Το καλοκαίρι μπήκε και ημερολογιακά, οι μέρες είναι μεγαλύτερες μα οι νύχτες σαν έρχονται μοιάζουν με ξελογιάστρες Νηρηίδες που πλανεύοντας, σε καλούν σε ξενύχτι. Ξαγρύπνια με παρέα ή και μοναχική, με τη αχλή του συνωστισμένου πλήθους στα καλοκαιρινά μπαράκια ή μες στη νυχτερινή ησυχία της ονειροπόλησης και της περίσκεψης. Η θερμοκρασία που ανεβαίνει ολοένα, σε απελευθερώνει όχι μόνο απ’ τον περιττό ρουχισμό αλλά κι απ’ τη διάθεση της κατάκλισης και του χουχουλιάσματος στο κρεβάτι.
Κι όταν σημάνουν μεσάνυχτα, και διαβεί το ψυχολογικό όριο που σε καλεί για ύπνο, τότε είναι που βάζεις τα κλειδιά στην τσέπη, και ξεκινάς για τη νυχτερινή περιπλάνηση. Η ατμόσφαιρα πιο ξεκάθαρη, οι φανοστάτες αστράφτουν ένα θερμό φως και το φεγγάρι στο δικό του ρομάντζο, πρωταγωνιστεί στο στερέωμα του ουράνιου θόλου. Μαζί σου λογής – λογής συνοδοιπόροι αναζητώντας περιπέτειες ερωτικές, κρυφοί ανομολόγητοι πόθοι βγαίνουν στο προσκήνιο, διεκδικώντας το μερίδιο τους στην ηδονή ή στην οδύνη, ανάλογα με την εξέλιξη της ιστορίας. Η ιστορία άγραφη, η ιστορία χυδαία ή αγγελικά πλασμένη, διεκδικεί τη θέση της σε μια χαλαρή παράσταση πρωταγωνιστών και κομπάρσων.
Η γωνιά στην μπάρα του ροκάδικου μαγαζιού σε περιμένει και η καλλίγραμμη κοπέλα με το βαρύ μακιγιάζ και τα μπράτσα γυμνά με τα πολύχρωμα τατουάζ σε κοινή θέα προς τέρψη των θαμώνων, παίρνει την πρώτη σου παραγγελία αλκοόλ. Η μουσική δυνατή, κάποιες κοπέλες λικνίζονται στο κέντρο του χώρου, ο οποίος σιγά – σιγά γεμίζει ασφυκτικά. Το πρόγραμμα του ντι-τζέι το ξέρεις απ’ έξω. Σε λίγο το κομμάτι σου παίζει, και συ πάντα συνεσταλμένα, καλείς την μπαργούμαν να βάλει δυο σφηνάκια για τους δυο σας. Η ίδια ιεροτελεστία κάθε βράδυ. Αυτοσυγκράτηση και ανεκπλήρωτες επιθυμίες.
Μετά κάθεσαι βουβός στη γωνιά σου να καπνίσεις τα τελευταία τσιγάρα του πακέτου και να πάρεις το δρόμο της επιστροφής. Μόνος κατ’ επιλογή ή από δειλία συμπεριφοράς. Χαζεύεις στα σοκάκια της πόλης μεθυσμένους που τρεκλίζουν και τις κοπέλες που ανυπεράσπιστες πια, πρέπει να αμυνθούν στις ορέξεις που καιροφυλαχτούν.
Αλλη μια μοναχική νύχτα μέσα στο πολύβουο πλήθος πέρασε, κι εσύ αναρωτιέσαι αν άξιζε τον κόπο. Κι όμως αύριο σα σημάνουν μεσάνυχτα, θα πάρεις ξανά τον ίδιο δρόμο προς τη μάταιη αναζήτηση της σταχτοπούτας.