[ ΠΡΟΣΗΜΕΙΩΣΗ: Πρὶν ἀπὸ δέκα χρόνια δημοσιεύτηκε στὰ Χ.Ν (20.6.2011, 33) ἄρθρο μου ἀφιερωμένο στὴ μνήμη τῆς Καίτης Χωματᾶ. Τίτλος “Ποίηση καὶ Μουσική, τὰ ἀνεκτίμητα δῶρα τῶν Μουσῶν”.
Eπειδὴ θεωρῶ ὅτι τὸ χρέος ποὺ ἔχουμε πρὸς ὅσους ἐξυψώνουν τὴ ζωή μας δὲν εἶναι σημαία εὐκαιρίας· εἶναι στάση ζωῆς μπολιασμένης μὲ ἄφθαρτα καὶ ζωοποιὰ συστατικά, ἀποσπῶ τμῆμα τοῦ ἄρθρου ἐκείνου ὡς σπονδὴ στὴ μνήμη τοῦ μέγιστου, Μίκη Θεοδωράκη. Μὲ τὸ ἔνθεο ἔργο του, κατὰ ἕνα μεγάλο μέρος ἄρρηκτα δεμένο μὲ τὴν Ποίηση, πῆρε ἀπὸ τὸ χέρι ὅλους μας καὶ μᾶς ὁδήγησε στὴν αὐλὴ κορυφαίων Ποιητῶν. Ἴσως δὲν εἶναι λίγοι ἐκεῖνοι ποὺ συνεπαρμένοι ἀπὸ τὶς μουσικὲς ἐμπνεύσεις του προχώρησαν καὶ ἀσχολήθηκαν περισσότερο μὲ τὸ μαγικὸ κόσμο τῆς ποιητικῆς τέχνης.
Προσωπικά, ὑποκλίνομαι μὲ εὐγνωμοσύνη στὴ μνήμη του – μνήμη ἀνθρώπου ὁ ὁποῖος εἶχε τὸ σπάνιο προνόμιο νὰ συνομιλεῖ μὲ τὶς Μοῦσες καὶ νὰ μᾶς μεταφέρει ἁπλόχερα τὰ δῶρα καὶ τὰ προστάγματά τους. ]
… Ἀγωνίζεται < ὁ Ποιητὴς > σμιλεύοντας τὴ γλώσσα. Εἶναι γλώσσα ἴδια μὲ τῶν ἄλλων ἀνθρώπων, τῆς ἔχει δώσει ὅμως φτερὰ γιὰ δυνατὰ φτερουγίσματα. Ἂν καὶ αὐτὸ θυμίζει τὰ ἔπεα πτερόεντα (φτερωτὰ λόγια) τῆς ὁμηρικῆς φρασεολογίας, θὰ ποῦμε ὅτι εἶναι κάτι πολὺ περισσότερο καὶ μεγαλύτερο ὁ ποιητικὸς λόγος. Εἶναι ἕνα ἀπὸ τὰ τέλεια δημιουργήματα τῆς ἀνθρώπινης σκέψης, μιὰ ἀπὸ τὶς πιὸ γοητευτικὲς ἐκφράσεις τοῦ ψυχικοῦ κόσμου. Κορύφωση ἀποτελεῖ ἡ σύνδεσή της μὲ τὴ μουσική, τέχνη ποὺ ἐπίσης δίδαξαν, σύμφωνα μὲ τὴ Μυθολογία, στοὺς ἀνθρώπους ὁ Ἀπόλλων καὶ οἱ Μοῦσες (σ’ αὐτές, ἐξ ἄλλου, ὀφείλει καὶ τὸ ὄνομά της). […]
Τὸ πάντρεμα τῆς μουσικῆς μὲ τὴν ποίηση φαίνεται νὰ εἶναι μάλλον ἀπαίτηση ποὺ πηγάζει ἀπὸ τὴ φύση μας παρὰ ἐπινόηση. Ἀπὸ τὸ ἀποτέλεσμα ποὺ προκύπτει μποροῦμε ἀβίαστα νὰ ποῦμε ὅτι πρόκειται γιὰ ἕνα ἀπὸ τὰ εὐγενέστερα δημιουργήματα τοῦ ἀνθρώπου. Ὰπὸ τότε δηλαδὴ ποὺ ἡ ὕλη ἔπαψε νὰ εἶναι τὸ μοναδικὸ συστατικὸ τῆς ἀνθρώπινης ὕπαρξης ξεκίνησε, μὲ μπροστάρηδες κάποιους ἔνθεους, ἡ πορεία στὴν ὁποία χρωστᾶμε ἕνα μεγάλο κομμάτι τῆς ζωῆς μας.
Χρωστᾶμε πολλὰ καὶ σ’ ἐκείνους ποὺ φέρνουν μέχρι τὶς σωματικὲς αἰσθήσεις μας μὲ ὑλικὴ περίπου μορφὴ τὴν ποίηση καὶ τὴ μουσική. Εἶναι ὅσοι μὲ τὴ φωνή τους ἑρμηνεύουν τὸ λόγο τὸν ποιητικὸ καὶ ὅσοι μὲ τὴ σπουδὴ πάνω σὲ μουσικὸ ὄργανο παίρνουν ἀπὸ τὸ χαρτὶ τὴ σύλληψη τοῦ μουσουργοῦ καὶ τὴ μετατρέπουν σὲ τερπνὸ ἦχο. Μοιραζόμαστε τότε μαζί τους αἴσθηση εὐφροσύνης καὶ ἀγαλλίασης, καθὼς βρισκόμαστε, ἔστω καὶ προσωρινὰ ἢ σὰν ἀπὸ τύχη, σ’ ἕναν κόσμο προορισμένο, λές, γιὰ κάποιους τυχεροὺς καὶ μόνο γι’ αὐτούς. Ἡ μνήμη μας σημαδεύεται ἀπὸ αὐτὲς τὶς ἐμπειρίες τόσο δυνατά, ὥστε ἀκόμη καὶ μετὰ ἀπὸ πολλὰ χρόνια ἀναπολοῦμε τὶς ὧρες τοῦ παρελθόντος ποὺ εἴχαμε τὴν εὐλογία νὰ βιώσουμε.
Στὶς μέρες μας σὰν νὰ ἦταν γραφτὸ νὰ ζήσουμε καὶ νὰ ἀπολαύσουμε τὴν ἄνθηση αὐτοῦ τοῦ μεγάλου, τοῦ οὐράνιου δώρου. Συνθέτες μουσικῆς μὲ τὸ χάρισμα τῆς ἔνθεης εὐαισθησίας ἔσκυψαν μὲ τρυφεράδα, μὲ ἀγάπη καὶ μὲ δέος πάνω σὲ ποιήματα, ἔργα ἄλλων ἀξιοθαύμαστων δημιουργῶν, τὰ στόλισαν μὲ τὴ δική τους μουσικὴ ἔμπνευση καὶ τὰ παρέδωσαν σὲ ὅλους μας γιὰ τὰ ὀνειρικὰ ταξίδια μας.
Ὅλα αὐτὰ εἶναι, στὸ σύνολό τους, κομμάτι ἀπὸ τὴ ζωή μας, κομμάτι ἀπὸ τὸν ἑαυτό μας. Ὁρίζουν σὲ κάποιο βαθμὸ καὶ τὴν ταυτότητά μας. Ἔρχονται ἀπὸ τὸ κοντινὸ ἢ καὶ τὸ πιὸ μακρινὸ παρελθὸν (τὸ προσθέτω αὐτὸ ἔχοντας στὸ μυαλό μου τόσο τὶς ρίζες τοῦ λαϊκοῦ πολιτισμοῦ μας ὅσο καὶ τὴ μεγαλειώδη βυζαντινὴ μουσική), εἶναι ὅμως ἕνα διαρκές, σχεδὸν ἀτελεύτητο παρόν. […] Προσφέρουν καὶ κάτι ἄλλο, ἐξ ἴσου σπουδαῖο: εἶναι ἡ ὑπόμνηση τῆς ἰδιοσυστασίας μας, στὰ θεμέλια τῆς ὁποίας ἔχουν ἀπὸ παλιὰ ἁπλωθεῖ εἰς κράτος καὶ στερέωμα ὑλικὰ ποὺ δὲ φθείρονται ἀπὸ τὸ χρόνο. Ὑλικὰ ποὺ ἀποτελοῦν τὸ ἀπαύγασμα τῆς διανοητικῆς ἀνέλιξης ὄχι μόνο τῶν δημιουργῶν τους ἀλλὰ καὶ τοῦ λαοῦ ἀπὸ τὸν ὁποῖο αὐτοὶ προῆλθαν.
Αὐτὸς εἶναι καὶ ὁ λόγος γιὰ τὸν ὁποῖο (ὑποστηρίζω ὅτι) πρέπει νὰ προσέχουμε, νὰ ἀκοῦμε τὴ φωνὴ τῶν ποιητῶν – εἶναι σὰν τὸ ὀξυγόνο ποὺ δὲ φαίνεται μὲ τὰ μάτια, ζωὴ ὅμως δὲν ὑπάρχει χωρὶς αὐτό. Καὶ νὰ ἐξευγενίζουμε τὴ ζωή μας τιμώντας ὅπως τοῦ ἀξίζει τὸ στερέωμα τῶν μουσικῶν ἤχων – εἶναι ἡ καμπάνα ποὺ δὲ μᾶς ἀφήνει νὰ παραδοθοῦμε ἄβουλα ὄντα στὴ θαλπωρὴ ἑνὸς χωρὶς νόημα καὶ σκοπό, ὀλέθριου ὕπνου.
Κύριε Λουπάση,θεωρώ εμπνευσμένο το σημερινό σας αφιέρωμα για τον Μίκη Θεοδωράκη!
Κύριε Πατσουράκη, με καθυστέρηση (λόγω απουσίας μου) σας ευχαριστώ για τα καλά σας λόγια.
Πιστεύω ότι μπροστά στο ανάστημα του Μίκη Θεοδωράκη όλοι πρέπει να στεκόμαστε με θαυμασμό και σεβασμό.
Με εκτίμηση!