Γενετική Τροποποίηση των οργανισμών είναι η απομόνωση επιλεγμένων γονιδίων από ένα οργανισμό (ζωικό, φυτικό, μικροβιακό ή ιό) και η τεχνική εισαγωγή αυτών των γονιδίων στον ίδιο ή εντελώς διαφορετικό οργανισμό, για να δημιουργηθούν είδη με νέες ιδιότητες. Η διαδικασία αυτή δεν σχετίζεται με τη συμβατική γενετική βελτίωση των ειδών (υβρίδια κ.ά.), όπου συμβαίνει επιλεγμένη διασταύρωση οργανισμών του ίδιου είδους ή συγγενών ειδών. Αντιθέτως, η γενετική τροποποίηση διασπά τους φραγμούς της φύσης και δημιουργεί διαγενετικούς οργανισμούς, και μάλιστα σε στιγμιαίο χρόνο, από εξελικτική άποψη.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλες οι εφαρμογές της γενετικής μηχανικής έχουν την ίδια επίδραση στον άνθρωπο και στη φύση. Έτσι άλλες από τις εφαρμογές μπορούν να χαρακτηριστούν ως ευεργετικές για τον άνθρωπο, όπως αυτές που δεν διαταράσσουν τη σχέση του με τη φύση, ούτε και ανατρέπουν την ισορροπία των οικοσυστημάτων. Και άλλες οι οποίες χαρακτηρίζονται από μια διάθεση “διόρθωσης” της φύσης και είναι βλαπτικές για τη βιωσιμότητα του πλανήτη και της ίδιας της ζωής.
Στην κατηγορία των ευεργετικών εφαρμογών ανήκουν αυτές που χρησιμοποιούν τους γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς εντός των εργαστηρίων, για την παρασκευή χρήσιμων φαρμακευτικών ουσιών, όπως εμβόλια, φάρμακα, καθώς και ουσίες και οργανισμούς απαραίτητους για την έρευνα της γενετικής. Η κατηγορία αυτή, στο βαθμό που λαμβάνονται τα απαραίτητα μέτρα για τη μη απρόβλεπτη διασπορά τους στο περιβάλλον, μπορεί να γίνει αποδεκτή με όρους σκοπιμότητας, χρησιμότητας και ασφάλειας. Πάντως σε καμιά περίπτωση δεν μπορεί να αφορά προϊόντα που σχετίζονται άμεσα και έμμεσα με τη διατροφή του ανθρώπου και των ζώων.
Η δεύτερη κατηγορία περιλαμβάνει γενετικά τροποποιημένους οργανισμούς που σκόπιμα απελευθερώνονται στο περιβάλλον, σε τεράστιες εκτάσεις (σόγιας, καλαμποκιού, ψαριών, ζώων κ.ά.) και οι οποίοι χωρίς να συνεισφέρουν ουσιαστικά στην επίλυση των προβλημάτων της ανθρωπότητας, μπορούν να υπονομεύσουν την περιβαλλοντική ισορροπία και συνοχή και μαζί με τις υπόλοιπες περιβαλλοντικές απειλές, να κινηθούν σε μια κατεύθυνση εχθρικών αλλαγών απέναντι στη φύση και στην ανθρωπότητα.
Εκείνο ίσως που πρέπει να γίνει κατανοητό, γι’ αυτή τη δεύτερη κατηγορία, είναι ότι με το υφιστάμενο επίπεδο της επιστήμης, δεν μπορεί να υπάρξει διαδικασία οικολογικής πρόβλεψης των επιπτώσεων των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών στο περιβάλλον. Aλλωστε τα κονδύλια που διατίθενται από τις εταιρείες βιοτεχνολογίας, για την εκτίμηση των κινδύνων στην υγεία και στο περιβάλλον είναι ανεπαρκή.
Σημειώνεται ότι η κατανάλωση μεταλλαγμένων τροφίμων γίνεται εδώ και 20 χρόνια. Παρόλα αυτά θα χρειαστεί ίσως πολύ μεγαλύτερο διάστημα και αρκετή έρευνα για μια ολοκληρωμένη εικόνα γύρω από το ζήτημα αυτό.
Μέχρι στιγμής, πάντως, μπορούμε να επισημάνουμε τους παρακάτω κινδύνους:
• Να εισαχθούν στην τροφική αλυσίδα νέοι αλλεργιογόνοι παράγοντες.
• Με την κατανάλωση τους από τους ανθρώπους και τα ζώα, να αυξηθεί η αντίσταση των μικροβίων στα αντιβιοτικά (νεομυκίνη, στρεπτομυκίνη, αμπικιλίνη, καναμυκίνη) και να μειωθεί η αποτελεσματικότητα αυτών των φαρμάκων.
• Να παραχθούν νέες τοξίνες από μεταλλαγμένα φυτά, που εκκρίνουν τοξικές ουσίες ενάντια σε ζιζάνια και έντομα και οι οποίες μπορεί να είναι τοξικές και για τον άνθρωπο.
• Να επιδράσουν οι μεταλλαγμένοι οργανισμοί σε άλλους οργανισμούς, που δεν είναι προβλεπόμενοι στόχοι. Εργαστηριακά πειράματα έδειξαν ότι η γύρη από γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι -Bt μπορεί να αποβεί θανατηφόρος στην πεταλούδα τύπου Monarch.
Γι’ αυτό και είναι αναγκαίο να γίνουν έρευνες που θα εξετάζουν όχι μόνον τις τοξικές επιδράσεις στον άνθρωπο αλλά και τις επιδράσεις στο υπόλοιπο οικοσύστημα. Απαιτείται δηλαδή να εκτιμηθούν οι κίνδυνοι σε βόσκωντα ζώα, σε πουλιά, σε έντομα και στους υπόλοιπους οργανισμούς του οικοσυστήματος, τα οποία, για πρώτη φορά στη βιολογική τους ιστορία, εκτίθενται σε ένα σύνολο νεοφανών ουσιών. Κατά συνέπεια, πέρα από τις άμεσες επιπτώσεις στον άνθρωπο, η παραγωγή και διάθεση αυτών των τροφίμων χρειάζεται να εξετασθεί κάτω από το ενδεχόμενο, να συμβεί:
• Καταστροφή της βιοποικιλότητας. Και τούτο επειδή τα γενετικώς τροποποιημένα φυτά, καθώς είναι σχεδιασμένα να αυτοπροστατεύονται από ασθένειες, φυτοφάρμακα ή βλαπτικούς οργανισμούς, είναι πιθανότατο να επικρατήσουν των φυσικών ποικιλιών, μειώνοντας προοδευτικά τον πληθυσμό τους. Να θυμίσουμε ότι οι φυσικές ποικιλίες είναι εναρμονισμένες απόλυτα στο περιβάλλον τους, μέσα από μακροχρόνιες φυσικές διαδικασίες.
• Δημιουργία ανθεκτικότητας σε ευαίσθητους οργανισμούς.
• Ροή γονιδίων από τα γενετικώς τροποποιημένα φυτά στα συγγενικά φυτά του γύρω περιβάλλοντος, με σοβαρές οικολογικές επιπτώσεις.
• Έκρηξη επιδημιών από νεοφανείς οργανισμούς.
• Γενετική ρύπανση, δηλαδή ανεξέλεγκτη κυκλοφορία γονιδίων και μεταλλαγμένων οργανισμών στο περιβάλλον.
Ωστόσο, υπάρχουν διαφορές ανάμεσα στη ρύπανση των γενετικά τροποποιημένων οργανισμών και στη χημική ή ραδιενεργό ρύπανση. Και οι διαφορές αυτές υφίστανται επειδή οι γενετικώς τροποποιημένοι οργανισμοί μπορούν να πολλαπλασιαστούν, να μεταλλαχτούν, να διασταυρωθούν με άλλους ζωντανούς οργανισμούς και να μεταβιβάσουν τα νέα χαρακτηριστικά στους απογόνους, αλλά και να μεταναστεύσουν. Έτσι σε κάθε περίπτωση “λάθους”, οι οικολογικές επιπτώσεις ίσως θα είναι δύσκολο έως αδύνατο να αποκατασταθούν, δεδομένου ότι δεν θα είναι δυνατή η “απόσυρση” των απελευθερωμένων οργανισμών. Και όπως αναφέρει ο βρετανικός Ιατρικός Σύλλογος σε μια αναφορά του: «Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι, εφόσον οι οργανισμοί αυτοί απελευθερωθούν στο περιβάλλον, δεν μπορούν ποτέ να ανακληθούν».
Ακόμη ο Ιατρικός Σύλλογος Θεσσαλονίκης, με πόρισμα επιτροπής που συνέστησε για να εξετάσει τις επιπτώσεις αυτών των οργανισμών στην υγεία του ανθρώπου, ανάμεσα στα άλλα, επισημαίνει ότι: «Η απελευθέρωσή τους στο περιβάλλον είναι διαδικασία που πρέπει να ανασταλεί για όσο διάστημα χρειαστεί, ώστε να παραχθεί η αναγκαία τεχνογνωσία που θα εγγυάται τη μη πρόκληση βλάβης στην υγεία και στο περιβάλλον, γιατί η επιστήμη δεν εξασφαλίζει σήμερα αυτήν την εγγύηση», καλώντας την ελληνική πολιτεία «να εμποδίσει την εισαγωγή και διάθεση τροφών που προέρχονται από τέτοιους οργανισμούς. Επίσης να απαγορεύσει την πειραματική ή εκτεταμένη καλλιέργεια γενετικά τροποποιημένων φυτών καθώς και την εκτροφή γενετικά τροποποιημένων ζώων».
Γι’ αυτό και το ζήτημα των μεταλλαγμένων ή γενετικά τροποποιημένων οργανισμών δεν είναι καθαρά επιστημονικό θέμα. Είναι κυρίως πολιτικό ή κοινωνικό ζήτημα και δευτερευόντως επιστημονικό. Η απόφαση που άλλαξε τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, απέναντι στην καλλιέργεια αυτών των οργανισμών στο έδαφος της, κάτω από την πίεση των Η.Π.Α., δεν πάρθηκε σε κάποιο διεθνές επιστημονικό σώμα, αλλά από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου, που, ως γνωστόν, είναι ένας από τους υπερεθνικούς οργανισμούς που επιβλήθηκε από την κοινωνία της αγοράς.
Συνεπώς η καλλιέργεια και εκτροφή γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών δεν έχει μόνο επιπτώσεις στην υγεία και το περιβάλλον, αλλά και:
• Στην αγροτική οικονομία, με τη βίαιη κατάργηση συμβατικών και βιολογικών καλλιεργειών, που δεν μπορούν, πλέον, να συνυπάρξουν.
• Στην ανάπτυξη των παραδοσιακών καλλιεργειών.
• Στον έλεγχο της διατροφής από απρόσωπα υπερεθνικά, πολυεθνικά και μονοπωλιακά κέντρα αποφάσεων, καθώς και
• Στη λειτουργία της δημοκρατίας, της ελευθερίας και της αυτοδιάθεσης των τοπικών κοινωνιών του πλανήτη μας.
Η τοξικότητα των μεταλλαγμένων στον άνθρωπο
Ωστόσο, η γνωστή, αμφιλεγόμενη και κυρίαρχη (οικονομικά και πολιτικά) πολυεθνική εταιρεία Monsanto παράγει το 91% των μεταλλαγμένων σπόρων, παγκοσμίως, ελέγχοντας το παγκόσμιο εμπόριο μεταλλαγμένης σόγιας. Όμως τα προϊόντα της που βρίσκονται στη διατροφική αλυσίδα της Β. Αμερικής πάνω από δεκαοχτώ χρόνια, δεν είναι ιδιαίτερα δημοφιλή στην Ευρώπη. Γι’ αυτό και “έσκασε” σαν πραγματική βόμβα στα γραφεία του πολυεθνικού αυτού ομίλου, η δημοσίευση γαλλικής έρευνας, η οποία συμπεραίνει, πως ακόμη και σε μικρή ποσότητα, το γενετικά τροποποιημένο καλαμπόκι της είναι εξαιρετικά τοξικό και συχνά ακόμη και θανατηφόρο στα ποντίκια. Την ώρα ωστόσο που η είδηση κάνει το γύρο του κόσμου και “φουντώνει” ξανά η συζήτηση γύρω από την ασφάλεια των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών, εμπειρογνώμονες αμφισβητούν τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της μελέτης, ενώ η γαλλική κυβέρνηση επιφόρτισε τις αρμόδιες υπηρεσίες να ερευνήσουν περαιτέρω τα αποτελέσματά της.
Έτσι ο ίδιος ο επικεφαλής της έρευνας Ζιλ-Ερίκ Σεραλινί και η ερευνητική του ομάδα, στο γαλλικό Πανεπιστήμιο της Καν, στη Νορμανδία, επιμένουν πως 200 ποντικοί που τρέφονταν με μια συγκεκριμένα ποικιλία γενετικά τροποποιημένων σπόρων ή εκτέθηκαν στο ζιζανιοκτόνο Roundup -επίσης της Monsanto- παρουσίασαν όγκους στους μαστούς και πολλαπλές βλάβες στο ήπαρ και τα νεφρά.
Ειδικότερα, οι Γάλλοι επιστήμονες, οι οποίοι εργάστηκαν πάνω στο συγκεκριμένο πρόγραμμα, για δυο χρόνια, με άκρα μυστικότητα, υποστηρίζουν ότι το 50% των αρσενικών και το 70% των θηλυκών ποντικών πέθαναν πρόωρα, συγκριτικά με το 30% και το 20%, αντίστοιχα των ποντικών της ομάδας ελέγχου. «Σε διάστημα μικρότερο του ενός έτους είχαμε εκατόμβες ποντικών», δήλωσε ο Σεραλινί κατά τη διάρκεια της παρουσίασης της έρευνας σε συνέντευξη τύπου στο Λονδίνο.
Όμως δεν είναι η πρώτη φορά που ο Σεραλινί διεξάγει έρευνα για τα προϊόντα της Monsanto ούτε και η πρώτη φορά που επικρίνει ανοιχτά την εταιρεία για τα ακατάλληλα, όπως υποστηρίζει, προς κατανάλωση, προϊόντα της. Το γεγονός αυτό από μόνο του κινεί τις υποψίες άλλων ειδικών, οι οποίοι εκφράζουν τις ανησυχίες τους, πως ενδεχομένως ο Σεραλινί έχει καταλήξει σε βιαστικά συμπεράσματα, όπως έχει συμβεί και με παλαιότερη, βραχύβια έρευνά του, το 2009. Ο Γάλλος επιστήμων απάντησε πως στην τελευταία έρευνα, η πορεία της υγείας των ποντικιών παρακολουθήθηκε σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους, με αποτέλεσμα να υπάρχει ολοκληρωμένη εικόνα για τους κινδύνους, σε σχέση με τις παλαιότερες δοκιμές των 90 ημερών, που είναι το χρονικό όριο για την έγκριση γενετικώς τροποποιημένων οργανισμών.
Παρόλα αυτά, εμπειρογνώμονες προτρέπουν τους δημοσιογράφους, πριν καταλήξουν σε συμπεράσματα, να αναγνώσουν προσεκτικά την επιστημονική αυτή εργασία, η οποία δημοσιεύτηκε στην επιθεώρηση “Food and Chemical Toxicology”. Όπως επισημαίνει, ο Τόμ Σάντερς, επικεφαλής του Διατροφικού Ερευνητικού Τμήματος του King’s College του Λονδίνου, στην επίμαχη έρευνα δεν υπάρχουν στοιχεία για την ποσότητα του φαγητού που κατανάλωναν τα ποντίκια. «Αυτό το είδος ποντικών έχει την τάση να εμφανίζει όγκους στους μαστούς όταν μάλιστα η ποσότητα του φαγητού είναι ανεξέλεγκτη» τονίζει (ΤΑ ΝΕΑ, 20.9.2012).
Όμως, πέρα από τη συγκεκριμένη αυτή διαμάχη, που πρωτίστως είναι οικονομική και πολιτική, για το αν το μεταλλαγμένο καλαμπόκι της Monsanto είναι τοξικό, βλαπτικό ή θανατηφόρο., η πολυεθνική αυτή εταιρεία έχει γίνει στόχος επιστημονικών δημοσιεύσεων, παραπόνων και καταγγελιών από επιστήμονες και ερευνητές όλου του κόσμου, που θεωρούν ότι οι μεταλλαγμένοι σπόροι και τα προϊόντα της εταιρείας είναι δυνατόν να επηρεάσουν τοξικά και βλαπτικά την ανθρώπινη υγεία και υπόσταση (Αθανασάκης – Ευσταθίου 2013).
BΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΗΓΕΣ
1. Αγγελόπουλος Γ., Ανοίγει ο δρόμος για τα μεταλλαγμένα στην Ευρώπη, ΤΑ ΝΕΑ, 1.6.2009.
2. Αθανασάκης Α., Ευσταθίου Ν., Διατροφική Αγωγή Υγείας, ΧΡ. ΔΑΡΔΑΝΟΣ, Αθήνα 2013.
3. Βακαλοπούλου Μ., Υβριδική λύση για τα μεταλλαγμένα, ΤΑ ΝΕΑ, 13.6.2014.
4. Γενετικά μεταλλαγμένες τροφές στα κοτόπουλα για οικονομία, ΤΑ ΝΕΑ, 30.4.2014.
5. Διατροφή, βιοποικιλότητα, παράδοση και ποιότητα ζωής, Le Monde Diplomatique, 3.9.2006.
6. Zetzan J., Γεωργία: Ο δαιμονικός κινητήρας του πολιτισμού, SUCHER PUNCH, Αθήνα 2003.
7. Κουράκης Τ., Οι γενετικά τροποποιημένοι οργανισμοί ως οικολογικό, πολιτικό και κοινωνικό πρόβλημα, 7ο Πανελλήνιο Συνέδριο Περιβάλλοντος της Ένωσης Ελλήνων Φυσικών, Κόνιτσα, Νοέμβριος 2006.
8. Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών: Millenium Ecosystem Assessment, 2005.
9. Robert O., Κλωνοποίηση και Μεταλλαγμένα Προϊόντα, ΚΑΣΤΑΛΙΑ, Αθήνα 2007.
10. Τα μεταλλαγμένα είναι τοξικά και βλαπτικά και για τον άνθρωπο; ΤΑ ΝΕΑ, 20.9.2012.
11. Τα μεταλλαγμένα: Λύση στο διατροφικό πρόβλημα ή διατροφικός εφιάλτης; Ένας βιοκαλλιεργητής αφηγείται, “ΧΑΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ”, Απρίλιος 2010.