Πολυγραφότατη η µουσικός και συγγραφέας, µε ρίζες στα Χανιά, Μάρω Θεοδωράκη, κυκλοφόρησε το νέο της (59ο) βιβλίο, το οποίο προσεγγίζει το θέµα της δυσλεξίας και απευθύνεται σε παιδιά αλλά και γονείς.
«Μια παράξενη κυρία που τη λένε ∆υσλεξία», ο τίτλος του.
Με αφορµή την κυκλοφορία του βιβλίου η Μάρω Θεοδωράκη µιλά στο podcast των “Χανιώτικων νέων” για το θέµα της δυσλεξίας, για το συγγραφικό της έργο, µοιράζεται µαζί µας εµπειρίες από παλαιότερες βιβλιοπαρουσιάσεις της.
Επίσης, απαντά σε ερωτήσεις µας για τον θείο της, τον µεγάλο συνθέτη Μίκη Θεοδωράκη και τον πατέρα της, τον σπουδαίο δηµοσιογράφο και ποιητή, Γιάννη Θεοδωράκη, αλλά και για την απόφασή της να κατέβει στις επερχόµενες εκλογές στην Αυτοδιοίκηση µε το ψηφοδέλτιο του Κώστα Μπακογιάννη στην Αθήνα και τονίζει «για να µπορέσεις να κάνεις πράγµατα ωφέλιµα για τον τόπο σου, πρέπει να δουλεύεις µε το “εµείς”».
Η συγγραφέας και µουσικός µιλά στο podcast των “Χ.ν.” µε αφορµή
το νέο της βιβλίο
Η ∆ΥΣΛΕΞΙΑ
Η πρώτη ερώτηση στο podcast αφορά το νέο της βιβλίο.
Οπως λέει η Μάρω Θεοδωράκη, «η δυσλεξία είναι µία µαθησιακή δυσκολία η οποία βασανίζει µικρούς και µεγάλους και µέσα σε µια οικογένεια, όταν υπάρχουν παιδιά µε δυσλεξία, βασανίζονται και οι γονείς και τα παιδιά. Βεβαίως, τα παιδιά περισσότερο γιατί υπάρχει αυτή η ταµπελοποίηση η οποία είναι πάρα πολύ ενοχλητική, όπου µέχρι να διαπιστώσουν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί τους αν το παιδί τους έχει δυσλεξία, οι πιο γνωστές ταµπέλες που βάζουµε είναι η ταµπέλα του τεµπέλη, η ταµπέλα του απρόσεκτου παιδιού κ.λπ..
Με αυτή λοιπόν την αφορµή ήθελα να γράψω αυτή την ιστορία, µία ιστορία που να αφορά κυρίως αυτά τα παιδιά, αλλά και τους φίλους αυτών των παιδιών. Και έτσι ξεκίνησα να γράφω την κυρία δυσλεξία, την παράξενη κυρία. Πάντα ήθελα να γράψω κάτι γι’ αυτή τη µαθησιακή δυσκολία».
«Θεωρώ ότι το βιβλίο είναι χρήσιµο για όλα τα παιδιά, γιατί ο τρόπος της γραφής αφορά παιδιά µέχρι και δευτέρα – τρίτη δηµοτικού. Οµως, αφορά και τους γονείς… Μπορεί και ο γονιός να το απολαύσει µαζί µε το παιδί και µέσα από έναν ιδιαίτερο τρόπο, µε χιούµορ και µε ευαισθησία, να κατανοήσουν τι είναι αυτό το πράγµα που µπορεί να βασανίζει ένα παιδί. Οπως είπα και πριν, θεωρώ απαράδεκτη την ταµπελοποίηση που συχνά κάνουν και οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί στα παιδιά, χωρίς να το θέλουν βέβαια, οπότε το παιδί αντιλαµβάνεται ότι τελικά δεν είναι τεµπέλης. Το µεγάλο θέµα αυτών των παιδιών είναι ότι δεν προλαβαίνουν να φτάσουν τους συµµαθητές τους. Και αυτό είναι βασανιστικό. Οπότε είναι ένα βιβλίο που µπορεί να κάνει πιο εύκολη όλη αυτή τη διαδικασία της µαθησιακής δυσκολίας. Μπορούν το απολαύσουν µεγάλοι και µικροί».
ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΑΠΟ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ
Ζητήσαµε από τη Μάρω Θεοδωράκη να µας περιγράψει αναµνήσεις και εντυπώσεις από παλαιότερες εκδηλώσεις και βιβλιοπαρουσιάσεις.
«Είµαι -µας λέει- πάρα πολύ ευγνώµων που έχω κάνει αυτή την πορεία στο “κοµµάτι” βιβλίο. Γράφω από το 1999. Με το καινούργιο αυτό βιβλίο, την “παράξενη κυρία”, συµπληρώνω 59 βιβλία, 55 αφορούν τα παιδιά και τα άλλα τέσσερα ενήλικες, σε σχέση µε τη µουσική. Εχω ζήσει πάρα πολύ όµορφες εµπειρίες µε τα βιβλία µου. Μόνο όµορφες εµπειρίες. Σε βιβλιοθήκες, σε σχολεία, στην Ελλάδα, στην Κύπρο, στην Κωνσταντινούπολη. Βραβεύτηκα προσφάτως στην Κωνσταντινούπολη για τα βιβλία µου. Εκεί ήταν η τελευταία µεγάλη παρουσίαση που έγινε στο Ζωγράφειο Λύκειο. Και εκεί µε υποδέχτηκαν µε πάρα πολύ µεγάλη χαρά όλα τα παιδιά. Και ένα παιδί µου είπε: «πότε θα µας ξανάρθετε». Γιατί εκεί παρουσίασα το «Μουσούδα σ’ αγαπώ”», το «Γιαγιά σ’ αγαπώ», το «Μπαµπά σ’ αγαπώ», όλη τη σειρά «σ’ αγαπώ».
Ενα άλλο που µου έχει µείνει στα Χανιά, όταν κάναµε την παρουσίαση στον “Κήπο” µε τον φίλο µου Βασίλη Σταθάκη ήταν όταν είχα παρουσιάσει την “Οµορφη Πόλη”, ένα βιβλίο το οποίο µιλάει για τα Χανιά. Πήρα το τραγούδι του θείου µου Μίκη και του πατέρα µου Γιάννη και το παρουσιάσαµε εκεί για να αναφερθώ και στα υπέροχα Χανιά µας. Στην παρουσίαση αυτή είχα πάρει πάρα πολύ αγάπη από τους Χανιώτες και ήρθε ένας ηλικιωµένος κύριος ο οποίος µου είπε: «ξέρετε κυρία Θεοδωράκη µου τι µεγάλη συγκίνηση που έχω αυτή τη στιγµή που ζω το βιβλίο αυτό το παιδικό, µε εσάς και µε το εγγόνι µου; Εκτός του ότι υπήρξα φίλος του πατέρα σας, βλέπω τα Χανιά µας, την όµορφη πόλη µε διαφορετικό τρόπο, µε άλλο µάτι, µε άλλο βλέµµα µέσα από αυτή την παρουσία. Οπότε και αυτό το κρατώ σαν µια πολύ καλή ανάµνηση».
Ρωτάµε µε την ευκαιρία τη Μάρω Θεοδωράκη, πώς είναι να είσαι η ανιψιά του Μίκη και η κόρη του Γιάννη Θεοδωράκη.
«Είναι ευλογία κι αυτό το αντιλαµβάνεται κανείς µεγαλώνοντας. Γιατί όταν είσαι µικρό παιδί ξέρεις ότι οι γονείς σου έχουν ένα πρόσηµο κ.λπ., οι ρίζες σου. Αλλά, όσο µεγαλώνεις, το αντιλαµβάνεσαι καλύτερα, γιατί ωριµάζεις και µπαίνεις και σε κάποια µονοπάτια που πιθανόν να έχουν περπατήσει και εκείνοι, όπως η µουσική, η συγγραφή κ.λπ.. Το να µεγαλώνει κανείς σε αυτή την οικογένεια και να έχεις και µπαµπά τον Γιάννη, ο οποίος ήταν πολύ ευαίσθητος ποιητής και δηµοσιογράφος και ευαίσθητος άνθρωπος κυρίως και πατέρας, είναι ξεχωριστό, τυχεροί εµείς που ήµασταν παιδιά του, γιατί µέσα από εκείνον αγαπήσαµε την Κρήτη, αγαπήσαµε τον Γαλατά, τα παιδικά µας καλοκαίρια, τα Χανιά µε τα οποία πάντα επιµένω και θέλω να έχω σύνδεση. Είναι το δεύτερό µου σπίτι στην πραγµατικότητα. Γιατί µπορεί να µη γεννήθηκα εκεί, να µη µεγάλωσα, αλλά ήταν τόσο ατελείωτα αυτά τα καλοκαίρια που είναι σαν να µεγάλωσα στα Χανιά».
Η ΥΠΟΨΗΦΙΟΤΗΤΑ ΜΕ ΤΟΝ Κ. ΜΠΑΚΟΓΙΑΝΝΗ
Για την υποψηφιότητά της στον ∆ήµο Αθηναίων στον συνδυασµό του Κώστα Μπακογιάννη, η Μάρω Θεοδωράκη ανέφερε:
«Προέκυψε από µία συνάντηση που είχα µε τον κ. Μπακογιάννη, ο οποίος µε κάλεσε στο γραφείο του ευγενικά να µιλήσουµε. Θεώρησε και εκείνος ότι λόγω όλων αυτών των δράσεων που έχω κάνει στη ζωή µου και της πολιτιστικής διαδροµής σε σχέση µε τα βιβλία, τη µουσική κ.λπ. αλλά και τις εκπαιδευτικές δραστηριότητες που κάνω χρόνια, ότι θα ήταν πολύ ενδιαφέρον να συνεργαστούµε. Ετσι, βρήκα και εγώ αυτή τη συνεργασία και τη συµπόρευση, γιατί µόνο αν συµπορευτείς µπορείς να κάνεις πράγµατα, γιατί η Τοπική Αυτοδιοίκηση θέλει το εµείς. Γενικά θεωρώ ότι για να µπορέσεις να κάνεις πράγµατα ωφέλιµα για τον τόπο σου, πρέπει να δουλεύεις µε το εµείς. Το ενδιαφέρον σε αυτόν τον συνδυασµό, στο “Αθήνα ψηλά” είναι ότι ο Κώστας Μπακογιάννης έχει καλέσει ανθρώπους από διάφορες ιδιότητες και ειδικότητες, ανεξαρτήτως παρατάξεως και χρώµατος και, όπως συχνά λέει και εκείνος, το πεζοδρόµιο δεν έχει χρώµα. Και για εµένα ισχύει αυτό. Οπότε όλα αυτά που έχω κάνει στη ζωή µου µέχρι τώρα θέλω και εύχοµαι να µπορέσω να τα µοιραστώ µε την πόλη αυτή που λέγεται Αθήνα. Είναι µια υπέροχη πόλη η οποία αλλάζει, αλλά δεν αλλάζει από τη µια µέρα στην άλλη. Μία πόλη για να αλλάξει θέλει πάρα πολλή δουλειά, θέλει πολλή προσπάθεια, θέλει αγάπη, θέλει φροντίδα, θέλει πάθος και θέλει και χρόνο και το εµείς. Είπα να το προσπαθήσω και εύχοµαι να πάει πολύ καλά και αυτό».