Έπγαινα προ καιρού στη Χώρα με το λεφωρείο κι ο έρημος νους έβαλε ομπρός τον αργαλειό ν-του κι ύφαινε με στημόνι τα πολιτικά σούσουρα εκείνωνα των ημερώ. Εβουίζανε οι τελεοράσεις για μια βουλευτίνα απου είχαμε μπέψει στσ΄ Ευρώπες, εκειά απου λένε Ευρωβουλή. Είχανε πιάσει λέει Φράγκοι, Βέλγους λένε ετούτηνα τη ράτσα, την ίδια και το γ-κύρη τζη με βαλίτσες γεμωσμένες με παράδες.
Kαι νάτονε ανύπαντρη να πεις πως οι παράδες ήτονε η προίκα τζη απου την αναμάζωνε απ΄ όντε ήτονε μιτσή κι έλεγε τα κάλαντρα. Αυτή όμως ήτονε παντρεμένη με Ιταλό, πρέπει πως δεν ήβρε Ρωμιό να πάρει. Λένε οι Φράγκοι πως με τον άντρα τζη και καμπόσους ακόμης είχανε καμωμένο κινιάτο και μπάσης ητονε ένας Ιταλός, σάικα οι ιταλοί κατένε απού καλό λάδι. Εδουλέβανε αβανταδόρικα για διχτάτορες από την Ασία και Αφρική απου μαγκλαβίζουνε όποιο θέλουνε στο ν-τόπο ν-τωνε. Εκείνοινα απου πιαστήκανε είχανε αναλάβει, με γερή πλερωμή να λένε τα καλύτερα γιαυτούς και να των έχουνε ανοιχτές τσι πόρτες στσ΄ Ευρώπες. Δεν ήμουνε μπροστά να τάχω θωρεμένα, μη με αναρωτάτε, οι Βέλγοι τα λένε.
Η κοπελιά απου πιάστηκε είναι εφτάκαλη στη θωργιά, μποϊλίνα, εμίληε φαρσί τα εγγλέζικα σα νάτονε γεννημένη στη Λόντρα. Άμα την άκουγες, σαν κι ούλους τσοι όμοιους τση, εχαίρουσουνε τσι όμορφες κουβέντες για το πρεπό και το δίκιο κι ετσα απου τά ΄λεγε έδειχνε έτοιμη να βάλει το μπέτη τση μπροστά, ανε χρειγιάζουντονε. Ως φαίνεται όμως είχε στο νου τζη ό,τι έχουνε και άλλοι πολιτικάντηδες, λίγοι πολλοί δε γ-κατέω, απου λένε τα σωστά, αλλά για να τα κάνουνε άλλοι, οι γ-ίδιοι να μένουνε στα παχιά λόγια.
Η γ-ίδια λέει πως δεν έχει καμωμένο πράμα κακό, αλλά ανε ν-τάχει καμωμένα, η γ-εζημνιά απου ΄καμε είναι πολλώ λογιώ. Δεν είναι μόνο το πώς ακούγονται για αλισιβερίσια τση ντροπής από Ρωμιούς και χαίρουνται οι Σοϊμπλήδες. Το πλια κακό είναι πως νιοι αθρώποι, σα γ-και τούτηνα ξεπατικώνουνε τσι χειρότερους απου τσι αλλοτερινούς. Άμα είναι όπως τα λένε οι Φράγκοι, διάλε το λεπάρι τ΄ άφηκε απου κείνανα απου κάνουνε οι χειρότεροι.
Συμπαθάτε, δεν γ-κάνω το δικαστή, αλλά μου φαίνεται πως άμα πιάνεις τον άλλο με το κλεψίμιο αρνί στη ράχη, δύσκολο είναι να κάνει τον ακάτεχο. Μα και να μην τόχεις κλεμμένο, είντα θέλεις να το κουβαλείς. Άμα ανέβηκε μοναχό ντου στη ράχη σου, αλλάζουνε τα πράμματα.
Ο καπετάνιος στο κόμμα τζη είναι καινούριος, ένας μεσοκαιρίτης καστρινολασιθιώτης, απου ως φαίνεται δεν τζη ΄χε και πολύ μπεγέντιση.
Αλλά είντα ΄βρε να πει όντε ν΄ εβγήκε στα φόρα το πράμα: «Αυτή έπγαινε σε άλλο κόμμα». Άλλο πάλι και τούτονα. Ανε θαρρεί πως ετσα θα προκόψει, να του πείτε χαιρετίσματα από μένα. Είπε και κάτιντις άλλο απου δεν το νογώ, ήτανε λέει «Δούρειος ίππος» για άλλο κόμμα. Ο απατός μου δε γ-κατέει για «Δούρειο ίππο» κατέω μια Δούρου απου ήτονε κουμανταδόρισα στην Αθήνα και τα σόχωρά τζη, Περιφερειάρχη τηνε λέγανε οι τελεοράσεις, όντε ν-εκαήκανε ζωντανοί άδικα των αδίκω απάνω από εκατό αθρώποι, ψυχομέτρι. Το κακό εγίνηκε σε μια τοπαρέ, Μάτι τηνε λένε και σκέφτεσαι για όνομης, πως μπορεί του καιρού μας να καούνε ετσα εύκολα ετόσοινα αθρώποι, γιάντα να μη δουλέψει πράμα ντρέτα, γιάντα να πάνε ούλα θεόστραβα.
Για τούτηνα όμως τη κακομοιργιά, δεν μπορεί να φάει τα πιο πολλά κατάξυλα ετούτηνα. Δεν εμπόργειε να βγάλει η γ-ίδια τσι αθρώπους απού τη φωθιά και κατεχάρηδες ήτονε τα μεγάλα καπέλα τση πυροσβεστικής. Πολλώ χρονώ κακοστεμένα πράματα, κακομοιριές, αθρώποι απου δεν των άξιζε να βρεθούνε στα ψηλά πόστα εκάμανε τη γ-καταστροφή.
Ετούτηνα εθάργειε πως το δύσκολο πράμα ήτονε να κερδίσει τσι εκλογές κι απόης η δουλειά τζη ήτονε να βγαίνει στσι τελεοράσεις και τα ράδια με τα γαλόνια του Περιφερειάρχη. Δεν εστράφηκε να δει πως το καπετανάτο τζη ήτονε για τα πανηγύργια κι ανίκανο να τα βγάλει πέρα σε ένα ζόρε. Κι απής εγίνηκε το κακό κι εχαθήκανε άδικα των αδίκω ετόσεσας ψυχές, ήβρε να πει: «ήτονε μια στραβή στη βάρδια μου».
Ετούτονα είναι στο νου ζαράρι, κι ανε μπόρουνα θα την αναρώτουνα: δεν την έγνοιαξε απου εκαήκανε τόσοινα αθρώποι, δεν τσι συμπόνεσε, παρά τηνε έγνοιαξε απου γίνηκε όντεν ήτονε αυτή Περιφερειάρχησα κι εφοβήθηκε πως θα τση χαλάσει το νάμι; Δηλαδή το μόνο την έγνοιαξε ήτονε να μ-πάθει εζημιά στα σκέδια τζη απου ήθελε να γενεί βουλευτίνα;
Εγώ λέω να μην το πιστέψω, να λέω πως μπορεί να βγήκε απου το στόμα τζη αλλά δεν το πιστέβγει, τση ξέφυγε. Αλλά το πράμα δεν έμεινε ως εκειά. Όντεν εξεσηκωκωθήκανε κι οι πέτρες, ήθελε να δείξει πως στενοχωράται αλλά και να κουκουλώσει τα πρώτα απου είχε πει. Απής αποκλάψανε ούλοι, εδάκρυσε κι η χήρα. Είντα θαρρείτε πως είπε για μπάλωμα «Το Μάτι με στοιχειώνει».
Κάθα γείς θωρεί τα πράματα με τα δικά ντου αμάθια του κορμιού και τση ψυχής κι εγώ θαρρώ πως ήτονε ό,τι φτηνότερο εμπόργειε να πει αφού είχε πωμένο το πρώτο. Θαρρώ πως ήθελε να δείξει ψευτοπονόψυχο κι εμένα μ΄ άγγιξε πλια πολύ στο φέσι. Σώνει μωρέ κοπελιά, κατέεις πως τρώμε το σανό με τσι μπάλες αλλά εσύ πάεις να μασε ταΐσεις και το μπαλόσυρμα.
Για τούτονα λέω εγώ: όη δεν ήτονε μια κακή στη βάρδια σου οι 103 ψυχές απου χαθήκανε άδικα των αδίκω. Εσύ ήσουνε μια κακή βάρδια νάχεις ετούτονα το καπετανάτο.
Ετσά απου εδούλευγε ο νους το φάδι ντου πήγαινε από τον ένα στο άλλο για πράματα απου ακούεις και σ΄ αναγκάζουνε. Εθυμήθηκα και μιας βουλευτίνας απου το σημερινό γκουβέρνο, απου την έχουμε μπέψει κι αυτή στσ΄ Ευρώπες. Τση πλερώνανε και ορτάκηδες, συβουλάτορες τσι λένε και δε γ-κατέω πόσα τσουβάλια παράδες παίρνουνε το χρόνο. Ένας όμως απου κείνουσας, δεν του φτάνανε, ήθελε κι άλλα παραπανίσια λεφτά, έλεγε πως είναι στο Βέλγιο και δουλέβγει κι εκείνος ήτονε στην Αθήνα. Όντε τον ετσακώσανε πως παίρνει τζάμπα τσι παράδες, κι ετούτηνα η βουλεφτίνα, Σπυράκη τηνε λένε, έπεσε απου τα σύννεφα.
Δικός τση συμβουλάτορας ήτονε, τάχατες τονε χρειγιάζουντονε, δεν εκάτεχε πως διάει, στην Αθήνα, δεν τον αναζήτηξε στη Φραγκιά απου έπρεπε να τονε χρειγειάζεται;
Έπεσε απου τα σύννεφα κι αυτή, δε γ-κατέω αν χτύπησε και ποθές. Για τούτονα τσι λέω πεφτοσύννεφους. Γίνουνται πράματα και θάματα στην αβλή ν-τωνε παρά δε θωρούνε και δε γροικούνε πράμα. Μόνο όντε βγούνε στα φόρα τα άσκημα πέφτουνε απού τα σύννεφα Ποιος κατέει άτζεμπα πόσες χιλιάδες πεφτοσύννεφους έχει ετούτοσες ο τόπος. Δε γ-κατέω που τα βρίστουνε ετόσανα σύννεφα κι είναι ανεβασμένοι και πόσοι ετοιμάζουνται να πέσουνε απου τα σύννεφα, ανε ξετσουκνίσουνε τα ότι κάνουνε. Με το μαλακό λέω απου μέσα μου μη σπάσουνε κιανένα πόδα όπως θα πέφτουνε.
Πριχού σταματήσω να τσι αναθιβάλλω, θα σασε πω μόνο για ένα βουλευτή του γκουβέρνου, είντα του ΄πε ο νους του να κάμει. Αγόρασε μπιρ παρά δάνεια απου τσι τράπεζες, ανθρώπω απου δεν εμπορούσανε να τα ξεπλερώσουνε, για να τα εισπράξει ο γ-ίδιος. Βουλευτής όμως και εισπράχτορας δανείω, είναι πράματα απου κουτουλούνε αναμετάξυ ν-τωνε.
• Λένε πως γινουνται βουλευτάδες για να βοηθήξουνε τον τόπο και να καλυτερέψουνε τη ζωή των αθρώπω.
• Αυτός όμως αγόρασε απου τσι τράπεζες δάνεια αθρώπω απου βουλοπλένε, και δεν είχανε να τα ξεπλερώσουνε. Σάϊκα δεν τα πήρε για να τσι γλυτώσει απου τσι τράπεζες, τα πήρε για να τσι μαγκλαβίσει, να τωνε βάλει τη θελιά στο λαιμό για να βγάλει πολλά παράνω από όσα έδωκε.
Το λοιπός ο Πάτσης (ετούτονα είναι το όνομά ν-του) εγίνηκε καλοχαιρέτας και γλυκομίλης για να πάει στη Βουλη, νάχει όσα καλά έχει ένας βουλευτής, νάχει και μεγάλα μηνιάτικα, δεν θα τον έβλαφτε να πάρει και κιανένα πουργιλίκι.
Ο ίδιος Πάτσης όμως, για να βγάλει παραπανίσιους παράδες αγόραζε δάνεια καραβοτσακισμένω αθρώπω απου και ένα στα πέντε γή δέκα να καταφέρει να εισπράξει κέρδος θα ν΄ έχει.
Πέστε μου εδά και κάτιντις άλλο απου σασε κόφτει καλιά παρά μένα. Τέθοιοι αθρώποι άμα πάρουνε κιανένα καπετανάτο στο γκουβέρνο, και τωνε βάλουνε μελάκι ομπρός τωνε, τσι μπιστέβγεστε πως δε θα βουτήξουνε το δαχτυλάκι γή θα βουτήξουνε το δαχτυλάκι και τα χέρα ούλη; Εγώ για το πρώτο, δεν μ-παίρνω όρκο.
Μόνο όντε ψηφίζομε μας υπολογίζουνε οι Πάτσηδες. Για τέθοιους πολιτικούς είμαστωνε ένα ψήφος πάνω ένας ψήφος κάτω, γή όσοι ψήφοι μπορούμε να τωνε κουβαλήσομε.
Κάνω την αναγυρίδα να σας σε πω πως το ίδιο μας αγαπούνε κι οι γ- εμπόροι όντε αγοράζομε και προσπάντως οι εταιρείες απου βάνουνε τα ψούνια στα ράφια κι εμείς θα διαλέξομε το ένα γή τ΄ άλλο.
Λέεις να μην κάνει κιανείς το κουμανταδόρο που θα ρίξει ο άλλος το μαύρο γή το άσπρο στσ΄ εκλογές. Δεν μπορούμε όμως να μην κουβεδιάζομε πολιτικά αφού ετούτοινα διαφεντεύουν τον τόπο κι άμα κάμουνε το σωστό, καλυτερέβγει κι η ζωή μας. Εμείς τσι ψηφίζομε παρά εκείνοι, πολλές φορές δε μασε ψηφούνε.
Μερικοί παίρνουνε το βουλευτιλίκι όπως παίρνουνε και την αποδέλοιπη κλερονομιά απού το πατέρα ν-τωνε. Εκείνοινα είναι αεράτοι απου ξαρχής. Είναι και άλλοι απου όντε ν΄ αρχινίζουνε λέεις πως θα σιάξουνε τον κόσμο ούλο. Ξεκινούνε όμως να σιάξουνε τον γ-κόσμο και απής μπούνε στο γκουβέρνο καταλήγουνε να σιάζουνε μόνο την μ-πάρτη ν-τωνε. Ξεχνούνε τα κοπελάτα και μοιάζουνε τση παροιμίας απου λέει, το μ-πρώτο χρόνο φοβάται ο καλόγερος το Θεό και το δεύτερο ο Θεός τον καλόγερο.
Θα πω όμως και το πλια σοβαρό. Μπορεί κάθα γείς να ρίχνει το ψηφαλάκι ν-του όπου θέλει. Θα σασε πω, μόνο από ποιους λέω αλλάργα. Τα μπάσταρδα τω χιτλέρηδω είχανε κάμει κόμμα κι εστέσανε τη «ΧΡΥΣΗ ΑΥΓΗ». Όντε ν΄ εθώρουνα ετόσουσας ψήφους απου παίρνανε, μ΄ έκοψε ψιλή σφαή. Έλεγα πως δε μπορεί να γίνεται τούτονα στο ν-τόπο μας, απου επεράσαμε τη κατοχή τω Γερμανώ αλλά και εφτά χρόνους απου κάθουντωνε στο γκαφά μας οι χουνταίοι, να μαγκλαβίζουνε χιλιάδες αθρώπους, να σκοτώνουνε κιόλας, κι ως όξω να κάμουνε τη μ-προδοσιά τση Κύπρου.
Εδά κάνουνε όμως μπαγαποθιές και βάνουνε φερετζέδες σε αθρώπους του σιναφιού για να ξανασηκώσουνε κεφαλή. Ντύνουνε κάτι λύκους προβατάκια για να τα ταΐσομε με τη μ-ψήφο μας. Είντα να πούμε, να μασε λυπηθεί ο Θιός να μη γενεί μπορετό;; Ο Θιός μπορεί να κάμει πολλά, αλλά δεν ψηφίζει στσ΄ εκλογές, εμείς ψηφίζουμε και στη χέρα μας είναι να μην περνούνε μουδέ όξω απού τη Βουλή.
Καλή Λαμπροσκολή νά ΄χομε και σπολλάτη σε ούλους σας.
*O ΚατωΚεφαλιανός
Να είστε καλά, κύριε Μπομπολάκη! Πιστεύω πως εκφράζετε πολύ κόσμο, και το κάνετε με τρόπο που γεννά ευθυμία. Προσωπικά, δεν είχα σκεφτεί αυτό που γράφετε: “Άμα ανέβηκε μοναχό ντου στη ράχη σου, αλλάζουνε τα πράμματα.”. Και μάλλον δεν το έχει σκεφτεί και κανένας από όσους κυκλοφορούν κουβαλώντας αυτό το φορτίο – αλλιώς, θα το έβρισκαν για δικαιολογία!
Καλή Ανάσταση!