…Νεκρά κορµάκια, κλειστά τα βλέφαρα, δίχως χαµόγελο χειλάκια! Μια Λωρίδα Γης που… οδηγεί ψυχούλες στον ουρανό! Μικροί µετανάστες για τ’ όνειρο, προς του παραµυθιού τα µέρη! Προς µια καλύτερη ζωή· ζεστό – ζεστό γάλα και τρεχάλα στις αλάνες τ’ ουρανού!
«Θε µου ας µην νιώθουν εκεί την αίσθηση της ορφάνιας… τόσα πολλά παιδιά δίχως γονείς», µια παράκληση!
…Νεκρά αγγελάκια, γυµνά τα πόδια τους, µαύρες οι πατούσες απ’ το µπαρούτι, την καπνιά των όπλων, απ’ τις βόµβες! Ολοπόρφυρο το αίµα που ξερνά πάνω στο πληγιασµένο σώµα τους· πλάσµατα ενός κατώτερου Θεού!
Και χθες και σήµερα και αύριο καµιά κολώνια δεν θα βρέξει στα µαλιά η µάνα τους!
Τα δάκρυα θα τρέχουν για όλες τούτες τις ψυχές!
Για µέτρα…! Μικρές ψυχούλες…! Για σκέψου!
∆ίχως πνοή, µπορείς να τ’ αντέξεις;
Ποιος επιτάφιος θρήνος χωρεί όλη την παραφροσύνη; Σκοτώνουν το σπλάχνο του γονιού, σκοτώνουν το εγγόνι του παππού, της γιαγιάς!
Ποιος λογισµός χωρεί την ωµή δολοφονία των βλαστάριών σου Θεέ!
Κάθοµαι εδώ και… λογαριάζω!
Εν, δυο, τρία, τέσσερα… κρεµασµένα νεκρά ακουµπούν στους µικρούς ώµους άγουρα κεφαλάκια!
Αγόρια, κορίτσια όλα µαζί µεγάλη παρέα, ανθάκια ξεπατωµένα ωσάν αγριολούλουδα!
Ολοπόρφυρο το αίµα στάζει στη µεγάλη αυτή πορεία τους, σηµάδια αφήνει στη στράτα όπου διαβαίνουν! Και κοίτα ούτε ένα δεν γύρισε το βλέµµα πίσω του να µας κοιτάξει εδώ κάτω στη γης… Ο τρόµος, ο φόβος µην ξαναζήσουν πια ποτέ τέτοια ζωή! Καλό ταξίδι παιδάκια!
…Κάθοµαι εδώ και… λογαριάζω!
Ανθρώπινος ο θρήνος, ανθρώπινος ο πόνος, ανθρώπινος ο πόλεµος, ανθρώπινη η κατάντια µας, ανθρώπινη η υποκρισία µας…
Μετρώ παιδάκια: Ένα, δυο, τρία, τέσσερα… εκατό, διακόσια, διακόσια δεκατρία!
Κλειστά από τον θάνατο τα µάτια τους!
…Χίλια, χίλια εξακόσια τριάντα οκτώ!
Συνέχισε να µετράς κι εσύ άνθρωπε, έχει πολλά ακόµα κορµάκια που κείτουνται νεκρά σε µια Λωρίδα Γης!
Χίλια εννιακόσια, δύο χιλιάδες τριακόσια σαράντα τέσσερα…
Είναι µεγάλη η “νύχτα”, κάνε πέτρα την καρδιά και συνέχισε να µετράς… αν το µπορείς!
Μέτρα… σκοτωµένα αγοράκια – κοριτσάκια αντί για προβατάκια, στον ύπνο του δικαίου…