14.4 C
Chania
Σάββατο, 19 Απριλίου, 2025

Με την Άνοιξη

Η ψυχή απαυγάζει και γελά από χαρά, µε την Άνοιξη να φτάνει ως την Ανταρκτική, που ανθίζουν οι λιγοστοί θάµνοι στους λόγγους στη λίγη ακάλυπτη από τους πάγους περιοχή. Η φύση που την περιµένει αγάλλεται και λάµπει απ’ άκρη σ’ άκρη και ηχολογούνε τα βουνά κι αντιλαλούν από φωνές και από τραγούδια οι κάµποι. Περιµένει την Άνοιξη ο κόσµος όλος, που ο ερχοµός της δίνει δύναµη και ελπίδα στους οργανισµούς για ένα νέο ξεκίνηµα.

Χαίρεται την Άνοιξη όλη η ζωή στην Οικουµένη µε τα τόσα άνθη, που τα ζωηρά και διαφορετικά χρώµατα των πετάλων τους µε τη λεπτή τους ευωδία προκαλούν ιδιαίτερη ευχαρίστηση, που οι άνθρωποι διακοσµούν τα σπίτια τους, τα βάζουν στους Ναούς, στολίζουν και κάνουν στεφάνια στους εορτασµούς και στις τελετές και αφιέρωναν για την Άνοιξη ειδικές γιορτές στην αρχαία Ελλάδα, που ήταν τα Ανθεστήρια και τα Αδώνια, που και σήµερα οι Έλληνες, µε το ίδιο πνεύµα γιορτάζουν την Άνοιξη, µε την ηµέρα της Πρωτοµαγιάς που είναι αφιερωµένη σ’ αυτή. Την Άνοιξη, που στις λύπες και στις στενοχώριες που στέκουν και είναι βαριές, δίνει κουράγιο για να τις σπάσει και να προχωρήσει η ζωή µε µία αληθινή σχέση που θα έχει µαζί της. Την Άνοιξη, που ο κόσµος όλος δέχεται και δίνει τα µηνύµατά της, που τα κάνει όλα νέα, που κάνει τον άνθρωπο να είναι χαρωπός και να τα βλέπει µε τον φακό της αισιοδοξίας, που του χαρίζει το σήµα της και η όψη της που ανοίγουν οι ορίζοντες και φαίνεται η µεγαλοπρέπεια που έχουν τα όρη και οι ακρογιαλιές της Γης.

Την Άνοιξη που τα τόσα πολλά άνθη της προσελκύουν τα έντοµα να καθίσουν επάνω τους, να πάρουν το νέκταρ που ήταν το ποτό των αρχαίων θεών της Ελλάδος, που αυτό διατηρεί την ακµή και τη νεότητα, για να το παίρνουν ασυγκράτητα από τους ανθήρες οι µέλισσες που το κάνουν µέλι, όπως αδράχνουν και τη γύρη τη σκόνη µε τις πολλές ωφέλιµες για την υγεία ιδιότητες που σπέρνεται και γονιµοποιεί τα κύτταρα. Την Άνοιξη, που τότε οι ποιητές και οι καλλιτέχνες εµπνέονται για τη σύνθεση ποιηµάτων και για τον σχηµατισµό έργων τέχνης, που οι Έλληνες στην αρχαιότητα, µε τις γιορτές που έκαναν και εκδήλωναν τη χαρά τους, ήθελαν και να εξευµενίσουν και να καταπραΰνουν τις σκοτεινές δυνάµεις και να τιµήσουν τους Θεούς τους· και οι οικογένειες ετοίµαζαν φαγητό γι’ αυτούς και για τις ψυχές των οικείων τους νεκρών, όπως µε την ίδια νόηση σήµερα κάνουν µνηµόσυνα, που έρχονταν τότε στη γη να χαρούν µαζί µε τους ζωντανούς. Περίµεναν την Άνοιξη για να πραγµατοποιήσουν τις σκέψεις τους και τους πόθους τους, που ο λαός τα αφηγείται µε στίχους: «Τώρα που ήρθε η Άνοιξη που ανοίγουν τα λουλούδια, τώρα και ο ξένος βούλεται στον τόπο του να πάει» και «Πότε θα κάµει ξεστεριά, πότε θα Φλεβαρίσει να πάρω το τουφέκι µου …».

Την Άνοιξη, η ∆ήµητρα η ξανθιά θεά, χαίρεται το βασίλειό της, που είναι το χωµάτινο στρώµα της Γης, που αυτή ζωντανεύει τους σπόρους και τους κάνει να φυτρώνουν, που φέρνει την Άνοιξη σε όλη τη φύση, που µπορεί να τη µεταµορφώνει µε τη φροντίδα της και µε την έγνοια της. Η κόρη της ∆ήµητρας, που τη λένε Περσεφόνη, και αυτή είναι η νεαρή Άνοιξη, είναι η λαµπρή βλάστηση η θυγατέρα της Γης, που χαίρεται και της αρέσει να τριγυρνά ξυπόλυτη στα λιβάδια της περιοχής της, εκεί που λαµποκοπούν µε τη δροσιά και την υγρασία τα λουλούδια µε τα φανταχτερά χρώµατα, που θέλει να τα κόβει να γεµίζει τα χέρια της και την ποδιά της και φωνάζει και τις φίλες της για να έρθουν να κόψουν και αυτές, που τις γοήτευσαν όταν τα είδαν, και γέµισαν τους κόρφους τους, τα πλεγµένα τους πανέρια και τις ποδιές τους, που η κάθε µία διάλεγε και άλλα λουλούδια. Η µία έκοβε χρυσάνθεµα, η άλλη παπαρούνες, οι άλλες βιολέτες και τόσα άλλα πολλά αγριολούλουδα που έχει η Άνοιξη.

Η Περσεφόνη διάλεγε και έκοβε τα κάτασπρα κρίνα και τους νάρκισσους που της άρεσαν πιο πολύ, ώσπου ήρθε ο Πλούτωνας, ο µαύρος καβαλάρης που την παρακολουθούσε και την άρπαξε και σταµάτησαν οι χαρές και τα λουλούδια, µαράθηκαν τότε και έχασαν το άρωµά τους, που την Περσεφόνη, την Άνοιξη, την έκλεισε στο σκοτάδι µέσα στη γη και οι φίλες της όλες την αναζητούσαν και έκλαιγαν και θρηνούσαν. Η µάνα της η ∆ήµητρα ήταν απαρηγόρητη για την αρπαγή της, και όλοι οι άνθρωποι ήταν θλιµµένοι και ο ουρανός ήταν συννεφιασµένος που… ερχόταν το Φθινόπωρο. Ο µεγάλος όµως θεός ο ∆ίας, µπήκε στη µέση για να παρηγορήσει τη ∆ήµητρα και να σταµατήσουν οι άνθρωποι να είναι µελαγχολικοί. ∆ιέταξε τον Ερµή να πάρει την Περσεφόνη από τον Άδη τον µαυροµάλλη, τον κυβερνήτη του κράτους του σκοτεινού κόσµου και να τη φέρει πίσω στη Γη που υπέφερε όλη η πλάση, για να αρχίσει πάλι να χαίρεται και να γιορτάζει τον ερχοµό της Περσεφόνης, της νεαρής Άνοιξης, της θεάς της γονιµότητας, της χαράς και της οµορφιάς, και να ξαναγυρίζει στο σκοτάδι µέσα στη Γη µόνο τους τέσσερις µήνες του χρόνου, τον Χειµώνα.
Το ίδιο έγινε και µε τον πανέµορφο Άδωνη που τον αγάπησε και τον πήρε µαζί της η Περσεφόνη και ανεβαίνει στη γη και µένει κοντά στην όµορφη Αφροδίτη την Άνοιξη· που γυρίζει στα δάση και στις εξοχές και όπου περνάει πληµµυρίζουν τα λουλούδια και οι πρασινάδες και κελαηδούν πάλι τα πουλιά και το φθινόπωρο ξαναπηγαίνει στα βασίλεια του Πλούτωνα µέσα στη Γη και µαυρίζουν τα λουλούδια και οι πρασινάδες όταν ξαναφεύγει και µαραίνονται όλα και χάνονται στον φοβερό χειµώνα, που τα δέντρα δεν ανθίζουν, ο ουρανός δεν λαµποκοπά και η Γη είναι θλιµµένη.

Με αυτό το πνεύµα οι αρχαίοι Έλληνες σκέπτονταν τότε και ερµήνευαν το φαινόµενο της Άνοιξης και τον Χειµώνα, που ο πρώτος των Θεών τους ο ∆ίας, µεριµνούσε γι’ αυτά µε τη βοήθεια και τη συνεργασία και των άλλων θεών που είχαν εγκατασταθεί στον Όλυµπο και κρατούσε αιώνια η ζωή τους. Για την Άνοιξη που ροδοβάφονται οι µηλιές και ανθούν λευκά τριαντάφυλλα, ο ποιητής µας λέει: «Εκούνησε την ανθισµένη αµυγδαλιά µε τα χεράκια της και γέµισαν µε άνθη η πλάτη, η αγκαλιά και τα µαλλάκια της…». Του δε Αθανάσιου ∆ιάκου, που τον σούβλισαν σε ηλικία 33 ετών, τα τελευταία λόγια ήταν: «Για δες καιρό που διάλεξε ο χάρος να µε πάρει, τώρα που ανθίζουν τα κλαδιά και βγάζει η γης χορτάρι».

Οι Έλληνες πρόγονοί µας, που ζούσαν κάτω από τον φωτεινό ουρανό της Ελλάδας, πίστευαν πως υπήρχε µία χώρα που την έλεγαν Ηλύσια και είχε πάντα Άνοιξη, που στον ωραίο αυτό και οµαλό τόπο πήγαιναν και αναπαύονταν οι ψυχές των δικαίων που τον ονόµαζαν «Ηλύσια Πεδία». Σ’ αυτόν τον απολαυστικό χώρο, υπήρχε συνέχεια διάχυτο το φως και η χαρά. Ήθελαν να συνδυάζουν την Άνοιξη µε τα ιδανικά τους και τον ηρωισµό τους.

Φαντάζονταν την Άνοιξη µε αξίες που τους παρότρυναν για να βλέπουν πιο καθαρά τα πράγµατα στο καθρεφτάκι της ψυχής τους. Ήθελαν µαζί µε την Άνοιξη, που έρχεται και τη χαρά της, να έρχονται και οι άλλες χαρές µε τους καλούς λογισµούς, να βλέπουν µε θάρρος τις αλήθειες της ζωής, που αγαπούν στη δική τους Πατρίδα και θέλουν πάντα να τις υπηρετούν, που δεν τους αφήνουν να µπλοκάρουν τα µηνύµατα του Θεού τους. Θέλουν την Άνοιξη, που όλα γιορτάζουν στην Πατρίδα τους, που οι ταπεινές ψυχές δεν έχουν απαιτήσεις για τον εαυτό τους, που το κέντρο του κόσµου τους να µην είναι το εγώ τους και η γνώµη τους, να µη στηρίζονται στην ύλη και στη δόξα αυτού του κόσµου. Θέλουν την άνοιξη που θα µπορούν να ανοίγει και να είναι πλατιά η καρδιά τους για να χωράει µέσα της τους άλλους και να τους αγαπά. Ήθελαν πάντα την Άνοιξη που να µπορούν να αισθάνονται τον άνθρωπο πως είναι άνθρωπος, που δεν µπορεί να γίνει θεός και να µη θέλουν να κάµουν άνθρωπο τον Θεό τους. Σήµερα που οι Έλληνες πιστεύουν στον έναν θεό τον Παντοκράτορα και όχι στους δώδεκα Θεούς του Ολύµπου, που γεννήθηκε στη Γη ως άνθρωπος και τον γνώρισαν, που σταυρώθηκε και αναστήθηκε για να φωτίσει τον δρόµο τους και να λαµπρύνει τη στολή της ψυχής τους, πανηγυρίζουν µε ενθουσιασµό την Άνοιξη, που ανοίγει ο ουρανός µε την Ανάσταση του Θεού της Ειρήνης που κατακτά τις καρδιές τους και τις ανασταίνει.

Οι Έλληνες µε την Άνοιξη περιµένουν ο Θεός τους να φέρει λευτεριά και ειρήνη στον κόσµο όλο και στη Γη τους, που αγαπούν και τους ενώνει, που η Αθηνά µε το στόµα του ποιητή λέει αυτό που και οι άλλοι Έλληνες αισθάνονται: «Χαρά σε Σε χώρα λευκή και χώρα ευτυχισµένη, όπου σ’ εσε το θρόνο µου αιώνια θεµελιώνω και ρίζωσε η αγάπη µου στα χώµατά σου µόνο». Στα χώµατα της χώρας µε την αιώνια άνοιξη στον όµορφο και οµαλό τόπο που είναι τα Ηλύσια πεδία.

Καλή Ανάσταση σε εσάς και στις οικογένειές σας.

*Ο ∆ηµήτρης Παυλάκης είναι
π. ανώτερος υπάλληλος και συνδικαλιστής

 


Ακολουθήστε τα Χανιώτικα Νέα στο Google News στο Facebook και στο Twitter.

Δημοφιλή άρθρα

Αφήστε ένα σχόλιο

Please enter your comment!
Please enter your name here

Εντός εκτός και επί τα αυτά

Μικρές αγγελίες

aggelies

Βήμα στον αναγνώστη

Στείλτε μας φωτό και video ή κάντε μία καταγγελία

Συμπληρώστε τη φόρμα

Ειδήσεις

Χρήσιμα