Ξέρω πως το χαμόγελό σου απλώνει ηλιαχτίδες στο ψυχρό μάρμαρο
και το βλέμμα σου πάντοτε συμβουλεύει με σοφά λόγια
στην πρόσοψη του κελιού σου αναπαυμένο
όμως την ίδια στιγμή βρίσκεσαι αλλού
σαν πολύχρωμη πεταλούδα του δάσους
εκεί που οι ήχοι συνθέτουν μελωδία θεσπέσια
κι η αγκαλιά χωράει μόνο
απεραντοσύνη.
Δεν πλάστηκες για τη Βουβή Πολιτεία
δεν σε χωρούν τα περίκλειστα τείχη
οι σκοτεινοί θάλαμοι σε πνίγουν
ποτέ δεν αποδέχτηκες τη σιωπή.
Τώρα και πάλι ανοίγεις τις κουρτίνες
φτιαγμένες από νεφελώδη νήματα
κάνεις τόπο στο φως
αγναντεύεις το πράσινο και το γαλάζιο
ακροβατείς σε πλοκάμια κισσού
κατεβαίνεις στη γη
να κόψεις ένα κλώνο γιασεμιού
και να φύγεις
βέβαιη πια πως για όλα
υπάρχει καινούρια αρχή.