Παρασκευή, 22 Νοεμβρίου, 2024

Με τη ντοπιολαλιά: Στα ξέτελα του χρόνου

Εφταξε η γ-ώρα απου αμολέρνει και το 2023 που ανε με καλορωτήξετε είναι σαν κι οψές απου μπήκε. Είναι σιμά οι μέρες απου θα γενεί το γύρισμα, να γκάψει ο παλιός και να προβάλει ο καινούργιος χρόνος. Οι χρόνοι εχουνε τη σειρα ν-τωνε και πάνε σαν τα κερκέλια τση αλυσίδας, απου τόνα βαστά και σέρνει τ΄ άλλο κι ευτυχώς δηλαδής επειδής ανε σπάσουνε ετούτανα τα κερκέλια, μπορεί νάναι το τέλειωμα το κόσμου, η Δεφτέρα Παρουσία, απου μασε λέει κι παπάς στο μοναστήρι του χωργιού.

Έκαμε την περασάδα ν-του το 2023, και πάει να βρει τσι πλια περαζούμενους και δε γ-κατέω είντα θα λένε άμα σμίξουνε, θα συνορίζουνται ποιος έκαμε πλια πολλά καλά, γ-ή το ανάποδο, ποιος έκαμε πλια πολλές ατσιποδιές. Μας έβαλε μια ακόμης χρονιά στη ράχη, ένα ακόμης φορτίο, κι ως έλεγε ένας μπάρμπας μου: το γομάρι απου σηκώνω στσι ράχες μου απου τσι χρόνους, είναι το πιο βαρύ απού ΄χω σηκωμένο στη ζωή μου. Και ήτονε αθρωπος απου είχε παλέψει γερά με τη γης, την είχε ποτισμένη με οκάδες ίδρωτα. Στσι νιότες δεν εμπόργειε να του στέσει κιανείς κούτελο, δεν εμπόργειε να του συνοριστεί στη δουλειά, έστιβε τη μ-πέτρα κι έβγανε νερό, είχε παλέψει και πολλά βάσανα. Για τούτονα θα σασε πω απου κείνανα απου έλεγε στσι αποσπερίδες, επειδής εμάζωνε πολλά πράματα στο διάβα τση ζήσης και τά ΄κανε ιστορίες απου φελούσανε κι είχε διάφορο κιανείς να τσι γροικά επειδής αξίζανε.
Έλεγε το λοιπός πως, απής μασε μπέψει ο Θιός στη γης στο ξεκίνημα τση ζήσης μας τα χρόνια τα παίρνουμε στο μπέτη, αναληκωνόμαστωνε μασε δούδουνε και το μπόι. Απής αναληκωθούμε πάνε και κάθουνται στσι ώμους, σαν το μεσοσόμαρο φορτίο απου βάνουμε στο χτήμα κι είναι αλαφρύ. Δε μασε κάνει μουδέ κρυγιώτη μουδέ κάψα, το σηκώνομε εύκολα, χώρις να μασε ζορίζει. Όσο μεγαλώνομε όμως τα χρόνια πάνε και κάθουνται στη ράχη και κάθε χρόνος βάνει τα δικά ν-του βάρητα.

Χρονιά με τη χρονιά πλησιαίνουνε κι αρχινούνε να ζορίζουνε εκείνονα απου τα κουβαλεί. Απου το φόρτωμα βαραίνουνε οι γ-ώμοι κι αρχινίζει να καμπουριάζει το κορμί. Όσο πιο πολλά τα χρόνια τόσονα πιο μεγάλο το φορτίο, μεγαλύτερος ο ζόρες και το καμπούριασμα. Το φορτίο κάθα νιους το θωρεί και το γροικά στη ράχη αμοναχός του, δεν το θωρεί κιανείς άλλος. Οι άλλοι θωρούνε μόνο τσι ζάρες απου κάνει απου το ζόρε να το σηκώνει. Επήγαινε παραπέρα τη γ-κουβέντα κι ήλεγε: Έχω σηκώσει και κουλαντρίσει φορτία στσι δουλειές απού ΄κανα στη ζήση μου, απου δεν έχουνε μετρημό. Ετούτονα όμως θα νάρθει η γ-ώρα απου δε θα μπορώ να το σηκώσω, το κατέω πως θα με πετρώσει μιαν ημέρα και δε θα ξανασηκωθώ. Να το κατέτε και σεις, την ημέρα απου δε θα ξανασηκωθώ, θα μ΄ έχει πετρωμένο ετούτονα το φορτίο. Δε παραπονιούμαι του καιρού. Πολλοί άλλοι εχαθήκανε απάνω στον αθό τση νιότης και άλλοι δεν επροκάμανε να αθίσουνε. Σε ούλα μου τα χρόνια έβανα αντισκάρι στη παίδεψη και στσι πόνους τση ζωής. Μπορεί ετότεσας νάλεγα «Γιάντα Θέ μου», εδά κατέω πως είναι κομμάτι τση ζήσης κάθα νιους. Είναι κακοτοπιές απου ούλοι θα βρούνε στο διάβα τση ζήσης τωνε και δεν μπορούνε να τωνε ξεστριφώξουνε, η στράτα τση ζήσης δεν έχει παράστρατα.
Εχαίρουμνε όμως και τσι χαρές τση ζήσης, δεν τσι άφηνα να περνούνε απου δίπλα μου, δεν τσι ανήμενα νά ΄ρθουνε απου μοναχές τωνε να μου χτυπήσουνε τη μ-πόρτα, τσί λαγόνεβγα κιόλας. Εκάτεχα πως τα άσκημα δεν τα ψάχνεις, έρχουνται αμοναχά ν-τωνε και σε βρίστουνε, τα καλά, τσι πλια φορές δεν έρχουνται αμοναχά ν-τωνε, πρέπει να πάεις να τα φέρεις.

Σάϊκα τό ΄χεις ξαναγροικίσει, δεν το πρωτογροικάς απού μένα, μού λέγε μιαν ημέρα, ο καιρός απου περνά είναι ο πλια καλός φίλος του αθρώπου κι ο χειρότερος ντουσουμάνης του. Μερικά πράματα όσο πλιο γλήγορα τα νογά κιανείς τόσονα πλια γλήγορα φιλιώνει με τη ζήση ν-του και παλέβγει καλύτερα ό,τι του λάχει στη στράτα που πρέπει να διαβεί. Άμα αρχινίζουνε τα ποναλάκια στα πόδια τα χέργια, τσι κουτάλες κι είναι του καιρού, θα πρέπει να μάθεις να ζεις με τούτανα. Ανε μάχεσαι τη ζήση δε ζημνιώνεις κιανένα άλλο παρά τον απατό σου. Δεν εθειάξαμε εμείς τη ζήση, αυτή μα έθειαξε. Ο καιρός απου περνά είναι ο αγωγιάτης απου μασε λαλεί και για τούτονα, χαίρου τον όμορφο καιρό γιατί ο κακός δε λείπει, είχε σθνηθειο να λέει στσι κουβέντες του.

Δε γ-κατέω. Μερικοί αθρώποι μαζώνουνε όσα τωνε μαθαίνει η ζήση και τα κάνουνε εκείνονα απου λένε οι γραμματιζούμενοι σοφία, σαν και τη μέλισσα απου μαζώχνει εκείνονα απου θέλει απου τον αθό και το κάνει μέλι.
Για να αντιγαείρομε όμως και στα καθημερνά τση χρονιάς απου ξετελέβγει εδά, μουδέ κι αυτή δε μας άφηνε παράδες στο παραδοσάκουλο. Του κερατά οι μαμουντιγιέδες, όπως έλεγε ο λάλος μου κιαμια φορά τσι παράδες, πόσο δύσκολο το κάμανε για να τσι βάλεις στα χέργια σου. Απολπίζομε μπλιο πως δε μπορεί να γενεί ρεμέδιο να βγάνουμε ούλοι παράδες εύκολα. Πρέπει πως δεν αφήνουνε εκείνοινα απου τσι κουμαντάρουνε.
Όη μόνο δεν απομένουνε, παρά δε μ-προλαβαίνουνε να μπούνε στο παραδοσάκουλο και σα να το κατένε, συνορίζουνται ποιος θα μας τσι πρωτοπάρει. Είναι τόσοινα πολλοί απου δε γ-κατέεις ποιο να πρωτοπιάσεις. Πρώτος και καλύτερος ο μπακάλης απου ώρες ώρες μου φαίνεται πλια φτηνό το φαρμακείο, απου το μαγαζί ν-του. Άμα πάρω και βερεσέ, το πλια πως απανογράφει. Είντα να πείς, για κείνουσας απου μασε πουλούνε ηλεχτρικό για να δουλέψει ένα ψυγείο αλλά και να μη ξαναστέσομε τη φάμπρικα με τσι λύχνους. Σε λιγάκι θα μασε βάλουνε να πλερώνομε και το ρεύμα που κάνουνε οι πόρτες οντε ν- είναι ανοιχτές.
Κατέτε όμως είντα λέω με το νου μου; Να δούμε είντα θα γενεί με τούτανα, πως θα μείνει ένα φράγκο στο κεμέρι, αλλά τα χειρότερα είναι εκείνανα απου γίνουνται αλλαργωπά απου μας, είναι οι πολέμοι απου αντίς να λιγοστέβγουνε, επλησιάνανε οφέτος. Ο χαλασμός και το τουφεκίδι στην Ουκρανία δε δείχνει πως θα πάψει. Μου φαίνεται πως οι Ουκρανέζοι θα πολεμούνε όσο έχουνε άντρες των αρμάτω και όσο θα τωνε δούδουνε απου γυρού γυρού μπαρουτόβολα. Οι ρώσοι πάλι έχουνε στραθιώτες όη μόνο κληρωτούς παρά και πλερωτικούς κι όσα μπαρουτόβολα θέλουνε.
Εξεκίνησε όμως κι ένας μεγάλος σκοτωμός με τσι Οβραίους και τσι Άραβες που, επειδής εδιάγανε σ΄ ένα γ-κομμάτι γης απου το λένε Παλαιστίνη, τσι λένε Παλαιστινιούς. Μεγάλο κακό κι εκειά, να σκοτώνονται ετόσοινα αθρώποι και πολλά περισσότεροι να κακαποδούδουνε. Και να σκεφτεί κιανείς πως οι πλια σκοτωμένοι είναι απου κείνουσας απου δεν σηκώνουνε τουφέκι, είναι εκείνοινα απου εσύντηχε να ζιούνε εκειά απου άναψε η φωθιά του πολέμου. Ανε μ΄ αφήκουνε τα βάσανα θα σασε πω πως τα θωρώ ελόγου μου τα πράματα εκειά.
Όξω απου τούτανα πλησιαίνουνε οι Ερντογάνηδες, οι Πουτίνηδες κι γ-Ορμπάνηδες, απου είναι ούλοι μια φάρα. Φοβούμαι πως είναι σαν τον περενόσπορο απου πιάνει σε μία γωνιά του αμπελιού και απλώνει σε ούλο. Επιάσανε τα πόστα στην Ουγγαρία στην τουρκία στη Ρωσία εδά επήρανε το καπετανιλίκι και στην Ολλαντία και μεγαλώνει η δύναμή ντωνε κι αλλού. Να μου το θυμάστε, δε θα περάσουνε πολλοί χρόνοι απου θα καπαντήσουνε και στη Γαλλία. Αρχινίζεις να σκέφτεσαι σοβαρά πως σε λιγάκι μπορεί και να διαφεντέβγουνε στο πλια μεγάλο κομμάτι τσ΄ Ευρώπης.

Ετούτανα όμως όσο κι αν ένε σοβαρά δε πρέπει να μασε κάμουνε να κάτσομε να κλαίμε απάνω απου χυμένα γάλατα. Θέλω να πιστέβγω πως είναι μια βροχή του Γαρμπή απου θα περάσει ογλήγορα κι οι γ-αθρώποι θα γαείρουνε τη ράχη ντωνε σε Ερντογάνηδες, Ορμπάνηδες και ούλους τση φάρας τωνε, επειδής κάθε ράτσα εχει τσι δικούς τση με άλλο όνομα κάθα γείς, αλλά είναι ίδιοι στη ψυχή, για τούτονα λέω πως είναι μια φάρα.
Να μη ξεχνούμε και του Άη Βασίλη απου τον ανειμένουνε τα κοπέλια. Ελόγου μου δεν του ΄χα κάμει γνώρα όντε ν-ήμουνε μιτσός, δεν είχε περάσει ποτές απου το χωργιό μας. Δεν του τόχομε όμως παράπονο, δεν έπγαινε σε κιανένα απου τα κοπέλια του χωργιού, μπορεί και να μην ήθελε να μασε κακομάθει.
Δεν θα αφουγκραστώ όμως και νιους χωργιανού απούλεγε πως ο Άη Βασίλης κάνει πάντοτες τον ορεξάτο με το γέλιο, όη επειδής φέρνει πεσκέσια στα κοπέλια, παρά θέλει να πει σε ούλους: ανε κατέχετε είντά ΄χω στο σακούλι μου για τη καινούργια χρονιά, θα σασε κόβγουντωνε το γέλιο.
Θαρρώ πως πρέπει, σαν τα κοπελάκια που ανημένουνε το πεσκέσι, να ανημένομε καλά πράματα απου το σακούλι ν-του κι ας φέρνει πολλές φορές ζοριλίκια απου τα δούδει στη γ-καινούργια χρονιά να μας τα τρατάρει.
Να λέμε πως κι ανε γαέρνουνε κιαμιά βολά οπίσω τα πράματα, είναι προσώρας κι ως όξω θα πάνε ομπρός. Μερικοί λένε πως ο Άη Βασίλης δεν υπάρχει, εγώ λέω πως υπάρχει, είναι η καλύτερη αυριανή, αλλά πρέπει να αδιάρομε ο γείς τον άλλο για νάρθει.
Να μην ξεχάσομε και τση μαντινάδας απου λέει πολλά με δυο αράδες: Οι χρόνοι πάνε κι έρχουνται/ ο γείς τον άλλο σέρνει/μονάχα μια καλή γ-καρδιά/ στο γ-κόσμο απομένει.
Καλές σκολάδες να περάσομε και σπολλάτη σε ούλους σας.

 

*ο ΚατωΚεφαλιανός

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα