Αγγελμα* Λογοτεχνία και ζωγραφική
6γ. Μάτια ερμητικά κλειστά της Μ. Γιαννακάκη
Μνήμη Π. Τέτση
Ω,κόμη, δέρας λαμπερό, σγουρόχυτο ως την πλάτη!
Ω μπούκλες, θάμπος! Ω ευωδιά, λαγγέματα γεμάτη!
Για να μπορέσω απόψε εγώ, ω κόμη, να γεμίσω
Με τις παλιές σου θύμισες το σκοτεινό κρεβάτι,
Καθώς ματαξομάντιλο θέλω να σ΄ανεμίσω….
…Θα πάω εκει καυω που ο άνθρωπος, το δέντρο όλο χυμούς,
Κάτω απ΄τη λάβρα τα΄ουρανού ώρες γλυκολιγώνει΄
Γερές πλεξούδες, γίντε μου το κύμα που μ΄ασκώνει!
Κλέινεις, εβενοθάλασσα, τα΄’ονειρο που θαμπώνει
Με φως κατάρτια και πανιά, κουπιά και φλογισμούς΄
Ένα λιμάνι όλο βο΄ή, όπου η ψυχή μου πάει
Τα χρώματα άπληστα να πιει, τους ήχους και τα μύρα΄
Κι όπου το πλοιο σε μέταξα και σε χρυσό γλισράει,
Ανοιγοντας μπρατσα [λατιά, για ν αγκαλιάσει γυρα
Τη δοξα ενός λαμπρου ουρανού που μεσα τρεμει η πύρα
Από το ποίημα «η κόμη» του Σ, Μπωντλαιρ (1)
Η ΚΙΝΑ Η ΜΑΡΙΑ ΚΑΙ Η ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ
Η έκθεση της Μαρίας Γιαννακάκη, «τα άνθη του καλού», στην Αίθουσα Τέχνης Β. Μυλωνογιάννη, προφανώς παραφράζει τον τίτλο της πρωτοποριακής ποίησης του Μπωντλαίρ και φυσικά όλοι εμείς οι λάτρεις του σπουδαίου Γάλλου ποιητή, γνωρίζουμε ότι κάτω από αυτόν τον αμφίσημο υπαινικτικό τίτλο φωτός και σκότους, κρύβονται στίχοι που αναμοχλεύουν εκτός των άλλων διαχρονικές ονειροδιαστασεις όπως:
Ας την καρδιά μου, άστηνα/ στο αίμα να μεθύσει,/ Στου ωραίου ματιού σου τ΄ όνειρο/ τ΄ ωραίο ν΄αρμενίσει./ Και των βλεφάρων σου τη σκιά/ πολύ να κοιμηθεί! (2)
Παρακολουθώντας χρόνια τώρα την καλλιτεχνική πορεία της Μαρίας Γιαννακακη (3) είμαι έτοιμος σε κάθε νέα παρουσίαση της ζωγραφικής της , να ανακαλύψω τις μικρές ανεπαίσθητες διαφορές στη θεματική και μορφολογική διατύπωση του έργου της. Αυτό σε σταθερές που έχουν κατακτηθεί κάτω από την ποιοτική ταυτότητα που συνίσταται κυρίως: στην επ-αναφορά και κοριτσιών και νεαρών γυναικών, στη μεσοτονική (παστέλ) χρωματική της γκάμα που λειτουργεί ως ποιητικό υπόστρωμα για να επιστρωθούν από καθαρές χρωματικές παραθέσεις, αντιπεριγραφικές χωρίς ματιέρες, πάνω σε αυτές τις επιφάνειες που η πινελιά σφουμάρεται και δεν οριοθετείται από ρεαλιστικές αποδόσεις. Ερχεται ένα σχέδιο αποφασιστικό «ονειρικό» μιας γραμμής που δεν επιβάλλεται, αλλά συνδιαλέγεται χρωματικά με τους πλασμούς στο χειροποίητο χαρτί που αφού τελειώνει τη σύνθεση την κολλά στα γνωστά τελάρα του ¨μουσαμά¨. Το σχέδιο της σε όλη τη σκουρόχρωμη γκάμα συμπεριλαμβάνει και το μαύρο που το αναδεικνύει (4) ως μια κατάκτηση στις σπουδές της κι στην Κίνα και την εξαιρετική εμπειρία της με τα Κινέζικα μελάνια. Κι αρμονική συνύπαρξη χρώματος και σχεδίου είναι το αβαντάζ που κατέκτησε από τη χώρα με τον πανάρχαιο πολιτισμό. Αυτό διαπιστώνει και ο δάσκαλος της , σημαντικός ζωγράφος (και φίλος μου) , αείμνηστος Παναγιώτης Τέτσης που γράφει μεταξύ άλλων για αυτήν: …τα έργα της έχουν την αρετή του πρωτογενούς και την ιδιομορφία δίχως να παραπέμπουν σε κάποιο επίκαιρο ρεύμα. Ίσως η θητεία της στο καλλιτεχνικό περιβάλλον της Κινάς ήταν ένα βίωμα που την απέτρεψε από πιθανή ή αναπόφευκτη προσκόλληση σε Ευρωπαϊκές πολλαπλές αντιλήψεις ή και εθισμού σε αυτές. Το μάθημα που πήρε από εκεί είναι η νεανικότητα η παντοτινή και το σφρίγος της μακραίωνης αυτής Τέχνης και η πνευματική ευδιαθεσία, αρετές συναφείς στην ιδιοσυγκρασία της, και γι αυτό τα έργα της δημιουργούν κλίμα αγάπης για πολλούς προς την αυθεντική και οικεία έκφραση…»
ΛΥΩΝ ΜΕΤΑΞΩΤΑ ΚΑΙ ΤΕΧΝΗ
Η πανάρχαια Κίνα και ο «μεταξωτός πολιτισμός της έρχεται συχνά και τροφοδοτεί την ύπαρξη μου και η «εβενοθάλασσα», το όνειρο δεν αφήνει να θαμπώσει. Από παιδί, με φλόγιζαν αναφορές, ιστορίες από τη διαδρομή στους δρόμους του μεταξιού, το Σινικό τείχος, «σ ένα λιμάνι όλο βοή» που ήταν η πολιτισμική γνώση, τοποθέτησα σταθμούς τον πήλινο στρατό και ταινίες όπως «Αντίο παλλακίδα μου» και «ο τελευταίος αυτοκράτορας» (5)
Οταν στην εφηβεία μου γνώρισα τον Γιάννη Μετζικώφ (6) εκείνα τα καλοκαίρια της επταετίας, πηγαίναμε στη βιβλιοθήκη του Μάλμου και βλέπαμε σπάνιους θησαυρούς. Διέκρινα και θαύμαζα τα σπάνια μεταξωτά, τα οποία αντιπαρέβαλα με τα ιδιαίτερα χειροποίητα βαριά μάλινα στον αργαλειό, φτιαγμένα από τη μάνα μου στο ορεινό Κουστογέρακο. Ίσως κι εγώ να χα απωθημένο να ασχοληθώ με την ενδυματολογία, αλλά η σταθερή άκαμπτη γλυπτική, με κέρδισε. Όμως, μια δημιουργική συνήθεια μπήκε στη ζωή μου πριν 17 χρόνια, η εκτροφή μεταξοσκωλήκων και η αξιοποίηση δημιουργικά κάθε υλικού που έχει να κάνει με το στάδιο αυτό το εαρινό, ακόμα και με την αξιοποίηση των σχημάτων (κηλίδων) που αφήνουν με τις εκκρίσεις τους! Εκανα ένα πρωτότυπο είδος αφηρημένης (κηλιδιστικής) ζωγραφικής!
Η εμμονή μου για το μετάξι και την ιστορία του μεγάλωνε συνεχώς, επισκεπτόμουν το ερείπιο του «Μεταξουργείου» απέναντι από το γλυπτό αίγαγρό μου στον Κουμπέ, κατέγραφα ιστορίες από γυναίκες που είχαν εμπειρία στην εκτροφή του μεταξοσκώληκα. Διάβαζα ιστορικά γεγονότα όπως οι μεγάλες ταραχές που ξέσπασαν το 1817 και κυρίως το 1831 και το 1834 ( εποχή που έγραφαν ο Σολωμός και ο Μπαλζακ (7) στη Λυον όταν εξεγέρθηκαν οι εργάτες των μεταξουργείων. Κατά τη διάρκεια της βασιλείας του Ναπολέοντα Γ. η Λυών ήταν το μεγαλύτερο κέντρο μεταξουργίας στην Ευρώπη. Από την τοσο ιδιαιτερη σελίδα στην εφημεριδα «Τα Νεα», “Ματια ερμητικά κλειστά” της Μαίρης Αδαμοπούλου παραθέτω ένα απόσπασμα από την αναφορά στα όνειρα του Γιάννη Μετζικώφ 26/9/18
«…Γιατί πίσω από τα κλειστά μου μάτια, παραμονεύουν οι καταλυτικές στιγμές των αξεπέραστων συγκινήσεων, σαν να πρωτοβλέπω την ομορφιά του μεγα κόσμου που μας περιβάλλει, σαν να πρωτοσυναντώ τον έρωτα, το άγνωστο, μυστήριο στοιχειό, που καθαγίασε όλη μας τη νεότητα, σαν να πρωταγγίζω την τέχνη, τον λυτρωμό που σαν ένα χέρι μας τραβάει έξω από τη μιζέρια της ασήμαντης ζωής μας, και μας κάνει να μπορουμε να ορθώσουμε παράστημα μπροστά στο θείο, σαν να χάνομαι στη μνήμη, την αχανή σαν μια βαρκάδα στις θάλασσες του νου, που σε πάει στα πέρατα του κόσμου και έχεις τόσα μα τόσα πολλά να ξαναδείς και πόσα άραγε ακόμα, πίσω από τα δυο κλειστά σου μάτια που δεν μπορούν να κοιμηθούν…. τυλιγμένος στην κατάνυξη των ονείρων, θα ρθουν νε με βρουν παράδοξες εικόνες και πλάσματα και μουσικές για ένα ταξίδι στο παράλογο, το αλλόκοτο και το επισφαλές. Στο όνειρο εκεί που μπλέκεται η αλήθεια και η πλάνη. Μα ποιος γνωρίζει άραγε ποια είναι η αλήθεια με τα μάτια σου κλειστά;…”
Αυτά, από τον διάσημο συμπατριώτη μας που φτιάχνει με τόση μαεστρία , μοναδικές μάσκες, αντικείμενα, και ρούχα όπου το φτηνό σατέν, φαντάζει πανάκριβο μεταξωτό, Ο Γιάννης που απλά είναι, ο κορυφαίος ενδυματολόγος στην Ελλάδα.
ΦΑΡΜΑΚΩΜΕΝΑ ΒΛΕΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΑΝΘΗ
Ξαναγυρνώ στην Γιαννακάκη. Οι θεσπέσιες μορφές της δεν αντανακλούν ρεαλισμούς του σήμερα ούτε είναι παραμορφωμένες από τα μεταπρωτοποριακά κινήματα της εποχής, λες και έχουν ανασυνθέσει τις αναπαραστατικές χρονοκαταβολές μετά τον 19ο αιωνα με φιλτρο μια ευαισθητοποίηση που απορρέει από τη θνησιγενή-διαχρονική μελαγχολία των ηρωίδων στο μεγαλείο του χαμένου έρωτα, του ανέφικτου. Και η ζωγράφος στην επιλεγμένη πλεύση αντιδιαστέλλει άνθη του καλού, του ωραίου, του χρωματιστού , του αισιόδοξου… η μνήμη (8) αποκαθίσταται στο ο-μορφο τεχνούργημα με το «φαρμακωμένο» βλέμμα που συνίσταται όχι στην περιγραφή της μελαγχολίας (που είναι κατάσταση ουτοπική) αλλά στην κατεκτημένη σχεδιαστικά αμεσότητα μιας ανάμεικτης θλίψης και γλύκας στο βλέμμα που είναι καθρέφτισμα-για όσους την γνωρίζουν-του ευαίσθητου εσωτερικού κόσμου της δημιουργού. Στη μάτια μου τα πρόσωπα-μη πορτραίτα –της Γιαννακάκη συνδιαλέγονται με το ρομαντικό «τοπίο» του μεγαλου ποιητή Σολωμού σε στίχους που συνθέτουν τη «Φαρμακωμένη στον Αδη», τοσο λυρικών που γράφτηκαν την εποχή του «Κρητικού», δηλαδή την εποχή των στασιαστών μεταξουργών στη Λυών. Τα άνθη στη Γιαννακάκη είναι η κωδικοποιημένη (εκλεκτική) επαναφορά μιας υποδόριας ρηματικής τάσης που προφανώς, ευαισθητοποιεί και καταγράφεται διπολικά στη σχέση: γυναικεία μορφή-φύση. Αντιγράφω από το βιβλίο του Δημήτρη Αγγελάτου (9)και το κεφάλαιο 4 «εποχή του Κρητικού» (μιλεί για το ποίημα «η φαρμακωμένη στον Αδη».
… «7. Τέτοια, ομπρός στους ίσκιος , όλους
Εξυπνούσε τους ηχούς
Το τραγούδι ερωτεμένο,
Και τους έκανε γλυκούς.
8.Εκοιτούσανε τα χέρια
Και το μέτωπο της νιάς,
Όπου ετρέμαν τα λουλούδια
Τα λαμπρά της παρθενιάς» (ο.π..,153).
Η Φύση αποτελεί το πρίσμα μέσα από το οποίο γίνεται αντιληπτή η κινούσα δύναμη που οδηγεί τους ερωτευμένους νέους στην ηθική αυτοσυνειδησία και στον κόσμο της Ιδέας, στην επίγνωση δηλαδή ότι η πραγματική ερωτική ευτυχία μένει αδιάγνωστη στην εφήμερη γήινη πραγματικότητα, γι αυτό και είναι μάταιο να επιδιώκει κανείς να την οικοδομήσει με τόσο ατελή, λόγω της πλασματικότητας τους, υλικά («ονείρατα»), αφού ανήκει σε άλλη, υπερβατική σφαίρα…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
*από το βιβλίο του Δημήτρη Αγγελάτου, Λογοτεχνία και ζωγραφική εκδ. Γκούτενμπεργκ 2017
1)Σαρλ Μπωντλαίρ «τα άνθη του κακού» (1861) Μετάφραση Γ. Σημηριώτης, εκδ. «γραμματα»1991
2)Από την ίδια συλλογή και το ποίημα Semper ladem
3) σπούδασε στην Α.Σ.Κ.Τ. Αθηνάς , με πρόλαβε 1977-82, είχαμε φιλική σχέση από τότε
4)Φυσικά μεγάλοι ζωγράφοι όπως ο Βαν Γκογκ και ο Ματις που το χρησιμοποιούν, γνώριζαν την Κινεζική ζωγραφική
5)του πρόσφατα αποβιώσαντα μεγάλου σκηνοθέτη Μπερναντο Μπερτολούτσι 26/11/18, περισσότερα για αυτόν σε άλλο κείμενο
6)Περάσαμε και οι δυο στην Α.Σ,Κ.Τ. μαζί το 1974 αυτός σπούδασε ζωγραφική κοντά τον Γιάννη Μόραλη και σκηνογραφία κοντά στο Βασιλειάδη.
7) ο Σολωμός τον Κρητικό, και ο Μπαλζακ , το άγνωστο αριστούργημα
8)Η ιστορικός Τέχνης Ελισάβετ Πλέσσα μεταξύ άλλων γράφει για την Μ. Γιαννακακη «σαν σκηνές από μισοτελειωμένες ή μισοαρχινισμενες ιστορίες τα έργα της Γιαννακακη μοιάζουν σαν να είναι μισάνοιχτη πόρτα που μέσα από αυτή θα μπορέσουμε να δούμε όσο μας επιτρέπει τη μελαγχολία εκείνων των χαμένων κόσμων που μόνο η εικονοποιία της μνήμης μπορεί να ανακαλέσει επιστρατεύοντας τη γοητεία του ημιτελούς…
9)Δημήτρη Αγγελάτου «Το έργο του Διονυσίου Σολωμού και ο κόσμος των λογοτεχνικών ειδών» εκδ. Γκούτενμπεργκ, 2009.