Εμείς που λάβαμε μέρος στον εμφύλιο πόλεμο δεν είμαστε περήφανοι, διότι ο πόλεμος αυτός ήταν αδελφοκτόνος. Oμως κάποια περιστατικά από αυτόν τον πόλεμο είναι αξιοδιήγητα.
Εγώ υπηρέτησα στο πυροβολικό στο 102 Σ.Π.Π. Την 6-8-1949 επήραμε από τους αντάρτες το στρατηγικότατο ύψωμα Τσάρνο. Επειδή θα ήτανε πιθανόν να επιχειρήσουν να το ανακαταλάβουν, εμείς όλη τη νύχτα ήμαστε σε επιφυλακή. Τη νύχτα είχαμε ραγδαία βροχή. Aστραφτε, βροντούσε και παράλληλα εμείς και από τις δυο πλευρές, εχτυπούσαμε με τα κανόνια, με τα όπλα και τα πολυβόλα και πετούσαμε φωτοβολίδες για να ελέγχουμε το έδαφος. Hτανε η πιο παράξενη νύχτα της υπερενενηντακονταετούς ζωής μου. Τέτοια πράγματα μόνο φτιαχτά στον κινηματογράφο μπορείς να τα δεις.
Είχαμε βρει και ετάξαμε το σύνταγμά μας, σε “απυρόβλητο”. Hταν το μέρος άδενδρο και είχε μεγάλη κλήση προς τα πίσω. Κατά εκατοντάδες οι οβίδες από απέναντι περνούσανε από τα κεφάλια μας και πήγαιναν και κατέληγαν όπου ετέλειωνε ο κατήφορος, διότι οι οβίδες του κανονιού διαγράφουνε καμπύλη τροχιά. Καμιά δεν έσκασε σε μας.
Οι αντάρτες υποχωρούσανε και όπως προχωρούσαμε εμείς, συχνά ακούγαμε το παράγγελμα: «Πυροβοληταί κατάβητε. Εμπρός προς πυροβόληση». Εμείς έπρεπε τάκα-τάκα, να φτιάξουμε πυροβολείο για το κανόνι μας, και θέσεις για τα πυρομαχικά και για την εγγύς άμυνα. Εδώ θα πρέπει να εξηγήσω ότι το πυροβολικό σε μέτωπο με αλλόφυλο αντίπαλο, δεν ελάμβανε μέτρα για εγγύς άμυνα, μα στην περίπτωσή μας θα μπορούσε να πέσουμε σε ενέδρα ή και να δεχθούμε επίθεση εκ των όπισθεν. «…εμπρός προς πυροβόληση», μάς λέγανε όταν προχωρούσαμε, σε περίπτωση υποχώρησης «…οπίσω προς πυροβόληση», δηλαδή η κάννη να στρέφεται προς τα πίσω.
Εγώ, επειδή κάναμε συχνές μετακινήσεις, σκέφτηκα πως ίσως και εδώ θα κάναμε λίγη ώρα, μα κάναμε όλη τη νύχτα. Δεν έσκαψα λοιπόν να ισοβολήσω για να στήσω το αντίσκηνό μου, έσκαψα μόνο γύρω-γύρω για να μην τρέχουνε σε μένα τα νερά. Όμως, αφού το έδαφος είχε μεγάλη κλήση, γλιστρούσα κάθε λίγο και λιγάκι από το αντίσκηνο εδάφους και έβγαινα από το αντίσκηνο. Θυμάμαι που σκέφτηκα τον στίχο του Βιτσέντζου Κορνάρου από τον “Ερωτόκριτο”: Ως στρώσει το κρεββάτι του ο κάθα εις κοιμάται…
Η 7η του Αυγούστου είχε κατακάθαρο ουρανό και λαμπερό ήλιο, όμως στην κορυφή του Γράμμου έκανε δριμύτατο κρύο όπου εβάλαμε τις χλαίνες μας, τις κουμπώσαμε και ανάψαμε μεγάλη φωτιά για να πυρωνόμαστε από ξύλα της οξιάς.
Από τα παραπάνω φαίνεται ότι στο μέτωπο δεν είναι μόνο κίνδυνος μα και φοβερές ταλαιπωρίες.