Κυριακή, 22 Δεκεμβρίου, 2024

“Μάρτυρες” διαχρονικού σεβασμού;

Ας ξεκινήσουμε το άρθρο αυτό με έναν ορισμό: ‘‘Τοπίο’’ σημαίνει περιοχή, όπως αυτή γίνεται αντιληπτή από τον λαό, της οποίας ο χαρακτήρας είναι αποτέλεσμα της δράσης και αλληλεπίδρασης των φυσικών ή/και ανθρώπινων παραγόντων, Συμβούλιο της Ευρώπης, 2000, Κεφ. 1, άρθρο 1, Παρ. α) [1]. Ο ορισμός αυτός μας οδηγεί μονοδρομικά στο να αναζητήσουμε την συνέργεια των τριών διεργασιών που δημιουργούν κάθε τοπίο: των ανόργανων, των οργανικών και των ανθρωπογενών διεργασιών. Και για να μην πλατειάζουμε ας τις αναζητήσουμε στο ιδιαίτερο τοπίο του Σταυρού Ακρωτηρίου.
Το έντονο τοπογραφικό ανάγλυφο στην ευρύτερη περιοχή του Σταυρού είναι το αποτέλεσμα δράσης και αλληλεπίδρασης πολύχρονων, ενδογενών και εξωγενών, γεωλογικού χρόνου παραμέτρων, όπως ιζηματογένεση που συνεχίζεται ακόμα και στις μέρες μας, η μεταμόρφωση που μας έδωσε τα κατακερματισμένα μάρμαρα της ενότητας του Τρυπαλίου και φιλοξενούν το σπήλαιο του οπλαρχηγού Στέφανου Λερά, η διάβρωση που αποκάλυψε τους απολιθωμένους θησαυρούς του τόπου και κυρίως ο έντονος τεκτονισμός που καθόρισε την χωρική διάταξη των πετρωμάτων που δομούν την περιοχή και του εδαφικού καλύμματος που τα καλύπτει. Στο αβιοτικό αυτό περιβάλλον θα πρέπει να συμπεριλάβουμε τα θαλάσσια ρεύματα (επιφανειακά και βάθους) της περιοχής, που «άγονται και φέρονται» από τις κλιματικές συνθήκες (το μικροκλίμα) της περιοχής.

Φωτ.: «Μάρτυρες» εντός του βενετσιάνικου λατομείου στον Σταυρό με υπολείμματα ριζόλιθων και απολιθωμένου κορμού δένδρου.

Μέσα σ’ αυτό το αβιοτικό περιβάλλον αναπτύχθηκαν οργανισμοί, και στο θαλάσσιο και στο ηπειρωτικό περιβάλλον. Οι οργανισμοί που αναπτύχθηκαν κατά εκατομμύρια στη διάρκεια του γεωλογικού χρόνου στο θαλάσσιο περιβάλλον ήταν αυτοί που μετά τον βιολογικό τους κύκλο, τα σκελετικά τους υπολείμματα, που έχουν στη συντριπτική τους πλειοψηφία ασβεστιτική σύσταση, μεταφερόμενα αρχικά από τον κυματισμό στη στεριά (στην ακτή), αφέθηκαν στη διάθεση του ανέμου…. Ο άνεμος είναι ο κύριος παράγοντας που παρασύρει σε μικρές ακόμα και σε μεγάλες αποστάσεις λεπτόκκοκα τεμάχη (ιζήματα) από περιβάλλοντα στα οποία υπάρχουν μη συνεκτικά επιφανειακά ιζήματα, τα οποία δεν καλύπτονται από βλάστηση. Με την μεταφορά και συσσώρευση των υπολειμμάτων των θαλάσσιων οργανισμών δημιουργήθηκαν πριν χιλιάδες χρόνια στο παραλιακό μέτωπο του Ακρωτηρίου και ειδικότερα στον Σταυρό, αμμοθίνες που οι κόκκοι, μεγέθους άμμου, δεν αποτελούνται από ανόργανης προέλευσης ορυκτά. Τα υπολείμματα από ωοειδή, γαστερόποδα, κοράλλια και φύκια αποτελούνται κατά κύριο λόγο από οργανικής προέλευσης ορυκτό, τον οργανογενή αραγωνίτη. Στα αρχικά τους στάδια οι θίνες αυτές αναπτύχθηκαν και διευθετήθηκαν από τους ανέμους κατά μήκος του παραλιακού μετώπου του Σταυρού. Με πολύπλοκες γεωλογικές διαδικασίες αποτέθηκε και έδαφος ανάμεσα στα επάλληλα στρώματα βιογενούς προέλευσης άμμου. Αυτό βοήθησε ώστε στις θίνες να ριζώσουν διάφορα ανώτερα φυτά τα οποία και «βοήθησαν» στη συνέχεια στην εποίκηση της περιοχής και από ανθρώπινες ομάδες, γιατί είναι γενικά αποδεκτό ότι η υψηλή πυκνότητα των αγγειόφυτων στα σύγχρονα χερσαία περιβάλλοντα περιορίζει τον αιολικό τομέα στις ακτές [2]. Οι μίσχοι, το φύλλωμα, τα άνθη των ανώτερων φυτών που αναπτύσσονται σε αμμοθίνες, σπάνια απολιθώνονται in situ. Μέσα από μια πολύχρονη και πολύπλοκη γεωλογική διαδικασία που φέρει παγκοσμίως το ελληνικό όνομα «διαγένεση» (diagenesis) οι θίνες απολιθώθηκαν και μετατράπηκαν σε πέτρωμα που ονομάζεται αιολιανίτης και είναι βιογενετικής προέλευσης και σύστασης ψαμμίτης. Η διαδικασία απολίθωσης οδήγησε σε απολίθωση ρίζες και κορμούς δένδρων της περιοχής. Τα βιογενή αυτά απολιθώματα τα βλέπουμε διάσπαρτα μέσα στον λατομικό χώρο που με την σειρά του δομείται στη συντριπτική του πλειοψηφία από βιογενή υπολείμματα θαλάσσιων οργανισμών.

Το υλικό αυτό επέλεξαν οι βενετσιάνοι για να το χρησιμοποιήσουν ως δομικό υλικό, από έναν χώρο που δεν αποκλείεται να χρησιμοποιήθηκε ήδη από την εποχή του χαλκού [3]. Οι έντονες αυτές ανθρωπογενείς δράσεις που οδήγησαν στην δημιουργία λατομείου επηρέασαν καθοριστικά το τοπίο του Σταυρού. Ο λατομικός αυτός χώρος έχει σημειωθεί στο Corpus των αρχαίων λατομείων της Ελλάδας [4] με δύο θέσεις: «417. Θέση: Σταυρός, Τηγάνι και 418. Θέση: Σταυρός, Τραχήλι». Ανάμεσα στις δύο αυτές θέσεις υπάρχει μια στενή περιοχή μερικών δεκάδων μέτρων με αυξημένη την παρουσία παλαιοεδαφών ανάμεσα στους αιολιανίτες και ταυτόχρονα αυξημένη την παρουσία ριζόλιθων στην εξωτερική τους επιφάνεια.

Το συνολικό πάχος του αιολιανιτικού πετρώματος που έχει εξορυχθεί και στα δύο τμήματα του λατομείου ξεπερνά σε πάχος τα 2 μ. Η πληροφορία αυτή μπορεί να εξαχθεί από τις μετρήσεις και τις συγκρίσεις σε διάφορες θέσεις εντός του λατομείου, αλλά κυρίως από τους σχεδόν τετράγωνους λαξευμένους «μάρτυρες». «Μάρτυρες» ονομάστηκαν [5] υπολείμματα της εξορυκτικής διαδικασίας που έμειναν ανέπαφα. Βρίσκονται διάσπαρτοι εντός του λατομικού χώρου και θεωρητικά αποτελούσαν θέσεις αναφοράς μόνο για υπολογισμούς. Εάν εξετάσει κανείς λεπτομερώς τους «μάρτυρες» θα παρατηρήσει ότι σε όλους υπάρχουν υπολείμματα ριζόλιθων, δηλ. απολιθωμένων ριζών, αλλά και κορμών. Εκκινώντας από το ερώτημα γιατί δεν εξορύχθηκε η περιοχή με τους πολλούς εμφανείς ριζόλιθους (γιατί αιολιανιτικό υλικό με αυξημένη την παρουσία παλαιοεδαφών εξορύσσανε πιο δίπλα) οδηγούμαστε στο ερώτημα που εγείρουν τα διπλά αυτά μνημεία της φύσης και της ιστορικής εξορυκτικής τεχνολογίας: ήταν οι «μάρτυρες» απλά μόνο θέσεις υπολογισμών, ή ήταν και ιστορικά φυσικά μνημεία, μνημεία σεβασμού στις απολιθωμένες ρίζες και κορμούς, που αποκαλύφθηκαν κατά την λατόμευση των αιολιανιτών;

*Ο Μανόλης Μανούτσογλου είναι καθηγητής και τ. κοσμήτορας της Σχολής Μηχανικών Ορυκτών Πόρων του Πολυτεχνείου Κρήτης

Βιβλιογραφικές αναφορές
[1] ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΤΟΠΙΟ- Προοίμιο: chrome-extension://efaidnbmnnnibpcajpcglclefindmkaj/https://rm.coe.int/16802f3fae
[2] https://www.uky.edu/KGS/fossils/fossil-tree-stumps.php
[3] Moody, J.A. 1987. The Environmental and Cultural Prehistory of the Khania Region of West Crete: Neolithic through Late Minoan III., Ph.D. Thesis, University of Minnesota
[4] Κοκκορού-Αλευρά Γ., Πουπάκη Ε., Ευσταθόπουλος Α., Χατζηκωνσταντίνου Α. 2014. Corpus αρχαίων Λατομείων, ΕΛΚΕ ΕΚΠΑ, Ερευνητικό πρόγραμμα «ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ», Αθήνα
[5] Τσιλιγκάκη Ε. 2014. Τα αρχαία λατομεία της Κρήτης, Διδακτορική διατριβή στο τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης, https://www.didaktorika.gr/eadd/handle/10442/49665


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα