Για ένα «περιττό και επιζήμιο νομοσχέδιο για τα Μητρώα Τύπου» κάνει λόγο ο Σύνδεσμος Ημερήσιων Περιφερειακών Εφημερίδων (Σ.Η.Π.Ε.), διατυπώνοντας ενστάσεις για το Νομοσχέδιο για τα Μητρώα Έντυπου και Ηλεκτρονικού Τύπου που κατέθεσε στη Βουλή ο αρμόδιος για τα ΜΜΕ υφυπουργός κ. Οικονόμου.
Σε σχετική ανακοίνωση του Συνδέσμου, σημειώνεται πως το νομοσχέδιο «είναι όχι μόνο αχρείαστο και περιττό αλλά και επιζήμιο για τα συμφέροντα των υγιών και σοβαρών επιχειρήσεων τύπου της Περιφέρειας. Οι μόνοι που ωφελούνται είναι «εφημερίδες» χωρίς δημοσιογράφους, χωρίς εργαζόμενους, χωρίς αναγνώστες (!) που επιβιώνουν μόνο με κρατικό χρήμα νοθεύοντας τον υγιή ανταγωνισμό».
Σύμφωνα με τον Σ.Η.Π.Ε., «,ε το Νομοσχέδιο αυτό:
• Μειώνονται μέχρις εξαφανίσεως οι απαιτούμενες θέσεις δημοσιογράφων. Οι δύο δημοσιογράφοι χωρίς πλήρη και αποκλειστική απασχόληση, εκ των οποίων μάλιστα ο ένας μπορεί να είναι και ο εκδότης, είναι σκέτη κοροϊδία!
• Απαιτείται μόνο ένας εργαζόμενος (!) πλην δημοσιογράφων όταν όλοι στον χώρο γνωρίζουν ότι για να εκδοθεί μια καθημερινή εφημερίδα χρειάζονται μια σειρά ειδικότητες (γραφίστες, πιεστές, διανομείς, διοικητικό και βοηθητικό προσωπικό κλπ). Εκτός βέβαια αν μιλάμε για ουσιαστικά ανύπαρκτες εφημερίδες σαν κι αυτές που θέλει να εξυπηρετήσει το Νομοσχέδιο!
• Υποβαθμίζεται το κριτήριο των πωλήσεων για να εξυπηρετηθούν και πάλι όσοι είναι ουσιαστικά ανύπαρκτοι στην αγορά και δεν πουλάνε παρά ελάχιστα φύλλα αν τα πουλάνε κι αυτά!»
Ο Σύνδεσμος θεωρεί πως «με τη μορφή αυτή το νομοσχέδιο είναι περιττό! Δεν χρειάζεται νέος νόμος για να φτάσουμε στο σημείο που βρισκόμαστε σήμερα όπου ΟΛΕΣ οι ημερήσιες περιφερειακές εφημερίδες (πλην 2-3) είναι ενταγμένες στο υπάρχον Μητρώο, όπως με βεβαιότητα θα συμβεί και με το νέο.
Είναι όμως και βλαπτικό για τις σοβαρές επιχειρήσεις τύπου της περιφέρειας. Κι αυτό γιατί με το νομοσχέδιο αυτό όσοι εντάσσονται στο Μητρώο (δηλαδή όλοι) θα έχουν άμεση πρόσβαση στο κρατικό χρήμα με όποια μορφή αυτό διατίθεται δηλαδή στις κρατικές καταχωρίσεις, στην κρατική διαφήμιση και στα διάφορά προγράμματα επιχορηγήσεων και επιδοτήσεων. Αν αυτό δεν είναι ο ορισμός της κατάργησης του υγιούς ανταγωνισμού τότε οι λέξεις έχουν χάσει το νόημά τους!».
Για τον Σ.Η.Π.Ε. , «το Νομοσχέδιο αυτό δεν λύνει αλλά συσσωρεύει πρόσθετα προβλήματα. Δεν αντιμετωπίζει αλλά αντίθετα συντηρεί και αναπαράγει τις γνωστές παθογένειες. Δεν προωθεί τη διαφάνεια όπως ψευδεπίγραφα ισχυρίζεται στον τίτλο του αλλά αντίθετα ενισχύει τη διαπλοκή, την αδιαφάνεια και την εξάρτηση του τύπου από την κεντρική και περιφερειακή εξουσία! Δεν βοηθά και δεν ενισχύει ως όφειλε αυτούς που μοχθούν και επενδύουν κόπο και χρήμα για να κρατήσουν ψηλά τη σημαία της ενημέρωσης των πολιτών της περιφέρειας αλλά αντίθετα πριμοδοτεί απαράδεκτα και απροκάλυπτα τους ευκαιριακούς και λαθρόβιους «εκδότες» που ζουν σε βάρος των κορόιδων δηλαδή της υγιούς επιχειρηματικότητας!».
Τέλος, ο Σ.Η.Π.Ε. σχολιάζει: «Και κάτι τελευταίο για να διαλυθεί μια σημαντική παρανόηση:
Το Νομοσχέδιο αυτό όπως και κάθε άλλο σχετικό, δεν κάνει και δεν πρέπει να κάνει, τίποτε περισσότερο από το αυτονόητο: να ορίσει κανόνες και προϋποθέσεις για την κατανομή του δημοσίου χρήματος στον έντυπο τύπο! Κάτι που είναι όχι μόνο εύλογο, κατανοητό και δίκαιο αλλά και αναγκαίο και επιβεβλημένο, όπως συμβαίνει άλλωστε σε όλα σχεδόν τα ευρωπαϊκά κράτη με πολύ αυστηρότερες μάλιστα προϋποθέσεις και κριτήρια! Για όσους παριστάνουν ότι δεν καταλαβαίνουν, να το πούμε για μια ακόμη φορά: το Νομοσχέδιο αυτό δεν ορίζει ποια εφημερίδα θα κυκλοφορεί και ποια όχι αλλά ποια και με ποιες προϋποθέσεις θα μπορεί να λαμβάνει κρατικό χρήμα είτε με τη μορφή της καταχώρισης κρατικών δημοσιεύσεων, είτε με τη μορφή κρατικής διαφήμισης είτε με τη μορφή των όποιων κρατικών ενισχύσεων ή επιδοτήσεων κλπ αποφασιστούν στο μέλλον! Υπάρχει κανείς που να ισχυρίζεται ότι το κρατικό χρήμα πρέπει να διανέμεται αδιάκριτα και ανεξέλεγκτα προς τους πάντες, αρκεί να δηλώνουν εκδότες περιφερειακής εφημερίδας; Κι όμως αυτό ακριβώς γίνεται σήμερα…».
ΑΛΥΤΟ ΤΟ ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΟ
Την ίδια ώρα, ανοικτή “πληγή” για τις εφημερίδες της ελληνικής Περιφέρειας παραμένει το ασφαλιστικό. Όπως είναι γνωστό, με τον Νόμο Κατρούγκαλου (άρθρου 38 του Ν.4387/2016) επιβλήθηκε στις εφημερίδες επαρχιακού Τύπου αύξηση εργοδοτικών εισφορών από 5,91 % σε 25,06% (αύξηση 19,15%).
Πρακτικά αυτό σημαίνει ότι σε μια μέσης επιχείρηση έκδοσης εφημερίδας Επαρχιακού Τύπου με 45 άτομα προσωπικό τα οποία λαμβάνουν μ.ο. 800,00 καθαρά στο χέρι και η δε επιχείρηση έχει τζίρο 1.500.000 ευρώ, οδηγήθηκε σε (επιπλέον των όσων πλήρωνε) μια ετήσια επιβάρυνση ύψους 122.220,00 ευρώ! Να σημειωθεί δε ότι πέραν τούτων έχει εφαρμοστεί και η επιβολή 2% υπέρ ΕΔΟΕΑΠ στο τζίρο (!) των επιχειρήσεων αυτών.
Παρά τις επανειλλημένες δεσμεύσεις υπουργών, η κυβέρνηση δεν έκανε απολύτως καμία ενέργεια για την επιλύση των σοβαρότατων αυτών προβλημάτων, που απειλούν τη βιωσιμότητα των τοπικών εφημερίδων.