Τρίτη, 5 Νοεμβρίου, 2024

Λύσαμε όλα μας τα κοινωνικά προβλήματα κι απόμειναν τώρα οι “school bullies!!…”

Αφορμή για την παρούσα εργασία στάθηκε η περιεκτική κι εκτενής επιστολή της κας Ειρήνης Καρατζή, με τίτλο “Παιδεία απαίδευτη” στα “Χ.Ν.” στις 23 Μαρτίου 2016.
Eίναι γεγονός ότι εντυπωσιαστήκαμε από το γενικό περιεχόμενο της επιστολής και κρατήσαμε μερικά χαρακτηριστικά σημεία της: α) το γρονθοκόπημα του εγγονού από άλλον μαθητή, στη στάση λεωφορείων, β) τη διαπίστωση της επιστολογράφου ότι «το έργο Γιακουμάκη παίζεται σε όλα τα σχολεία…», γ) τη σημαντική αναγνώριση ότι «ζωή αληθινή είναι η ζωή της θυσίας, του ιδρώτα, του κόπου και του μόχθου» και δ) την αναφορά της στους εκπαιδευτικούς: «με τις τιμωρίες δεν γίνεται τίποτα. Το έχετε χάσει το παιχνίδι: τα παιδιά θέλουν ή ζητιανεύουν αγάπη και κατανόηση…».
Σωστά επισημαίνει η κα Ε. Καρατζή ότι «χάθηκε το παιχνίδι», με τη διαφορά ότι αυτό χάθηκε από όλους μας -ας τελειώνει κάποτε το παιχνίδι της ΑΘΩΟΤΗΤΑΣ- και σίγουρα όχι από τους καταξιωμένους εκπαιδευτικούς μας, που πασχίζουν με όλες τις δυνάμεις και ικανότητές τους να μπάσουν τα παιδιά μας στα μυστικά της γνώσης και της αληθινής ζωής κι ας έχουν να κάνουν τις περισσότερες φορές με ζωηρά, δύστροπα, ατίθασα,  φασαριόζικα και κακομαθημένα παιδιά, μάλιστα στους τωρινούς καιρούς της αδυσώπητης κοινωνικής πολυπλοκότητας και των αθλίων εκπαιδευτικών μεταρρυθμίσεων των εκάστοτε κυβερνήσεων!
Εχει ειπωθεί πολλές φορές ότι η λύση των κοινωνικών προβλημάτων είναι δύσκολο εγχείρημα και στην παρούσα εργασία θ’ ασχοληθούμε, ακροθιγώς, με την παραβατικότητα του «school bullying», με γνώμονα τις γνώσεις της βιωματικής εμπειρίας, τονίζοντας ότι το φαινόμενο αυτό οφείλεται, συν τοις άλλοις και στην έλλειψη του βασικού δομικού στοιχείου της σωστής οριοθέτησης των παιδιών από τις οικογένειές τους.
Πρέπει από την αρχή να παραδεχτούμε, ότι δεν ζούμε σε μια θεμιτή ή ιδανική κοινωνία: μια τέτοια κοινωνία -όπως αναλύσαμε σε άλλη μας εργασία- φαντάζει ή είναι ουτοπία. Ωστόσο, έκπληξη αποτελεί η εμμονή κι εστίαση μόνο στο «school   bullying», ενώ το γενικό φαινόμενο του bullying θεριεύει και βασιλεύει σε όλες σχεδόν τις εκφάνσεις της κοινωνικής μας ζωής, όπως π.χ. στους δημόσιους και ιδιωτικούς χώρους εργασίας, στα στρατόπεδα, στα πάσης φύσεως ιδρύματα, στον χώρο του αθλητισμού κι αλλού: Το αγγλικό ρήμα «bully» [μπούλι] αποδίδεται στην πλούσια ελληνική μας γλώσσα με τη σημασία του: εκφοβίζω, εξαναγκάζω, ασκώ βία [ψυχολογική – σωματική], προπηλακίζω, κακοποιώ, τρομοκρατώ, κάνω τον παλληκαρά, τον νταή, ενώ «school bullies» είναι οι νταήδες, οι «τζάμπα» μάγκες, οι φασαριόζοι και οι επιθετικοί παλληκαράδες των σχολείων. Το παραπάνω ρήμα με τις πολλές σημασίες του, σίγουρα, ενέχει το στοιχείο της δόλιας προαίρεσης. Ετσι κρίνεται αναγκαίο να ξεχωρίσουμε την παραβατικότητα του «school bullying» από τις τυχαίες ή συμπτωματικές περιπτώσεις που τα παιδιά ή οι έφηβοι, στις αυλές των σχολείων, στους διάφορους αθλητικούς χώρους, σε στιγμές κάποιου παιχνιδιού ή αθλητικού αγώνα φωνασκούν και τσακώνονται αναμεταξύ τους, ανταλλάσσουν  μερικά χτυπήματα, δηλαδή «ρίχνουν» καμιά γροθιά ή κλωτσιά, χαστουκίζονται και πιάνονται στα χέρια ή παλεύουν δυναμικά για το προσωπικό τους γόητρο κι ας δοκιμάζουν πολλές φορές αρνητικά συναισθήματα. Ετσι κι αλλιώς, αυτές οι τυχαίες κι απροσδόκητες, ενίοτε, νεανικές συμπεριφορές πάντα χαρακτηρίζονται και είναι απαράδεκτες, έστω κι αν απουσιάζει το στοιχείο της δόλιας προαίρεσης και ευχής έργον είναι να μην συμβαίνουν: ωστόσο, όλες αυτές, αλλά κι άλλες παρεμφερείς  συμπεριφορές,  εντάσσονται στο «παιχνίδι» της παιδικής ή εφηβικής ζωής και -όσο κι αν φαίνεται παράξενο- συντελούν στο να ανδρωθούν οι νέοι μας άνθρωποι, να γίνουν ώριμοι και θαρραλέοι άντρες και, εφοδιασμένοι και με τα άλλα βασικά δομικά στοιχεία, να μπορούν να αντιμετωπίζουν δυναμικά όλες τις προκλήσεις της κοινωνικής ζωής. Στις περιπτώσεις αυτές, δεν επιτρέπεται να βάζουμε ταμπέλες [καλοί και κακοί].
Αυτοί, οι «school bullies» είναι ελάχιστοι -σωστά διαβάζετε- και η γνωστή παραβατικότητα, που χαρακτηρίζει το ψυχολογικό τους προφίλ, είναι, ωστόσο, απότοκος της υποκριτικής και κοινωνικής συνυπαιτιότητας και τα παιδιά αυτά χρειάζονται οπωσδήποτε την αρωγή και την ανυπόκριτη αγάπη μας. Για καλύτερη, κάπως, κατανόηση και κάποια σύγκριση του απαράδεκτου φαινομένου «school  bullying» θα ταξιδέψουμε πάνω στην όμορφη Ημαθία, στην περίοδο των μακρινών κάπως δεκαετιών του 1940, του 1950 [κυρίως σ’ αυτήν τη δεκαετία, που το καθημαγμένο ελληνικό κράτος προσπαθούσε να σταθεί στα πόδια του ύστερα από τις καταστροφικές λαίλαπες της ναζιστικής κατοχής και του επάρατου εμφυλίου πολέμου] και του 1960: Λοιπόν -όσο κι αν φαίνεται παράξενο ή και απίστευτο ακόμα- υπήρχαν και τότε οι σχολικοί νταήδες και παλληκαράδες με ακόμα πιο άγριο, σκληρό κι απάνθρωπο πρόσωπο από τους σημερινούς και ξεσπούσαν με απίστευτη επιθετική μανία και εγκληματική συμπεριφορά πάνω σε αδύναμα, φοβισμένα, μίζερα, ορφανά και δυστυχισμένα παιδιά, που τα απομόνωναν σε απόκρυφα μέρη της γυμνασιακής αυλής ή στα στενοσόκακα της παλιάς και γραφικής Βέροιας: και πάντα με τη βοήθεια δύο ή τριών άλλων του δικού τους κύκλου. Ωστόσο, τότε, κατά θαυμαστό τρόπο και χωρίς τη γνώση ή την παρέμβαση των καθηγητών, όταν δηλαδή εκδηλώνονταν οι βίαιες κι επιθετικές πράξεις των «school bullies» στα αδύναμα παιδιά, επενέβαιναν μερικά άλλα παιδιά και τούς «έδιναν να καταλάβουν», όπως λένε πάνω στη Μακεδονία: Αυτά τα άλλα  γενναία και ευγενικά παιδιά, τα περισσότερα δηλαδή παιδιά του φτωχού κι αγροτικού πληθυσμού των γύρω υψωμάτων του Βερμίου όρους, των μικρών Πιερίων Ορέων και κυρίως του όμορφου Ημαθιώτικου κάμπου, που έζησαν τις στερήσεις και υπέστησαν τα δεινά της γερμανικής κατοχής και του επάρατου ελληνικού εμφυλίου πολέμου -εκεί να βλέπατε και να ζούσατε την αγριότητά του!!- ήσαν καμωμένα από ατσάλι και φωτιά και, σκληραγωγημένα με  τις δύσκολες και συνεχείς αγροτικές ενασχολήσεις, μετείχαν αποφασιστικά κι ενσυνείδητα  στη  συλλογικότητα της απλής αγροτικής οικογένειας για την επιβίωσή τους και για ένα καλύτερο μέλλον. Βυθισμένα τα παιδιά αυτά στη μαγεία της απίστευτης φυσικής ομορφιάς του τόπου τους, μεγάλωναν, ωστόσο, με την απλή, παραδοσιακή, συνήθη και σωστή οριοθέτηση των αμόρφωτων γονιών τους και  μέσα στην αληθινή και αγαπητική κοινωνία της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας του Θεανθρώπου Χριστού και τα μυστήριά της: Αυτά τα ευλογημένα παιδιά, γεμάτα αυτοπεποίθηση κι αυτοεκτίμηση και με τους αδαμάντινους κι αποφασιστικούς χαρακτήρες τους στάθηκαν σε χαλεπούς καιρούς όρθια, ατένισαν κι αντιμετώπισαν τη ζωή με αισιοδοξία και περηφάνια, καθαρότητα ψυχής και καρδιάς και με μιαν αγάπη θερμή και ειλικρινή για τη φύση, την πατρίδα και τους συνανθρώπους τους. Εχει σημασία να αναφερθούμε στη σπάνια περίπτωση κάποιου συμμαθητή μας από ημιορεινό χωριό κοντά στη φημισμένη Βεργίνα, που τον φτάσαμε  -ύστερα από τρία χρόνια- στην…. τετάρτη Γυμνασίου: ήταν ψηλόλιγνος, αλλά πολύ δυνατός, σχεδόν αμίλητος, σοβαρός, φτωχός κι ορφανός [παιδί σκοτωμένου αντάρτη του εμφυλίου] και στο πρόσωπό του είχε μονίμως την έκφραση της θλίψης και του θρήνου: ωστόσο, αυτός ο μαθητής [ποντιακής καταγωγής], όταν συνέβαινε να εκδηλώνουν οι νταήδες –  παλληκαράδες του Γυμνασίου επιθετική συμπεριφορά σε βάρος άλλων αδύναμων και δυστυχισμένων παιδιών, έτρεχε πάραυτα στον χώρο του συμβάντος και με τα δυνατά και μακριά του χέρια έριχνε χαστούκια και γρονθοκοπήματα στους νταήδες του Γυμνασίου και, κυριολεκτικά, τους «κολλούσε στον τοίχο» του σχολείου: Πελιδνοί, ευάλωτοι, δειλοί και δυστυχισμένοι αυτοί [αντανάκλαση του ψυχολογικού τους προφίλ] έβαζαν τα κλάματα και ζητούσαν έλεος και συγχώρεση! Το ίδιο συνέβαινε και με τα θαρραλέα καμπίσια παιδιά, που αυθόρμητα επενέβαιναν κι «έβαζαν στη θέση» τους «school bullies»: έτσι, άτυπα κι αυθόρμητα, σαν σε συνήθειο ή έθιμο -αν μπορεί να το πει κανείς- επικρατούσε στη συνέχεια ειρηνική και ισόρροπη κατάσταση στην αυλή του μεγάλου και μικτού τότε Γυμνασίου Βεροίας. Ασφαλώς, η εκδικητική ανταπόδοση ήταν και κρίνεται κι αυτή απαράδεκτη κι αντιχριστιανική πράξη, αλλά δεν ζούσαμε κιόλας σε θεμιτή ή ιδανική κοινωνία: Μολαταύτα, η συμπεριφορά αυτή -όσο κι αν φαίνεται παράξενο- είχε σαν αντίκρισμα το ολοκληρωμένο και κοινωνικό μάθημα στα ανύποπτα, αδύναμα και δυστυχισμένα παιδιά που δέχονταν την επιθετική μανία των «school bullies» και συνειδητά ξεχώριζαν σιγά – σιγά τις αξίες της φιλίας, της αληθινής αγάπης, της συντροφικότητας, της σύμπνοιας κι αλληλεγγύης: Σάμπως, δεν είχαν και τα παιδιά αυτά δικαίωμα  και λόγο στη ζωή και την Ημαθιώτικη κοινωνία; Αξέχαστα βιώματα που σημάδεψαν τις ζωές μας!…
Σήμερα, στα μάτια εμάς των κάπως ηλικιωμένων, αλλά ζωηρών, ανθρώπων(!), τα σχολεία της χώρας μας φαντάζουν σαν «Μοναστήρια» ή «Κολλέγια», παρότι αλλάξαμε «και πήραμε λάθος ζωή», όπως λέει κι ο ποιητής. Αραγε, στα σημερινά σχολεία όλων των βαθμίδων, ισχύει η άτυπη, η αυθόρμητη και ειρηνική ισορροπία -όπως στους δικούς μας αλησμόνητους καιρούς- που την εγγυάται η παρουσία θαρραλέων, ευγενικών κι αισιόδοξων παιδιών; Μακάρι να συμβαίνει, αλλά από την εποχή μας ως σήμερα, άλλαξαν πολλά πράγματα, σαρώθηκαν βασικές κοινωνικές δομές και γίναμε αδύναμοι και «μυγιάγγιχτοι», αποξενωθήκαμε και χαθήκαμε στην απεραντοσύνη της μοναξιάς μας. Τα άξια παιδιά μας, αβοήθητα εν πολλοίς τα περισσότερα, και χωρίς τα βασικά δομικά εφόδια, συνθλίβονται από τον θανατερό ανταγωνισμό, καθίστανται ευάλωτα στις παντοειδείς κοινωνικές προκλήσεις, παραπαίουν σαν ζαλισμένες μέλισσες στον κακοτράχαλο δρόμο των σπουδών, των επιδιώξεων κι αναζητήσεων για καλύτερη κοινωνική προοπτική: χάνονται στις καθημερινές φοβίες κι ανασφάλειές τους, τις οικογενειακές διενέξεις και οικονομικές δυσπραγίες και, θλιμμένα κι απογοητευμένα, βλέπουν να εξαφανίζονται οι προσδοκίες και τα οράματά τους για ευπρεπή εργασία και δημιουργία σωστής οικογένειας. Και, άραγε, πόσοι γονείς ή οικογένειες, μπορούν σήμερα να προφτάσουν την ιλιγγιώδη εξέλιξη της τεχνολογίας ή αντιλαμβάνονται τις συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών τους; Ποια δομικά εφόδια και πώς θα τα αποκτήσουν τα σημερινά παιδιά μας, όταν ασφυκτιούν στην καθημερινότητά τους με κλειστούς τους κοινωνικούς δρόμους ολόγυρά τους; Μπορεί να λέμε πως τα παιδιά μας έχουν τα πάντα, αλλά στην πραγματικότητα δεν έχουν ψυχή πια και, δυστυχώς, αυτός είναι ο κανόνας της σημερινής κοινωνικής πολυπλοκότητας. Με την πασιφανή σχεδόν έλλειψη αμοιβαιότητας στις ανθρώπινες σχέσεις και χωρίς επάλληλη κοινωνική ζωή και συντονισμό στις δραστηριότητες και στα συναισθήματα, κλεισμένοι στο καβούκι του εγωκεντρισμού τους, οι άνθρωποι, και κυρίως οι νέοι, εξαναγκασμένοι να ζουν μακριά από τη συλλογικότητα της παραδοσιακής απλής και φυσικής οικογενειακής ζωής, οδηγούνται στον ατομισμό, τη φιλαυτία και χάνονται στην ερημιά της ατελείωτης μοναξιάς.
Ξεφύγαμε κι ανοιχτήκαμε πολύ: ο χρόνος και ο χώρος είναι ελάχιστος για τέτοια σοβαρά κοινωνικά θέματα κι επιστρέφουμε στην καρδιά του προβλήματος με το βασικό ερώτημα: Ποια είναι τα «καλά παιδιά» που υφίστανται την απαράδεκτη παραβατικότητα των «school bullies» και ποια τα άλλα, τα «κακά παιδιά», δηλαδή οι φασαριόζοι, οι νταήδες οι παλληκαράδες και τρομοκράτες των σχολείων; ΑΠΑΝΤΗΣΗ: Και τα πρώτα παιδιά και τα δεύτερα, σύμφωνα με τη βιωματική εμπειρία και τις γνώσεις των Κοινωνικών Επιστημών, είναι θύματα   του γενικότερου κοινωνικού προβλήματος και, ειδικότερα, του «ελλείμματος ψυχικής ωριμότητας».
Δύο είναι, ως γνωστόν, τα βασικά και δομικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου: Ο νους, δηλαδή η γνώση και η λογική και η ψυχή που πάει να πει το συναίσθημα και την ηθική του ανθρώπου. Και το παράδοξο είναι ότι ο νους του ανθρώπου ενηλικιώθηκε και γιγαντώθηκε με τις επιστήμες και την υψηλή τεχνολογία, ενώ η ψυχική – πνευματική του ωρίμαση κινείται με σχετική βραδύτητα: αυτό το αποτέλεσμα οι ειδικοί επιστήμονες το ονομάζουν «έλλειμμα ψυχικής ωριμότητας». Σαν συνέπεια αυτής της ασυμμετρίας ή αναντιστοιχίας, ανάμεσα στον νου και την ψυχή, είναι ότι ο άνθρωπος -παρά την υψηλή τεχνολογική πρόοδο- εγκλωβίζεται και καθηλώνεται από τις ανασφάλειές του, τα άγχη και τους φόβους του και παντελώς αδύναμος αδυνατεί να προβεί στις δέουσες κοινωνικές συνθέσεις και δραστηριότητες.
Το ζητούμενο, εν προκειμένω, είναι η συμμετρία ή το κλείσιμο της ψαλίδας  ανάμεσα στον νου και την ψυχή: Και είναι εφικτό κάτι τέτοιο; Ναι, απαντούν οι Κοινωνικές Επιστήμες. Αρκεί να αποκτήσει ο άνθρωπος το ψυχολογικό προφίλ του συναισθηματικά ή πνευματικά ώριμου ανθρώπου, πραγματώνοντας ή εφοδιαζόμενος τα έξι βασικά και δομικά στοιχεία: 1) της προσαρμοστικότητας, 2) της αυτοεκτίμησης και αυτοπεποίθησης, 3) της οριοθέτησης, 4) της υπευθυνότητας, 5) της αποδοχής του εαυτού μας όπως είναι και 6) της αποδοχής της πραγματικότητας.
Πρέπει να τονισθεί ότι όλοι οι άνθρωποι του πλανήτη μας έχουν τις ίδιες βασικές ψυχολογικές και φυσικές ανάγκες, ανεξάρτητα από τις διαφορετικές τους κληρονομημένες  υπαγωγές – καταβολές της θρησκείας, της γλώσσας, του χρώματος, της καταγωγής, της φυλής, του έθνους, της κουλτούρας κ.λπ. Και είναι απαραίτητο για την ψυχική υγεία και την εν γένει ψυχολογική κατάσταση του ανθρώπου να αγαπά και να τον αγαπούν και, βέβαια, να αισθάνεται ότι έχει αξία, δηλαδή ότι είναι χρήσιμος για τον εαυτό του και τους άλλους συνανθρώπους του: πρόκειται για το συναίσθημα της αναγνώρισης και αυτοεκτίμησης: Ωστόσο, για τους νέους μας ανθρώπους, δεν αρκεί μόνο η αγάπη των γονιών, αλλά τα παιδιά μας χρειάζονται να έχουν κάποιες επιδόσεις και να έχουν πραγματοποιήσει μερικά επιτεύγματα και, το κυριότερο, να μην δέχονται μόνο παροχές από τους γονείς τους, αλλά να μπορούν κι αυτά να αντιπροσφέρουν κάτι στους γονείς και την οικογένειά τους. Οι γονείς, που αλόγιστα κι ανεύθυνα παρέχουν συνεχώς στα παιδιά τους και δεν νοιάζονται ή που δεν περιμένουν κάποιαν αντιπροσφορά από αυτά, υπονομεύουν   απάνθρωπα την αυτοεκτίμηση και αυτοπεποίθησή τους. Αυτά τα νέα μας παιδιά, που συνεχώς δέχονται μόνο παροχές [άνετες σπουδές, χρήματα, δώρα, καλό και πλούσιο φαγητό, διάφορες άλλες προσωπικές ικανοποιήσεις κ.λπ.] ΑΙΣΘΑΝΟΝΤΑΙ, χωρίς να το καταλαβαίνουν, σαν ζητιάνοι – επαίτες, και τέτοιοι άνθρωποι -ακόμη και στη μικρή τους ηλικία- δεν μπορούν νε έχουν την απαιτούμενη αυτοεκτίμηση.
Οριοθέτηση και «school bullies»: Η βιωματική εμπειρία και οι κοινωνικές επιστήμες καταλήγουν ότι, όταν οι γονείς με σοβαρότητα θέτουν στα παιδιά τους σταθερά όρια [φραγμοί, οδηγίες, διδαχή, φροντίδα διατροφής και ανατροφής, κανόνες, τρόποι συμπεριφοράς κ.λπ.] που δεν περιορίζουν όμως τις δυνατότητες κι ευκαιρίες για επιλογές και πειραματισμούς και επιτρέπουν στα παιδιά την ανεμπόδιστη ή αυθόρμητη έκφραση, τότε αυτά έχουν μεγαλύτερη αυτοεκτίμηση κι αυτοπεποίθηση και είναι πιο υπεύθυνα και ανεξάρτητα. Σταδιακά κι όσο μεγαλώνουν, αποχτούν σταθερούς και αποφασιστικούς χαρακτήρες, αυξάνουν τις σωματικές και ψυχικές τους ικανότητες και δυνάμεις και απαλλάσσονται από φοβίες, άγχη και αισθήματα κατωτερότητας. Από την άλλη μεριά, τα παιδιά που μεγαλώνουν –για πολλούς και διάφορους κοινωνικούς λόγους- χωρίς την ύπαρξη ορίων από την οικογένειά τους, νιώθουν ανασφάλειες, φοβίες, άγχη κι εύκολα χάνουν τον κοινωνικό τους προσανατολισμό και χωρίς τα γνωστά δομικά εφόδια – στοιχεία, παραπαίουν και δεν αντέχουν να συγκεντρώνονται στις επιδιώξεις τους: εισπράττουν τακτικά την αποτυχία κι απόρριψη, και πάντα ενεργούν με παρόρμηση και συναίσθημα.

*συντ/χος νομικός, κοινωνιολόγος, οικονομολόγος


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα