Πέμπτη, 19 Δεκεμβρίου, 2024

Λέξεις πίσω από τον μύθο: Τ’ αρώματα των καιρών του κρύου

Κι ύστερα λες… Έγιναν όλα ένα λιόγερμα. Ένα μαγικό λιόγερμα. Γεμάτο χρώματα. Γεμάτο ανάσες. Γεμάτο βλέμματα. Μα χωρίς σκέψη πια. Καμμιά. Τι χρώμα να ‘χει άραγε η γαλήνη; Δεν είναι πως όλα πρέπει να ‘χουν κάποιο χρώμα. Σίγουρα όμως, όλα έχουν κάποιον ήχο. Κάποιο ηχόχρωμα. Ξέρεις ακόμα και μιά νότα να είναι όλα, ποτέ δεν είναι ίδια. Ανάλογα τη συχνότητα, την ένταση… Ανάλογα με την απόδοση της νότας αυτής, της μιάς, όλα μπορούν να είναι διαφορετικά. Απλά αλλάζεις το χρώμα του ήχου και είναι όλα καινούργια. Σα, μόλις, να βγήκαν από την ομίχλη του καιρού του θανάτου των φίλων. Και μέσα από τα πεσμένα φύλλα, τότε είναι ο καιρός που θ’ αρχίσουν σιγά σιγά τα αρώματα από τα ζουμπούλια. Κι οι μέρες του κρύου, φαίνεται να έχουν τα πιό σπάνια αρώματα. Θα τολμούσα να πω, πιο όμορφα αρώματα και από τα αρώματα της άνοιξης. Σκέψου. Άρωμα από ζουμπουλια, μαζί με το άρωμα πορτοκαλιου που ξεφλουδίζουν χέρια δουλεμένα, μαζί με το άρωμα από τις εστίες των ανθρώπων, μαζί με το δακρυσμένο χώμα. Πού μπορείς να έχεις όλα αυτά τα αρώματα… παρά μόνο στο καιρό του κρύου. Τότε που η ατμόσφαιρα είναι πεντακάθαρη. Και λες πως όλα είναι πεντακάθαρα σα κι αυτή. Είναι το κρύο που την καθάρισε. Είναι το δάκρυ τ’ ουρανού που τη μύρανε. Και έχει πια όνομα. Καθαρμένη από το γέλιο, καθαρμένη από το δάκρυ, που δε πρόβαλε ποτέ. Καθαρμένη από όλα. Δεν ξέρω. Τους αγαπώ τους καιρούς του κρύου. Πάντα τους αγαπούσα. Κι ας λένε. Ακόμα και τα νέφελα μοιάζουν πιό όμορφα. Ακόμα και τα όρη δεν μοιάζουν απρόσιτα πιά. Σα να ‘χεις ανθηροστομήσει. Γιατί έτσι έπρεπε. Έφυγε όλο. Αυτό που ήταν να φύγει. Κι άνοιξε ο χώρος για πράματα πολλά και καινούργια. Και ‘συ που έλεγες πού θα χωρέσουν όλα αυτά. Είδες ; Μιά χαρά χωρά το άπειρο, πάνω σε μιά φούχτα λιόγερμα. Μιά χαρά. Κι οι θάλασσες. Κι οι φουρτούνες τους. Και τα όρη. Και ‘συ και ‘γω. Και όλα. Τελικά εδώ που τα λέμε, μερικές φορές είναι καλύτερα να ανθηροστομείς ειλικρινώς, παρά να είσαι υποκριτικά ευγενικώς αγενέστατος. Κι ύστερα είναι όλα τα αρώματα των καιρών του κρύου, δικά σου. Κι είναι όμορφα. Πολύ όμορφα. Τελικά ποτέ οι νύχτες δεν διαρκούσαν πολύ. Τελικά ποτέ οι μέρες δεν διαρκούσαν πολύ. Όταν διψάς για τη ζωή που σου χαρήστηκε. Είναι δώρο μεγάλο. Κι αν μείνεις ξάγρυπνος από επιλογή, αν και πολύ νυσταγμένος, είμαι σίγουρος πως θα μάθεις το χρώμα της δικιάς σου γαλήνης. Μιά τόση δα λέξη. Και χωρά τα πάντα. Τη ψυχή τη δικιά σου. Και την ψυχή του όλου. Και λες πως το απόλυτο Έν, σε κρατά σφιχτά σφιχτά πια. Όπως πάντα. Ίσως να μη το συνηδητοποιούσες. Μα πάντα σε ζέσταινε. Απλά έπρεπε να μείνεις ξάγρυπνος. Για να το δεις. Για να το νιώσεις. Απλά έπρεπε να ανθηροστομήσεις ειλικρινώς, για να καθαρήσουν όλα. Πόσα αρώματα στους καιρούς του κρύου. Πόσα… Ωσαν το άπειρο να ‘πεσε στη φούχτα σου. Κάθε λιόγερμα.


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα