Νότες νοσταλγικές βγαίνουν από τη λατέρνα του και ο ίδιος ακολουθεί μια παράδοση που είχε ξεκινήσει ο παππούς του σεργιανίζοντας σχεδόν όλη τη χώρα και δίνοντας ένα χρώμα άλλης εποχής στους πολύβουους δρόμους των ελληνικών πόλεων.
Ο λόγος για τον κ. Σπύρο Ταραπόσο, ένας από τους τελευταίους λατερνατζήδες, που συναντήσαμε χθες στην οδό Μπουνιαλή στα Χανιά. Έφτασε στην Κρήτη πριν από λίγες ημέρες όπως μας λέει έπειτα από μια πρόσκληση που είχε για να παίξει σε έναν γάμο στην Ιεράπετρα.
«Είκοσι χρόνια κάνω αυτή τη δουλειά. Ξεκίνησα όταν κάποια στιγμή έχασα την προηγούμενη δουλειά μου. Έχω και 4 παιδιά οπότε δεν το σκέφτηκα περισσότερο», σημειώνει και συμπληρώνει ότι η λατέρνα έφτασε στα χέρια του από τον παππού του.
Δεν ήταν όμως μόνο το όργανο που κληρονόμησε από τον παππού αλλά και παραστάσεις και ήχους αλλοτινών καιρών όταν ακόμα η λατέρνα δέσποζε στους δρόμους και σε στιγμές χαράς: «Θυμάμαι που με έπαιρνε ο παππούς μου μαζί του στα πανηγύρια όταν ήμουν πιτσιρικάς», τονίζει ο συνομιλητής μας.
Η βάση τού κ. Σπύρου είναι η Αθήνα και συγκεκριμένα η οδός Ερμού. Τον ρωτάμε πώς ανταποκρίνεται ο κόσμος στο άκουσμα της λατέρνας: «Οι μεγαλύτεροι ξέρουν τη λατέρνα, όμως τα παιδιά 20 χρονών έρχονται και με ρωτάνε τι είναι αυτό. Κι εγώ τους εξηγώ, τους βάζω και παίζουν κιόλας», απαντά.
Η λατέρνα δείχνει παλιά, κουρασμένη. Χρονολογείται από το 1942, μας ενημερώνει και σχολιάζει: «Δουλεύει όσο πρέπει. Όσο της επιτρέπουν τα χρόνια που κουβαλάει».
Λίγο πριν αποχαιρετήσουμε τον κ. Σπύρο τον ρωτάμε αν ακόμα η λατέρνα δίνει μεροκάματο: «Το μεροκάματο βγαίνει αλλά δύσκολα, με τρέξιμο πολύ, με πολλά χιλιόμετρα», αναφέρει και ξαναπιάνει τη μανιβέλα.
Από το όργανο βγαίνει μια μελωδία του Μάνου Χατζιδάκι, με αυτό τον ιδιαίτερο ήχο της λατέρνας που μοιάζει με κέντημα και ταξιδεύει τον ακροατή σε περασμένα χρόνια..