Δευτέρα, 20 Ιανουαρίου, 2025

Η “Μάχη της Κρήτης”…

Κι εκεί που καθόμασταν ήσυχα, τρώγαμε τα καλτσουνάκια μας, και λέγαμε διάφορα, ήλθε  η συζήτηση στη Μάχη της Κρήτης που πλησίαζε η επέτειός της…
Και σήκωσε αγανακτισμένη τα χέρια ψηλά η μια γιαγιά -με πάνω από 90 χρόνους στην πλάτη της- κι είπε με πόνο ψυχής τα δικά της: Πόσο γαλήνιο φαινόταν τ’ Αυγουστιάτικο εκείνο πρωινό, που φάνηκαν ξαφνικά στο χωριό οι Γερμανοί, πως άρχισαν με βία να διώχνουν τους κατοίκους, να βάζουν δυναμίτη παντού στα σπίτια -ως και κάτω απ’ τα ξυλοκρέβατα στερέωσαν εκρηκτικά!- και κανείς να μην μπορεί να καταλαβαίνει το γιατί…
Να λέει μετά, πως δεν ξεχνά εκείνα τα παιδάκια, τ’ αθώα που δεν πρόλαβαν να φύγουν και κάηκαν μέσα στον αχυρώνα όπου είχανε κρυφτεί όταν ξέσπασε το κακό, όταν άρχισαν οι τρομακτικές εκρήξεις να διαλύουν το σύμπαν, η φωτιά να ζώνει το χωριό, οι πέτρες απ’ τα συντρίμμια να φτάνουν μέχρι το βουνό, όπου είχαν καταφύγει κι έβλεπαν τη φωτιά και τη μαυρίλα να καταπίνει τα σπίτια, τα ζώα, τις προμήθειες, την οικοσκευή και τ’ ακριβά τα προικιά των κοριτσιών που χρόνια έφτιαχναν οι μανάδες τα βράδια, όταν ξαπόσταιναν απ’ το χωράφι…
Κι η άλλη γιαγιά ν’ ακούει με χαμηλωμένο το κεφάλι, να τη διακόπτει που και που και να  εξιστορεί τα δικά της: Να μιλά για την ορφάνια της και τον μετανάστη πατέρα που δούλευε χρόνια στη Αμερική για να στέλνει χρήμα να χτιστεί το σπίτι, για τους ανελέητους, συνεχείς βομβαρδισμούς στη πόλη που της στέρησαν τα πάντα,  που την έστειλαν κατεστραμμένο κι απροστάτευτο  εντεκάχρονο κορίτσι στα συσσίτια, που τη δυστύχησαν μια ζωή…
Κι η πρώτη να παίρνει πάλι τον λόγο, για να γυρίσει με σπασμένη φωνή στη μέρα εκείνη τη τρομακτική που έπιασαν τον πατέρα της ενώ πήγαινε να ποτίσει το κηπάκι, τον εκτέλεσαν λίγο μετά μαζί με πολλούς άλλους στην Αγιά,  κι ύστερα, μετά την απελευθέρωση, όταν τους ξέθαψαν τον αναγνώρισαν, της είπαν,  απ’ το φαντό του πουκάμισο…
Να λένε οι γιαγιάδες χωρίς σταματημό, να σφίγγουν οι καρδιές,  να βουρκώνουν τα μάτια,  κι ο νους μου να πηγαίνει στις εκατοντάδες ανάλογες μαρτυρίες που έχουν διασωθεί, μερικές απ’ τις οποίες διάβασα στα βιβλία-ντοκουμέντα, με τίτλο «Η ΜΝΗΜΗ ΚΑΙ Η ΣΤΑΧΤΗ» -επτά τον αριθμό- που βγήκαν απ’ το 2004 έως το 2010, της καταξιωμένης ιατρού – λογοτέχνιδας Πηνελόπης Ντουντουλάκη
Ν’ ακούω, ν’ αναλογίζομαι το πόνο, τη καταστροφή και τον χαμό που έφεραν οι «άγγελοι του κακού» απ’ τον ουρανό, να οργίζομαι κι η σκέψη να σταματά και να μένει ώρα στο συγκλονιστικό κομμάτι της αγαπητής μας Πηνελόπης -που χρόνια τώρα με λόγο και πράξεις προσφέρει στα κοινά- απ’ τη ποιητική της συλλογή «Χρόνος Απών» του 2001, με τίτλο «Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ»:
«…Δεν ήμουν εκεί/ αλλά μπορώ να θυμάμαι/ σα να’ μουν εκεί/ μπορώ να θυμάμαι/ στρατιώτες ίδιους τέρατα πουλιά/ να πέφτουν στη γη του Μάλεμε/ γράφοντας την αρχή/ μιας χαμένης μάχης./…Δεν ήμουν εκεί/ μα ξέρω πως ο θάνατος ήταν εκεί/ σαρκάζοντας/ χορεύοντας πάνω από ακίνητα κορμιά/ γυάλινα μάτια/ ωχρά πρόσωπα/ -ο ψίθυρός τους «Γιατί;»/ έμελλε να μην ακουστεί ποτέ./ Οι πιο πολλοί ήταν νέοι, παιδιάστικοι/ αγγελιοφόροι του σκότους/ αθώοι, σαν τα εκατομμύρια των δολοφονημένων/ στα στρατόπεδα συγκέντρωσης/ αθώοι σαν την πλανεμένη νιότη τους/ ήλθαν να πολεμήσουν σε μια χαμένη μάχη/ ήλθαν να σπείρουν τον όλεθρο/ ήλθανε κοροϊδεύοντας τη ζωή./ Τότε ο θάνατος τους κορόιδεψε/ και η θρασεία αθωότητά τους/ σφαγιάστηκε./ Γνώρισαν την αλήθεια για μια μόνο στιγμή/ προτού τα μάτια τους γίνουν γυάλινα/ πριν τα κορμιά τους γίνουν άψυχα και κρύα/ προτού ρωτήσουν «Γιατί;»/ πριν αποφασίσουν να πετάξουν τα όπλα τους/ να δώσουν τα χέρια στους άοπλους/ αλλ’ αποφασισμένους αντιπάλους./ Στην πραγματικότητα, γνώρισαν την αλήθεια/ πριν προφτάσουν να ζήσουν/ και μόλις πριν πεθάνουν./ Τώρα ανθίζουνε κάθε χρόνο/ πάνω σ’ αυτή τη γη/ πολύχρωμα, ολόδροσα «Συγγνώμη»/ παραταγμένα σ’ ευθείες γραμμές./ Αμέτρητες τετράγωνες, χαραγμένες μαρμάρινες πέτρες/ δηλώνουν το όνομα και την ηλικία τους/ δηλώνουν την προδομένη τους νιότη/ δηλώνουν τη λύπη τους και/ την αδιάκοπη προσευχή τους για ειρήνη»…
Τόση καταστροφή, τόσος πόνος, τόσοι νεκροί κι απ’ τις δυο πλευρές…
Οι γιαγιάδες να σιωπούν τώρα, να κοιτιούνται με νόημα και σίγουρα  να σκέφτονται τα τωρινά τους τα δεινά,  που τους στέρησαν αξιοπρεπή σύνταξη και περίθαλψη!
Τα τωρινά, που μας έκαναν όλους ξανά ζητιάνους, και μας ανάγκασαν με το χέρι απλωμένο να ικετεύουμε για ελεημοσύνη, σ’ αυτούς που κουβαλούν τον όλεθρο…
Στους σκληρούς εκδικητές, που δεν ακούν τις φωνές και τις προσευχές των παππούδων τους απ’ το χώμα κάτω, μα έρχονται πάλι από ψηλά να πατήσουν γη, φορτωμένοι φωτιά και σίδερο…
Ως πότε όμως;


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Ειδήσεις

Χρήσιμα