Ολόγλυκια μελωδία της ύπαρξής μου,/ Μυρίπνοο κι’ αμάραντο άνθος,/ Με την πένα της ψυχής,/ Ζωγράφισα τη μορφή σου./ Κοίταξα τα μάτια και ταξίδεψα/ Στην ήρεμη λιμνοθάλασσα της αγάπης./ Σ’ έντυσα με το χρώμα της θυσίας,/ Αφέθηκα στα πάλλευκα πούπουλα/ Της αγκαλιάς σου,/ Στης καρδιάς τον ολάνθιστο κήπο/ Όπου δίνει ώθηση στα όνειρά μου,/ Στο χάδι της φωνής, στις ανασφάλειές μου./ «Μην αφήνεις τη ζωή να χάνετε/ Σαν την άμμο από τα δάχτυλά σου»./ Είπες και με συνεπήρες στη μαγική πορεία/ Για τον δικό μου ουρανό./ Έγινες η δροσοστάλαχτη αυγή/ Στη διψασμένη γη μου/ Που με φροντίδα ρίχνει τις στάλες/ Στους καρπούς/ Αύριο να δώσουν καλή σοδειά./ «Να κρατάς ανοιχτή τη θύρα της καρδιάς,/ Να περνά το Φεγγάρι, για να σε λούζει/ Με το ουράνιο φεγγαρόφωτο,/ Και ποτέ μην αφήσεις το γκρίζο/ Να σκιάσει τη ζωή σου./ Μην ξεχνάς να βρίσκεις δύναμη/ Για το ταξίδι στον χρυσό ήλιο»./ Μου θύμιζες./ ΜΑΝΑ! Σπάνιο, ολάνθιστο, ανέγγιχτο/ εντελβάις σε απάτητη κορυφή:/ Στο άγγιγμα της σκέψης σου,/ Μερεύει η ψυχή,/ Στα διψασμένα χείλη μου/ Το γέλιο ξανανθίζει./ Φαντάζομαι πως βρίσκομαι/ Στον μπαξέ της αγκαλιάς σου/ Με όλα τ’ αρώματα του Μαγιού γύρω μου./ Και… ναι! Πράττω ό,τι εσύ με δίδαξες:/ Δεν κοιτάζω το ρολόι, κάνω όπως κ’ εκείνο./ Προχωρώ πάντα μπροστά!