Η Μακρινίτσα είναι από τα μέρη στα οποία θες να επιστρέψεις με τα πρώτα κρύα του χειμώνα, ειδικά αν δεν είσαι σε διάθεση να πάρεις το ρίσκο ενός λιγότερο «δοκιμασμένου» προορισμού. Οι σταθερές της, άλλωστε, είναι που σε κάνουν να τη νοσταλγείς: η μυρωδιά του υγρού δάσους με τις οξιές και τις καστανιές, οι καμινάδες που καπνίζουν μέρα νύχτα, ο ανοιχτός ορίζοντας στον Παγασητικό, η πλατεία με τα υπεραιωνόβια πλατάνια, τα αρχοντικά με τα σαχνισιά, τα λιθόστρωτα καλντερίμια που σε υποχρεώνουν να κατεβάσεις ρυθμό βαδίσματος στην παγωνιά – για να μη γλιστρήσεις και βρεθείς ανάσκελα.
Εντός του παραδοσιακού οικισμού δεν κυκλοφορούν οχήματα και μπορεί να περάσουν μέρες χωρίς να κουνήσεις το αυτοκίνητο από το πάρκινγκ. Υπάρχουν σηματοδοτημένα μονοπάτια μέσα στη φύση για τους πεζοπόρους, ενώ οι φιλότεχνοι θα βρουν λόγους να αφήσουν τη θαλπωρή του τζακιού, όπως το αρχοντικό Τοπαλή, όπου στεγάζεται το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης και Ιστορίας Πηλίου (τηλ. 24210-29878) με τα 1.500 εκθέματα, ή το ολοκαίνουργιο Βυζαντινό Μουσείο (τηλ. 24210-29878). Αξίζει ένα πέρασμα και από το Paschalis art house café (τηλ. 24280-90054), όπου οι συζητήσεις για τέχνη θα γίνουν συνοδεία φρεσκοψημένης μηλόπιτας.
Στη Μακρινίτσα ξέρεις ότι σε περιμένει μια θέση δίπλα σε κάποιο τζάκι, ότι τα κάστανα είναι στη θράκα και ότι από το τραπέζι δεν θα λείπει ποτέ το σπετζοφάι. Τη μια θα πίνεις τσιπουράκι θαυμάζοντας τη μεγάλη τοιχογραφία του σπουδαίου λαϊκού ζωγράφου Θεόφιλου Χατζημιχαήλ στο καφενείο «Ο Θεόφιλος», που έχει χαρακτηριστεί ιστορικό διατηρητέο μνημείο από το Υπουργείο Πολιτισμού, και την άλλη θα αγναντεύεις τα φώτα του Βόλου κρατώντας μια αχνιστή κούπα τσάι του βουνού. Στην επιστροφή, το σακίδιο θα μυρίζει βότανα, μπαχαρικά και θα έχει σίγουρα σουβενίρ για τους φίλους, γλυκό του κουταλιού φιρίκι, κάστανο και λικέρ καρυδάκι.
Πηγή: Ταξίδια – Καθημερινή