ΣΤΗ ΖΩΗ υπάρχουν δάσκαλοι, “δάσκαλοι” και Δάσκαλοι. Οι πρώτοι μάς μαθαίνουν τα γράμματα, οι δεύτεροι είναι στο στενό οικογενειακό περίγυρο επηρεάζοντας μας έμμεσα, ενώ οι τρίτοι -οι και αιώνιοι Δάσκαλοι- είναι εκείνοι που με λίγες αράδες γραφής, λίγους στίχους ή μια συμβουλή στην κατάλληλη στιγμή, αλλάζουν τη ζωή μας.
ΑΠΟ τις πιο αγαπημένες γυναίκες συγγραφείς, τον καιρό που ήμασταν μικρά στις παιδοπόλεις αλλά και στη μετέπειτα ζωή, ήταν μια Κρητικοπούλα… Τη “γνωρίσαμε” μέσα από τις σελίδες των υπέροχων και ευφάνταστων παιδικών της κειμένων που, μαζί με τα ανάλογα των Δημήτρη Γιάκου, Άλκη Τροπαιάτη, Ιούλιου Βερν, Πηνελόπης Δέλτα, Δ. Βικέλα, Θανάση-Πετσάλη Διομήδη, Καρόλου Ντίκενς, Μάρκ Τουέιν, Γρηγόρη Ξενόπουλου, Στέφανου Ξένου και πολλών άλλων, απάλυναν τις μικρές πονεμένες μας ψυχές διαμορφώνοντας και τον χαρακτήρα μας.
Η ΣΟΦΙΑ, η Κρητικιά (1), έγραφε τις ιστορίες της συνεργαζόμενη με το επίσημο περιοδικό της Βασιλικής Πρόνοιας, το φτιαγμένο για τα παιδιά όλης της Ελλάδας. Τίτλος του δημοφιλούς εκείνου παιδικού περιοδικού ήταν “η Παιδόπολις” (αργότερα, “Το Σπίτι του Παιδιού”). Από το 1950 κι έπειτα κυκλοφορούσε παντού. Γινόταν ανάρπαστο, επειδή είχε αυστηρά επιλεγμένη ύλη: πολλή λογοτεχνία -ελληνική και ξένη-, θέματα της παιδικής ηλικίας, συνεργασίες παιδιών, εικονογραφημένες συνέχειες, ανέκδοτα, “πενομαχίες” κ.ά. Απώτερος στόχος του ήταν η, δια μέσου της “παρηγορητικής ανάγνωσης”, καταλλαγή ημών, αριστερών και δεξιών παιδοπολιτών, μετά τα φοβερά δεινά του εμφυλίου…
ΟΙ ΜΥΘΟΠΛΑΣΙΕΣ της αγαπημένης μας Σοφίας ξεκινούσαν από την ελληνική Μυθολογία (θυμάμαι έντονα τις γοητευτικές μυθιστορίες γύρω από τον Μελέαγρο, την Αταλάντη, τον Μελάμποδα κ.ά.) και έφταναν μέχρι τη σύγχρονη ελληνική ιστορία, όπως ένα μικρό θεατρικό έργο της πάνω στη ζωή και την ποιητική έμπνευση του Διον. Σολωμού. Πολλές από τις ιστορίες της, τις ξαναβρήκαμε στα “Κλασσικά Εικονογραφημένα” των εκδόσεων Πεχλιβανίδη (ατλαντίς) που τότε (1950) πρωτοκυκλοφόρησαν.
ΘΑΥΜΑΖΑ τον τρυφερό τρόπο γραφής της. Την ένιωθα δικό μου άνθρωπο. Διέθετε ενσυναίσθηση, πράγμα σπάνιο για κείνη την εποχή. Οι γλαφυρές ιστορίες της για παιδιά είχαν αναπόφευκτα διδακτικό τόνο. Όμως απέπνεαν συνήθως αισιοδοξία με αγωνιστική διάθεση για το μέλλον. Ήταν για μας μια σωστή, ευαίσθητη και “αόρατη” Αιώνια Δασκάλα που μιλούσε μεσα μας, τόσο με την πένα όσο και με τα μηνύματά της.
… ΠΟΛΥ αργότερα, όταν βγήκαμε από τις Παιδοπόλεις, μάθαμε ότι ανήκε στην Αριστερά κι ότι είχε γράψει, μαζί με την Έλλη Αλεξίου, τον εθνικό ύμνο του ΕΛΑΣ (2). Τη θαυμάσαμε ακόμη περισσότερο, όπως θαυμάζαμε και την Καλλιόπη Μουστάκα, την άλλη μεγάλη παιδαγωγό που υπήρξε αρχηγός στην παιδόπολη «Αγία Σοφία» Αγριάς Βόλου. Θυμάμαι τον Μέντη Μποσταντζόγλου (Μποστ) που “επένδυε” με εικόνες πολλές από τις ιστορίες του περιοδικού και της Σοφίας. Ο ίδιος καλλιτέχνης είχε εικονογραφήσει και πολλά εξώφυλλά του.
ΔΑΣΚΑΛΑ, φιλόλογος, ποιήτρια, συγγραφέας παιδικών και θεατρικών έργων, παιδαγωγός και λογοτέχνης, η Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη υπήρξε μια πολυσχιδής προσωπικότητα, με έντονη παρουσία στα πνευματικά δρώμενα της εποχής της. Πάνω απ’ όλα όμως, ήταν εξέχουσα ποιήτρια. Το έργο της εμπνέεται τόσο από τους αγώνες του Ελληνικού λαού (Κατοχή-Αντίσταση-ΕΑΜ) και την αγάπη για την ελευθερία, τα υψηλά ιδανικά και τον άνθρωπο, όσο και από την ταπεινή καθημερινότητα. Ποιος λησμονεί το συγκλονιστικό αυτοβιογραφικό και συνάμα τραγικό ποίημά της, “Η Δασκάλα” (αποσπάσματα);
-“Πόσες φορές αποτραβιέται/ μοναχή, πέρα απ’ τα παιδιά
και πικραμένη συλλογιέται/ όσα της σφίγγουν την καρδιά.
Ω τα χρυσά που έφυγαν νιάτα/ μ’ όνειρα πόσα ήταν γεμάτα! (…)
Έχει σβυστεί στο πρόσωπό της/ κάθε της νιότης ομορφιά.
Κι’ όσα διδάσκει στο σκολειό της/ δεν τα πιστεύει εκείνη πια.
Κι’ όλο και γίνεται η δασκάλα/ πιο νευρική και πιο ασπρομάλλα.
Άλλες μαθήτριες παντρευτήκαν/ άλλες, παιδάκια, εγίναν νιές
από τη μνήμη της σβυστήκαν/ πόσες εδίδαξε γενιές. (…)
Κι’ όμως, στην έδρα της εκείνη,/ για λευτεριά, για δικαιοσύνη,
διδάσκει πάντα και κηρύττει,/ με ραγισμένη τη φωνή,
π’ όλο και βγαίνει πιο βραχνή/ από το χρόνιο φαρυγγίτη.” (3)
ΘΑ ΣΤΑΘΟΥΜΕ σε δυο ποιήματά της, αφιερωμένα στη λατρεμένη και πολύπαθη Κρήτη/”μητέρα” της (αποσπάσματα):
-“Κι αν μέσα μου δε σ’ ένιωθα φωτιά,/κρασί μεθυστικό κι αψύ, θα σ’ αγαπούσα,
και μόνο απ’ του Κορνάρου σου τη Μούσα,/αρχοντοπούλα της Αγάπης, Αρετούσα(…)
Θα σ’ αγαπούσα μόνο απ’ τον πυρσό,/που έστησε πάνω απ’ τη ζωή το Αρκάδι,
Δασκαλογιάννενα, μητέρα κι αδερφή,/θεών κι ηρώων, φλόγα στο σκοτάδι!
Θα σ’ αγαπούσα για το θάμα του Μαγιού,/που άστραψες ήλιο κι έδωκες μονάχη,
σε γη κι αιθέρα, την ασύγκριτή σου «Μάχη»,/εσύ μικρή, με τους Τιτάνες του κακού!
Και μ’ απλωμένο τ’ άλικο μαντήλι σου,/κάλεσες τους λαούς, μέσα απ’ τα σκότη,
στις δίπλες του Πυρίχιου της Αντίστασης,/που, τόσο τραγικά κι ωραία, έσυρες πρώτη! (…)
Θα σ’ αγαπούσα…. Τώρα τι να πω;/Βλαστάρι απ’ τον κορμό το θεϊκό,
που της Αμάλθειας γάλα έχω βυζάξει στην αυλή σου;/Κρήτη, Θεά, Μητρίδα, σ’ αγαπώ κι αναρριγώ/πως να φανώ παιδί σου!” (4)
ΠΑΝΤΑ η Μεγάλη Μάχη της Κρήτης την εμπνέει και γράφει αυτό το δοξαστικό για κείνον τον “γιγάντιο αγώνα” της:
-”Μες στον αιθέρα, στέμμα πορφυρό/το νέο σου αίμα σμίγει το παλιό,
Κρήτη μου εσύ, που στέκεσαι κορώνα/στου δίκιου το γιγάντιο αυτόν αγώνα.
Μ’ αγκάθια είναι πλεγμένο και με κρίνα/το μέτωπό σου, αγκάθι κ’ ηλιαχτίνα.
Κ’ έχει χυτή, στους ώμους σου πλημμύρα,/η νέα σου δόξα βάλει την πορφύρα.
Μικρή μες στους λαούς, μα και μεγάλη,/στο βάθρο που οι αιώνες σούχουν βάλει,
ως σε κοιτάζω ορθή μες στα πελάγη/λέω : Ο Θεός, νησί μου, ας σε φυλάγει,
γιατί απ’ αυτά τ’ αγκάθια και τα κρίνα/θα βγει της λευτεριάς η πρώτη αχτίνα.” (5)
Η ΖΩΗ της Σοφίας ήταν μια προσφορά στα νιάτα του τόπου – και όχι μόνο. Η ποίησή της ήταν γραμμένη για να τραγουδιέται από νεανικά χείλη. Στόχος της η πανανθρώπινη Ειρήνη. Γι αυτό, πολυαγαπημένηκι αλησμόνητη από όλους μας, έστω κι αν η ιστορία
-και η Πατρίδα- την έχουν παραγνωρίσει…
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
-(1) Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη: Γεννήθηκε το 1898 στη Φουρνή Λασιθίου και πέθανε το 1977 στην Καλλιθέα Αθηνών.
-(2) Περισσότερες λεπτομέρειες: https://www.stcloris.gr/?p=11840
-(3)Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Ώρες Αγάπης, Φλάμμα 1934.
-(4)Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, “Λουλούδι της Τέφρας”, Μαυρίδης, 1966
-(5)Σοφία Μαυροειδή-Παπαδάκη, Μάϊος 1941, “Της Νιότης και της Λευτεριάς”, Θεμέλιο, 1978