Σε “μάστιγα” της εποχής εξελίσσονται οι ψευδείς ειδήσεις (fake news), με τις εφημερίδες να μπορούν να αποτελέσουν “ανάχωμα” την ώρα που τα ψηφιακά μέσα καλούνται να αντιμετωπίσουν με όρους ηθικής την πίεση του ανταγωνισμού που εντείνεται στον κλάδο της ενημέρωσης.
Tαυτόχρονα ζητούμενο παραμένουν οι αναγνώστες με παιδεία και κριτική σκέψη αλλά και η δημιουργία ενός θεσμικού πλαισίου που θα ελέγχει φαινόμενα παραπληροφόρησης σε μια εποχή που τα social media παρουσιάζονται ως υποκατάσταστο των ΜΜΕ.
Αυτά αναδείχθηκαν μεταξύ άλλων μέσα από την συζήτηση «Από τα fake news στη Δημοσιογραφία! Ένα like…δρόμος» που πραγματοποιήθηκε το βράδυ της Τετάρτης στο πλαίσιο του 6ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Χανίων στο Πνευματικό Κέντρο με αφορμή σχετική ενότητα ταινιών του Φεστιβάλ.
Στη συζήτηση συμμετείχαν οι δημοσιογράφοι: Παρασκευάς Περάκης, Διευθυντής της Εφημερίδας «Χανιώτικα Νέα», Γιάννης Σμυρλάκης, Διευθυντής Σύνταξης της «Εφημερίδας Συντακτών», Δημήτρης Κανελλόπουλος δημοσιογράφος της ΕΦΣΥΝ, Μανώλης Κονσολάκης δημοσιογράφος στο kriti24 και Αντώνης Σκαμνάκης, καθηγητής δημοσιογραφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Επαρχιακού Τύπου.
Τον συντονισμό της συζήτησης είχε η “ψυχή” του Φεστιβάλ, ο Ματθαίος Φραντζεσκάκης, ο οποίος αναφέρθηκε και στην πιο πρόσφατη προσωπική εμπειρία που είχε με ψευδείς ειδήσεις, με την ψεύτικη είδηση για τον θάνατο του σκηνοθέτη Γαβρά.
Μετά τις τοποθετήσεις των ομιλητών, ακολούθησε ενδιαφέρον διάλογος με το κοινό το οποίο βρέθηκε στην εκδήλωση, πριν από την οποία προβλήθηκε η μικρού μήκους ταινία του Δημήτρη Κατσιμίρη με τίτλο “Fake News”, αποσπώντας θερμό χειροκρότημα.
Κριτική σε πολιτικούς και εκδότες
Με κριτική διάθεση κατά στελεχών της Ν.Δ., δημοσιογράφων και άλλων αθηναϊκών εντύπων, παρουσιάστηκαν οι εκπρόσωποι της Εφημερίδας των Συντακτών στη συζήτηση της Τετάρτης.
Την διαφωνία του στο θέμα της αντικειμενικότητας στην δημοσιογραφίας εξέφρασε ο δημοσιογράφος της ΕΦΣΥΝ, Δημήτρης Κανελλόπουλος, ο οποίος επεσήμανε ότι το ρεπορτάζ δεν χωράει αμφισβήτησης. «Ο δημοσιογράφος έχει την υποχρέωση να παρουσιάσει τα γεγονότα όπως είναι» επεσήμανε ενώ αναφέρθηκε σε πρόσφατα παραδείγματα fake news όπως αναρτήσεις του αντιπροέδρου της Ν.Δ Άδωνη Γεωργιάδη κ.α «Τα fake news δεν είναι μόνο μια κατασκευασμένη είδηση ή ένας λάθος. Το να ‘’βγάζεις’’ μια είδηση για να να δημιουργήσεις εντυπώσεις, κι αυτό είναι στα όρια του fake news» σημείωσε.
Στο στοιχείο της υπερβολής που κυριαρχεί αυτή την στιγμή στην ενημέρωση, στάθηκε ο Διευθυντής Σύνταξης της “Εφημερίδας Συντακτών”, Γιάννης Σμυρλάκης ο οποίος αναφέρθηκε σε τέσσερα κριτήρια που προσδιόρισε το Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, τα οποία πρέπει να θέτει ο αναγνώστης όταν διαβάζει μια είδηση: αξιολόγηση του εκδότη, προσοχή στην ποιότητα του κειμένου, έλεγχος των πηγών, διασταύρωση της είδησης.
Ο κ. Σμυρλάκης παρουσίασε ως πρότυπο δημοσιογραφικής επιχείρησης την “ΕΦΣΥΝ” , ξεκαθαρίζοντας πως δεν χρηματοδοτείται από συμφέροντα, με τους δύο εκπροσώπους της αθηναϊκής εφημερίδας να κάνουν λόγο για εκδοτικά συμφέροντα που στοχευμένα επενδύουν στη διάδοση ψευδών ειδήσεων για να εξυπηρετήσουν οικονομικούς και πολιτικούς σκοπούς.
«Ανάγκη θεσμών που θα θωρακίζουν την ενημέρωση»
Μιλώντας για την παρουσία των fake news σήμερα, ο καθηγητής δημοσιογραφίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης και εκπρόσωπος του Ινστιτούτου Επαρχιακού Τύπου Aντώνης Σκαμνάκης (Φωτ.) , επεσήμανε ότι συνδέονται με μια ιδεολογική προσέγγιση που έχει αναπτύχθηκε το τελευταίο χρονικό διάστημα παγκοσμίως και ονομάστηκε μετά αλήθεια.
Ο ίδιος τόνισε ότι ψευδείς ειδήσεις είναι εκείνες που περιγράφουν γεγονότα που δεν συνέβησαν. Ωστόσο, διευκρίνησε ότι τα fake news έχουν να κάνουν με την ερμηνεία των γεγονότων και την αυθεντικότητα τους ως ειδήσεις. Συνεπώς τα fake news είναι ψευδεπίγραφες ειδήσεις. «Μια βασική πηγή των ψευδεπίγραφων ειδήσεων είναι η φύση των ειδήσεων. Οι ειδήσεις δεν είναι ούτε μπορούν να είναι αντικεμενικές. Και τούτο γιατί η αντικειμενικότητα δεν υπάρχει στην δημοσιογραφία όσο και εάν αυτό αποτελεί ένα ιδεολογικό προσανατολισμό και μια αξία των δημοσιογράφων. Αυτό που υπάρχει είναι καλή ή κακή δημοσιογραφία. Δημοσιογραφία που εξυπηρετεί το δημόσιο συμφέρον ή δημοσιογραφία που δεν το υπηρετεί» τόνισε ο κ. Σκαμνάκης ο οποίος συμπλήρωσε πως ένας παράγοντας των ψευδεπίγραφων και ψευδών ειδήσεων, θεωρούνται « τα ψηφιακά μέσα και τα κοινωνικά δίκτυα. Τούτο προκύπτει από την δυναμική συμμετοχή των χρηστών στην επικοινωνιακή διαδικασία, στην παραγωγή και αναπαραγωγή της είδησης, είτε αυτή είναι ψευδής, είτε ψευδεπίγραφη».
Ο κ. Σκαμνάκης μίλησε για την ανάγκη δημιουργίας θεσμών που θα θωρακίζουν τον πλουραλισμό, την πολυφωνία, την δημοκρατία στην ενημέρωση και θα διασφαλίζουν την διάδοση των ιδεών όπως: Συνήγορος του Αναγνώστη, (θεσμός που λειτουργεί ήδη σε ευρωπαικές χώρες), Παρατητηρήριο για την Δημοκρατία στα ΜΜΕ, κ.α, ενώ ειδική μνεία έγινε στις επιμορφωτικές δράσεις δημοσιογράφων,που πραγματοποιεί το Ινστιτούτο Επαρχιακού Τύπου που λειτουργεί στον Αποκόρωνα, χωρίς όμως να υπάρχει ενδιαφέρον από τις δημοσιογραφικές Ενώσεις για αξιοποίησή του.
Πίστη στις βασικές αρχές της Δημοσιογραφίας
Ως το σημαντικότερο κίνδυνο όσον αφορά την αξιοπιστία και το κύρος της ενημέρωσης στην εποχή μας, χαρακτήρισε τα fake news, ο Χανιώτης δημοσιογράφος της ιστοσελίδας Kriti24 Μανώλης Κονσολάκης (Φωτ.) ο οποίος τόνισε ότι σήμερα «η αξιοπιστία των ΜΜΕ αμφισβητείται πιο έντονα από ποτέ».
Ο ίδιος επεσήμανε ότι στην εποχή του διαδικτύου και της μετάδωσης της πληροφορίας με ιλιγγιώδη ταχύτητα, αυτή η αμφισβήτηση έχει πολλαπλασιαστεί. «Σημαντικό ρόλο σε αυτό έχουν τα λεγόμενα fake news, η ψεύτικη, παραπλανητική και κατευθυνόμενη είδηση η οποία έχει κατακλύσει τα ΜΜΕ σε παγκόσμιο επίπεδο» ανέφερε ενώ μιλώντας για τις βασικές αιτίες του φαινομένου στάθηκε στην απουσία ελέγχου της αξιοπιστίας μιας είδησης.
Ο «ιός των fake news», υποστήριξε, « έχει προσβάλλει και την τοπική ενημέρωση. Δυστυχώς είναι αναμφισβήτητο ότι έχει χαθεί ο έλεγχος και η διασταύρωσης της είδησης, πριν αυτή δημοσιευθεί. Βασική αρχή της δημοσιογραφίας αποτελεί η διασταύρωση μιας είδησης. Αυτό σε πολύ μεγάλο βαθμό έχει χαθεί. Είναι πραγματικά να ελέγξεις μια πληροφορία η οποία σαν «αστραπή» μεταδίδεται και αναπαράγεται κυρίως μέσα από τα social media, η οποία περνά ως είδηση στα διαδικτυακά μέσα και στη συνέχεια και στα υπόλοιπα. Πολλές φορές η «είδηση» αυτή καλύπτεται από τον μανδύα της ανωνυμίας. Κανένας δεν αναλαμβάνει την πατρότητα της ή όποιος το κάνει μπορεί εύκολα να καλυφθεί πίσω από ένα ψεύτικο προφίλ. Έτσι μια ψεύτικη είδηση περνά ως έγκυρη και γίνεται viral. Γιατί γίνεται αυτό; Γιατί είναι κάτι που ‘’πουλάει’’. Αυτό όμως αποτελεί το καρκίνωμα της σύγχρονης ενημέρωσης».
«Βιώνουμε την εποχή του πιο έντονου ανταγωνισμού στην ιστορία τς δημοσιογραφίας και των ΜΜΕ με συνέπειες ανεξέλεγκτες. Πόσο εύκολο αλήθεια είναι να πει κανείς «όχι» σε περισσότερα κλικ, σε περισσότερους αναγνώστες, ακροατές η τηλεθέαση; Η απάντηση σε αυτό το ηθικό ερώτημα για τους δημοσιογράφους πρέπει να δοθεί από τον καθένα ξεχωριστά, δημοσιογράφο ή ιδιοκτήτη ΜΜΕ. Σε μια εποχή που η πληροφορία διαδίδεται πλέον με ιλιγγιώδη ταχύτητα, κάποιοι πρέπει να δημιουργήσουν ηθικά αναχώματα και οι πρώτοι που πρέπει να το κάνουν αυτό είναι οι δημοσιογράφοι, εάν θέλουμε να επιβιώσει το επάγγελά μας, κάνοντας αρχικά το αυτονόητο: να ελέγχουμε και να διασταυρώνουμε μια πληροφορία πριν σπεύσουμε να την δημοσιεύσουμε, έστω κι αν αυτό έχει συνέπειες…» τόνισε ο κ. Κονσολάκης ο οποίος χαρακτήρισε περισσότερο «ευάλωτη» στα fake news την δημοσιογραφία του διαδικτύου. Ο ίδιος επεσήμανε την αναγκαιότητα δημιουργίας ενος θεσμκού πλαισίου ελέγχου της ενημέρωσης από την Πολιτεία σε συνεργασία με τις δημοσιογραφικές ενώσεις και τους ιδιοκτήτες ΜΜΕ.
«Ανάχωμα ο επαρχιακός Τύπος»
Τη θέση ότι ο επαρχιακός Τύπος μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα απέναντι στις ψευδείς ειδήσεις στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό, υποστήριξε ο διευθυντής της εφημερίδας “Χανιώτικα νέα” Παρασκευάς Περάκης (φωτ.) , τονίζοντας παράλληλα την ανάγκη η Πολιτεία να ενστερνιστεί αυτή την πολιτική. Χαρακτηριστικά αναφέρθηκε στην ειδική επιτροπή που συστάθηκε στη Βρετανία κατ’ εντολή της Τερέζα Μέι, προκειμένου να βρεθούν τρόποι στήριξης του τοπικού τύπου απέναντι στα “fake news”.
Όπως εξήγησε ο κ. Περάκης, η απαξίωση των πανελλαδικών ΜΜΕ στη συνείδηση των πολιτών, οδηγεί το κοινό σε άλλες πηγές ενημέρωσης. «Νομίζουν ότι μέσω των κοινωνικών δικτύων θα φτάσουν στην πρωτογενή πηγή της είδησης. Όμως στα κοινωνικά δίκτυα τα fake news κυριαρχούν» ανέφερε, υπενθυμίζοντας ότι ψευδείς ειδήσεις υπήρχαν πάντα – όπως το νερό του Καματερού – αλλά στη σημερινή εποχή των κοινωνικών δικτύων έγινε το “μπαμ”.
«Τα fake news έχουν το στοιχείο της υπερβολής, εντυπωσιάζουν και είναι λογικό να διαδίδονται εύκολα» εξήγησε ο κ. Περάκης, σχολιάζοντας πως «είναι λοιπόν εύκολο να δώσουν πολλά like και πολλά κλικ, τα οποία ερμηνεύονται ως χρήμα, για όσους βλέπουν την ενημέρωση ως γρήγορο και εφήμερο κέρδος». Ο ίδιος όμως τόνισε ότι «το κέρδος αυτός είναι εφήμερο, γιατί οι ιστοσελίδες που δεν μπαίνουν στον πειρασμό της διαδικασίας του Clickbait, που επιμένουν στην διασταύρωση της είδησης, είναι αυτές που σε βάθος χρόνου θα κερδίσουν την εμπιστοσύνη του κοινού και θα συνεχίσουν να υπάρχουν στο διαδίκτυο».
Αναφορικά με τις ιστοσελίδες, τόνισε επίσης πως «είναι αναγκαίο να ρυθμιστεί από την πολιτεία η αγορά, καθώς αυτή τη στιγμή αντιμετωπίζονται με τον ίδιο τρόπο αξιόλογες δημοσιογραφικές και επιχειρηματικές προσπάθειες στο διαδίκτυο, με ιστοσελίδες που απλά έχουν μια καρέκλα και έναν υπολογιστή, ανεβάζουν ανυπόγραφα άρθρα και στηρίζονται στη “μαύρη” εργασία».
Όσον αφορά τον έντυπο Τύπο και ειδικά αυτόν της ελληνικής επαρχίας, ο διευθυντή της εφημερίδας “Χανιώτικα Νέα”, εξήγησε ότι στις εφημερίδες υπάρχει η “πολυτέλεια” της διασταύρωσης της είδησης και της παρουσίασης της «με την μέγιστη δυνατή αντικειμενικότητα».
«Αρκεί το μέσο, να είναι όντως εφημερίδα και όχι ένα πυροτέχνημα στο χώρο ή στρατευμένο μέσο προπαγάνδας», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά, εξηγώντας «ευτυχώς στην πλειοψηφία του επαρχιακού Τύπου στην Ελλάδα δεν συναντάμε τέτοια φαινόμενα. Κι αυτό επιτρέπει στο να πούμε ξεκάθαρα ότι ο Τύπος στην ελληνική περιφέρεια όσο και εάν πολεμάται, μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα απέναντι στην εξάπλωση των ψευδών ειδήσεων».
Ολοκληρώνοντας την τοποθέτησή του, ο κ. Περάκης αναφέρθηκε σε περιστατικά που απασχόλησαν την τοπική επικαιρότητα και ανέδειξαν το πόσο πολυδιάστατο φαινόμενο είναι τα “fake news” ενώ εξέφρασε αμφιβολίες για το «αν αρκεί ένας αλγόριθμος για να σταματήσουν οι ψευδείς ειδήσεις», επισημαίνοντας πως «το κοινό είναι αυτό που θα δώσει τη λύση. Ο αναγνώστης, ο ακροατής και ο τηλεθεατής με το να έχουν την κριτική ικανότητα να αντιληφθούν που είναι το ψέμα και που η αλήθεια.
Για να γίνει όμως αυτός, καταλήγουμε εκεί που καταλήγει σχεδόν κάθε μεγάλη συζήτηση στην Ελλάδα. Ότι είναι θέμα Παιδείας».