Με τα φώτα στραμμένα στην πόλη μας, όπου διεξήχθη το διήμερο που πέρασε (31 Οκτωβρίου και 1 Νοεμβρίου), στο Κέντρο Αρχιτεκτονικής της Μεσογείου το 11ο Πανελλήνιο Συνέδριο Μονάδων Κοινωνικής Φροντίδας “Επ” Αρωγή” με πρωτοβουλία του Κέντρου Κοινωνικής Πρόνοιας της Περιφέρειας Κρήτης, η παιδική προστασία βρέθηκε για μια ακόμη φορά στο επίκεντρο του δημόσιου διαλόγου.
Ωστόσο η προσέγγιση αυτής, υπό το πρίσμα της αναγκαίας επιστημονικής διάστασης αυτή τη φορά, με την αναζήτηση των βέλτιστων πρακτικών για την αρτιότερη εφαρμογή της στη χώρα μας, αλλά και με την αναγκαία επικαιροποίηση των σύγχρονων επιστημονικών απόψεων που ισχύουν, φώτισε με τον πιο ασφαλή τρόπο όλες τις πτυχές αυτού του ευαίσθητου κοινωνικού θέματος, καθώς ήταν ένας από τους βασικούς θεματικούς άξονες του συνεδρίου.
Πολύτιμα και τα συμπεράσματα που βγήκαν, όχι μόνο για την επιστημονική κοινότητα, αλλά και τους μάχιμους στο χώρο, με την ανταλλαγή καλών πρακτικών και υπό την έννοια της ψυχικής ανθεκτικότητας και της αναγκαίας ενσυναίσθησης που απαιτείται σε ένα τόσο ψυχοφθόρο επάγγελμα στην καθημερινότητά του.
Πρωτίστως, όμως, προέκυψαν χρήσιμα συμπεράσματα για την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων που παρούσα στις διαδικασίες του συνεδρίου έδειξε να διαθέτει ευήκοο αυτί σε ένα δύσκολο θέμα που γίνονται αρκετά βήματα τα τελευταία χρόνια, με πολλά, όμως ακόμα να χρειάζονται να γίνουν προς την κατεύθυνση της πολυπόθητης αποϊδρυματοποίησης.
Ο στόχος για τη μετεξέλιξη των ιδρυμάτων σε πρακτικές εναλλακτικής φροντίδας των παιδιών και των ευάλωτων οικογενειών τους μέσα στην κοινότητα είναι πλέον ξεκάθαρος και στη χώρα μας έχοντας ως δεδομένο ότι η παραμονή των παιδιών στα ιδρύματα, είναι εξ ορισμού κακοποιητική με επιστημονικά μετρήσιμες τις αρνητικές συνέπειες στη σωματική, νοητική, ψυχική και συναισθηματική ανάπτυξη τους, όσο άρτια και αν λειτουργούν αυτά.
Στο μεταξύ και μέχρι να υλοποιηθεί αυτός ο στόχος στη χώρα μας, η οποία δυστυχώς χαρακτηρίζεται από μακροχρόνια παραμονή των παιδιών σε κλειστές δομές συγκριτικά με άλλες Ευρωπαϊκές χώρες, με τις στοχευμένες παρεμβάσεις που απαιτούνται να γίνουν σε όλα τα στάδια της πρόληψης της ιδρυματοποίησης και της στήριξης της παραμονής των παιδιών στην κοινότητα, αλλά και της επιχειρούμενης ταυτόχρονα αποιδρυματοποίησης, 1500 παιδιά εξακολουθούν να βρίσκονται σε ιδρυματική φροντίδα.
Υπό την έννοια αυτή η υπουργική απόφαση 4094/2022 που δημοσιεύτηκε στο ΦΕΚ 2032/β/11-5-202, που ισχύει ενιαία πλέον, παρά τις υπάρχουσες αντιρρήσεις, όχι μόνο στις δημόσιες δομές παιδικής προστασίας, αλλά και στις δομές που ανήκουν σε ΝΠΙΔ μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα, σχετικά με την καθιέρωση σαφών κριτηρίων και προδιαγραφών, τόσο ως προς την ίδρυση και των τρόπο λειτουργίας των δομών με την ποιοτική υποστήριξη των φιλοξενουμένων σε αυτές, όσο και ως προς την αποϊδρυματοποίηση τους που είναι ο κυριότερος στόχος, βρίσκεται στη σωστή κατεύθυνση.
Στη σωστή κατεύθυνση, βρίσκεται επίσης και ο νόμος 4538/2018« περί αναδοχής και υιοθεσίας » με την πράξη, όμως να αποδεικνύεται ότι απέχει πολύ από τη θεωρία και τον ισχύοντα εδώ και τέσσερα περίπου χρόνια νόμο, αφού οι τεκνοθεσίες και οι αναδοχές δεν προχωρούν στο βαθμό που θα έπρεπε με βάση και τις αυξημένες υπάρχουσες ανάγκες, αν και είναι ένα από τα βασικότερα εργαλεία αποϊδρυματοποίησης.
Τούτο οφείλεται κυρίως στη δραματική υποστελέχωση των αρμοδίων υπηρεσιών, στην απουσία εξειδικευμένων στελεχών, αλλά και στην απουσία ενιαίου πρωτοκόλλου συνεργασίας και παρέμβασης μεταξύ των υπηρεσιών σε μια πολυκερματισμένη παιδική προστασία για την οποία είναι συναρμόδια επτά περίπου Υπουργεία, σε μια χώρα που, ας σημειωθεί, δεν υπάρχει, ούτως ή άλλως κουλτούρα διασυνεργασίας. Είναι χαρακτηριστικό επίσης, ότι το 63% των κοινωνικών λειτουργών που έχουν επιμορφωθεί και εκπαιδευτεί για την προώθηση της αναδοχής και τεκνοθεσίας έχουν προσληφθεί με σύμβαση ορισμένου χρόνου, η οποία έχει ημερομηνία λήξης.
Έτσι τα γρανάζια της γραφειοκρατίας σε συνδυασμό με την άμεση ανάγκη έκδοσης υπουργικών αποφάσεων για την κάλυψη των νομικών κενών που εξακολουθούν ακόμα και σήμερα να υπάρχουν, καθίστανται για άλλη μια φορά εμπόδιο στις αναδοχές και τεκνοθεσίες, γεγονός που επιβάλλει να απλοποιηθούν οι διαδικασίες με την ενίσχυση των επειγουσών αναδοχών που είναι η καλύτερη δυνατή λύση για το κάθε παιδί που βρίσκεται σε κίνδυνο.
Άξιο επίσης απορίας και προβληματισμού είναι το γεγονός ότι δεν προωθούνται με το ίδιο ρυθμό οι αναδοχές και υιοθεσίες από τις δημόσιες και ιδιωτικές δομές παιδικής προστασίας. Ενδεικτικά είναι στο σημείο αυτό τα στοιχεία που αφορούν το έτος 2021, σύμφωνα με τις δηλώσεις της υφυπουργού Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Κας Δόμνας Μιχαηλίδου, η οποία ανέφερε χαρακτηριστικά:
« Μέσα στο 2021 έγιναν στη χώρα μας 194 υιοθεσίες. Από αυτές οι 100 ήταν για παιδιά τα οποία δεν ήταν σε ιδρύματα. Σημαίνει συγγενικές με συγκατάθεση της μητέρας σε κάποιο άλλο πρόσωπο. Από τις 94 που έγιναν από ιδρύματα οι 74 έγιναν από δημόσια ιδρύματα και οι 20 από ιδιωτικά.». Και όλα αυτά λαμβάνοντας υπόψη, ότι οι ιδιωτικές δομές παιδικής προστασίας της χώρας μας, που αρκετές από αυτές επιχορηγούνται από το κράτος, είναι περίπου τριπλάσιες από τις δημόσιες.
Από την άλλη πρέπει άμεσα να αξιοποιηθούν οι όποιες καλές πρακτικές εφαρμόζονται στη χώρα μας με τη διεύρυνση και ενίσχυση των Στεγών Ημιαυτόνομης Διαβίωσης που δίνουν τη δυνατότητα σε εφήβους να μεταβούν από ιδρυματικού τύπου μεγαλύτερες δομές σε μικρά διαμερίσματα, εντός πόλεως, με στόχο την προετοιμασία τους για την αυτόνομη διαβίωσή τους.
Αυτό, όμως που κυρίως επείγει σε επίπεδο πρόληψης είναι να ενισχυθεί, εδώ και τώρα, με ένα καλά σχεδιασμένο και στελεχωμένο ενιαίο δίκτυο υποστήριξης που θα αξιοποιεί απόλυτα στοχευμένες παρεμβάσεις, η πρώτη γραμμή του πυρός, που δε είναι άλλη από την οικογένεια που τόσο δοκιμάζεται τελευταία στη χώρα μας.
Καλές πρακτικές υπάρχουν προς αξιοποίηση. Αρκεί το θέμα της παιδικής προστασίας να μπει σε υψηλή προτεραιότητα. Μια στάση που φαίνεται να είναι μονόδρομος σε μια χώρα που σέβεται τον εαυτό της παρέχοντας αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης και ανάπτυξης σε ό,τι πολυτιμότερο διαθέτει που δεν είναι άλλο από τα παιδιά της.
*Η Μαρία Μαράκη είναι φιλόλογος,
πρώην lυκειάρχης και pρόεδρος του Εθελοντικού και Κοινωνικού
Σωματείου “Στήριξης”
που εδρεύει στην πόλη μας