Η περίοδος, που επέλεξε η κυβέρνηση, να συζητήσει την αναθεώρηση του Συντάγματος, βάσει του άρθρου 110, μια από τις βασικότερες θεσμικές αλλαγές, δηλαδή τον χρόνο πριν εκπνεύσει η θητεία της, θεωρείται ως ακατάλληλη, διότι η επίπτωση μπορεί να οδηγήσει σε αποτυχία, παρά το ήπιο κλίμα, που επεκράτησε κατά τον προαναθεωρητικό διάλογο. Η ουσιαστική καλλιέργεια πνεύματος συναίνεσης των πολιτικών κομμάτων και η συμμετοχή κοινωνικών ειδημόνων στον διάλογο, που προηγήθηκε πριν την Αναθεωρητική Επιτροπή, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα, παρά το σύμφωνον κυβέρνησης και αντιπολίτευσης για το αναγκαίον της αναθεώρησης.
Εκ μέρους της κυβερνητικής πλευράς κατατέθησαν προτάσεις επί συγκεκριμένων πολιτικών αντιλήψεων αναθεώρησης άρθρων του Σ/τος, αποκλείοντας πολλές της αντιπολίτευσης. Επειχειρείται, να δεσμευθεί η επόμενη αναθεωρητική βουλή με τις θελήσεις της σημερινής προτείνουσας βουλής. Την δυνατότητα αυτή της την παρέχει το άρθρο 110 Συντάγματος, το οποίο είναι διατυπωμένο έτσι, ώστε να ερμηνεύεται κατά το δοκούν και να ενεργεί η κάθε κυβέρνηση αναλόγως.
Αν π.χ. μια πρόταση για την αναθεώρηση ενός άρθρου υπερψηφιστεί από 180 και πλέον βουλευτές, η αναθεώρητική βουλή θα το τροποποιήσει, όπως εκείνη θελήσει με την απόλυτη πλειοψηφία 150+1. Αν όμως ψηφιστεί με 150+1, τότε η αναθεωρητική βουλή θα χρειαστεί 180+1. Το βάρος της αναθεώρησης λοιπόν πέφτει στην επόμενη βουλή, η οποία αποφασίζει για το “μείζον”, αφού δεν δεσμεύεται από την απόφαση της προηγούμενης, σχετικώς με το ποια μορφή θα πάρει η αναθεωρητέα διάταξη.
Εν προκειμένω το επίμαχο άρθρο είναι το 32, περί εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, που προβλέπει τη διάλυση της βουλής και την προκήρυξη εκλογών, αν δεν εκλεγεί πρόεδρος με τα 3/5 των 300. ΣΥΡΙΖΑ και Ν.Δ. επιθυμούν την τροποποίηση του άρθρου τούτου, ο καθ’ ένας όμως με τους δικούς του όρους. Λέγεται, ότι στην ψηφοφορία ο ΣΥΡΙΖΑ θα μεθοδεύσει, να περάσει με 151 ψήφους, ώστε η αναθεωρητική βουλή να μην μπορέσει να βρει 180 ψήφους, να μείνει ως έχει η διάταξη και όταν έρθει το πλήρωμα του χρόνου εκλογής Προέδρου, να μπλοκάρει τη διαδικασία, να πέσει η κυβέρνηση και να πάμε σε εκλογές κατά το προηγούμενο του 2014.
Η εξέλιξη αυτή κατατείνει στην έξαρση κομματικών ανταγωνιστών, που τους έχει πληρώσει πανάκριβα ο λαός. Για τούτο η ανάδειξη του Π.τ.Δ. πρέπει να γίνεται μόνο μέσω της κοινοβουλευτικής διαδικασίας με θεσμοθέτηση τέτοια, ώστε να μην διαλύεται η βουλή και να μην προέρχεται κατόπιν δημοψηφίσματος, κάτι που ενδεχομένως να αναιρεί τη μορφή του πολιτεύματος.
Αλλά είναι κι άλλα άρθρα που χρήζουν αναθεώρηση. Κυριότερα το άρθρο 16, που αφορά τα κρατικά πανεπιστήμια, το άρθρο 86 περί ευθύνης υπουργών, το άρθρο 3 περί Εκκλησίας, το 35 περί δημοψηφισμάτων, το 89 περί συνταξιοδοτούμενων δικαστικών λειτουργών κ.ά. Θα είναι κρίμα, να πάει χαμένη κι αυτή η αναθεώρηση, όταν γίνεται από μια κυβέρνηση και την αντιπολίτευση με γνώμονα διαρκώς το πολιτικό τους συμφέρον. Διότι και μόνον ένα άρθρο να αναθεωρηθεί, θεωρείται συντελεσθείσα η αναθεώρηση και η επόμενη θα ‘ρθει μετά 5 χρόνια.