Με τον ερχομό τ’ Αη Φιλίππου στις 14 του Νοέμβρη αρχίζει το σαρανταήμερο. Τ’ Αη Φιλίππου είναι Αποκριά. Λέγεται έτσι γιατί είναι η σαρακοστή για τα Χριστούγεννα που έρχονται και είναι σαράντα μέρες. «Τ’ Αη Φιλίππου φιλεί η Πλεια το πέλαο κι ο καλός βοσκός τ’ αρνί του», λέει η παλιά λαϊκή παροιμία.
Επειδή τότε η Πούλια (Πλεια) κατεβαίνει χαμηλά και οι βοσκοί αρχίζουνε σιγά – σιγά να πιάνουν τα πρώτα τους πρώιμα αρνιά, αρχίζουν τα γεννητούρια. Οι άνθρωποι αρχίζουν να νηστεύουνε και της Παναγίας, των Εισοδίων της Θεοτόκου (της Μεσοσπορίτισσας) 21 του Νοέμβρη, πολλοί μεταλαβαίνουνε. Τότες η παροιμία λέει: «Μισάσπειρες μισάφαες, μισά ’χεις ακόμη μέσα».
Οι βροχές και το κρύο έχουνε αρχίσει και ο κόσμος βάζει τα χειμωνιάτικά του ρούχα. Η υγρασία πια είναι χαρακτηριστική και ο βήχας και τα κρυολογήματα εμφανίζονται και εκδηλώνονται με έντονο ρυθμό.
Τότε οι ηλικιωμένοι και οι ανήμποροι αρχίζουνε να μιλούνε για το πίβουλο (επίβουλο σαρανταήμερο) και πράγματι πολλοί φεύγουν (πεθαίνουν) το χρονικό αυτό διάστημα γι’ αυτό έχει βγει η φήμη αυτή. Η σπορά των γεωργών συνεχίζεται με γοργό ρυθμό και βιάζονται για να μην οψιμίσουν και πολύ τα γεννήματά τους, γιατί ξέρουν όλοι και φοβούνται να μην επαληθευτεί το: «Απού σπείρει τον Οχτώβρη οχτώ σωρούς στ’ αλώνι, κι απού σπείρει το Γενάρη τρώει την ανεμοζάλη».
Τελειώνοντας ο Νοέμβρης στις 30 είναι τ’ Αη Αντρέα του Πρωτοκλήτου του “Τρυποτηγανίτη” γιατί οι περισσότερες νοικοκυρές κάνανε τηγανίτες τα παλιά τα χρόνια, αλλά ακόμα και σήμερα τους λεγόμενους κουταλίτες και μανταλίτες (ανάλογα με το σχήμα τους).
Το λιομάζεμα έχει πια αρχίσει και οι νιοί με τις δέμπλες πάνω στις λιανολιές χτυπούν και δέρνουν με μεγάλη δύναμη για να μπορέσουν να τις ρίξουν επειδή δεν είναι ακόμη πολύ ώριμες για να πέσουν.
Ετσι όμως θα βγει το αγγουρόλαδο και στη φάμπρικα και στο παλιό αλιτριβιδειό. Οι κοπελιές παλιότερα κάτω από τα δέντρα τις μάζευαν μια, μια πολλές φορές και μέσα στ’ αγκάθια. Με τον ερχομό του Δεκέμβρη έρχονται τα Νικολαβάρβαρα με τα κρύα και πολλές φορές με χιόνια.
Τα ζώα τότες τις πιο πολλές φορές μένανε μέσα στο κατώι και λίγες ήταν οι μέρες που τα ’βγαζαν στο χωράφι να βοσκήσουν. Τότες ο αχεργιώνας λειτουργούσε κανονικά. Τα παλιά τα χρόνια στα χωριά οι γεωργοκτηνοτρόφοι είχανε απ’ όλα και τίποτα δεν αγοράζανε, εκτός από ψάρι, μακαρόνια, ρύζι, ήτανε αυτάρκεις όπως λέμε σε είδη πρώτης ανάγκης.
Σήμερα όμως ούτε σπέρνουνε ούτε θερίζουνε, γι’ αυτό αγοράζουνε ακόμη και τις ζωοτροφές. Στην εκκλησία οι καταβασίες και το κοντάκιον μετά της Μεσοσπορίτισσας είναι πια της γεννήσεως του Χριστού και μας προειδοποιούν ότι πλησιάζουν τα Χριστούγεννα «Χριστός γεννάται δοξάσατε, Χριστός εξ ουρανών απαντήσατε…».
«Η παρθένος σήμερον τον προαιώνιον λόγον…».
Τι ωραία λόγια έχει η υμνολογία της εκκλησίας μας με την έλευση των Χριστουγέννων.
Οι ήχοι εναλλάσσονται τόσο όμορφα που όποιος έχει μια ιδέα αγάλλεται, αλλά και κείνοι που δεν ξέρουν καθόλου ή είναι αγράμματοι πάλι καταλαβαίνουν και απολαμβάνουν το μεγαλείο και με κατάνυξη προσέρχονται και παρακολουθούν τον θείο λόγο.
Το λιομάζεμα και η σπορά συνεχίζεται, που σήμερα γίνονται με σύγχρονα μέσα όπως μηχανάκια που ραβδίζουν και παραμερίζουν τις δέμπλες και τα δίκτυα των ελιών, που ανακούφισαν μάνες και κοπελιές του παλιού μαζώματος, μια – μια τις ελιές κάτω από το δέντρο.
Τα γεννητούρια των ζώων αυξάνονται και ο γεωργοκτηνοτρόφος έχει μεγάλη έννοια και φροντίδα.
Ετσι οι σκολάδες συνεχίζονται και η μεγάλη μέρα των Χριστουγέννων όλο και πλησιάζει.