Είδα τα παιδιά που συμμετείχαν στην παρέλαση στα Χανιά και είπαμε έχουμε ακόμη μια ελπίδα, έναν τρόπο να βγούμε απ’ αυτό το αδιέξοδο. Γιατί οι νέοι που έρχονται (με όλες τις δυσκολίες τους) είναι το αίμα που κυλά στις φλέβες του έθνους, της πόλης μας, της κοινωνίας ολάκερης.
Και αν και δεν μιλήσαμε σε αυτά τα παιδιά για την Τριπολιτσά και τον σηκωμό του Γένους, το ένστικτο νίκης που διακρίνει τη φυλή μας μπόλιασε τη μια γενιά μετά την άλλη. Κάπως έτσι (μέσα στον περιπετειώδη δρόμο της Ιστορίας) φτάσαμε ως εδώ. Με τη φλέβα του Γένους να κτυπά με παλμό και ρυθμικότητα ίσα – ίσα για να θυμίζει πως περίπου η Ελλάδα, όταν το θέλει, είναι μια οπτασία.
Μια σιγανή φωνή ή ένα ουρλιαχτό που σκίζει ακόμη και τις πέτρες. Οταν έχει τα νιάτα της η Ελλάδα, είναι ό,τι θέλει. Εκεί (σε αυτούς τους νέους) ακουμπάμε τη φλόγα της ράτσας μας. Και αυτοί την παίρνουν και τη μεταλαμπαδεύουν στα παιδιά τους. Φλόγα που καίει (με τις παραλείψεις μας) τα σωθικά μας είναι η πατρίδα. Φλόγα, αλλά και πίστη… Και μην σκιάζεστε τίποτα· ο Κολοκοτρώνης είχε πει στον Τούρκο: «Θα τα πούμε στο σεράι σου».