Το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών του Σαββάτου ήταν κατάληξη του προηγούμενου της 6ης Ιουλίου. Τότε ο κ. Τσίπρας ήταν αρκετά ισχυρός μετά το δημοψήφισμα και ανταποκρίθηκαν οι αρχηγοί, πλην του κ. Μιχαλολιάκου, που δεν προσκλήθηκε, εκ των οποίων ο κ. Κουτσούμπας, αφού δήλωσε, ότι δεν είναι εξουσιοδοτημένος να συμφωνήσει και να δεσμεύσει το κόμματος, απεχώρησε. Οι υπόλοιποι εξουσιοδότησαν τον πρ/ργό, να τα βρεi με τους δανειστές, όπως και έγινε. Οταν πήγε στις Βρυξέλλες με τον κ. Τσακαλώτο, αφού την προηγουμένη παραιτήθηκε ο κ. Βαρουφάκης, υπέγραψε μια σύμβαση χειρότερη απ’ αυτήν, που προϋπήρχε. Την 14η Αυγούστου ψηφίστηκε στη Bουλή το 3ο μνημόνιο, που περιελάμβανε αντιδημοκρατικά μέτρα, τα οποία χαρακτηρίστηκαν “μεταρρύθμιση”.
Επειδή τα μισά απ’ τα 200 προαπαιτούμενα του μνημονίου έχουν ψηφισθεί με απώλειες της κυβερνητικής παράταξης και για τα υπόλοιπα, που πρέπει να ψηφισθούν μέχρι 15 Δεκεμβρίου, υπάρχει φόβος, να μην περάσουν, ο πρ/ργός προκάλεσε δεύτερο Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, επιζητώντας συναίνεση, κυρίως για το ασφαλιστικό. Πρόκειται για το πιο “καυτό” μέτρο, που δεν θα μπορούσε, να το αντιμετωπίσει καμιά κυβέρνηση μόνη της. Το Συμβούλιο ξεκίνησε όχι με τις πλέον ευοίωνες προϋποθέσεις για συναίνεση.
Στο τραπέζι των συζητήσεως ετέθησαν θέματα, όπως οι εξελίξεις στην περιοχή με το προσφυγικό, η αναθεώρηση του Σ/τος, ο εκλογικός νόμος και το ασφαλιστικό. Το τελευταίο, που ήταν το σημαντικότερο, οι αρχηγοί της αντιπολίτευσης δεν θέλησαν, να το αγγίξουν. Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι είπαν, ότι είναι θέμα καθαρά κυβερνητικής πολιτικής και δεν έχει αρμοδιότητα ν’ αποφασίσει το Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών, αλλά το Κοινοβούλιο.
Η κυβέρνηση σ’ αυτή την ενέργεια διακρίνεται για κάποιον καιροσκοπισμό. Πολλοί διαφωνούσαν, θεωρώντας, ότι δεν βοηθούσε η συγκυρία, να επιδιωχθεί συναίνεση για το ασφαλιστικό. Γνώριζαν ότι η Ν.Δ. θα επεδίωκε, να εκθέσει την κυβέρνηση. Είναι πρόκληση να ζητάς συναίνεση, όταν προεκλογικώς είχε ειπωθεί, ότι “οποιαδήποτε συναίνεση είναι παρά φύσιν”. Επρεπε να σκέφτονταν ότι τα κόμματα θα διερωτούνταν πώς τώρα η συναίνεση γίνεται φυσιολογική και ότι δεν θα ’θελαν, ν’ αναλάβουν ευθύνες αναλογιζόμενοι το κατά Ματθαίον “παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο”.
Φαίνεται ότι ο πρωθυπουργός, όταν βρίσκεται σε κάποια αδυναμία, θέλει ν’ ακουμπήσει κάπου. Ξαναζήτησε τη σύγκληση του Συμβουλίου και με πρόσχημα τα άλλα μέτρα, έβαλε και το ασφαλιστικό.
Αν έκανε Συμβούλιο Πολιτικών Αρχηγών ως πρωθυπουργός, δεν θα πήγαινε κανείς. Στον πρόεδρο της Δημοκρατίας θα δυσκολεύονταν να αρνηθούν. Ο κ. Παυλόπουλος δεν του αρνήθηκε, γνωρίζοντας ότι παρατυπεί, αλλά ότι σε εξαιρετικές περιπτώσεις εθνικών κινδύνων μπορεί να παραμερισθεί το γράμμα του νόμου.
Συγκρότηση Συμβουλίου Πολιτικών Αρχηγών υπό τον Π.τ.Δ. δεν προβλέπει το Σύνταγμα. Καθιερώθηκε όμως επί κυβερνήσεως Μητσοτάκη για το Σκοπιανό το 1990 και έκτοτε γίνεται αυτή η συνταγματική παρέμβαση συναινετικής χωρίς να εγερθούν ενστάσεις. Τώρα μπορεί να εντάσσεται στην πρόθεση της κυβέρνησης με την πρόταση αναθεώρησης του Σ/τος, να εκχωρηθούν αρμοδιότητες στον Π.τ.Δ., ώστε σε συνθήκες κρίσεως να αναλαμβάνει ευθύνες και η Δημοκρατία από Προεδρευομένη να γίνει Προεδρική, αφού θα παίρνονται αποφάσεις δι’ αυτού, που ήσαν άλλοτε αρμοδιότητος Κοινοβουλίου.
Στο Συμβούλιο οι αρχηγοί εξέθεσαν τις απόψεις τους για το προσφυγικό, τη συνταγματική αναθεώρηση, τον εκλογικό νόμο και το ασφαλιστικό, για το οποίο αρνήθηκαν να συνυπογράψουν την απαγόρευση περαιτέρω μείωσης των συντάξεων.
Το απαίτησε ο πρωθυπουργός για να ’χει διαπραγματευτική δύναμη στις διαβουλεύσεις με τους δανειστές. Περισσότερο επιφυλλακτικός ήταν ο προσωρινός του προσωρινού πρόεδρος της Ν.Δ., ο οποίος πήγε ν’ ακούσει και να μη δεσμευθεί στα “επικοινωνιακά τεχνάσματα” όπως είπε.
Μετά την 6ωρη διάρκεια του Συμβουλίου ακούσαμε τις δηλώσεις των Αρχηγών. Ακούσαμε και τον πρωθυπουργό απ’ τα λεγόμενα του οποίου μπορεί κανείς να συμπεράνει, ότι ήθελε την υπογραφή των αρχηγών των κομμάτων ως έρεισμα, να λέει στον κόσμο, ότι δεν το ’κανα μόνος μου και ότι η μόνη συμφωνία, που επετεύχθη, ήταν η διαφωνία τους.
Τα Χανιώτικα Νέα συμμετέχουν στην Πρωτοβουλία Journalism Trust Initiative (JTI) των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα, έχοντας συμπληρώσει και δημοσιεύσει την Αναφορά Διαφάνειας. Η Πρωτοβουλία JTI είναι ένα διεθνές πρότυπο για την και έχει ως στόχο την αποκατάσταση της εμπιστοσύνης του κοινού στα ΜΜΕ μέσω της ανάδειξης και προώθησης της αξιόπιστης δημοσιογραφίας,
Συμμετέχοντας στην πρωτοβουλία αυτή, αναλαμβάνουμε την ευθύνη να συμβάλλουμε στην καταπολέμηση της παραπληροφόρησης και να προάγουμε την αξιοπιστία και την ηθική στη δημοσιογραφία. Με αυτόν τον τρόπο, στηρίζουμε τις βασικές αρχές της ελευθερίας του τύπου και της δημοκρατίας, προσφέροντας στους πολίτες έναν αξιόπιστο πυλώνα πληροφόρησης.