Δευτέρα, 23 Δεκεμβρίου, 2024

ΛΑΜΠΡΟΣ ΠΟΡΦΥΡΑΣ (1879-1932): Ο σεμνός και χαμηλόφωνος λυρικός ποιητής μας

«Δεν ξέρω πως να σου το ειπώ.
Μα ο δρόμος, χθες το βράδυ,
μες στη σταχτιά τη συννεφιά σα θέατρο είχε γίνει,
μόλις φαινόνταν η σκηνή στ’ ανάριο το σκοτάδι,
και σα σκιές φαινόντανε μακριά μου οι θεατρίνοι.
Τα σπίτια πέρα κι οι αυλές και τα κλωνάρια αντάμα
έλεγες κι ήταν σκηνικά παλιά και ξεβαμμένα,
κι εκείνοι εβγαίναν κι έπαιζαν τ’ αλλόκοτό τους δράμα,
κι άκουγες βόγκους, κι άκουγες και γέλια ευτυχισμένα.
Εγώ δεν ξέρω. Εβγαίνανε κι εσμίγαν κι επαγαίναν
κι ήτανε μια παράσταση και θλιβερή κι ωραία,
κι έβγαινε -Θε μου!- κι η νυχτιά, καθώς επαρασταίναν
έβγαινε -Θε μου- κι έριχνε τη μαύρη της αυλαία. ‘’
(ποίημα Λ. Πορφύρα ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ)

ΕΡΧΕΤΑΙ Η ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΣΕ ΒΡΙΣΚΕΙ, δίνει τη δική της ερμηνεία σε σχήματα και χρώματα, φτιάχνει καινούργιους κόσμους, σε συναντά σε μια εντελώς προσωπική στιγμή, στο ιδιαίτερό σου σύμπαν. Έτσι και οι διαβάτες, οι πολυπρόσωπες αυλές στις φτωχογειτονιές της Αθήνας και του Πειραιά γίνονται σκηνικό της συννεφιασμένης φαντασίας του αθόρυβου αλλά σημαντικού ποιητή της μεταπαλαμικής περιόδου, του Λάμπρου Πορφύρα.
Χαμηλόφωνος, με σεμνότητα ήθους, με μιαν αισθαντικότητα παρόμοιας παιδιάτικης αθωότητας με του αγαπημένου μας Βιζυηνού, ο σημερινός ποιητής μας χάρισε πολλά λυρικά διαμαντάκια κι ο βίος του έχει τα χαρακτηριστικά ενός ευγενούς, μοναχικός και αν και φιλάσθενος, με ηθικό σθένος. Ως άνθρωπος αρχών, στους Βαλκανικούς Πολέμους υπηρέτησε ως απλός στρατιώτης. Το έχουμε ξαναπεί, αλλά ας μας επιτραπεί να το επαναλάβουμε. Το έργο ενός πνευματικού δημιουργού ενισχύεται όταν και ο βίος του συνηγορεί στην υπέρβαση, αλλιώς πάντα κάτι θα παραμένει ελλιποβαρές.
Το πραγματικό όνομά του είναι Δημήτριος Σύψωμος και γεννήθηκε στη Χίο. Η οικογένειά του μετακόμισε στη Σύρο και αργότερα στον Πειραιά όπου ετελείωσε το γυμνάσιο. Ακολούθησε νομικές σπουδές στο Πανεπιστήμιο Αθηνών όμως δεν μπόρεσε να αποφοιτήσει λόγω σοβαρής ασθένειας. Καλλιέργησε τις ξένες γλώσσες, μελέτησε την ξένη λογοτεχνία διαβάζοντάς την από το πρωτότυπο και ταξίδεψε στην Ευρώπη. Οικονομικά εύπορος και απαλλαγμένος από βιοτικές μέριμνες είχε τη δυνατότητα να αναζητήσει τις πνευματικές του πηγές με άνεση χρόνου. Παρέμεινε όμως απλός -πράγμα αξιοσημείωτο- και πάντα αντλούσε την έμπνευσή του από την καθημερινότητα. Απομονωμένος από τους κοινωνικούς κύκλους εμπνέεται από την ταπεινότητα, τον έρωτα που ματαιώνεται, την αβρή θλίψη από τη συνειδητοποίηση του πρόσκαιρου και γενικά απ’ ό,τι συλλαμβάνει η ευαισθησία του από τους περιπάτους του στις γειτονιές του Πειραιά, την πόλη που τον αγάπησε και τον τίμησε.

LACRIMAE RERUM*
«Άμοιρη! Το σπιτάκι μας εστοίχειωσεν
από την ομορφιά σου τη θλιμμένη•
στους τοίχους, στον καθρέφτη, στα εικονίσματα,
από την ομορφιά σου κάτι μένει.
Κάτι σα μόσκου μυρωδιά, κι απλώνεται
και το φτωχό σπιτάκι πλημμυρίζει,
κάτι σα φάντασμα, θολό κι ανέγγιχτο,
κι όπου περνάς σιγά το κάθε αγγίζει.
Όξω, βαρύ, μονότονο ψιχάλισμα
δέρνει τη στέγη μας και τότε αντάμα
τα πράματα που αγιάσανε τα χέρια σου
αρχίζουν ένα κλάμα… κι ένα κλάμα…
Κι απ’ τη γωνιά ο καλός της Λήθης σύντροφος,
τ’ αγαπημένο μας παλιό ρολόι,
τραγουδιστής του χρόνου, κι αυτός κλαίοντας
ρυθμίζει αργά, φριχτά, το μοιρολόι…»
(lacrimae rerum: δάκρυα πραγμάτων)

Επιστρέφοντας από την Ευρώπη μαζί με άλλους το 1909 ίδρυσε τη Σοσιαλιστική Δημοτικιστική Ένωση κρατώντας πάντα χαμηλούς τόνους και μη συμμετέχοντας στις ακρότητες της γλωσσικής διαμάχης. Από το 1917 ζει μοναχικά και αφοσιώνεται ολοκληρωτικά στην ποίηση και το 1923 τιμήθηκε με το “Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών”.
Ο Λάμπρος Πορφύρας είναι από τις περιπτώσεις των ποιητών που κατόρθωσε να εγγραφεί στην ιστορία της νεοελληνική ποίησης ως αξιόλογος ποιητής δίχως εκτεταμένο ποιητικό έργο, δίνοντας όμως διακριτό στίγμα του ύφους του. Η ποιητική ταυτότητα δηλώθηκε από τα μαθητικά του κιόλας χρόνια με το ποίημά του “Η θλίψη του μαρμάρου” το 1894 που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό “Στάδιον”. Πράγματι εκκινεί την πορεία του ως ποιητής με έναν έξοχα ευφάνταστο τίτλο ποιήματος! Πολύ αργότερα το 1920 εξέδωσε τη μοναδική ποιητική συλλογή του με τον τίτλο “ΣΚΙΕΣ” που επανεκδόθηκε το 1926.
Μετά τον θάνατό του, ο αδερφός του Θεόδωρος Σύψωμος μερίμνησε για την έκδοση της δεύτερης συλλογής του ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΦΩΝΕΣ” (1935) που βραβεύθηκε από την Ακαδημία των Αθηνών το 1935.
Η γλώσσα του Πορφύρα έχει χαρακτηρισθεί ως περιορισμένη, όμως ο ποιητής συγκινεί με την ειλικρίνεια των συναισθημάτων του, τη μουσικότητα που διέπει τους στίχους του, μια παιδική ψυχή που πάλλεται στην ποίησή του και συχνά δανείζεται μοτίβα από τα ελληνικά παραμύθια. Από μόνη της η αγνότητα που αναπνέει στο μικρό ποιητικό του σύμπαν κατόρθωσε να τον πολιτογραφήσει στους νεοέλληνες λυρικούς ποιητές μας. Καμιά φορά στην ταραγμένη μας εποχή αισθάνομαι ότι έχουμε την ανάγκη τέτοιων ποιητών που με τα απλά να μπορούν να χτίζουν τα μεγάλα, κι ίσως και να χαρίζουν μιαν πρόσκαιρη γαλήνη.
Ο Λάμπρος Πορφύρας συχνός θαμώνας στα λαϊκά ταβερνάκια του Πειραιά αφουγκράστηκε ξεχωριστές φωνές παρατηρώντας τα πρόσωπα των ναυτικών, την ιστορία του μόχθου και της φθοράς, περπατώντας σε μυστικούς τόπους που μόνο οι ποιητές γνωρίζουν:

“ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΦΩΝΕΣ”
Πιέ στου γιαλού τη σκοτεινή ταβέρνα το κρασί σου,
σε μι’ άκρη, τώρα π’ άρχισαν ξανά τα πρωτοβρόχια,
πιέ το με ναύτες και σκυφτούς ψαράδες αντικρύ σου,
μ’ ανθρώπους που βασάνισε κι η θάλασσα κι η φτώχεια.
Πιέ το, η ψυχή σου αξένοιαστη τόσο πολύ να γίνη,
που αν έρθ’ η μοίρα σου η κακιά, να της χαμογελάσης,
καημοί καινούργιοι αν έρθουνε, μαζί σου ας πιούν κι εκείνοι,
κι αν έρθη ο Χάρος, ήσυχα κι αυτόν να τον κεράσης.
Εδώ ’ναι οι βράχοι οι πένθιμοι που απάνω τους ανθίζουν
οι ασφόδελοι -μονάχ’ αυτοί! κι εδώ και τ’ ακρογιάλι
που οι σουσουράδες μοναχά γυρνούν και φτερουγίζουν
μέσα στο χειμωνιάτικο τον ήλιο αγάλι αγάλι
Εδώ ’ναι και τα ξύλινα τα σάπια τα μπαλκόνια,
με τα στεφάνια του Μαγιού που σειούνται μαραμένα,
οι μαύρες στέγες, οι αυλές οι αμίλητες αιώνια,
τα σκοτεινά χαμόσπιτα τα παραπονεμένα.
Εδώ ’ναι οι γέροι ναυτικοί που μπόρες αντικρίσαν,
μα τώρα παν φτωχοί, σκυφτοί, με τις λιωμένες κάπες,
’δω ’ναι οι ομορφονιές που γέρασαν κι ασπρίσαν,
Κι εδώ ’ταν και τα νιάτα μας κι οι σκόρπιες μας οι αγάπες.

Ο Λάμπρος Πορφύρας απεβίωσε στις 3 Δεκεμβρίου του 1932 στα 53 του χρόνια από ακατάσχετη αιμορραγία και με ήδη επιβαρυμένη υγεία από τη ροπή του στον αλκοολισμό. Ο δήμος του Πειραιά καθιέρωσε λογοτεχνικό διαγωνισμό τιμώντας τη μνήμη του ποιητή, επίσης το όνομά του δόθηκε σε οδό στην περιοχή της Πειραΐκής – Χατζηκυριακείου. Το μνήμα του φιλοτεχνήθηκε στο Νεκροταφείο της Ανάστασης του Πειραιά από τον πρώτο του εξάδελφο τον ακαδημαΐκό και αρχιτέκτονα Δημήτρη Πικιώνη.
Ποιήματα του Πορφύρα μελοποιήθηκαν από Έλληνες συνθέτες και μεταφράστηκαν σε ξένες γλώσσες. Το μεταφραστικό έργο, η αλληλογραφία, οι συνεντεύξεις και τα κριτικά υπομνήματά του αποτιμήθηκαν ως σπουδαία συνεισφορά στην ιστορία της λογοτεχνίας. Τώρα μαντεύω το ερώτημα πολλών αγαπητών αναγνωστών. «Εν τέλει υπάρχουν χαρούμενοι ποιητές;». Σίγουρα υπάρχουν ξέφωτα ακόμα και δοξαστικής χαράς στην ποίηση , όμως ο βαθύς πυρήνας της είναι η χαρμολύπη, ο κλαυσίγελος, το κόκκινο του πάθους μαζί με το αναπότρεπτο του τέλους. Για να γράψεις καλά πρέπει να υπερβείς εαυτόν και το μέτριο. Δεν δωρείται λοιπόν εύκολα η γνήσια ποίηση. Όλοι οι σπουδαίοι ποιητές όπως βλέπουμε από τις βιογραφίες τους ξέκοψαν με πολλούς τρόπους από τον κόσμο, περπάτησαν μοναχικούς δρόμους, σκληρές πορείες κι ας είχαν αρχικά τις καλύτερες προδιαγραφές από καταγωγή και συνθήκες. Το ταλέντο για να ανθίσει έχει ιδιότροπες απαιτήσεις, λες και επιθυμεί να δοκιμάζει τα όρια του προικισμένου. Και η μεγάλη ευαισθησία της ιδιοφυούς ύπαρξης ενός ποιητή συχνά βλέπουμε να διοχετεύεται σε κάποιο πάθος. Ο μέγιστος Διονύσιος Σολωμός κατέφευγε στο αλκοόλ, όπως και ο Λάμπρος Πορφύρας. Και για να κλείσουμε με ένα παιχνίδισμα λόγου, τα ποιήματα… τις περισσότερες φορές είναι και πήματα… στην αρχαία ελληνική που σημαίνει παθήματα εκ του ρήματος πημαίνω…

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1.Τα ποιήματα αντλήθηκαν από την Ποιητική Ανθολογία του Λίνου Πολίτη, εκδόσεις Δωδώνη, τ. 6ος Ο Παλαμάς και οι σύγχρονοί του (Δεύτερη έκδοση ,αναθεωρημένη.)
2. Δημήτρης Πικιώνης: 1887-1968 Έλληνας αρχιτέκτονας με πλούσιο ζωγραφικό, ποιητικό και συγγραφικό έργο. Σημαντικά έργα του: Δημοτικό Σχολείο στα Πευκάκια Λυκαβηττού 1932 / Διαμόρφωση του αρχαιολογικού χώρου περί την Ακρόπολη και του λόφου Φιλοπάππου 1954-1957/Παιδικός κήπος στη Φιλοθέη 1961-1965/Η μελέτη Πικιώνη για το Φρούριο της Φορτέτζας Ρεθύμνου 1966 κ.α.

* Η Ανδρομάχη Ε. Χουρδάκη είναι εκπαιδευτικός-φιλόλογος. Διδάσκει στο Παράρτημα Κισσάμου του Σχολείου Δεύτερης Ευκαιρίας Χανίων. Το 2018 εκδόθηκε η ποιητική συλλογή της ‘’Τα σκουλαρίκια της Περσεφόνης’’ και το 2020 το θεατρικό έργο της ‘’ Φεύγουσα’’ από τις εκδόσεις Ραδάμανθυς.

Η στήλη “Πράξεις Ποιητών” κάθε πρώτη Δευτέρα του μήνα θα παρουσιάζει το έργο και τη ζωή δημιουργών, λιγότερο γνωστών στην ευρύτερη κοινή γνώμη.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

10 Comments

  1. Για άλλη μια φορά, η αγαπητή μας Ανδρομάχη Χουρδάκη των “Μεσογείων” και “Καστελιού” μάς συγκίνησε με την έξοχη παρουσίαση του ποιητή “Λάμπρου Πορφύρα”. Και βέβαια την ευχαριστούμε, την θαυμάζομε και την συγχαίρομε θερμά.
    ” Ο σεμνός και χαμηλόφωνος λυρικός ποιητής μας”: έτσι, ακριβώς χαρακτηρίζεται στις “Πράξεις Ποιητών” ο σπουδαίος ποιητής Λάμπρος Πορφύρας.
    Η Ανδρομάχη Χουρδάκη, άριστη φιλόλογος κι αισθαντική ποιήτρια, μάς εντυπωσιάζει με τις εκάστοτε επιλογές των ποιητών που παρουσιάζει στις στήλες των “Χ.Ν.” και προσωπικώς, θαρρώ, πως αυτή η ξεχωριστή ικανότητα επιλογής των λυρικών ποιητών προδίδει ιδιαίτερη ποιητική ταυτότητα και το υψηλό συμβιωτικό της ήθος: Θα νόμιζε κανείς πως η Ανδρομάχη Χουρδάκη δε σταματά να αναζητάει έναν αληθινό κώδικα αξιών κι αρετών που νοηματοδοτεί κι ομορφύνει την ανθρώπινη ζωή.
    Με εξαιρετική φιλική εκτίμηση Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ [Από “Ερατεινή” Ημαθία ορμώμενος]
    Υ.Γ. Είναι αλήθεια, φίλοι αναγνώστες, ότι δεν “ξεκολλώ” εύκολα από την όμορφη Ημαθία, τον γενέθλιο καμπίσιο τόπο μου, κι επειδή βλέπω και διαβάζω [τους θαυμάζω και ζηλεύω] που πολλοί συνάνθρωποί μας, πέρα από τον πεζό λόγο, “καταπιάνονται” και με τον “ποιητικό λόγο”, την ποίηση δηλαδή, κι ώρες-ώρες αναρωτιέμαι, γιατί τάχα να μη γράψω κι εγώ μερικά ποιήματα, έστω πάνω “στο γόνατο”, αφού κατά την απλή και ταπεινή γνώμη μου, σαν ποιητικό λόγο – ποίηση θαρρώ και λογίζομαι το “πάντρεμα” των έντονων [όμορφων ή σπαρακτικών] β ι ω μ ά τω ν της α λ λ η λ ε ξ ά ρ τ η σ η ς του ανθρώπου με το δεύτερο βασικό δομικό στοιχείο του ανθρώπου, την ψ υ χ ή, δηλαδή το σ υ ν α ί σ θ η μ α – η θ ι κ ή: Δηλαδή, δεν ανακατεύω τον “εγκέφαλο”, που είναι στην ουσία το πρώτο δομικό και βασικό στοιχείο, δηλαδή ο Ν ο υ ς. Με λίγα λόγια, αποκλείω ή δεν αρέσκομαι στην “εγκεφαλική ποίηση”.
    Είπαμε πώς είμαι άσχετος με την τέχνη της ποίησης, ωστόσο, θα τολμήσω να παρουσιάσω δύο απλά ποιήματα [αν τελικώς είναι], αληθινά βιώματα του Βεροιώτικου κάμπου – Ρουμλουκιού. ΣΗΜΕΙΩΣΗ: “Ρουμλούκι”, που σημαίνει τόπο Ελλήνων – Ρωμιών είναι ο Ημαθιώτικος όμορφος κάμπος από τις παρυφές του Βερμίου όρους, ως κάτω στον Λουδία ποταμό και κατά τους ιστορικούς ως τον Αξιό ποταμό [Καμπανία άλλως]. Στον τόπο αυτό, από αρχαιοτάτων χρόνων, διέμεναν μονίμως οι παλιοί ντόπιοι κάτοικοι, οι λεγόμενοι και “Μακεδόνες”, με την ιδιάζουσα , όμορφη και αρχαιοπρεπή Ελληνική “Ρουμλουκιώτικη” γλώσσα – ντοπιολαλιά. Πρωτεύουσα του “Ρουμλουκιού” ήταν και είναι ο παλιός “Γιδάς” δηλ. η σημερινή πόλη της Αλεξάνδρειας Ημαθίας. Στο “Ρουμλούκι” και στα ριζά των χαμηλών Ημαθιώτικων “Πιερίων Ορέων” βρίσκεται η ξακουστή “Βεργίνα [“αιγές] του Φιλίππου, βασιλιά της Μακεδονίας. Τον κάμπο του “Ρουμλουκιού” διαρρέει και ποτίζει ο μεγάλος κι ορμητικός Αλιάκμονας ποταμός, που ξεκινά από τις παρυφές του Γράμμου και εκβάλλει στον Θερμαϊκό κόλπο.
    Το πρώτο ποίημα, είναι γραμμένο στην όμορφη “Ρουμλουκιώτικη” ντοπιολαλιά, κι ελπίζω να κατανοήσετε το σπαρακτικό περιεχόμενο. Το δεύτερο ποίημα, είναι ζωντανό βίωμα. Αυτός είναι ο λόγος που δεν δυσκολεύτηκα κι ούτε χρειάστηκα χρόνο να τα γράψω: Ελπίζω, κάποιοι ειδήμονες της ποιητικής τέχνης, να με βοηθήσουν και να δώσουν κάποιες οδηγίες για καλύτερη γραφή.

    “Το μοιρολόι της Ρουμλουκιώτισσας μάνας”

    Άγιε κι αφέντη μ΄ Πρόδρομε,
    τόσα χρόνια δε σε δοξολοήσαμε;
    Δε σ’ ειφιρνάμι στου Μοναστήρ’ απάν’
    άσπρα πιριστέρια και μ’ κρό γ’ρούν,
    βυζιάρ’κου αρνί κι πιτεινάρ’ τρανό,
    τρία ασημοκάντηλα κι χρυσό μανουάλ;
    -Για δεν βόηθαγες κι’ συ
    να μην πνιγεί του πιδί μ’ η Γόλης [Γρηγόρης]
    στα μανιασμένα νιρά τ’ Αλιάκμονα,
    όντες πάϊνιν Πρώτ’ Τάξ’
    στου Γυμνάιου της Βέροιας
    -Δάσκαλους ήθιλιν να γίν’ του πιδί μ’….

    -Κι σεις, τ’ άλλα αδικοιπνιγμένα
    μιγάλα πιδγιά του χωριού,
    βάλτι πιλάλα κι πάρτ’ απ’ του σπίτ’
    φουρέματα ζιστά κι ανάψτι τ’ φουτιά
    να ζεσταθεί λιγάκ’ η ψυχή τ’….

    “Η βελουδένια νεροφίδα”

    Ο ξάδελφος απ’ τα “Καϊλάρια” [Πτολεμαϊδα]
    τσαπίζει μεθοδικά τις βαμβακιές
    στο μεγάλο χωράφι του βάλτου,
    και πότε – πότε πιάνει θλιβερό
    τραγούδι του Καζαντζίδη,
    κι οι άλλοι εργάτες σιωπούν!..

    Κάποια στιγμή, απ’ τη ρίζα βαμβακιάς,
    ξεπετιέται όμορφη βελουδένια νεροφίδα
    και κουλουριάζεται στο απαλό χώμα!
    Η Συμέλα απ’ την “Καρατζόβα”
    βάζει φωνές στη διπλανή σειρά,
    μα, την προλαβαίνει ο ξάδελφος:
    -Μη Συμέλα! Κρίμα είναι το καημένο!…
    Σκύβει και παίρνει στη χούφτα
    τη βελουδένια νεροφίδα,
    χαϊδεύει απαλά τη ράχη
    και την αφήνει λεύτερη
    στις αναμεσάδες των βαμβακιών!…

    ΣΗΜΕΙΩΣΗ: “Καϊλάρια” ήταν η παλιά ονομασία της Πτολεμαΐδας Κοζάνης.
    “Καρατζόβα” [θυμηθείτε το θρυλικό: θα σε πατήσει το τραίνο της Καρατζόβας!!..” είναι η γνωστή επαρχία “Αλμωπίας” τους Νομού Πέλλας, με πρωτεύουσα την μικρή πόλη “Αριδαία”. Λίγο πιο πάνω είναι τα γνωστά θερμά ιαματικά νερά “Πόζαρ”, στις παρυφές του “Καϊμάκσαλ” όρους , χιονοδρομικό κέντρο.
    Πριν φτιαχτεί η γέφυρα του Αλιάκμονα [1960] ποταμού, είχαμε συχνούς πνιγμούς ανθρώπων που έμεναν στα βουνοχώρια και ζούσαν με την υλοτομία και κτηνοτροφία κι έπρεπε να διαβούν από γνωστό “Πόρο” τον επικίνδυνο κι ορμητικό ποτάμι. Τρεις συμμαθητές μου, φτωχά παιδιά που περπατούσαν χειμώνα καλοκαίρι 8 και 10 χιλιόμετρα τουλάχιστον για το μεικτό Γυμνάσιο Βεροίας, πνίγηκαν άδικα στο πέρασμα του ποταμού. Εμείς τα αγροτόπαιδα του κάμπου είμασταν δεινοί κολυμβητές, αφού γύρω από τα χωριά μας υπήρχαν ποτάμια, ποταμάκια κανάλια τεχνικά και βαθιά ρυάκια που κατέβαιναν από τα γύρω βουνά.
    Ευχαριστώ για την υπομονή σας. Γ.Κ.

  2. Κυρία Χουρδάκη και το σημερινό σας αφιέρωμα μας φέρνει σε επαφή με έναν ακόμη αξιόλογο ποιητή μας! Η επιμέλεια με την οποία περιβάλλετε το αφιέρωμα σας είναι σαν ένα πανωφόρι στο κρύο για μοναχικούς οδηπόρους που επιλέγουν τον δρόμο της ποίησης!
    Για φανταστείτε, διάβασα το σχόλιο του Γιώργου και ζήλεψα! Είπα να γράψω και εγώ κάτι!
    Γιώργο, εφεξής να υπογράφεις τα σχόλια σου και ως ποιητής! Γράφεις τόσο ωραία!!
    Σας χαιρετώ!!

    • Κε Πατσουράκη , η παρομοίωσή σας για τα αφιερώματα της στήλης ”ως πανωφόρι στο κρύο για μοναχικούς οδοιπόρους που επιλέγουν τον δρόμο της ποίησης ” θα ενέχει στη ψυχή μου θέση…παρασήμου. Σας ευχαριστώ από καρδιάς!

  3. Καλημέρα από Κίσσαμο και Μεσόγεια!
    Κε Καραγεωργίου, κε Πατσουράκη , πόσο χαίρομαι που η στήλη ΠΡΑΞΕΙΣ ΠΟΙΗΤΩΝ έχει γίνει αφορμή ύπαρξης για μια νοερή λογοτεχνική συντροφιά ! Έχετε δίκιο κ. Πατσουράκη όταν λέτε ότι ο κ. Καραγεωργίου πρέπει να υπογράφει ως ποιητής ! Καί όχι μόνο! Είναι και εξαίρετος πεζογράφος! Αναμένουμε με χαρά τις εκδόσεις των έργων του! Τα σχόλιά σας δεν με αφήνουν ασυγκίνητη ,αφού έτσι ολοκληρώνεται η διαδραστική σχέση της στήλης. Όταν μάλιστα διαπιστώνω ότι έχετε συλλάβει τη βαθύτερη συγγραφική πρόθεση των ΠΡΑΞΕΩΝ ΠΟΙΗΤΩΝ , τότε πραγματικά συντελείται η καρπόδεση της γραφής!
    Ο μέγιστος Άγγελος Σικελιανός πάντα έσπευδε πρόθυμα να μιλήσει για απελθόντες ποιητές . Με αγωνία μάλιστα συμπλήρωνε ”πρέπει να τους αναστήσω” κι εννοούσε δια της γραφής. Εδώ με απλότητα αλλά οπωσδήποτε με ευαισθησία μνημονεύουμε βίους, πράξεις αξιοσημείωτες ποιητών που δεν ακούγονται πολύ στις μέρες μας .Και προσπαθούμε κι εμείς με τις μικρές μας δυνάμεις ”να βγάλουμε το λευκό χρώμα ” όπως πολύ σωστά είπε ο νομπελίστας μας Οδυσσέας Ελύτης , το λευκό χρώμα λοιπόν …..από τη συχνά γκρίζα πραγματικότητα όλων των εποχών.
    Μαζί με τους χαιρετισμούς μου σας εύχομαι υγεία και κάθε καλό!

  4. Στο σύντομο σχόλιό μου, οφείλω πρώτα να ευχαριστήσω την αγαπητή μας δημιουργό και παρουσιάστρια Ανδρομάχη Χουρδάκη και βέβαια και τον συμπαθέστατο Μιχάλη Πατσουράκη για τον ευγενικό τους λόγο στο πρόσωπό μου, ωστόσο, αγαπητοί αναγνώστες δεν είμαι ούτε “ποιητής” κι ούτε “λογοτέχνης”, κι άντε τώρα να σάς εξηγήσω και διηγηθώ τα πολύ δύσκολα παιδικά μου χρόνια τις δεκαετίες 1940, 1950, τις σκληρές αγροτικές ενασχολήσεις -από έξι χρονών παιδί- ως και και τα πανεπιστημιακά μου χρόνια: και ποιά βιβλία να διάβαζα, αφού αγνοούσα μέχρι την Εβδόμη Γυμνασίου την ύπαρξη των βιβλιοθηκών. Μόλις τελειώναμε με το τελευταίο μάθημα, μάνι – μάνι, εμείς τα φτωχά αγροτόπαιδα του κάμπου παίρναμε την κατηφόρα από το γνωστό Βεροιώτικο πάρκο – μπαλκόνι “ΕΛΗΑ”, ίσα κάτω στα χωράφια, όπου μάς περίμεναν ανυπερθέτως οι δικοί μας. Στο αυστηρό Γυμνάσιο Βεροίας το “αριστα” ήταν ο βαθμός 16, και το “τσάκωνα” στη Γυμναστική, τα “Λατινικά” και βέβαια στα “Αρχαία”. Ασυναγώνιστος και μακράν ο καλύτερος συμμαθητής μου ήταν ο διεθνούς φήμης Αρχιτέκτων Καθηγητής, μέγιστος ζωγράφος, γλύπτης και “ντιζάϊνερ” Μάκης – Ευθύμης Βαρλάμης, ο ορφανός από τα πέντε του χρόνια, [ας μην αναφέρω την άδικη κι απάνθρωπη δολοφονία του νέου τότε Δασκάλου – πατέρα του, μέσα στο σπίτι του σε βουνοχώρι του Βερμίου από τους επαναστάτες του “Εμφυλίου”, γιατί πολλοί συνάνθρωποί μας θα χάσουν για μήνες τον ύπνο τους. Αυτός είναι άλλωστε, ο λόγος που συχνά γράφω κι αγωνίζομαι για την ομόνοια – σύμπνοια του δημοκρατικού μας λαού]. Αυτός ο αείμνηστος πια -27-12-2016 [πολλές επεμβάσεις στην κουρασμένη καρδιά του, όταν σε κάποιο διάλειμμα διαπίστωσε ότι αγνούσα την ύπαρξη βιβλιοθηκών [απίστευτο λοιπόν!!], έτρεξε απέναντι στη Δημοτική [την παλιά – τώρα η Βέροια διαθέτει την πιο σύγχρονη] Βιβλιοθήκη, δανείστηκε τους τρεις τόμους “ΟΙ ΑΘΛΙΟΙ” του Βίκτωρα Ουγκώ και για δέκα μέρες ξενυχτούσα με ανείπωτη θλίψη για την κοινωνική κατάντια. Έκτοτε, φίλοι αναγνώστες, κι ως τα εξήντα μου χρόνια, τα βιβλία που διάβασα υπήρξαν: “ΣΤΑ ΜΥΣΤΙΚΑ ΤΟΥ ΒΆΛΤΟΥ” της Πηνελόπης Δέλτα [δώρο από φίλο Γεωπόνο που ήξερε ότι ο κλήρος μας ο αγροτικός -το χωράφι- βρισκόταν στο Κέντρο της τέως Λίμνης Γιαννιτσών – Λουδία, 16 ολόκληρα χιλιόμετρα μακριά από το χωριό μας [κι άλλα τόσα να γυρίσεις στις έντεκα το βράδυ], ένα βιβλίο του Τόμας Μαν και στην Αμερική [ΗΠΑ] σε Ελληνική βιβλιοπωλείο εντελώς τυχαία βρήκα [ο ιδιοκτήτης με κοίταξε καλά καλά και είπε: Ξέρω τι βιβλία σάς αρέσουν και μου έφερε τα πιο γνωστά πονήματα του Οσίου πια Ιουστίνου Πόποβιτς, του Σέρβου Αρχιμανδρίτη Καθηγητή της Θεολογικής Φιλοσοφίας. Ίσως η μεγαλύτερη πνευματική φυσιογνωμία της Ορθόθοξης Σέρβικης Χριστιανικής Εκκλησίας και όχι μόνο. Τα πονήματα του Ιουστίνου Πόποβιτς, έκτοτε με στήριξαν κι ενδυνάμωσαν [ΚΥΡΙΟΛΕΚΤΩ] στην πολλή δύσκολη κοινωνική ζωή μου, με σοβαρές ασθένειες κι απώλειες αγαπημένων μου προσώπων, τις επανωτές δυσκολίες στη δουλειά μου, κι ωστόσο πάντα με υπομονή, καρτερικότητα και γενναιότητα τα ξεπερνούσα: Βέβαια, αφότου εγκατασταθήκαμε στα Χανιά, η πλούσια δημοτική βιβλιοθήκη με “υιοθέτησε” ως αναγνώστη της κι απόλαυσα τον πνευματικό -αισθητικό πλούτο σπάνιων βιβλίων. Και θα γινόμουν έξοχος “ποιητής” ή “Λογοτέχνης” αν στα νεότερα και γόνιμα χρόνια μου είχα διαβάσει αυτά τα βιβλία; Με ειλικρίνεια και κάποια δόση σοβαρότητας ΑΠΑΝΤΩ: όχι!! Κι ας είχα την τύχη να σπουδάσω και ασχοληθώ επισταμένως με ΟΛΕΣ τις Κοινωνικές Επιστήμες [Νομική-Εγκληματολογία- Κοινωνιολογία της Εκπαίδευσης- Εφηρμοσμένη Οικονομία. Έτσι, και σε μεγάλη ηλικία δοκίμασα να γίνω κι εγώ συγγραφέας υποφερτών λογοτεχνικών έργων, όμως είχα τελεία άγνοια το τί είναι αληθινή και υψηλή λογοτεχνία, κι όσο για την ποίηση δεν ασχολήθηκα ποτέ κι ας είμαι ευαίσθητος κι εκδηλωτικός χαρακτήρας. Ας πούμε λίγα πράγματα για τη λογοτεχνία: Το ξεκαθαρίζω λοιπόν ότι έχω και διατηρώ διαφορετική άποψη – γνώμη για την καλή λογοτεχνία -χωρίς να είμαι και “αιρετικός”. Όταν παρακολουθούμε την παρουσίαση πονήματος βιβλίου γνωστού και καταξιωμένου λογοτέχνη που “πουλά” χιλιάδες έντυπα [και με το δίκιο], στο τέλος ο ή η συγγραφέας καταλήγει με την επωδό: “Και….. δεν είναι -το βιβλίο- ΔΙΔΑΧΤΙΚΟ!!!” Έλεος πια! Και εντάξει η καλή λογοτεχνία δεν… ανακατεύεται με θέματα Ηθικής, αλλά, βρείτε σάς παρακαλώ να διαβάσω ένα βιβλίο που δεν είναι ταυτόχρονα διδακτικό: Ο δείκτης “αρνητικό” και “θετικό – θεμιτό” δεν έχει καμία σημασία, εν προκειμένω. Είδατε αγαπητοί μου, Ανδρομάχη και Μιχάλη, ξεκίνησα για μικρό σχόλιο να σας ευχαριστήσω, και ιδού πού καταλήξαμε, άλλωστε για την καλή λογοτεχνία και υψηλή ποίηση υπάρχουν και διίστανται αμέτρητες απόψεις και ειδικών ανθρώπων μάλιστα. Κι αν αποφασίσω να εκδώσω [σχεδόν έτοιμο] ένα πόνημά μου, το μόνο που θα χρειαστώ κάποιες οδηγίες, διορθώσεις, περικοπές πλεονασμών, χρήση κατάλληλων ρημάτων. Βέβαια, αυτήν την βοήθεια -συνήθως και δικαίως- θα την πάρω από ειδήμονες Φιλόλογους -Εκπαιδευτικούς, χωρίς ν’ αλλάξει στο παραμικρό η πλοκή του έργου. Και βέβαια σε πείσμα των καταξιωμένων λογοτεχνών [όλους τους αγαπώ και σέβομαι], δηλώνω, ότι το πόνημά μου είναι ΑΚΡΩΣ διδακτικό. Αλλοίμονο, αν δεν είναι!
    Και πάμε στην “ΠΟΙΗΣΗ”. Μα, φίλοι αναγνώστες, “ΟΛΟΣ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΙΑ ΠΟΙΗΣΗ!!”. Είναι απλά, πολύ απλά τα πράγματα, όσο αφορά τον “ποιητικό λόγο”, που δεν χρειάζεται ποσώς “φτιασίδια”, “ωραιοποιήσεις”, κυνηγητό όμορφων και “χτυπητών” λέξεων και στ’ αλήθεια εκπλήττομαι και ενίοτε απογοητεύομαι με τη “σκύλευση” του κειμένου: Ο ποιητικός λόγος είναι το ζωντάνεμα βαθιών συναισθημάτων που πηγάζουν από αληθινά και δύσκολα ή κι εύκολα ΒΙΩΜΑΤΑ της κοινωνικής ζωής. Μπορεί να λείπουν, ενίοτε, αυτά τα βιώματα και τότε ο τεχνίτης “ποιητής” καταφεύγει και σ’ άλλες βοήθειες ή τεχνικές, όπως η φαντασίας ας πούμε, οι γνώσεις επιστημονικές και λογοτεχνικές, αλλά, “χαιρετίσματα στον Μπακατσέλο”, λέμε πάνω στη Μακεδονία, με εντελώς διαφορετική σημασία. Όμως τόσο πολλά χρόνια, δεν καταπιάστηκα ποτέ με το είδος της ποίησης. Απλά, και με ακρίβεια χρόνου και λόγου, καταγράφω -το πολύ σ’ ένα τέταρτο της ώρας- ζωντανά τα πολλά βιώματα -δύσκολα κι όμορφα στον καταπράσινο Ημαθιώτικο κάμπο-, με τη μητρική μου γλώσσα και σε στρωτή γραφή. Αυτά τα συναισθήματα που πηγάζουν, είπαμε, από τα ΒΙΩΜΑΤΑ, είναι διαφορετικής υφής κι απόχρωσης σε κάθε δημιουργό του ποιητικού λόγου, κι ας έχουν ΟΛΟΙ οι άνθρωποι -όπου γης- τις ίδιες φυσικές και συναισθηματικές ανάγκες. Και ποιό είναι το ασφαλές κριτήριο για την αξιολόγηση ενός ποιήματος; Αφήνω κατά μέρος την “εγκεφαλική ποίηση” και τους μεγάλους ποιητές, τους ταλαντούχους και πολυδιαβασμένους νομπελίστες που προκαλούν δέος οι στίχοι τους κι ερχόμαστε στους απλούς και δυστυχείς ποιητές [ ” Πάρε με πάνω στο βουνό, τι -γιατί- θα με φάει ο κάμπος… Κώστας Κρυστάλλης] κ.λ.π. Κι ερωτώ: Πώς και με ποιά εφόδια θα κριθεί η ποίηση ενός ανθρώπου που συμπλήρωσε την έβδομη δεκαετία και “οσονούπω” θα μπει στην Όγδοη τιμημένη με τόσο πολλά κι απίστευτα βιώματα, όταν η αξιολογική επιτροπή αποτελείται από νεαρές και νεαρούς άξιους Φιλόλογους των 25, 35, 45 κι έστω 55 ετών, που ούτε να τα φανταστούν μπορούν αυτά τα βιώματα της δικιάς μας γενιάς, κι απλά ψάχνουν στο ποιητικό έργο άλλα στοιχεία, όπως τεχνικής [δεν είναι ποίηση αυτή], όμορφου λόγου, φαντασίωσης και ωραιοποίησης: Και καταλαβαίνεις την αγωνιώδη προσπάθεια των ποιητικών δημιουργών, να “θηρεύσουν” απίθανες και πρωτάκουστες λέξεις, απλά για εντυπωσιασμό. Και τα συναισθήματα; Ποια συναισθήματα!!
    Αλλά, ας τελειώσω επιτέλους, και σε κάθε παρουσίαση σπουδαίων λυρικών ποιητών από την αγαπητή μας Ανδρομάχη [πόσο τυχεροί είμαστε που μάς συντροφεύει, όπως και τόσοι αξιόλογοι άνθρωποι της ποίησης και του πεζού λόγου στον τόπο μας], θα παραθέτω [ελπίζω να μην κάνω κάποια ζημία στα “Χ.Ν.” κι από δύο ποιήματα, αντανάκλαση αληθινών βιωμάτων και γνώσεων. Να εξηγούμαστε: Η καλή και υψηλή ποίηση δεν είναι εύκολη υπόθεση και χρειάζεται και χρόνο επαρκή και “ειδική” χαρισματική δεξιοτεχνία του λόγου και πνευματική κατάσταση. Το υψηλό συμβιωτικό ήθος είναι απαραίτητο, εν προκειμένω, Σάς ευχαριστώ θερμά, αλλά έχω επίγνωση των όποιων γνώσεων και ικανοτήτων και η ποίησή (;) μου τοποθετεί με ακρίβεια πάνω στο κείμενο -χαρτί, τα περιστατικά μιας δεδομένης στιγμής, χωρίς εντυπωσιακές λεκτικές ωραιοποιήσεις, όπως για παράδειγμα: ” …….. Σκύβει και παίρνει στη χούφτα
    τη βελουδένια νεροφίδα,
    χαϊδεύει απαλά τη ράχη
    και την αφήνει λεύτερη
    στις αναμεσάδες των βαμβακιών!..” ένας απίστευτος συμβολισμός αγάπης, συνύπαρξης κι αλληλεξάρτησης του ανθρώπου με τη φύση, τα ζα!.
    Να είμαστε όλοι μας καλά. Με φιλική εκτίμηση Γιώργος Καραγεωργίου, συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος ΧΑΝΙΑ,

    • Κε Καραγεωργίου , έχετε δίκιο .Η καλή λογοτεχνία έχει δικαίωμα να είναι και διδαχτική και βέβαια δεν είναι ποτέ καρπός ευκολίας. Με συγκινεί ιδιαίτερα το ότι ανατρέχετε πολύ συχνά στους παλιούς σας συμμαθητές ,συνοδοιπόρους στον βιοτικό αγώνα των νεανικών χρόνων. Είναι το υ ψ η λ ό σ υ μ β ι ω τ ι κ ό ή θ ο ς σ α ς-δική σας εξαιρετική διατύπωση!- που σας οδηγεί σε αυτή την όμορφη πράξη μνήμης. Ας προσθέσω κι εγώ ένα ποίημά μου σχετικό:
      ΟΔΟΙΠΟΡΟΙ
      Όμορφοι νέοι,
      σπαράγματα μιας φαντασίας
      που έπαιρνε δύναμη
      απ’ τον αρχαίο φόβο.
      Ακούμπησαν το φως
      και το νερό.
      Αγκάλιασαν τη θάλασσα
      κι ήταν ανήσυχοι
      σαν να είχαν κάτι να σώσουν.
      Περπάτησαν αιώνες πολλούς,
      το βλέμμα τους
      ακινητούσε στον ουρανό.
      Τα χέρια τους
      έτειναν πάντα κατά τη γη.
      Έτσι μαθήτευσαν
      κοντά στην υπομονή
      μιας μοναξιάς
      που είναι σίγουρη
      πως μόνη δεν είναι.
      (Από την ποιητική συλλογή ΤΑ ΣΚΟΥΛΑΡΙΚΙΑ ΤΗΣ ΠΕΡΣΕΦΟΝΗΣ -ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΡΑΔΑΜΑΝΘΥΣ)

      Με εκτίμηση και εγκάρδιες ευχές!
      Ανδρομάχη Χουρδάκη

  5. Γράφω 3.1.2022.
    Όχι για να σας στείλω, κυρία Χουρδάκη, τα συγχαρητήριά μου – είναι αυτονόητο πως τα δικαιούσθε ολόθερμα. Όχι για να λάβω μέρος, κύριε Πατσουράκη, στην όμορφη συζήτηση… αλλά για να εκφράσω τη θλίψη μου για το ότι ο Γιώργος Καραγεωργίου δεν βρίσκεται πια ανάμεσά μας. Βλέπω ότι το τελευταίο γραπτό του (δεν ξέρω αν υπήρξε και άλλο) έχει ημερομηνία ανάρτησης 4 Νοεμβρίου. Δέκα μέρες αργότερα, στις 14, άφησε την τελευταία του πνοή στο νοσοκομείο. Προσωπικά το πληροφορήθηκα από την αναγγελία του μνημοσύνου του, πριν από δύο εβδομάδες. Τον ακολούθησε ύστερα από λίγες ημέρες και η σύζυγός του.

    • Κε Λουπάση λιαν προσφάτως πληροφορήθηκα την απροσδόκητη αναχώρηση του Γιώργου Καραγεωργίου ,τώρα μαθαίνω από εσάς για τη σύζυγό του…εχω συγκλονιστεί….διαβάζω τα εξαίρετα σχόλιά του για να προετοιμάσω την επόμενη παρουσίαση για κάποιον ποιητή που θα του άρεσε….η στήλη πλέον θα είναι αισθητά πτωχότερη ,αλλά και η κοινωνία….Ας έχουν έναν Παράδεισο ομορφιάς και γαλήνης στη χώρα του επέκεινα! Σας ευχαριστώ για την πληροφόρηση .

      • Κυρία Χουρδάκη, επειδή είχα συχνή επικοινωνία και συνεργασία με τον αείμνηστο Γ. Καραγεωργίου, και με αφορμή αυτό που γράφετε, σκέφτηκα να θέσω υπόψη σας, αν το επιθυμείτε, κάποια στοιχεία που θα ήταν δυνατόν να φανούν χρήσιμα. Για επικοινωνία μας μπορείτε να ζητήσετε από την εφημερίδα την ηλεκτρονική διεύθυνσή μου.
        Σας ευχαριστώ.

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα