Μόλις με 20 λεπτά ημερησίως θα μπορούσε να… ξεδιψάσει κάθε κάτοικος των ελληνικών νησιών, αν αξιοποιούνταν λύσεις βιώσιμης διαχείρισης του νερού, προσαρμοσμένες στις τοπικές ανάγκες.
Η διαπίστωση ανήκει στον ομότιμο καθηγητή του Τεχνολογικού Πανεπιστημίου Βερολίνου Andreas Grohmann, ο οποίος μίλησε στο ΑΠΕ – ΜΠΕ, με αφορμή την Παγκόσμια ημέρα νερού, στις 22 Μαρτίου.
«Στα νησιά», λέει ο καθηγητής, «χλωρίδα και πανίδα έχουν προσαρμοστεί, αλλά όχι ο άνθρωπος με τις απαιτήσεις του».
«Η σημερινή τεχνολογία μας δίνει δύο λύσεις, πάντα κοντά στη φύση: α) Αποθήκευση βροχόπτωσης για τους μόνιμους κατοίκους (κάθε σπίτι την δεξαμενή του και αντίστροφη κλίση σε πεζούλες στις πλάγιες των λόφων) και β) αφαλάτωση με ηλιακή ενέργεια σε τουριστικά κέντρα και κάθε παραθαλάσσιο ξενοδοχείο και ξενώνα» εξηγεί, διευκρινίζοντας ότι πρέπει να συνδεθούν οι δύο μέθοδοι, όπως και η αφαλάτωση, με βιολογική επεξεργασία λυμάτων για αναγκαστική ανακύκλωση ώστε να μην πάει ούτε σταγόνα χαμένη».
Οσο για το κόστος που έχουν οι προτεινόμενες λύσεις για τους κάτοικους των ελληνικών νησιών, η απάντησή του είναι αφοπλιστική και… οικονομική.
«Για μία οικογένεια, το κόστος είναι λιγότερο από το κόστος για εφοδιασμό με εμφιαλωμένο νερό. Υπολογίζεται κόστος 0,5 ευρώ ανά κυβικό μέτρο παραγομένου νερού και 1,5 με 2 ευρώ/ μ³ μαζί με το κόστος διανομής. Εάν περιοριστεί η προσωπική ημερήσια χρήση σε 0,1 μ³ (100 λίτρα), τότε το κόστος είναι περίπου 0,20 ευρώ την ημέρα για κάθε άτομο»!
Αναφερόμενος πάντως στο γεγονός ότι η αφαλάτωση δεν προτιμάται στις παραθαλάσσιες ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις, τονίζει ότι λείπουν ειδικοί για επίβλεψη και συντήρηση, προπάντων ειδικευμένοι υδραυλικοί. «Παρατηρείται όμως», συνεχίζει, «και αδικαιολόγητη προτίμηση μεγάλων κεντρικών έργων, με όλα τα μειονεκτήματα, όπως ασχημία νησιώτικων τοπίων, περιβαλλοντικές βλάβες με απόβλητα άλμης, παραμέληση παραδοσιακών τεχνών αποθήκευσης και παραμέληση επαναχρησιμοποίησης».
Απαντώντας σε ερώτηση για την κατασπατάληση του νερού στην Ελλάδα, με πάνω από το 70% να διοχετεύεται στην άρδευση, τόνισε ότι για τους κατοίκους αστικών περιοχών είναι δύσκολη η κατανόηση των απαιτήσεων της γεωργίας, ενώ παράλληλα δεν αντιλαμβάνονται τη σπατάλη του “εικονικού νερού”, της ποσότητας δηλαδή του νερού που χρησιμοποιείται για την παραγωγή ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας.
«Ανάλογα με τις συνήθειές μας, το άθροισμα “εικονικό νερό” για όλα τα τρόφιμά μας φτάνει στα 2.000 με 4.000 λίτρα για την ημερήσια χρήση, τη στιγμή που η οικιακή χρήση νερού, είναι “μόνο” 100 λίτρα κάθε μέρα», λέει ο κ. Grohmann.
Προτείνει στους γεωργούς να υπολογίσουν πόσο νερό επιτρέπεται για κάθε γεώτρηση και να περιορίσουν το βάθος των γεωτρήσεων ανάλογα με το υψόμετρο ώστε να μην είναι η αντλία πιο βαθιά από την επιφάνεια της θάλασσας, αποφεύγοντας μ’ αυτό τον τρόπο, την υφαλμύρωση υπόγειων υδάτων.
Στη γεωργία μπορεί, επίσης, να επαναχρησιμοποιηθεί το νερό, αποφεύγοντας τα επιβλαβή κατάλοιπα από την αρχική χρήση του.
«Αλλιώς, ο βιολογικός καθαρισμός λυμάτων, πρέπει να διευρυνθεί με επεξεργασία με όζον και με ενεργητικό άνθρακα. Ωστόσο, εφαρμόζοντας αειφόρα χρήση νερού, επαρκεί ο βιολογικός καθαρισμός αποβλήτων και μετά διήθηση σε φίλτρο με ψιλή άμμο», τονίζει.
Δηλωμένος φιλέλληνας, ο κ. Grohmann, δεν ξεχνά να αναφέρει ότι έχει συγγενείς και σπίτι στην Ελλάδα και για το θέμα νερό έχει “επιλέξει”, όπως τονίζει χαρακτηριστικά, την Ελλάδα «γιατί είναι τόσο αλλιώτικα τα δεδομένα (κλίμα, ήλιος, νησιά, βουνό και θάλασσα, τρόπος ζωής, προσωπικές φιλίες) από τη Γερμανία».
Σημειώνεται ότι ο Andreas Grohmann συμμετέχει εθελοντικά, με τις επιστημονικές γνώσεις και προτάσεις του, στην Ελληνογερμανική Συνέλευση.
Η Ελληνογερμανική Συνέλευση είναι μια ευρεία πρωτοβουλία για συνεργασία μεταξύ ελληνικών και γερμανικών περιφερειών, Δήμων και πολιτών. Κύριος στόχος είναι η εμβάθυνση των υπάρχουσα επαφών και η δημιουργία νέων, έτσι ώστε να μπορέσουν να χρησιμοποιηθούν για τη διαδικασία της συνεργασίας και της ανταλλαγής εμπειριών.