Στους καιρούς του κεραυνού, οι άνθρωποι, ανάσα δράκου έχουν. Στη κορυφογραμμή, τα νέφελα έχουν κατεβει χαμηλά. Και φαινεται, σαν μέσα από υφάδι, ο θυμός των οριζόντων. Η βροχή μουρμουρίζει σιγανά. Είναι σα ν’ ακούγεται το ψιθύρισμα των μύθων. Και το φως που γεννιέται, φαίνεται δειλό, ταπεινό, μα δυνατό. Κι είναι τέτοια η ώρα, που οι άνθρωποι κρύβουν την αφύπνησή τους. Πίσω από μιάς γιορτής την αυλαία. Κι οι φυλωσιές των δένδρων, δεν μαρτυρούν πια τις εποχές. Ωσαν κι αυτές να συνωμοτούν με την ησυχία των σκοταδιών. Περίεργη ησυχία αλήθεια.
Μα φαίνεται ότι, μάλλον δεν είναι της γαλήνης το απόσταγμα. Κάτι άλλο είναι. Περίεργο πως οι νέοι δεν χορεύουν πια. Κι ούτε τραγουδούν. Κι όταν το κάνουν, σπάνια πια, χαίρεται η υφάντρα των ανέμων. Και τους στέλνει το χάδι της. Περίεργο πως, οι παλαιότεροι, δεν απαγγέλουν πια τα τραγούδια των μύθων. Κι όταν το κάνουν, σπάνια πια, η υφάντρα των ανέμων τους στέλνει το χάδι της. Περίεργο πως, ο Θεός, γεννιέται κι ανασταίνεται κάθε χρόνο. Αιώνια. Κι εμείς το θεωρούμε τυπική διαδικασία. Κι όταν αναρωτηθεί καποια στιμή η ψυχή για το μυστήριο, η υφαντρα των ανέμων της στέλνει το χάδι της. Όμορφο χάδι έχει. Γεμάτο απο τ’ αρώματα ξεχασμένων καιρών.
Γεμάτο απο το κουρασμένο βλέμμα των πρεσβύτερων. Που έχει δει και έχει πάθει πολλά. Μα είναι τόσο ζεστό, οσο το τζάκι με τα ξύλα που σιγοκαίουν. Και τους παλαιότερους των ημερών, να καθονται με τα χέρια σταυρωμένα. Υπομονετικοί. Κουρασμένοι, μα με μιά γλυκιά περηφάνεια να σιγοκαίει. Κι σπίθα της, στους νέους ελπίζουν να φτάσει. Στους καιρούς του κεραυνού οι νέοι δυσκολεύονται. Ωστόσο φιλότιμα προσπαθούν. Κι ας λένε . Όπως πάντα έλεγαν, οι κλέφτρες κισσες των βουνών.
Κι υφάντρα των ανέμων τους στέλνει πάντα το χάδι της. Τους στέλνει την δύναμη των ανέμων με ένα τρυφερό χαμόγελο, ζωγραφησμένο άκρη άκρη, στη θύελα. Κι είναι αυτό η αγκαλιά της. Περίεργο πως, σα να μην έχουν οι νέοι την αγκαλιά των παλαιοτέρων πια. Να τους χα’ι’δεύει τον ωμο. Και να τους δίνει το χρίσμα της ζωής. Των πολεμιστών της ζωής. Οι νέοι, μόνοι τους έχουν το χρίσμα πια. Γι’ αυτό η υφάντρα των ανέμων, στους καιρούς του κεραυνού τους στέλνει το χάδι της. Σιωπηλα. Όπως πάντα.