Αναρωτιόμουν: Μήπως πρέπει να διαβάσω ξανά τον Ξένο; Ο ξηρός αέρας, η κρυστάλλινη θάλασσα, τα γεμάτα κόσμο τραμ, ο γείτονας με τον σκύλο, το αραβικό βλέμμα, η κηδεία. Πάνω απ’ όλα όμως ο Μερσώ. Στον Ξένο επιστρέφω συχνότερα απ’ ό,τι σε οποιοδήποτε άλλο βιβλίο. Το επίθετο “αγαπημένο” ίσως να είναι ατυχές, ίσως και όχι. Αυτό αναρωτιόμουν όταν έπεσα πάνω στο βιβλίο του Αλγερινού Καμέλ Νταούντ, Μερσώ, ο άλλος ξένος.
Σήμερα, η μαμά ζει ακόμη
Μία από τις πλέον διάσημες εναρκτήριες προτάσεις στην ιστορία της λογοτεχνίας αντιστρέφεται. Τώρα είναι η σειρά του αδερφού του ανώνυμου Αραβα να διηγηθεί την ιστορία· εξήντα χρόνια μετά ο Χαρούν αρνείται να αποδεχθεί πως ο αδερφός του νεκρός αδερφός του, παραμένει στην ανωνυμία.
Σκέψου το λίγο είναι ένα από τα πλέον διαβασμένα βιβλία στον κόσμο, ο αδελφός μου θα μπορούσε να’ χε γίνει διάσημος, αν ο συγγραφέας του είχε καταδεχθεί μονάχα να του δώσει ένα όνομα, Χ’μεντ ή Καντούρ, ή Χαμμού, απλά ένα μικρό όνομα, που να πάρει η οργή! Η μαμά θα μπορούσε να ’χε βγάλει ένα επίδομα ως χήρα μάρτυρα κι εγώ να ‘χα έναν αδελφό γνωστό και αναγνωρισμένο για τον οποίο θα μπορούσα να καμαρώνω. Ομως όχι δεν του έδωσε όνομα, αλλιώς ο αδελφός μου θα είχε δημιουργήσει πρόβλημα συνείδησης στον δολοφόνο -δε σκοτώνει κανείς εύκολα έναν άνθρωπο όταν αυτός έχει όνομα.
Τα σπουδαία βιβλία, ανάμεσα σε τόσα άλλα χαρακτηριστικά, έχουν και αυτό: Ενα πλήθος από αναγνώσεις, προσεγγίσεις, αναλύσεις. Συχνά τα όριά τους διευρύνονται, για να εντάξουν και άλλες επιστήμες -επιτυχώς ή όχι, αυτό είναι μια άλλη κουβέντα. Και κάπως έτσι αντέχουν στον χρόνο, κάπως έτσι πετούν από πάνω τους τη σκόνη του εφήμερου, περνώντας τελεσίδικα στην κατηγορία του κλασικού. Οι εργάτες εραστές της ανάγνωσης αναδεικνύουν εκείνα τα συστατικά που η ιδιοφυΐα του συγγραφέα συνέλαβε πρώιμα, μπροστά από την εποχή. Επίσης, τα αγαπημένα βιβλία ιντριγκάρουν τον αναγνώστη να συνεχίσει την ιστορία τους, να αναδείξει ένα υποφωτισμένο, δευτερεύον πρόσωπο, να δώσει μία διαφορετική έκβαση. Αυτό επιχειρεί και ο Νταούντ να διηγηθεί την ιστορία του ανώνυμου θύματος, του Άραβα.
Ο αναγνώστης οφείλει να πειθαρχήσει: Ο Νταούντ δεν επιχειρεί να γράψει ξανά τον Ξένο, δεν επιθυμεί να γράψει ένα αριστούργημα. Αλλωστε κάτι τέτοιο θα αποτελούσε ύβρη. Εκείνο που επιχειρεί, θεωρώ, είναι να ζήσει για λίγο μέσα στις σελίδες ενός βιβλίου που τόσο μοιάζει να έχει αγαπήσει, που τόσο μοιάζει να τον έχει διαμορφώσει, να μετρήσει ξανά και ξανά πόσες φορές γίνεται αναφορά στο θύμα ως Αραβα και να αναρωτηθεί: μα δεν είχε όνομα, οικογένεια, ζωή; Ο αδερφός του θύματος αποτελεί τον ιδανικό αφηγητή αυτής της ιστορίας, καθώς επιτυγχάνει εκείνο που κανείς αναλυτής δεν θα κατόρθωνε να επιτύχει: να προσδώσει πάθος, ένταση και θυμό στην αφήγηση. Να δώσει το απαραίτητο συναίσθημα στην αδικία. Να εντάξει στο ιστορικό πλαίσιο τη γαλλική κατοχή της Αλγερίας. Να μιλήσει για όσα έγιναν μέχρι το ’62, αλλά και για όσα έγιναν μετά την ανεξαρτησία.
Η επιθυμία να επιστρέψω στον Ξένο δεν κόπασε. Δεν θα μπορούσε να συμβεί, το κατάλαβα από τις πρώτες σελίδες κιόλας, παρότι η απόπειρα του Νταούντ είναι ενδιαφέρουσα.
Αναζήτησα τον ” Ξένο ” στην βιβλιοθήκη μου. Μάταια… θύμα δανεισμού. Προμηθεύτηκα ξανά το εμβληματικό αριστούργημα του Καμύ για μια εκ νέου ανάγνωση, μετά την εξαιρετική αφήγηση του Καμέλ Νταούντ. Συγκλονίζει πραγματικά το μέγεθος του θυμού , το πάθος για αποκατάσταση της αδικίας για την ανωνυμία του θύματος – αδελφού, της δίψας για προσωπική εκδίκηση, αλλά και εκδίκηση ενός λαού απέναντι στον κατακτητή. Στάθηκα ιδιαίτερα στις σελίδες που εξιστορεί το ” δικό του” έγκλημα σε βάρος του Γάλλου, στις γενικότερες αντιδράσεις μιας μάνας για το χαμό του παιδιού της που παρασέρνει στην ουσιαστική απώλεια του χρόνου και του άλλου της γιου, στους σχολιασμούς του για την θρησκεία, για την έννοια της πατρίδας, για την αμφισβήτηση της ουσιαστικής ελευθερίας. Η εξαιρετική μετάφραση πιστεύω ότι προσέδωσε μια ιδιαίτερη βαρύτητα σε όλο το κείμενο.