδώντας παραδοσιακά τραγούδια. Υπό τον ήχο της παραδοσιακής μουσικής, οι συμμετέχοντες σεργιανίζουν στους δρόμους και η πομπή καταλήγει στο σχολείο του χωριού, όπου και στήνεται μεγαλοπρεπές γλέντι.